Κυριακή 29 Ιουνίου 2014

Ο μικρός πρίγκηπας μπροστά στον ανθρώπινο πολιτισμό...


«Ήταν ένας έμπορος που πουλούσε τελειοποιημένα καταπότια που καταλαγιάζουν τη  δίψα. Καταπίνεις ένα τη βδομάδα και δε θέλεις πια να ξαναπιείς. «Γιατί τα πουλάς αυτά;» είπε ο μικρός πρίγκιπας. «Είναι μεγάλη οικονομία χρόνου» είπε ο έμπορος. «Οι ειδικοί κάνανε τους υπολογισμούς τους. Εξοικονομούν πενήντα τρία λεπτά τη βδομάδα». «Αν είχα» λέει ο μικρός πρίγκιπας «πενήντα τρία λεπτά να ξοδέψω θα πήγαινα ήσυχα –ήσυχα σε μια πηγή να ξεδιψάσω…..»

                                                                                                                      Α ΝΤΕ ΣΑΙΝΤ ΕΞΥΠΕΡΥ

Γράφει ο Θανάσης Μπαντές

Αντουάν Ντε Σαιντ- Εξυπερύ, Ο μικρός πρίγκηπας, εκδ. Γνώση

Αντουάν Ντε Σαιντ- Εξυπερύ, Ο μικρός πρίγκηπας, εκδ. Γνώση

«Ο μικρός πρίγκιπας» ήταν για τον Εξυπερύ η έμπνευση της ζωής του. Αν αναλογιστούμε ότι σε πτήση που επιχείρησε στις 29 Δεκεμβρίου του 1935 αναγκάστηκε να προσγειωθεί στην έρημο διακόσια περίπου χιλιόμετρα πριν φτάσει στο Κάιρο κι ότι τον περιμάζεψε ένα καραβάνι (που χρειάστηκε πορεία πέντε ημερών για να τον βρει), αντιλαμβανόμαστε ότι «ο μικρός πρίγκιπας» ξεπερνά τα όρια της διανοητικής δημιουργίας και αποκτά υπόσταση χειροπιαστή, αφού γεννιέται μέσα στο φυσικό ερημικό τοπίο της εκτυλισσόμενης δράσης. Με άλλα λόγια ο πιλότος που συναντά ο ουρανοκατέβατος πρίγκιπας στην έρημο είναι ο ίδιος ο Εξυπερύ που γνωρίζει πολύ καλά εκ των προτέρων ότι αν δεν επισκευάσει το αεροσκάφος μέσα σε λίγες μέρες και του τελειώσει το νερό, κάθε διαφυγή θα γίνει αδύνατη. Από την άποψη αυτή «ο μικρός πρίγκιπας» παίρνει διαστάσεις οραματισμού, λειτουργεί δηλαδή ως μεταφυσικό βίωμα, που δίνει όλες τις απαντήσεις για την περιπέτειά του Εξυπερύ στην έρημο. Ο ουρανός, ως μοναδικός σύντροφος της ερήμου, ήταν αδύνατο να μην πρωταγωνιστήσει στην όλη διαδικασία. Είναι η πατρίδα του πρίγκιπα, είναι δηλαδή το αχαλίνωτο του αγνώστου που οφείλει να διερευνηθεί και που τελικά δεν θα δράσει ούτε εκφοβιστικά, ούτε απειλητικά, παρά μόνο συντροφικά, αφού δεν θα μπορούσε να στείλει τίποτε πιο ακίνδυνο και πιο φιλικό από τον μικρό πρίγκιπα. Το πιο ευαίσθητο, το πιο άκακο, το πιο αθώο πλάσμα της παγκόσμιας λογοτεχνίας γεννιέται – ως σύλληψη, όχι ως καταγραφή – μέσα στον έσχατο κίνδυνο. Κι αυτή είναι η πιο αισιόδοξη οπτική της ζωής. Είναι η οριστική συντριβή όλων των φόβων, η στιγμή που η αισιοδοξία παίρνει διαστάσεις επαναστατικότητας. Γιατί ο Εξυπερύ, μετατρέποντας τον επιθανάτιο ρόγχο στο πιο τρυφερό καλωσόρισμα, δεν ξεπερνά μόνο τον εαυτό του, σ’ ένα ψυχικό άλμα καθαρά προσωπικό, αλλά καθιστά σαφές ότι η ατομική νίκη μπροστά στο αδυσώπητο του αγνώστου – τι πιο άγνωστο από το θάνατο – παίρνει εξ’ ορισμού πανανθρώπινες διαστάσεις ως δίοδος που οδηγεί το «εγώ» στο «εμείς». Αν μέσα στην έρημο νιώσουμε φόβο θα έρθουν η τρέλα και η βία, αν όχι, θα έρθει ο μικρός πρίγκιπας. Το κλείσιμο του έργου είναι ξεκάθαρη προτροπή: «Και αν γίνει να περάσετε από κει σας ικετεύω μη βιαστείτε, σταθείτε εκεί, λίγο κάτω από το αστέρι. Όταν λοιπόν σας ζυγώνει κανένα παιδί, αν σας γελάσει, αν έχει χρυσαφένια μαλλιά, αν δεν σας αποκρίνεται καθώς θα το ρωτάτε, θα μαντέψετε σωστά ποιος είναι. Λοιπόν να είστε ευγενικοί! Μη μ’ αφήσετε τόσο πολύ θλιμμένο: γράψτε μου γρήγορα πως ξαναγύρισε…..». (σελ. 99). Τα σχεδόν οχτώ χρόνια που πέρασαν μέχρι την κυκλοφορία του «μικρού πρίγκιπα» (δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο του 1943) δεν είναι παρά ο χρόνος που χωρίζει το βίωμα από τη συνείδηση.

Αντουάν Ντε Σαιντ- Εξυπερύ, Ο μικρός πρίγκηπας, εκδ. Γνώση

Αντουάν Ντε Σαιντ- Εξυπερύ, Ο μικρός πρίγκηπας, εκδ. Γνώση

Υπό αυτή την έννοια ο μικρός πρίγκιπας είναι ο απολογισμός της ατομικότητας που μοιραία παίρνει διαστάσεις συλλογικές, αφού καμιά ατομικότητα δεν υφίσταται εκτός συνόλου. Είναι δηλαδή το σημείο της ταύτισης, της απόλυτης εναρμόνισης, του ατόμου με τον κόσμο. Γιατί ο μικρός πρίγκιπας είναι αυτός που θέτει ερωτήσεις («Τα αγκάθια σε τι χρησιμεύουν; Σε τι χρησιμεύει να κατέχεις τα άστρα; Σε τι χρησιμεύει να είσαι πλούσιος; Τι θα πει: να θαυμάζω; Τι είναι ο ορισμός; Τι είναι γεωγράφος; Γιατί πίνεις; Μα δεν υπάρχει κανείς στη γη;») επαναπροσδιορίζοντας – καθαρά διαλεκτικά – όλες τις έννοιες που έχουν διαστρεβλωθεί. Η διαστρέβλωση των εννοιών δεν είναι παρά η διαστρέβλωση του ανθρώπου που κατακερματίζεται μέσα στη δίνη ενός πολιτισμού που έχει πάψει από καιρό να ορίζει, οδηγούμενος σ’ ένα αυτοκαταστροφικό αντιφατικό δίπολο, αφού από τη μια σαρώνεται από έναν πολιτισμό που εξελίσσεται σχεδόν ανεξέλεγκτα μετατρέποντάς τον σε απρόσωπη μάζα κι από την άλλη ατενίζει τον κόσμο καθαρά ατομιστικά σαν να μην υπάρχει τίποτε άλλο πέραν του εαυτού του. Η μετατροπή του συλλογικού οράματος σε ατομικό, που όμως καθορίζεται από συνισταμένες ξεκάθαρα κοινωνικές – στα όρια του πιο άκρατου πιθηκισμού – σηματοδοτεί τη μέγιστη αλλοτρίωση, που λειτουργεί όχι μόνο ως προφανής κρίση ταυτότητας, αλλά κι ως απομάκρυνση από καθετί, είτε συνάνθρωπος, είτε περιβάλλον, είτε οτιδήποτε λέγεται αυτό, δηλαδή ως έσχατη απομόνωση. Γι’ αυτό κι όλοι οι πλανήτες που γνωρίζει ο μικρός πρίγκιπας είναι πολύ μικροί. Γι’ αυτό και οι άνθρωποι που ζουν στους πλανήτες είναι μόνοι. Γιατί ο μικρόκοσμος του καθενός είναι απελπιστικά λίγος κι ο εγκλωβισμός στο λίγο είναι η πιο ασφυκτική μοναξιά. Κάθε ξεκομμένη ατομικότητα κι ένας ελάχιστος πλανήτης, και κάθε δράση μέσα στα όρια του αδιαπέραστου κάνει τον κλοιό ακόμη πιο τρομακτικό. Με άλλα λόγια οτιδήποτε υπό αυτές τις συνθήκες δεν μπορεί παρά να είναι κλειστοφοβικό και παράλογο. Ο μοναχικός βασιλιάς εκλιπαρεί τον μικρό πρίγκιπα να μείνει κοντά του και του τάζει υπουργεία. Η εξουσία, ως ξεκάθαρα διαστροφικός μηχανισμός ταυτίζεται με την ύπαρξη, γίνεται δηλαδή σκοπός και νόημα ζωής ως αντιστάθμισμα της θλιβερότερης κενότητας. Ο αρουραίος – θύμα τονώνει την ύπαρξη. Μπορούν να τον τιμωρούν όποτε θέλουν. Ο γεωγράφος επιστήμονας είναι χαμένος μέσα στα βιβλία και ταλαντεύεται αναζητώντας τους ακριβέστερους ορισμούς. Όμως τα όρια της επιστήμης γίνονται όρια προσωπικά κι ο κατακερματισμός της γνώσης σηματοδοτεί τον κατακερματισμό της ύπαρξης. Ο επιχειρηματίας κάνει διαρκώς λογαριασμούς πάνω στα χαρτιά του και  κατέχει πεντακόσια εκατομμύρια αστέρια. Όταν ο μικρός πρίγκιπας τον ρωτά πώς μπορεί να κατέχει τα αστέρια, δίνει την απάντηση: «Όταν βρεις ένα διαμάντι που δεν είναι κανενός, είναι δικό σου. Όταν βρεις ένα νησί που δεν ανήκει σε κανέναν, είναι δικό σου. Αν έχεις πρώτος μια ιδέα, που δεν την είχε κανείς άλλος, είναι δική σου. Και εγώ κατέχω τα αστέρια γιατί κανείς πριν από μένα δε σκέφτηκε να είναι δικά του». (σελ. 52). Κι όταν ο μικρός πρίγκιπας τον ρωτά τι τα κάνει, δίνεται ως απάντηση: «…γράφω σ’ ένα μικρό χαρτί τον αριθμό των άστρων. Μετά κλειδώνω αυτό το χαρτί σ’ ένα συρτάρι ή το καταθέτω στην τράπεζα». (σελ. 52). Η αυθαίρετη ιδιοκτησία των αστεριών είναι ο χυδαιότερος κι ο πιο παράλογος ατομικισμός, που διασφαλίζει το είναι μόνο μέσα από το έχειν ταυτίζοντας την ιδιοκτησία με την αχρήστευση. Ο φανοκόρος ανάβει συνέχεια τη λάμπα έχοντας ξεχάσει το γιατί. Ο ανόητος θέλει να τον θαυμάζουν χωρίς να μπορεί να εξηγήσει τους λόγους. Ο μπεκρής πίνει για να ξεχάσει τη δυστυχία ότι είναι μπεκρής.

Αντουάν Ντε Σαιντ- Εξυπερύ, Ο μικρός πρίγκηπας, εκδ. Γνώση

Αντουάν Ντε Σαιντ- Εξυπερύ, Ο μικρός πρίγκηπας, εκδ. Γνώση

Ο μικρός πρίγκιπας, δεν είναι παρά ο ίδιος ο Εξυπερύ, που μέσα στην έρημο, έρχεται αντιμέτωπος με την ατέρμονη ανθρώπινη δυστυχία. Μόνο στην έρημο θα αναδεικνύονταν τα ύψη της ανθρώπινης ερημιάς. Και ξαφνικά, ως δια μαγείας, όλα γίνονται ξεκάθαρα. Η ανθρώπινη ευτυχία δεν κρύβει καμιά πολυπλοκότητα. Είναι το ξύπνημα του μικρού πρίγκιπα που υπάρχει στον καθένα. Η κατανόηση της ολοκλήρωσης μέσα από τον άλλο. Η συνείδηση ότι συναισθηματική πληρότητα υπάρχει μόνο μέσα από τη συναισθηματική μοιρασιά. Γιατί η εξημέρωση της αλεπούς δεν αφορά την κυριότητά της, αφορά το πλησίασμά της. Και η ιδιοκτησία δεν ορίζεται με την κατοχή, αλλά με τη φροντίδα: «Εγώ κατέχω ένα λουλούδι που το ποτίζω κάθε μέρα. Κατέχω τρία ηφαίστεια που τα καθαρίζω κάθε βδομάδα. Γιατί καθαρίζω ακόμη κι εκείνα που είναι σβησμένα. Δεν ξέρεις ποτέ τι μπορεί να γίνει. Κάνω ό, τι είναι χρήσιμο στα ηφαίστειά μου, ό, τι είναι χρήσιμο στα λουλούδια μου που τα κατέχω όλα. Μα εσύ δεν είσαι χρήσιμος στα αστέρια σου». (σελ. 53).  Ο μικρός πρίγκιπας είναι η σοφία της αχαλίνωτης αθωότητας, δηλαδή η υπέρτατη αισιοδοξία, και μόνο έτσι μπορεί να γίνει κατανοητός. Γι’ αυτό είναι βέβαιο ότι συνεχίζει να ζει κι ότι ανά πάσα στιγμή θα εμφανιστεί, όπως τον περιμένει κι ο ίδιος ο Εξυπερύ. Αλίμονο σ’ αυτούς που νομίζουν ότι πέθανε από το δηλητήριο του φιδιού. Δεν θα δουν ποτέ το μικρό πρίγκιπα.

Αντουάν Ντε Σαιντ- Εξυπερύ, Ο μικρός πρίγκηπας, εκδ. Γνώση

Αντουάν Ντε Σαιντ- Εξυπερύ, Ο μικρός πρίγκηπας, εκδ. Γνώση

Α. ΝΤΕ ΣΑΙΝΤ ΕΞΥΠΕΡΥ «Ο μικρός πρίγκιπας» εκδόσεις «Σ. Ι. ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ» Αθήνα 1983  Πηγή:eranistis.net

Παρασκευή 27 Ιουνίου 2014

Ελιά χωρίς έλεος...


Με «το σπαθί και το άροτρο» έλεγαν οι πρώτοι Ρωμαίοι, πλην όμως το σπαθί θερίζει ό,τι οργώνει το άροτρο, όπως απέδειξαν στη συνέχεια οι εργολάβοι του πολέμου. Στη δική μας ιστορία το άροτρο το λένε τρακτέρ και το σπαθί το λένε δάνειο. Χρέος.

Είναι μερικές μέρες που δεν θέλεις να γράψεις, αλλά πρέπει να γράψεις. Με την άκρη του ματιού, σαν να μη θέλεις να διαβάσεις, έχεις διαβάσει για τον γεωργό κάπου εκεί στον Νότο, λίγο πιο κάτω απ’ τα μέρη σου τα μέρη του,

γνωστά κι αυτά και οικεία, για τον γεωργό λοιπόν, ετών 71, που πήγε, βρήκε μια ελιά και κρεμάστηκε. Παύση...

Δειλινό στ’ ανοιχτά της Πύλου, δώρο των θεών στους ανθρώπους. Πιο βόρεια κι εγώ, στα πέριξ του Πύργου, γνώρισα στα πεδινά και στα ορεινά πολλούς γεωργούς. Ανθρωποι από χώμα και δουλειά. Φαμελιάρηδες. Η Αστέρω η φοράδα, ο Ταρζάν ο σκύλος, η μυρωδιά της σταφίδας να λιάζεται στ’αλώνια, οι καλαμιές στα στρατόνια φοβιστικές σαν νύχτωνε και οι καλύβες. Τα θερινά παλάτια δηλαδή στα χωράφια των Κολυραίων δίπλα απ’ τις αρχαίες όχθες του Αλφειού, και η μπύρα Φιξ, όταν πρωτοεμφανίσθηκε πανηγυρικά, δεκαετία του ’60, κάνοντας στην άκρη το κρασί, αλλά όχι τις  γουρνοπούλες, στο πανηγύρι της Αγουλινίτσας, με τα κλαρίνα να σκούζουν σαν γάτες μέσα από αρπακολλατζίδικα μπουλούκια μουσικάντηδων της συμφοράς - τέλεια. Στα ορεινά,

δίπλα στις όχθες του Ερυμάνθου αυτήν τη φορά. Ανθρωποι από ζωές γεμάτες μύθους και ιστορίες, όμως ας αφήσουμε τις αναμνήσεις μου, δεν θέλω να γράψω για αυτές ή μάλλον γράφω για αυτές για να εξορκίσω αυτά για τα οποία πρέπει να γράψω.

Δεν γνώριζα τον άνθρωπο ως πρόσωπο, διάβασα για αυτόν και κατάλαβα ότι θα γνωρίζετε πολλούς σαν αυτόν. Οι αγρότες, όπως είναι ο συνήθης όρος για τους γεωργούς στις εφημερίδες,

κυρίως όταν έχουν την τιμητική τους, όπως επί «εκσυγχρονισμού», όταν τα τσιράκια της διαπλοκής τους στόλιζαν καφενόβιους και τεμπέληδες, κάθε φορά που έβαζαν μπροστά τα τρακτέρ για να βρουν κάποιο απ’ το δίκιο τους. Μεγάλη (χρονικώς) ιστορία, πολύπλοκη. Επιδοτήσεις που σκάρτεψαν την αλήθεια της εργασίας, εκμαυλισμός με δανεικά κι αγύριστα, πελατειακές σχέσεις, φθηνή (μαύρη κι άραχλη) δουλειά των αλλοδαπών, εποχιακοί νομάδες - ήρθαν ορισμένοι γεωργοί και πλούτισαν, κάτι σαν μικρογαιοκτήμονες. Αιχμαλωτίσθηκαν σε μικρούς χρεωμένους κλήρους οι πολλοί. Και ξενιτεύθηκαν οι περισσότεροι στις πόλεις, ελληνικές και ξένες, προλετάριοι και υποπρολετάριοι. Στο μεταξύ τα περισσότερα απ’ τα παιδιά τους σπούδασαν,

οι υπόλοιποι έμειναν να λέμε για αυτούς το 2014 ό,τι λέγαμε και το 1974 με μικρές παραλλαγές. Για τη διαφορά τιμής απ’ το χωράφι στο ράφι, για τις σοδειές καλές-κακές το ίδιο, για τους έμπορους, τις λαϊκές αγορές, τα χρέη, τη λειψανδρία, τη μετανάστευση. Δεν πήρε στην Ελλάδα

αστική αύρα η ύπαιθρος κι όπου κάτι άλλαξε, άλλαξε προς το νεοπλουτέ, κι αν άλλαξε προς το καλό, άλλαξε με το ζόρι.

Μετανάστες Ελληνες που επέστρεψαν με τη σύνταξη στα χωριά τους και μετανάστες αλλοδαποί που ήρθαν για δουλειά στα χωράφια, είναι που έδωσαν κάποια ζωή στα χωριά μαζί με τους ντόπιους να μοχθούν για να αναθρέψουν τα παιδιά τους και να κρατηθούν στον τόπο τους με τις ομορφιές και τα χούγια του, τα ντέρτια, τα νιτερέσα και τους τρόπους του. Ο εβδομηνταενάχρονος κώλωσε, έκοψε το νήμα κι έφυγε. Μπήκε, λέει η τράπεζα στον λογαριασμό του, του πήρε 3.000 ευρώ, του άφησε 80 κι όλα μέλι γάλα (για την τράπεζα), η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι (για τον αγρότη). Τα χρέη τον βασάνιζαν από καιρό. Είχε πελαγώσει. «Ποιος του φταίει; ας μη χρεωνότανε» θα έλεγε άσχετος τις φωστήρας ή κάποιος πεμπτοφαλαγγίτης απ’ τα τσιράκια του συστήματος στα ΜΜΕ. Τράβα εσύ, φωστήρα μου, να καλλιεργήσεις, χωρίς να χρεωθείς. Τράβα να αλλάξεις καλλιέργεια και (όλη της την υποδομή) χωρίς να χρεωθείς. Κάτσε να σου έρθουν δυο στραβές χρονιές (διότι δεν είχε κέφια ο Πανάγαθος κι αμόλαγε χαλάζια) χωρίς να χρεωθείς.

Εβδομήντα ενός χρονών, υποθέτω 50 χρόνια στα χωράφια και η σύνταξη, σύνταξη... ΟΓΑ! Στα χωράφια πεθαίνουν οι περισσότεροι γεωργοί. Εκεί, όσο κρατούν τα χέρια τους κι όσο βαστούν τα πόδια τους. Οσο αντέχουν το άδικο. Η καλή μας τράπεζα αντελήφθη (υπό την πίεσιν δικηγόρου) το άδικο που έκανε κι επέστρεψε τα τρία χιλιάρικα, όμως

για τον γεωργό ήταν πια αργά. Μας είχε σιχαθεί. Πήγε και βρήκε μια ελιά. Αρχαίο δένδρο ιερό. Για αυτό το διάλεξε και ο Βενιζέλος. Βγάζει λάδι η ελιά, κι εμένα λάδι θα με βγάλει, σου λέει, ο σοφός αυτός ανήρ. Εχει και κλαδιά η ελιά, να βγαίνουν στο κλαρί και Κασσής και Τζαμτζής και Ρήγας, διότι χωρίς επαναστάτες της φακής, ανεβαίνει η τιμή του γάλατος. Προσέτι επιπλέον και πάνω απ’ όλα η ελιά, άμα είναι γριά και πονηρή (όσον ο δικομματισμός), διαθέτει και κουφάλες. Σωστός ο Βενιζέλος! τι να διαλέξει ως έμβλημα; την άκαρπη συκιά; θα τον ξέραινε ο Κύριος. Διάλεξε μια ελιά, να την ξεράνει ο ίδιος.

 

Παλιά η ιστορία του γεωργού που σιχάθηκε, κουράστηκε, απελπίσθηκε και αυτοκτόνησε. «Με το σπαθί και το άροτρο» (το σπαθί για την ελευθερία και το άροτρο για το φαΐ στο τραπέζι) υπερασπιζόταν την πατρίδα ο γεωργός, με το σπαθί η πατρίδα του έκανε το άροτρο ζυγό.

Αρχαία ιστορία, με πολλές παραλλαγές, η ίδια ως τις μέρες μας. Στην κηδεία του γεωργού, η τράπεζα θα στείλει στεφάνι, μην έχετε καμμιά αμφιβολία, το έχω δει με τα ματάκια μου να γίνεται και σε άλλων που τους έφαγαν τα χρέη, το ξόδι.

Τω καιρώ εκείνω, μετά τον κάματο της ημέρας (πόλεμο τον έλεγαν), σαν έγερνε ο ήλιος, οι γεωργοί μαζεύονταν στην καντίνα, μια τσιγκινοκαλαμένια καλύβα, κι έπιναν το ούζο τους με στραγάλια, λίγο πριν να επιστρέψουν για το βραδινό στο σπίτι.

Αλλες εποχές. Πολλοί απ’ αυτούς πέρασαν από πολέμους και καταστροφές, μερικοί είχαν χτίσει μια και δυο φορές το σπίτι τους,

κανενός όμως την καρδιά δεν είχε βαρύνει η μακρά ειρήνη η δική μας, είτε τράπεζα τη λένε, είτε ρωμαίικο δοβλέτι, με τέτοια ποσότητα κόπρου στα ανθρώπινα, που δύσκολα θα ξέπλενε ακόμα και ο Ηρακλής ενώνοντας τον ρουν του Αλφειού με εκείνους του Λάδωνα και του Ερύμανθου...

Στάθης Σταυρόπουλος, enikos.gr

Κρίσιμα δικαιώματα, δικαιώματα σε κρίση...


του Κωνσταντίνου Τσιτσελίκη

Έργο του Μαρκ Σαγκάλ, 1919

Έργο του Μαρκ Σαγκάλ, 1919

Διατρέχουμε ήδη τον πέμπτο χρόνο της κατάστασης πραγμάτων που ονομάζουμε περιεκτικά «κρίση» και διαπερνά όλες τις εκφάνσεις του περιβάλλοντός μας: θεσμικού, πολιτικού, κοινωνικού, οικονομικού και προσωπικού. Μπορούμε λοιπόν να αρχίσουμε να κάνουμε διαπιστώσεις και αποτιμήσεις, αν και είναι ίσως νωρίς για να κατανοήσουμε τη συνολική πορεία της, ποσοτικά και ποιοτικά. Ως προς τα δικαιώματα, η κρίση επέφερε μια νέα αντίληψη, συχνά εργαλειακά ενσωματωμένη στην εσωτερική οικονομία της κρίσης· ένα νέο Παράδειγμα στον ρόλο και το περιεχόμενο των δικαιωμάτων.

Το περιεχόμενο και τις νέες ποιότητες των δικαιωμάτων προσπάθησε να ανιχνεύσει το συνέδριο «Κρίσιμα δικαιώματα-Δικαιώματα σε κρίση», που οργάνωσε η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ) την προηγούμενη Παρασκευή και Σάββατο (13-14.6). Επιλέξαμε ορισμένα μόνο πεδία (λ.χ. δικαιοσύνη, ασφάλεια, κρατούμενοι, εργασία, εκπαίδευση, υγεία, κοινά αγαθά), καθώς σε μια διήμερη συζήτηση δεν μπορούσαν να καλυφθούν όλες οι θεματικές.

***

Η πορεία των δικαιωμάτων στην Ελλάδα συγκροτεί ένα συνεχές που αντικατοπτρίζει την πολιτική-πολιτειακή ιστορία της. Έτσι, έχει ενδιαφέρον να ανατρέξουμε στο παρελθόν της ΕΕΔΑ σε σχέση με τα κύρια διακυβεύματα των δικαιωμάτων στην ελληνική πολιτική ιστορία των τελευταίων ογδόντα ετών. Η ΕΕΔΑ ιδρύθηκε τον Μάρτιο του 1936 (με πρόεδρο τον Αλ. Σβώλο, και μέλη, ανάμεσα σε άλλους, τον Π. Νιρβάνα, τον Θ. Τσάτσο, τον Γ. Θεοτοκά, τον Φ. Βεγλερή) και ανέπτυξε με έντονη δράση τους λίγους μήνες που μεσολάβησαν μέχρι την 4η Αυγούστου για θέματα αστυνομικής βίας, συνθηκών κράτησης, φρονηματικών διώξεων. Επανιδρύθηκε το 1953 με καταστατικό στόχο την προάσπιση, προαγωγή και εφαρμογή των δικαιωμάτων του ανθρώπου, και πυξίδα την Οικουμενική Διακήρυξη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Οι δράσεις της εστιάζονταν στη συνδικαλιστική ελευθερία και τα εργατικά δικαιώματα, στο πλέγμα διατάξεων και πρακτικών του «παρασυντάγματος», στις συνδικαλιστικές ελευθερίες, στο Κυπριακό, στην υπεράσπιση των δικονομικών δικαιωμάτων στη δίκη του Μ. Γλέζου, στην υπόθεση Καζαντζάκη, στις διώξεις στο δημόσιο λόγω φρονημάτων. Το 1961 η ΕΕΔΑ αντέδρασε στις εκλογές βίας και νοθείας, και δυο χρόνια αργότερα στη δολοφονία του Γρ. Λαμπράκη. Επεδίωξε να ασκήσει επιρροή στην κυβέρνηση Παπανδρέου σε θέματα εκπαίδευσης και δικαιοσύνης, ενώ μετά τα Ιουλιανά υπερασπίστηκε τα δικαιώματα των κατηγορουμένων στην υπόθεση Ασπίδα. Δεν θα επεκταθώ στα χρόνια της χούντας (οπότε η δράση της μεταφέρεται στη Γαλλία, με τον Στράτη Σωμερίτη) και της μεταπολίτευσης (με πρωτεργάτη τον Φαίδωνα Βεγλερή), προκειμένου να επανέλθω στη συγκυρία και τη συζήτηση του συνεδρίου.

 

Η καθίζηση των δικαιωμάτων

 

Γενική ήταν η αίσθηση βιώνουμε, σήμερα, μια καθίζηση των δικαιωμάτων και μαζί της μια διάρρηξη του Παραδείγματος του Διαφωτισμού, όπως εξελίχθηκε στη βάση του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας. Βέβαια, η παραβίαση των δικαιωμάτων δεν είναι εγγενές ή αποκλειστικό χαρακτηριστικό της κρίσης· υπήρχε και παλαιότερα, και μάλιστα με θεματικές εξάρσεις. Σήμερα όμως έχουμε μια μεταστροφή της διαλεκτικής σχέσης μεταξύ της εξουσίας και των δικαιωμάτων, όπως και της κυρίαρχης κουλτούρας ως προς τα δικαιώματα: η αναφορά στη δημοκρατία και τη νομιμότητα είναι προσχηματική και εργαλειακή, ενώ τα δικαιώματα από εγγύηση για την κοινωνική ειρήνη καθίστανται απειλή ή ενόχληση.

Ως προς τα πεδία των παραβιάσεων και της υποχώρησης των εγγυήσεων, σταχυολογώ από την πρόσφατη επικαιρότητα: συνεχής, συχνά απρόκλητη και ατιμώρητη αστυνομική βία, αφόρητη καθυστέρηση στην ποινική, διοικητική και πολιτική δικαιοσύνη. Άθλιες συνθήκες κράτησης. Χρήση της προφυλάκισης ως ποινής. Παρέκταση του δεκαοχτάμηνου στέρησης ελευθερίας των αλλοδαπών που δεν μπορούν να απελαθούν. Διώξεις κατά της ελευθερίας της έκφρασης και περιορισμοί στη θρησκευτική ελευθερία. Μόλυνση υδάτων στον Ασωπό, και όχι μόνο. Δραματική αύξηση της φτώχειας, της ανεργίας, των αυτοκτονιών. Συρρίκνωση παροχών υγείας, κοινωνικής πρόνοιας και κοινωνικής ασφάλισης. Μαύρη εργασία και πλασματική απασχόληση σε άνθιση. Απεργία και δυνατότητα διαμαρτυρίας υπό ασφυκτική πίεση και καταστολή. Γενικότερα, στα πεδία όπου το κράτος υποχρεώνεται να προσφέρει εγγυήσεις (παιδεία, υγεία, περιβάλλον), αλματώδης υποχώρηση του δημοσίου συμφέροντος υπέρ του ιδιωτικού, ακόμα και στα κοινά αγαθά (αιγιαλός, ραδιοφάσμα και νερό).

Η δραματική αυτή υποχώρηση των δικαιωμάτων μπορεί να διαγνωστεί και από το εξωτερικό. Εκτός από τις εκθέσεις και τα πορίσματα διεθνών οργανισμών και οργανώσεων, σταχυολογώ τα εξής:

* Την αναφερόμενη στην Ελλάδα νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που διογκώνεται συνεχώς, για ζητήματα κράτησης σε φυλακές, αστυνομικά κρατητήρια, κέντρα κράτησης μεταναστών, αναφορικά με τη νομιμότητα της στέρησης ελευθερίας αλλά και των συνθηκών κράτησης.

* Αποφάσεις βορειοευρωπαϊκών δικαστηρίων να μη γίνονται επιστροφές αιτούντων άσυλο στην Ελλάδα. Η απόφαση του δικαστηρίου του Στρασβούργου MSS κατά Βελγίου και Ελλάδας επισφράγισε το διά ταύτα των αποφάσεων αυτών και εν τέλει κατέληξε πριν λίγους μήνες σε μεταβολή του κοινοτικού δικαίου (βλ. Δουβλίνο ΙΙΙ).

* Απόφαση του δικαστηρίου εκδόσεων του Λονδίνου (2013), σύμφωνα με την οποία δεν εκδόθηκε ήδη κατάδικος στην Ελλάδα, καθώς κρίθηκε ότι οι ελληνικές φυλακές δεν πληρούν τα στοιχειώδη για τον σεβασμό της ανθρώπινης διαβίωσης. Πρώτη φορά δεν γίνεται έκδοση σε ευρωπαϊκή χώρα για τον λόγο αυτό.

* Πρόσφατη βελγική απόφαση απόδοσης ασύλου σε πολίτη Γουινέας, ήδη πρόσφυγα στην Ελλάδα, με το αιτιολογικό ότι η διαβίωση αλλοδαπού στην Ελλάδα ενέχει σοβαρό κίνδυνο ζωής. Άλλη μια πρωτόγνωρη πρωτιά.

Αυτά και άλλα πολλά μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τα δικαιώματα υποχωρούν με πρωτοφανή ένταση. Την ίδια στιγμή, το ηγεμονικό πρό(σ)ταγμα λέει ότι η ένδεια οικονομικών πόρων απαιτεί «θυσίες», στις οποίες οφείλουν να υποταχθούν οι βασικές ουσιαστικές και δικονομικές εγγυήσεις των δικαιωμάτων, εντασσόμενες στο αγοραίο επιχείρημα «του κόστους». Έτσι, τον κανόνα δικαίου τείνει να αντικαταστήσει η απόφαση, τη διαδικασία δημοκρατικής διαβούλευσης ο αιφνιδιασμός.

Τα δικαιώματα είναι κρίσιμα, γιατί ακριβώς αποτελούν την εγγύηση προστασίας από τη διακινδύνευση των έννομων αγαθών. Τα δικαιώματα είναι σε κρίση, γιατί υποχωρούν με διαδικασίες, αποφάσεις και κανόνες που παρακάμπτουν τα θεμέλια του δημοκρατικού ελέγχου και του κράτους δικαίου. Το συνέδριο συζήτησε την αντίστιξη αυτή μέσα από την οπτική συγκεκριμένων δικαιωμάτων. Ωστόσο, η υποχώρηση του ενός συμπαρασύρει και τα υπόλοιπα δικαιώματα. Το οικοδόμημα των ατομικών-πολιτικών-κοινωνικών-οικονομικών δικαιωμάτων φαίνεται ότι υφίσταται καθίζηση, καταφέροντας πλήγμα στην ίδια την δημοκρατία.

 

Χώροι εκτός δικαίου, άνθρωποι χωρίς δικαιώματα

 

Χώροι όπου δεν εφαρμόζεται το δίκαιο (χώροι κράτησης, ψυχιατρεία, χώροι μαύρης εργασίας), αλλά και άνθρωποι χωρίς ή με «μειωμένα» δικαιώματα (ανήλικοι εργαζόμενοι, έγκλειστοι, αλλοδαποί, ανάπηροι) συνθέτουν αυτό που θα χαρακτήριζε κανείς αλλαγή Παραδείγματος: μια μηχανική συνεχούς επαναδιαμόρφωσης πολιτικής και δικαίου έξω από τους δημοκρατικούς κανόνες. Η νέα κατάσταση παγιώνεται, φυσικοποιείται και νομιμοποιείται. Έτσι, τα δικαιώματα δεν είναι καθολικά, δεν αφορούν όλους μας. Άτομα και ομάδες, αλλά και τόποι τίθενται εκτός της εμβέλειάς τους. Η προσδοκία επίκλησής τους ξεθωριάζει, καθώς η διαλεκτική των παραβιάσεων και της μη εφαρμογής των δικαιωμάτων από τη δικαιοσύνη, τον νομοθέτη και τα εκτελεστικά όργανα του κράτους, καθιστούν την εξαίρεση κανόνα.

Στο σημείο αυτό καλούμαστε να αντιδράσουμε: για την εδραίωση των δικαιωμάτων ως οδηγό στην κοινωνική, πολιτική και οικονομική ζωή, για την ίδια την δημοκρατία σε τελική ανάλυση, σε μια αλληλένδετη ισορροπία ελευθερίας και ισότητας.

 

Ο Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και είναι πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.Πηγή:enthemata.wordpress.com

Πέμπτη 26 Ιουνίου 2014

Η ζωή κάτω από μια γέφυρα...


Ιούνιος 2014. Σκηνές που είχαμε δει μόνο σε αμερικανικές ταινίες ζωντανεύουν μπροστά μας. Άστεγοι ζουν κάτω από γέφυρες...

Οι «κλοσάρ» των Αθηνών δεν μένουν κάτω από γέφυρες που είναι απομακρυσμένες ή έχουν χαμηλό κυκλοφοριακό φόρτο. Για την ακρίβεια αυτό δεν ενδιαφέρει και πολύ αυτούς που βρέθηκαν στον δρόμο και μετέφεραν το σπιτικό τους κάτω από μία γέφυρα. Αντίθετα επιλέγουν τα νέα τους «καταλύματα» με κριτήριο την εγγύτητα κάποιας εκκλησίας. Ο λόγος; Θέλουν να βρίσκονται κοντά στα σημεία που η εκκλησία διανέμει δωρεάν γεύματα, ώστε να εξασφαλίζουν την καθημερινή τροφή.



Ο 60χρόνος Γιώργος, ζει εδώ και τρία χρόνια κάτω από μια γέφυρα της παραλιακής οδού, απέναντι από το Σ.Ε.Φ.



Ο Γιώργος ζει κάτω από μία γέφυρα περίπου τρία χρόνια, χωρίς οικογένεια με μοναδική παρέα για κουβέντα ορισμένους αστυνομικούς που περνούν από τη γέφυρα


Ίσως να έχετε περάσει από το συγκεκριμένο σημείο και να μην θυμόσαστε τίποτα ή να μην μπήκατε καν στο κόπο να κοιτάξετε αριστερά ή δεξιά στις γέφυρες, από τις οποίες περνάτε με αυξημένη ταχύτητα.

Τον βρήκα να κοιμάται στο αυτοσχέδιο κρεβάτι του κουκουλωμένος. Ίσως για να αποφεύγει την σκόνη του σημείου και λίγο τον εκκωφαντικό ήχο των αυτοκινήτων.


Αυτόν τον χώρο έκανε σπιτικό του ο 60χρονος


Του μίλησα και τρόμαξε. Άλλωστε, ποιος θα μπορούσε να τον ψάχνει, αφού δεν έχει οικογένεια ούτε και συγγενείς. Σήκωσε το κεφάλι του από την κουβέρτα και με κοίταξε τρομαγμένος.
Του μίλησα πάλι πρώτος και έτσι άρχισε η κουβέντα μας στο αυτοσχέδιο «σπίτι» του που ζει εδώ και δύο χρόνια.

Ξαφνιασμένος όπως ήταν, μου μίλησε λίγο για την ζωή του. «Μηχανικός ήμουν, απολύθηκα, και δεν θέλει πολύ να μείνεις άστεγος, ειδικά αν δεν έχεις οικογένεια» ανέφερε με πόνο καρδιάς, κοιτώντας την απέναντι γέφυρα.

Ο ήχος των αυτοκίνητων δεν επέτρεπε και πολλές κουβέντες. «Τον ήχο των αυτοκινήτων τον συνήθισα, δεν είναι τίποτα» μου είπε χαριτολογώντας. «Ο άνθρωπος πολλά συνηθίζει» πρόσθεσε...


Ένα καρότσι, ένα στρώμα και μερικά ρούχα είναι όλη του η περιουσία


Τον ρώτησα γιατί δεν πάει σε μια πλατεία που θα είναι πιο ήσυχα. «Στις πλατείες υπάρχουν οι ναρκομανείς, οι οποίοι μας διώχνουν εμάς τους «καθαρούς», θέλουν τα παγκάκια δικά τους» ήταν η απάντηση του.

«Δεν ζητιανεύω, δεν μπορώ. Εδώ που μένω έχει νερό ευτυχώς. Να είναι καλά και οι άνθρωποι στην Παναγιά την Μυρτιδιώτισσα με τα συσσίτια τους» ανέφερε χαρακτηριστικά για το φαγητό του.

Συνεχίζοντας ο Γιώργος μίλησε και για τους φίλους του τους αστυνομικούς. «Που και που περνάνε αστυνομικοί με το περιπολικό και με ρωτούν πως είμαι και ανταλλάσουμε μια κουβέντα, αφήνοντάς μου πάντα κάτι» εννοώντας μια σοκολάτα, ένα γλυκό ή ακόμα και ρούχα.

Τον ρώτησα άμα υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι που κοιμούνται στις γέφυρες. «Γεμάτες είναι, Έλληνες, Ρουμάνοι και Σύριοι έχουν τα προνόμια των γεφυρών, στις πλατείες οι ναρκομανείς και τα γκέτο», ήταν η απάντηση του.

Μερικά χιλιόμετρα μακρύτερα, προς τα βορειοδυτικά της Αθήνας, ζει εδώ και αρκετό καιρό με την οικογένεια του στην γέφυρα της Λεωφόρου Κηφισού με Λένορμαν, ο Βαρέι από την Ρουμανία.


Ο Βαρέι δούλευε στην οικοδομή όμως τώρα δεν έχει δουλειές και αναγκάστηκε να βρει προσωρινό κατάλυμα κάτω από την γέφυρα


Δεν ήξερε καλά ελληνικά ούτε και αγγλικά. Παρόλα αυτά βρήκαμε την χρυσή τομή και συνεννοηθήκαμε. Το αυτοσχέδιο «σπίτι» του Βαρέι περιλαμβάνει ένα διπλό στρώμα, δύο μονά και έναν μεγάλο καθρέπτη.



Στο συγκεκριμένο σημείο έχει φτιάξει το «σπίτι» του ο Βαρέι που ήρθε από την Ρουμανία για ένα καλύτερο μέλλον

Ενώ ήθελε πολύ να μιλήσει δεν μπορούσε γιατί δεν ήξερε την γλώσσα. «Ήρθα στην Ελλάδα με την είσοδο της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δούλευα οικοδομή» ανέφερε σε σπαστά ελληνικά ο Βαρέι.

Γυρνάω το βλέμμα μου προς το διπλό «κρεβάτι» και βλέπω στην άκρη του στρώματος παπούτσια παιδικά, του τα δείχνω, εκείνος μου γνέφει το κεφάλι, του δείχνω με τα δάχτυλα μου τον αριθμό δύο και δεν συμφωνεί, στα τρία δάχτυλα συμφώνησε.

«Και που είναι τα παιδιά;» τον ρώτησα... «Στα φανάρια», απάντησε.

Στην αριστερή του μεριά λίγο παραπέρα από τα στρώματα είχε ένα τελάρο με μαύρες μπανάνες, προφανώς για φαγητό.

Τον ρώτησα γενικότερα τι τρώνε και μου έδειξε την εκκλησία της Παναγίας λίγο πιο κάτω στην οδό Λένορμαν.



Φεύγοντας από το αυτοσχέδιο «σπίτι» του Βαρέι προχώρησα μέχρι τα φανάρια μήπως και δω τα παιδιά του.

Δεν τα βρήκα. Ποιος ξέρει; Συλλογίστηκα. Κοίταξα την εκκλησία και έφυγα κάνοντας τον σταυρό μου...
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ

Τρίτη 24 Ιουνίου 2014

Οι πολιτισμοί σύμφωνα με την ενέργεια που είναι σε θέση να καταναλώνουν...


Η κλίμακα Kardashev κατατάσσει έναν πολιτισμό σύμφωνα με την ενέργεια που είναι σε θέση να καταναλώνει και να χειραγωγεί, η οποία και αντιστοιχεί ταυτόχρονα στο βαθμό εξάπλωσης του πολιτισμού αυτού στον Κόσμο.

Προτάθηκε το 1964 από το Ρώσο αστρονόμο Nikolai Kardashev και επεκτάθηκε μερικά χρόνια αργότερα από τον Carl Sagan. Με την επέκταση της κλίμακας Kardashev και πριν τη μονάδα προκύπτει μέτρο αξιολόγησης και του ανθρώπινου πολιτισμού στην ιστορία του. Η βασική βαθμονόμηση γίνεται με βάση 3 ενεργειακές θέσεις στην κλίμακα που αντιστοιχούν στην ικανότητα πλήρους διαχείρισης των ενεργειακών πόρων ενός πλανήτη που κατοικείται (Τύπος Ι), του άστρου του αντίστοιχου ηλιακού συστήματος (Τύπος ΙΙ) και του γαλαξία του (Τύπος ΙΙΙ).

Δείγματα πολιτισμών που θα μπορούσαν να αντιστοιχιστούν στην επεκταμένη κλίμακα Kardashev, είναι ο ανθρώπινος και υποθετικοί πολιτισμοί. To 2011, ο ανθρώπινος πολιτισμός βρίσκεται στο 0,72 της κλίμακας, ενώ σύμφωνα με σχετικούς υπολογισμούς, πιθανώς να φτάσουμε τον Τύπο I σε 100 έως 200 χρόνια, τον Τύπο II σε μερικές χιλιάδες χρόνια και τον Τύπο III σε 100.000 έως 1 εκατομμύριο χρόνια.

Τύπος 0 (προέκταση κλίμακας)

Ένας πολιτισμός που στηρίζεται στην ενέργεια από τον πλανήτη στον οποίο κατοικεί, αντλώντας την κυρίως από πηγές που οι μορφές ενέργειας είναι ήπια αποθηκευμένες, βρίσκεται πριν των ορισμένων τύπων (Ι, ΙΙ και ΙΙΙ) στην κλίμακα Kardashev. Έτσι ονομάζεται τύπος μηδέν καθώς βαθμολογείται κάτω της μονάδας στη λογαριθμική αυτή κλίμακα. Ένας τέτοιος πολιτισμός είναι ο σημερινός δικός μας που χρησιμοποιεί ως επί το πλείστον ενέργεια που έχει αποθηκευτεί από νεκρές πλέον μορφές ζωής σε πηγές όπως το κάρβουνο, το πετρέλαιο ή το φυσικό αέριο. Σύμφωνα με τον Καρλ Σαγκάν, που επέκτεινε και βαθμονόμησε την κλίμακα Kardashev πριν τον τύπο Ι, κατά τη βιομηχανική επανάσταση (το έτος 1900) ήμασταν στο 0,58 και το 2011 βαθμολογούμαστε στο 0,72. Σύμφωνα με σχετικούς υπολογισμούς, πιθανώς να φτάσουμε τον Τύπο I σε 100 έως 200 χρόνια.

Τύπος Ι

Ο πολιτισμός Τύπου Ι έχει καταφέρει να δαμάσει και καταναλώνει την ενέργεια που του προσφέρει ο ίδιος ο πλανήτης του, τον οποίο και ελέγχει πλήρως. Η θερμοκρασία και το κλίμα του πλανήτη ελέγχονται ή και αλλάζουν κατά βούληση, ενώ τα έντονα καιρικά φαινόμενα (τυφώνες και ισχυρές καταιγίδες) ελέγχονται απόλυτα και προσφέρουν την ενέργειά τους στον πολιτισμό αυτό. Πιθανώς και τα ηφαίστεια ή ακόμα και οι σεισμοί μπορούν να αλλάξουν κατά βούληση από έναν τέτοιο πολιτισμό. Επίσης, εμφανίζεται οίκηση σε απίθανα ως πρότινος μέρη, όπως στους ωκεανούς (με πλωτές πόλεις). Για τον ανθρώπινο πολιτισμό στη Γη, ορατά πλέον σημάδια μετάβασης σε πολιτισμό Τύπου Ι από Τύπου μηδέν, θεωρούνται η τιθάσευση της πυρηνικής ενέργειας, οι προσπάθειες παγκοσμιοποίησης στην οικονομία, η γλώσσα, η κουλτούρα, το πολιτικό σύστημα, η διεπικοινωνία (internet) κλπ.

Τύπος ΙΙ

Ο πολιτισμός Τύπου ΙΙ ελέγχει την ενέργεια του άστρου του και έχει ήδη αποικίσει το αστρικό του σύστημα. Στην περίπτωση του ανθρώπου της Γης θα έλεγχε τον Ήλιο και θα αντλούσε την ενέργεια του από εκεί, έχοντας πια εξαντλήσει τα αποθέματα ενέργειας του πλανήτη που κατοικεί και των πλανητών του ηλιακού συστήματος που έχει επίσης αποικίσει. Ο πολιτισμός σε αυτό το επίπεδο θεωρείται ήδη αθάνατος και κανένα γνωστό σημερινό όπλο μαζικής καταστροφής δε μπορεί να τον αφανίσει, καθώς είτε μπορεί να σταματήσει τις πυρηνικές αντιδράσεις και να αποτρέψει την έκρηξη του άστρου του ως υπερκαινοφανούς (supernova), είτε να μετακινήσει τον ίδιο του τον πλανήτη ώστε να διαφύγει της έκρηξης, είτε απλά να μετοικήσει σε άλλο ηλιακό σύστημα. Σημειωτέον ότι η ενέργεια που καταναλώνει είναι 10 δισεκατομμύρια φορές περισσότερη από την παραγόμενη ενέργεια ενός πολιτισμού Τύπου I.

Τύπος ΙΙΙ

Ο πολιτισμός Τύπου ΙΙΙ ελέγχει την ενέργεια σε γαλαξιακό επίπεδο στο σύνολο του γαλαξία του και πιθανώς να έχει αποικίσει έναν ή περισσότερους γειτονικούς γαλαξίες. Ένας τέτοιος πολιτισμός έχει φτάσει σε επίπεδο να πειραματίζεται ενεργειακά ακόμη και με τις μαύρες τρύπες και τις σκουληκότρυπες. Μπορεί να πραγματοποιήσει ταξίδια στο χώρο και το χρόνο εντός του ιδίου σύμπαντος και έχει τη δυνατότητα να διαφύγει στο παρελθόν σε περίπτωση που στο σύμπαν του επέλθει θερμικός θάνατος. Παρομοίως, η ενέργεια που καταναλώνει είναι 10 δισεκατομμύρια φορές περισσότερη από την παραγόμενη ενέργεια ενός πολιτισμού Τύπου II.

Τύπος ΙV (προέκταση κλίμακας)

Ο Zoltan Galantai έχει ορίσει μία θεωρητική προέκταση της κλίμακας, με πολιτισμό τύπου IV (που βρίσκεται εκτός των ορισμένων τύπων της κλίμακας Kardashev) αυτόν που μπορεί και ελέγχει την ενέργεια ολόκληρου του ορατού σύμπαντος και πιθανόν και της σκοτεινής ύλης. Πιθανώς να μπορεί να ταξιδέψει σε άλλα σύμπαντα ή να στείλει πληροφορία σε αυτά, ώστε να αναπτυχθεί πολιτισμός Τύπου 0, με προοοπτική να εξελιχθεί σε πολιτισμό Τύπου Ι. Ένας τέτοιος πολιτισμός προσεγγίζει ή και υπερβαίνει ακόμα και τα εξωτικά όρια της επιστημονικής φαντασίας, με βάση τις σημερινές μας επιστημονικές γνώσεις και ίσως να είναι αδύνατο να υπάρξει. Ο ίδιος ο Galantai μάλιστα έχει συμφωνήσει ότι ένας τέτοιος πολιτισμός δεν θα ήταν ανιχνεύσιμος, καθώς οι πράξεις του δεν θα διέφεραν από τις ίδιες τις φυσικές διεργασίες.
Πηγή:wikipedia, ανάρτηση από kerkida,gr

Δευτέρα 23 Ιουνίου 2014

Το ποδόσφαιρο στη γραφή...


Aποστολή του Λόγου είναι να απαντά στην παράνοια της πραγματικότητας έγραψε ο Αντόρνο στα Μικρά Ηθικά του. Επίκαιρη φράση καθώς η γραφή μπορεί ακόμη ν' απαντά στην επερχόμενη παράνοια ενός ολοκληρωτισμού που αντικαθιστά (στον επίτηδες ή όχι πολυκερματισμένο κόσμο της μεταμοντερνικότητας) το έθνος κράτος με τις ομάδες κράτος.

Ήδη η αυξανόμενη ζεύξη του «επαγγελματικού» ποδοσφαίρου με επιχειρηματικά συμφέροντα, (με αποκορύφωμα ό,τι εξελίσσεται φέτος στη Βραζιλία) οι  νεοπλουτίστικες νοοτροπίες που επενδύουν σε έναν αρχιτεκτονικό ιμπεριαλισμό, οι νέες τιμολογιακές πολιτικές, η αποκοπή των ομάδων από την έννοια της λαϊκής λέσχης και του λαϊκού αθλητισμού, οι ΠΑΕ ως Δούρειοι ίπποι για κατάληψη δημόσιων χώρων και αγαθών (με αποκορύφωμα ό,τι εξελίσσεται στον Πειραιά και στον Βόλο και με ό,τι επιχειρείται στη Νέα Φιλαδέλφεια) τα γεμάτα σεξισμό και λαϊκισμό πρωτοσέλιδα αρθρογράφων που επενδύουν σε περιούσιους λαούς και ομάδες, πριμοδοτώντας τα ανασφαλή εγώ ανθρώπων που αναζητούν στις «υπεράνω» ομάδες τους ψυχικούς τους «φαλλούς», το καθόλου τυχαίο δέσιμο του (κοινωνικά και ψυχολογικά επενδεδυμένου) φανατισμού με μια οπαδική κατανάλωση που νοείται ως ναρκοληψία, δημιουργεί (ή μάλλον αναβαθμίζει) μια παράνοια που ουσιαστικά αποκόβει το λαϊκότερο των παιχνιδιών (και πιο λαϊκίστικο στις στρατηγικές διάχυσής του) από την δημιουργική σχέση του με τις μάζες που το στήριζαν παραδοσιακά.

Όποιος όμως έχει πάει στο γήπεδο μια οποιαδήποτε Κυριακή, γράφαμε πρόσφατα, γνωρίζει ότι το θρησκεύεσθαι είναι ζωτικό στον άνθρωπο. Ότι έχουμε ανάγκη να επενδύουμε την ύπαρξή μας σε κάτι που μας περιλαμβάνει αλλά μας ξεπερνά. Σε κάτι που εμείς εφευρίσκουμε, μεγαλώνουμε, στηρίζουμε. Και με την σειρά του, λαϊκό γέννημα στ αλήθεια, μας επανεφευρίσκει, μας μεγαλώνει, μας στηρίζει κι αυτό. «Ο πολιτισμός», άλλωστε, εκδηλώνεται στη μορφή του παιχνιδιού», όπως σωστά επισήμανε ο Huizinga  (Kline,1993,σελ.143).

Η γραφή

Όμως το ποδόσφαιρο στις λογοτεχνικές σελίδες εξακολουθούσε να γοητεύει με τις λαϊκές του καταβολές, λες και η στρογγυλή, αλλόφρων μπαλίτσα, υπήρξε εμπράγματη διαχείριση του ίδιου του ονείρου για μιαν άλλη ζωή. Η χαρά του πλάνητα (κι όχι του έμπορου της νέας εποχής) ήταν άλλωστε να κερδίζει το αουτσάιντερ, αν και παντού, όπως ο Χάρης Μελιτάς επισημαίνει, «κερδίζουνε τα φαβορί και τα στημένα…» Αλλά, διάολε!, το ματς δεν λήγει ποτέ! Πως όχι; «Παιδικά χρόνια χωρίς μπάλα δεν γίνονται! Δεν υπάρχει χαρά, δεν υπάρχει παιχνίδι. Και ξέρετε γιατί οι σημερινοί ποδοσφαιριστές είναι ψυχροί και χωρίς ψυχή; Να σας το πω εγώ. Γιατί ξόδεψαν τα νιάτα τους άσκοπα κι έχασαν ό,τι παιδικό είχαν μέσα τους. Το ποδόσφαιρο δεν το βλέπουν σήμερα σαν παιχνίδι, αλλά σαν επάγγελμα», έχει υποστηριχθεί από ποδοσφαιράνθρωπο. Πάντα στην γωνία θα παραμονεύει το αουτσάιντερ, πάντα θα επιζεί μέσα μας το παιδί  ικανό να εξεγείρεται ενάντια στις αλλοτριώσεις της ενήλικης ζωής και στους επονείδιστους συμβιβασμούς μας…

Το αρχέτυπο της σφαίρας, ιεροποιημένο ακόμη από την αρχαιότητα, κατεβαίνει στα μέτρα του ανθρώπου που ταυτίζεται με τα ποδοσφαιρικά είδωλά του, όσο κι αν έχουν μεταβληθεί απ’ την (παρα)«ιατρική» σε υπερανθρώπους τελικά… Δεν είναι τυχαίο που η λογοτεχνία υμνεί «αλέγκρο» φιγούρες, με το ένα πόδι μέσα στις γραμμές του γηπέδου και με τα άλλο έξω από τα όρια να ονειρεύεται ακόμα (κι άντε να το καταλάβουν της FIFA οι χαρτογιακάδες ανέραστοι που τους πανηγυρισμούς πια τιμωρούν αλλά και οι αποκτηνωμένοι οπαδοί που τους νοιάζει μονάχα η επιβολή, δηλαδή η νίκη, έναντι του «άλλου»),  σαν τον Γκαρίντσα, τον Μπεστ, τον Κούδα,  τον Αρδίζογλου τον Μαραντόνα, τον Χατζηπαναγή, τον Κρόυφ (και ίσως και τον Μέσι που ναι λιγότερο έμπορος κι αρκετά παιδί απ' τις παραγκουπόλεις της Αργεντινής σήμερα) που είχαν το άγγιγμα του «Θείου» (είναι ανεξήγητο και όπου το βρεις να το λες και ταλέντο…).

Παίκτες που ζωγράφιζαν στο χορτάρι ως ένα ζωγραφικό πρότζεκτ εν τη γεννέση του, και όχι τα «ρομπότ» και το σημερινό μηχανικό παιχνίδι... Ίσως γιατί αυτό το αλέγκρο, αυτή η υπερ-πτήση πέρα απ τους κανόνες, (α! όποτε κερδίζει μια ομάδα του 3ου κόσμου! Παρά τις γηγενείς και εισαγόμενες βαρβαρότητες εκεί!) δίνει πάντα ένα πόντο στα αουτσάιντερ.  Κι ίσως γι αυτό ο έρωτας (όχι η αρρώστια) για την μπάλα ή την ομάδα, την πρώτη εφηβική «γκόμενα» του «μέσου» αγοριού (και κοριτσιού συχνά), κρατά πάντα τα πιο δυνατά στοιχεία του ερωτισμού. Την ανατροπή και τον κίνδυνο. Περιδιαβαίνοντας σελίδες μέσα στις οποίες περνά η ελληνική και όχι μόνο ιστορία, βλέπουμε το στοίχημα μιας φύσης ανθρώπινης, (απόμακρης από την σοβαροφάνεια όλων των άκρων που ήταν ανίκανα να συμμετέχουν σε όποιο λαϊκό πανηγύρι) που μια μέρα μπορεί να εγερθεί για να πάρει την εκδίκησή της…

Για το ποδόσφαιρο που αγαπούσαμε κάποτε, όπως και για την αριστερά που ελπίσαμε, ισχύει το 2στιχο του Σαββόπουλου:  Ήμασταν πάντοτε μιας ήττας που νικάει την εξουσία.  Κι όταν η τελευταία μας παρεδόθη, τι τραγωδία!
 
Λογοτεχνικές Ποδοσφαιρικές Σελίδες
 
Ο σπουδαίος ποιητής Γοιεφτουσένκο έγραψε σ' ένα ποίημα που μεταμφιέζει σε ποδόσφαιρο την ζωή: «Τα τρία παιδιά τα ένωνε το ποδόσφαιρο Οι τσάντες όμως ήταν διαφορετικές. Άλλες από δερματίνη που σκίζονταν γρήγορα, άλλες από δέρμα  γουρουνίσιο τραχύ, ενώ η τσάντα του γιου του τραπεζίτη ήταν από δέρμα κροκόδειλου… κι ήταν φορές που οι ντρίπλες ήταν η περιφρόνηση προς την τσάντα από δέρμα κροκόδειλου… Το γήπεδο ωστόσο ήταν για όλους, κοινό το παιχνίδι, κοινή κι η μπάλα. Οι μεγάλοι δεν έχουν κοινή μπάλα  και το γήπεδο… ο καθένας το θέλει για δικό του… Είναι οι κανόνες εκείνοι οι διαφορετικοί που σε κάνουν να φωνάξεις απελπισμένα: «Που είναι ο διαιτητής;» Όλοι είναι διαιτητές και παραβάτες συνάμα». 

Αλλά στους πολύφερνους παραβάτες της ζωής υπάρχουν πάντα οι παραβάτες του ονείρου. «Στη δίψα μου ονειρεύομαι τον Ντιέγκο, νεροσυρμή στην εσχατιά του πόνου», έγραψε ο Ηλίας Λάγιος γι’ ακόμη έναν «παραβατικό»:…. Θολωμένο και γύφτικο το μάτι./ Το εναρκτήριο το λάκτισμα δικό του/ σ' όλα της γης τα μήκη και τα πλάτη./ Να κουβαλά τα φτωχικά του Νότου/ στο χρυσοεπιπλωμένο αρχοντικό του./ Ως τέλειωνε της θλίψης τον αγώνα/ τον είδα: είχε κακό το ριζικό του το περιστέρι, ο Ντιέγκο Μαραντόνα. Εκεί, στη μακρινότατη Αρτζεντίνα/ η οδύνη του είναι οικεία μας οδύνη/ (κάπου στο Μετς, Μουσούρου στην Αθήνα)/ Μ’ απόκαμε η ψυχούλα και της δίνει/ Παρηγοριά ψυχρή την κοκαϊνη./ Α! Στην οθόνη κλίναμε το γόνα, λέγοντας: ας χαρεί λίγη γαλήνη το περιστέρι, ο Ντιεγκο Μαραντόνα. / Κυρά της μοναξιάς, μάνα του πλήθους/ κυρά του ξεπεσμού, του χαμού μάνα/ σταμάτα του αναθέματος τους λίθους./ Κι εμπρός στον επερχόμενο χειμώνα/ μέμνησο να ταίζει στην αλάνα/ το περιστέρι, ο Ντιέγκο Μαραντόνα. (κι όντως μόνο κατά τύχη ο Μαραντόνα σήμερα ζει…) Η χρήση του αρχετυπικού μύθου του διαφορετικού, του διωκόμενου, που στο τέλος μ έναν τρόπο δικαιώνεται, ως άτομο, ως τόπος, ως τρόπος, είναι παρόν:

Για τον Τζορτζ Μπεστ (μας είχε απασχολήσει ειδικά όταν έφυγε) αυτήν την  γοητευτικότατη, περήφανη «αλήτρα» των γηπέδων (το πνεύμα του 68 σε μια χαίτη απέναντι σ αυτούς που σήκωναν τις κάλτσες ίσαμε το γόνα) έγραψε ο Μάνος Χατζιδάκις στο Λονδίνο του 69 το «Αιώνιο Πάθος» του: «Εκμηδενίστηκε η ορμή μου/ έγινε χιόνι το κορμί μου/ από μια εικόνα κρεμαστή/ Από ’να ποδοσφαιριστή/ Που σφυροκόπαε τη βροχή/ Θεέ μου με τι ψυχή/ Γινόταν ο ίδιος πάθος… Μες στην τηλεοπτική μου συσκευή… Κι όσο για μένα/ έτσι καθώς θα ’μαι χωμένος στην πατρική μου γη/… θα ’ρχονται κάθε Κυριακή/ …Θα στέκουν μπρος μου προσοχή… Γιορτάζοντας το πάθος μου/ Για μια φωτογραφία χρωματιστή./ γι αυτόν τον Γεώργιο Μπεστ τον ποδοσφαιριστή…»

Ενώ η αγάπη του Πιερ Πάολο Παζολίνι για το ποδόσφαιρο, που το ονόμαζε «την τελευταία ιερή παράσταση των καιρών μας», (αυτό το ποδόσφαιρο της εποχής του Άγιαξ που τόσο αγάπησε ο Μ. Αναγνωστάκης) τον οδήγησε στο να εμπιστευτεί σε έναν σκληροτράχηλο ποδοσφαιριστή, τον Ενρίκε Ιραζοκούι, τον ρόλο του Χριστού, στο αριστουργηματικό του Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, οδηγώντας σε μια σύντομη δικαίωση σχεδόν «μεταφυσική».

Κι ο Κώστας Ακριβός στον Μαραμπού των Γηπέδων, επαναλαμβάνοντας στον χώρο της δικής του τέχνης (της γραφής) μια εξίσου «μεταφυσική συνομιλία», μας μεταφέρει στο φτωχικό δωμάτιο ενός τόσο συμβολικά μισοανάπηρου αγοριού (κάθε απόκληρου παιδιού –αγοριού ή κοριτσιού- που έπαιζε και παίζει δυστυχώς στα ψέματα με τη ζωή και την «επιτυχία» ή «ευτυχία») το οποίο ονειρεύεται ματαίως να τρυπήσει τους τοίχους του φτωχικού του για να δει ουρανό στην μετεμφυλιακή Ελλάδα της αλάνας: «Μια μια οι λέξεις του εκφωνητή… έσταζαν δηλητήριο στην καρδιά του:

«Αγαπητοί ακροαταί… κατά την χθεσινήν ημέρα, 19 Ιουλίου 1966, εσημειώθη μία από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Η εθνική ομάς της Βραζιλίας ηττήθη με σκορ 3-1 από την αντίστοιχη της Πορτογαλίας και απεκλείσθη από τον προκριματικόν ήδη γύρον….

…Του ήρθε σκοτοδίνη. Μα γίνεται; Είναι δυνατόν;… Θα γίνει μουντιάλ χωρίς τον Γκαρίντσα, τον αγαπημένο του ήρωα, το ίνδαλμά του;…

… Δεν μπορεί, έλεγε μέσα στα αναφιλητά «δεν μπορεί να μην του δώσουν την ευκαιρία!»… Ερείπιο όλα!

Πέρασε αρκετή ώρα μέχρι να πάρει την απόφαση να σηκωθεί. Από ένα μονοπάτι άρχισε με βήματα προσεκτικά να κατεβαίνει προς το πλάτωμα που… χρησιμοποιούσαν για γήπεδο. Εκείνη την ώρα δεν βρισκόταν κανείς εκεί. … Έτρεχε και φανταζόταν…. Αυτός ο Στεφανής, ο Στεφανής που ονειρευόταν να γίνει ο έλληνας Γκαρίντσα...

Όταν σηκώθηκε κόντευε να σουρουπώσει. Ο ήλιος εδώ και ώρα είχε κρυφτεί πίσω από το Αιγάλεω, η θάλασσα κάτω στον Πειραιά είχε πάρει ένα μαβί χρώμα. «Ωραία είναι εδώ πάνω…» και απόρησε που σκεφτόταν τέτοια την ώρα που στην Βραζιλία θα επικρατούσε θρήνος και οδυρμός.

Ωραία ήταν τα Τουρκοβούνια, αλλά μόνο κάτι τέτοιες στιγμές. Αλλιώς… Πάνε δυο χρόνια που ο Παπανδρέου τους είχε παραχωρήσει …την άδεια να χτίσουν ένα μικρό σπίτι. «πατσίζουν τις απλήρωτες υπερωρίες όλης της χρονιάς» είχε ακούσει τον πατέρα του… ένα βράδυ να λέει.

«Στεφανήηη!» ακούστηκε εκείνη την στιγμή η φωνή της μάνας του που τον έψαχνε.
 
Ξύπνησε από την φωνή του Γαλατά. … «Πες του Στεφανή ότι η ομάδα του δεν αξίζει μία. Ακούς εκεί να χάσει απ' την Πορτογαλία….» …Έγειρε όπως μόνο αυτός ήξερε το κορμί του, κατέβασε με τη συνηθισμένη δυσκολία το αριστερό του πόδι…

… «Άντε βρε Στεφανή! Άργησες!»  Με βήματα προσεκτικά κατέβηκε την πλαγιά και μπήκε στο γήπεδο. .. Έφτυσε τις παλάμες του και πήρε θέση κάτω απ τα γκολποστ….

… Η ώρα είχε πάει δύο όταν πήραν να κατηφορίζουν…. Πρόλαβε τον Κώστα, τον φίλο κι αρχηγό της ομάδας.

«Την άλλη φορά να με βάλεις επίθεση. Όχι συνέχεια τέρμα….» Ο Κώστας χαμήλωσε την φωνή. «Βρε Στεφανή αφού ξέρεις… δεν μπορείς να τρέξεις…». Έσκυψαν κι οι δυο το κεφάλι. Ο ένας από στενοχώρια για τον φίλο του, ο άλλος επειδή άκουγε για μία ακόμη φορά την αλήθεια: «Δεν μπορείς να τρέξεις…»… Κάρφωσε τα μάτια στο αριστερό του πόδι…. Έτσι είχε γεννηθεί, με ατροφικό το γόνατο και την αριστερή κνήμη»… Προτού πλαγιάσει πήγε και πήρε μέσα από την βαλίτσα το άλμπουμ. Ήταν η αγαπημένη του ώρα… Στο κέντρο της σελίδας ήταν γραμμένα με κεφαλαία γράμματα από το δικό του χέρι: Ο ΜΑΓΟΣ ΒΡΑΖΙΛΙΑΝΟΣ ΠΟΔΦΟΣΦΑΙΡΙΣΤΗΣ ΓΚΑΡΙΝΤΣΑ…

… Δυο περιστατικά φανέρωναν τι ξεχωριστή περίπτωση ήταν ο Γκαρίντσα. … ο πρόεδρος της δημοκρατίας δεξιώθηκε τους παίκτες και τους χάρισε από μια βίλα…. Μονάχα ο Γκαρίντσα έδειχνε να βρίσκεται αλλού. Ο πρόεδρος τον ρώτησε. Και τότε ο Γκαρίντσα του είπε. «Θα μπορούσατε να αφήσετε ελεύθερο εκείνο το πουλί;»… Το άλλο ήταν, σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του Στεφανή το εξής: «Ο ποδοσφαιριστής Γκαρίντσα δεν έχει τέλεια πόδια. Το ένα είναι λίγο ατροφικό, γι αυτό κουτσαίνει»…

… Σηκώθηκε σιγά σιγά κι έβαλε το άλμπουμ στον πάτο της βαλίτσας… ήταν το πιο ασφαλές μέρος…

…Εκείνο το βράδυ, αργά μες στη νύχτα, σηκώθηκε στα Τουρκοβούνια ένας δυνατός και παράξενος αέρας, παράξενος κι αλλιώτικος…. Άρχισε να ξηλώνει από τις στέγες τα κεραμίδια. Σήκωνε από τους δρόμους το χώμα και το έκανε άσφαλτο… άρχισε να ξεκολλάει… τα φύλλα από το ημερολόγιο στον τοίχο και να δείχνει 1967, 69, 74, 77, 79… Άνθρωποι έρχονταν κι έφευγαν οριστικά. Βιετνάμ, Μάης του 68, Κύπρος, αλλαγές, πόλεμοι, αίμα, νίκες…

… 1983. Είναι χειμώνας…. Το ορεινό χωριό Καστανιά της Ναυπάκτου κοιμάται κάτω από μια τρομερή ξαστεριά. Ένας άντρας, ο αγροτικός γιατρός, δεν έχει ύπνο. Είναι ξαπλωμένος στο κρεβάτι και διαβάζει έχοντας μοναδική παρέα το τρανζιστοράκι. … Είναι οι ειδήσεις των έντεκα: πολιτικά γεγονότα, που ξέσπασε καινούργιος πόλεμος, που πεθαίνουν ακόμη άνθρωποι από την πείνα. Ξαφνικά μισοσηκώνεται. Στήνει καλύτερα το αυτί και προσέχει την τελευταία είδηση: «Χτες, 20 Ιανουαρίου απεβίωσε σε δημόσιο νοσοκομείο, σε ηλικία πενήντα ετών, ο παλαίμαχος ποδοσφαιριστής της εθνικής Βραζιλίας Γκαρίντσα…. Μόνο ένας νοσοκόμος κατάφερε να αναγνωρίσει αυτόν τον θρύλο του παγκόσμιου ποδοσφαίρου…»

Ο Στεφανής άφησε το βιβλίο να πέσει από τα χέρια του. Είχε απομείνει με το στόμα μισάνοιχτο. Περνάνε μερικά λεπτά. Σε λίγο γέρνει στο πλάι, στηρίζεται στον αγκώνα του, βάζει δύναμη και σηκώνεται. Στέκει αμήχανος στη μέση του δωματίου…. Ένας κόμπος του έχει σταθεί στον λαιμό. Τα μάτια του είναι θολά. Προχωρεί σιγά σιγά, ανοίγει, βγαίνει έξω. Μένει με τα μάτια καρφωμένα στον ουρανό. Ύστερα το βλέμμα του πέφτει σε μια πλαστική μπάλα – θα την ξέχασε φαίνεται  ο πιτσιρικάς που του έφεραν το απόγευμα με πυώδη αμυγδαλίτιδα. Ένα χαμόγελο σκάει στα χείλη του. Διστακτικά προχωρεί προς το μέρος της…δοκιμάζει να παίξει ποδαράκι… Θεοσκότεινα είναι τα σπίτια, οι μόνοι ήχοι που ακούγονται είναι τα αλυχτήματα στο δάσος.

Ο Στεφανής δεν διστάζει: κοντρολάρει την μπάλα, τρέχει στην αλάνα που είναι μπροστά από το αγροτικό ιατρείο… ντριπλάρει φανταστικούς αντιπάλους και ξαφνικά σταματάει. Απέναντι είναι το τέρμα των παιδικών του χρόνων. Σηκώνει αργά το πόδι του…. Η μπάλα φεύγει με τρομερή ταχύτητα. Παίρνει ύψος, χάνεται στο χάος της νύχτας. Γίνεται αστέρι… δίπλα σ ένα άλλο αστέρι. Της γης και των γηπέδων κι αυτό».
 
Παίζοντας δίτερμα με την Μνήμη
 
Μα γι’ αυτό το ποδόσφαιρο μέσα από την οδύνη και την παιδιάστικη την ίδια στιγμή χαρά, κυοφορεί την μνήμη. Την μνήμη εντός κι εκτός των γηπέδων του. Την μνήμη εντός κι εκτός του κορμιού μας. Την μνήμη εντός κι εκτός των παιδικάτων μας ή της ιδεολογίας μας. «Κανένας δεν ξεχνά, Πλάτκο, όχι, κανένας, κανένας, ξανθέ αρκούδε της Ουγγαρίας. Ούτε η θάλασσα που λικνιζόταν μπροστά σου δίχως να μπορεί να σε υπερασπιστεί» έγραψε για τον τερματοφύλακα της χρυσής Ουγγαρίας, ο Ραφαέλ Αλμπέρτι. Κι ο Αναγνωστάκης αυτήν την συλλογική μνήμη που γίνεται προσωπική και τ’ ανάπαλιν αναζητάει όταν γράφει: «Γιατί, φίλοι, που ζήσαμε και γεράσαμε στα γήπεδα, ψάχνοντας όχι μόνο τη νίκη, όχι μόνο τους πανηγυρισμούς, πνοή που μεταβάλλει ένα «ομαδικό παιχνίδι» σε έργο τέχνης, ανεπανάληπτο όπως όλα τα γνήσια έργα τέχνης- γιατί φίλοι το βρήκαμε κάποτε αυτό το όνειρο και τώρα μας καταδιώκει και θέλουμε να το ξαναζήσουμε και δε βολεί να το ξαναζήσουμε» γράφει θρηνώντας όχι τον Άγιαξ, μα μια ολόκληρη εποχή «γνησιότητας» και «φαντασίας απέναντι στην εξουσία» την δεκαετία των κινημάτων που χάθηκε ανεπιστρεπτί: «Ό,τι υπήρξε πριν τον Άγιαξ …υπήρξε η προϊστορία του ποδοσφαίρου. Με τον Άγιαξ φάνηκε πως υποχρεωτικά πια άνοιγε η ιστορία.

Δεν άνοιξε. Άνοιξε το αλισβερίσι των συστημάτων της κυριαρχίας του κόουτς-σκηνοθέτη, των αγοροπωλησιών και των λεγεωνάριων…. Το διεθνές δουλεμπόριο μοίρασε το δεμάτι σε χωριστά καλάμια…. Μόνο το δεμάτι ήταν η ποίηση. Και αυτή χάθηκε για πάντα από τα γήπεδα»…

Κι ο Μάρκος Μέσκος (ο σπουδαίος κατά την γνώμη μου ποιητής απ’ την Θεσσαλονίκη κι ας αποδέχονται άλλοι από την πόλη του τα Κρατικά Βραβεία σ’ ένα ιδιότυπο αλισβερίσι άλλου είδους παραγόντων κι εκεί) στο Επαρχιακό Γήπεδο θυμίζει πως χάθηκε (αν υπήρξε ποτέ…) κι η μαγεία, δηλαδή η δυνατότητα ν αγγίξεις το πάντοτε ακριβά αγορασμένο όνειρο με τα ίδια σου τα χέρια, απ’ τη ζωή μας: «Κόπηκε στα δυο η ζητωκραυγή μου όταν θυμήθηκα πως στο ίδιο μέρος του γηπέδου είχαν ξαπλώσει είκοσι εννιά ολόγυμνα πτώματα χωρίς κεφάλια….» Μετεμφυλιακή μνήμη που ματώνει.

Ενώ ο Γιώργος Μαρκόπουλος γράφει για τον Χ. Αρδίζογλου: «θα υμνήσω, γιατί το παιδί αυτό,/ από τις ταπεινές τις γειτονιές του Περισσού προερχόμενο, … ήταν το μόνο από πολλούς άλλους που… εκράτησεν ενός λεπτού στα μυστικά σιγή για τους αποχωρήσαντες βετεράνους που δεν επέτυχαν πολύτιμο γκολ/ σε κρίσιμη στιγμή/ απορρίπτοντας έτσι ακόμη και τον θάνατο»… Έναν θάνατο που ακυρώνεται από την επαναλαμβανόμενη ιεροτελεστία διαρκώς, στην οποία «σοφά» μετέχει του θηλυκού, (όπως κι η μπάλα) η «παρουσία». Έγραψε ο Ανδρέας Εμπειρίκος: «Και κορασίδες με pull-over χειροκροτούν κι όλο φωνάζουνε/ «Goal! Goal!  Στα δίκτυα των εχθρών/ όχι ποτέ στα δίκτυα του θανάτου!».
 
Η ήττα ως βαθύτερη Νίκη ή Ήταν τα Πόδια μας…
 
Κι όταν η ήττα ακυρώνει ένα «αποτέλεσμα μεγάλο» υπάρχει πάντα η ταύτιση με το χαμένο στην συγκλονιστική στιγμή του πέναλτι, που συμβολίζει το «τρένο», την τύχη, τον έρωτα, την στιγμή που συναντάς λίγες φορές στη ζωή. Συμπύκνωση κάθε ανθρώπινης μάχης. Ο  Χούλιο Γιμαθάρες, ο σπουδαίος αυτός τεχνίτης της γραφής, κατέγραψε την αληθινή ιστορία του Γιουγκοσλάβου διεθνή Τζούκιτς που στέρησε τον τίτλο μ ένα χαμένο πέναλτι απ’ την ομάδα του στην Ισπανία, και τον βάζει να γυρνά στη μνήμη του πατέρα, στην Βαλκανική γη, που του χάιδευε το κεφάλι με την φράση «πολύ κακό για το τίποτε!» στο ομώνυμο διήγημά του.

Αλλά κι άλλοι χαμένοι της ζωής, που στερήθηκαν τίτλους, βρήκαν το υποστηρικτικό χέρι του πατέρα μες στο ποδόσφαιρο, σε μεγάλη ηλικία όμοια με τον μικρό «κουτσό» Στεφανή. Μεταφορά πραγμάτων πολύ μεγαλύτερων, της ίδιας της Φροϋδικής μετουσίωσης, όπως ο τραγικά συγκλονιστικός στο προσωπικό αίτημά του Τζίμης του συγγραφέα μα και σημαντικού αθλητικογράφου Χρίστου Χαραλαμπόπουλου στο Ο Τζίμης κυλάει: «Έτσι ξεκίνησαν όλα ρε χαμουτζή, με μια κλεψιά. Όπως ο Πάρης με την Ελένη… Μου λεγε για κείνο το ονειρεμένο γκολ του Κούδα στην εξάρα με τον γαύρο στις Σέρρες, που δεν το ’δειξε η τηλεόραση, και ευτυχώς «…γιατί έτσι αποκλείεται να το ξεχάσω…» μου είπε. «Το φυλάγω στο μυαλό μου ευλαβικά, γιατί ξέρω πως δεν υπάρχει πουθενά αλλού φυλαγμένη εκείνη η ζωγραφιά….» «Και θες να καταλάβεις από Κούδα, σάμπως νιώθεις από ποδόσφαιρο… εσύ δεν είχες στραβομουτσουνιάσει όταν είχε γράψει ο Αναγνωστάκης στο πρωτοσέλιδο της Αυγής για τον Άγιαξ; Δεν ταίριαζε με την κουλτούρα της κομματικής σου ορθοδοξίας, βλέπεις… ακόμη και όταν έβλεπες τον Κούδα στο γήπεδο, κοιτούσες τα ποδάρια του… τόσο ήξερες…»

-«Και πως έπρεπε ρε Τζίμη να τον βλέπω;»

…«Μου περνιέσαι και για διαβασμένος… πως βλέπεις, ρε αγροίκε, ένα έργο γλυπτικής και ψάχνεις τον κάθετο άξονα; … αλλά ποιος θα σου μάθει τη διαφορά του βλέπω από το κοιτάω. Φαντάσου, άμα μπορείς ένα διάγραμμα με τους 22 παίκτες στο γήπεδο και απομόνωσε τις μπαλιές του Γιώργαρου στο χορτάρι… γραψ’τες με κόκκινο μελάνι και την κίνησή του με μαύρο…»

Μιλούσε και ζωγράφιζε με παροξυσμό στο χαρτί τις γραμμές για δεκάδες παιχνίδια, εκατοντάδες φάσεις… ζωγράφιζε πυρετωδώς χιλιάδες επινοήσεις και πάνω στο χαρτί του βγαίνανε σχήματα γεωμετρικά…. Αλλόκοτα, παράξενα… έβγαιναν αστέρια, πουλιά, χαμόγελα, μέχρι και τρεχαντήρια, πράγματα που ποτέ δεν είχα φανταστεί.

«Και θες να καταλάβεις ρε χαμουτζή από Κούδα… δεν τα χωράει τέτοια πράγματα το κουκούτσι σου…»

Ξαφνικά, με μια οργισμένη κίνηση πετάει χαρτιά και στυλό, τεντώνει τα χέρια του, με βουτάει από το γιακά και με τραβάει προς το πρόσωπό του. ‘Λέγε ρε χαμουτζή, το χωράει το κουκούτσι σου; Το χωράει ότι το ποδόσφαιρο είναι τέχνη και γεωμετρία; Ότι ένα γλυπτό σε φυσικό μέγεθος μπορεί να κινείται στο γήπεδο; Ότι στο γήπεδο ο κύκλος τετραγωνίζεται; Το χωράει, ρε; Σε ρωτάω…» Σαν κάποιος να έκλεισε έναν διακόπτη ο Τζιμης ηρεμεί, κατεβάζει τα χέρια από το γιακά μου και παίρνει το τσιγάρο που καιγότανε στο τασάκι. … Σηκώνει τα μάτια και μου λέει αργά, χωρίς περιφρόνηση αλλά με πίκρα: «Έπρεπε στα γήπεδα απ έξω να χουνε την ίδια επιγραφή που είχε και η ακαδημία του Πλάτωνα –μηδείς αγεωμέτρητος εισίτω- και τότε να δούμε που θα βλέπατε μπάλα. Στραγγίζει ραγισμένος το τελευταίο ούζο, βάζει τα χέρια του πάνω στις ρόδες κι αρχίζει να σμπρώχνει το καροτσάκι προς την έξοδο. Ο καφετζής φέρνει μια μικρή ξύλινη μπάρα  και τη βάζει στο σκαλοπάτι της εξόδου. «Πατέντα του Τζίμη σκέφτηκα και λίγο πριν φτάσει στην έξοδο του φώναξα:

«Ρε Τζίμη, δεν μου είπες…. Τι ήτανε, τελικά, για σένανε ο Κούδας;»

Ο Τζίμης σταμάτησε το καροτσάκι, γύρισε, με κοίταξε με κείνα τα λαμπερά πράσινα μάτια που είχαν βουρκώσει και μου είπε με καθαρή φωνή:

«Τα πόδια μου, ρε χαμουτζή, τα πόδια μου…»
 
Ίσως και να παίζαμε στ’ αλήθεια…
 
«Η ζωή είναι ένας παίζων παις», έγραψε ο Ηράκλειτος, ο σκοτεινός ποιητής της αρχαιότητας, «που μετακινεί κύκλους σ έναν πίνακα.» Πως μπορείς να ελέγξεις την μοίρα σου αν δεν μπορείς να ελέγξεις το παιχνίδι; Πως, όταν η μηχανή, η απόδειξη της θεϊκής σου Σοφίας, δείχνει ανίκανη να απαντήσει στο πρόβλημα της ανθρώπινης ευτυχίας; Κάθε Κυριακή θα συνωστίζεσαι στο γήπεδο, για να σαι παρόν (ή παρούσα) ώστε «να μην πράττουν για σένα δίχως εσένα», με την ψευδαίσθηση της συμμετοχής απέναντι στου κόσμου την «προαιώνια προσωρινή» αναπηρία. Εσύ, της «δικής μας» ομάδας υποστηρικτής, «απέναντι στα φαβορί και στα στημένα.» Κάθε Κυριακή, αλαλάζοντας, θα νομίζεις ότι ελέγχεις το πιο απτό μέρος της μοίρας, ένα ενενηντάλεπτο, κι ύστερα από κάθε ήττα θα επιστρέφεις, την εξουσία πρόσκαιρα νικώντας της θανής.

«Ήταν τα πόδια μου…» Μπορεί! Αν θυμηθούμε τον στίχο του Ρίτσου στην Τελευταία προ Ανθρώπου Εκατονταετία (τι φιλόδοξο!) «Θα ξανάρθουμε, και Δίχως πόδια θα ξανάρθουμε! Είπαν», ενδεικτικό της διαρκούς προσπάθειας για μια άλλη καλύτερη ζωή που στοιχειώνει τον άνθρωπο αιώνες κρυμμένο πίσω από διαφορετικά ονόματα (Παράδεισο, Κάμελοτ ή Σοσιαλισμό ή Ευτυχία), κι αν συνειδητοποιήσουμε ότι οι καλοκαιρινές (ελέω μουντιάλ) λαοθάλασσες ανά τον πλανήτη μπροστά σε γιγαντοοθόνες (ενδεικτικό μιας λαϊκής κουλτούρας που «οι εκπρόσωποι» της δεν θα καταλάβουν λέγαμε ποτέ) είναι σαν το ραντεβού που ποτέ δεν έπαψες να χρωστάς στην κοπέλα των εφηβικών σου χρόνων, (κι έτσι και στον «καλύτερο σου εαυτό που άφησες για πάντα πίσω») τότε κ. Μίγγα όλοι «εμείς» (εσείς, αυτοί) που μας ξεροπετούσανε μια μπάλα ή μια φθηνή κούκλα όταν ήμασταν μικρά γιατί δεν είχανε τίποτε άλλο να μας δώσουνε και μάθαμε απ αυτήν τον χαλασμό και τη νίκη, ίσως μέσα στα γήπεδα «να παίζαμε στ' αλήθεια…»
                                        
* Ο τίτλος από το ομώνυμο βιβλίο του Δ. Μίγγα. Υλικό αντλήθηκε κυρίως από το Ποδοσφαίρο στην Λογοτεχνία του Γ. Παππά.Ελένη Καρασαββίδου, www.tvxs.gr

Σάββατο 21 Ιουνίου 2014

Τότε που οι άνθρωποι έγραφαν με το χέρι...


Του Νίκου Σαραντάκου Έτσι που το γράφω, είναι σαν να αφηγούμαι πανάρχαια περιστατικά, σαν να λέμε τότε που έγραφαν σε παπύρους ή που κυνηγούσαν με το τόξο και τα βέλη, και ομολογώ ότι επίτηδες έδωσα αυτόν τον τίτλο - αλλά το βέβαιο είναι πως οι περισσότεροι που γράφουν στο πλαίσιο του επαγγέλματός τους δεν γράφουν πια με το χέρι.Αν κρίνω από τον εαυτό μου, η τέχνη της χειρογραφής ξεμαθαίνεται εύκολα. Τα τελευταία χρόνια, αμέσως μόλις χαράξω δυο - τρεις χειρόγραφες αράδες κουράζομαι, ενώ ο γραφικός μου χαρακτήρας καταντάει ιατροπρεπώς δυσανάγνωστος. Θυμάμαι μια φορά, σχετικά πρόσφατα, σε μια βιβλιοθήκη (δεν θα προσδιορίσω περισσότερο), που δεν μου επιτρέπαν να φωτογραφίσω κάτι επιστολές, αλλά με άφηναν, αν θέλω, να τις αντιγράψω με το χέρι: έκατσα λοιπόν και τις αντέγραψα, με το χεράκι μου, έξι σελίδες σχετικά αραιές, κι ήταν η πιο μαρτυρική ώρα που έχω περάσει εδώ και καιρό - εκτός οδοντιάτρου.

Κι όμως, στα νιάτα μου, όταν δούλευα φριλάνς μεταφραστής, έγραφα σελίδες επί σελίδων με το χέρι, ολόκληρο το Γεράκι της Μάλτας χειρόγραφο το έχω μεταφράσει, και δεκάδες άλλα βιβλία, σε κόλες Α4 που τις δίπλωνα κατά τη μεγάλη τους διάσταση έτσι που μια λωρίδα περίπου το ένα τέταρτο του πλάτους της σελίδας να μένει άδεια για διορθώσεις, και κάθε δέκα κόλες τις συνέραπτα με το συρραπτικό και τις έφτιαχνα τετραδιάκι -αυτά μου τάχε μάθει ένας παλιός και τα εφάρμοζα ευλαβικά. Και το δικό μου άλλωστε πρώτο βιβλίο χειρόγραφο το έδωσα στον εκδότη - αλλά αυτό, πες, ήταν λιγοσέλιδο. Θέλω να πω, κάποτε δεν με τρόμαζε το γράψιμο με το χέρι.

Μπορεί βέβαια να είναι δικό μου κουσούρι, που ξέμαθα να γράφω με το χέρι - στα σχόλια θα μου πείτε αν αυτό συμβαίνει μόνο σε μένα. Πάντως, όλα δείχνουν πως οδεύουμε προς μια κοινωνία που θα γράφει με το χέρι όλο και λιγότερο, παρόλο που, απ’ όσο ξέρω, τα παιδιά στο σχολείο, στην Ελλάδα τουλάχιστον, εξακολουθούν να αφιερώνουν πολλές ώρες, σε πολλές τάξεις, στο γράψιμο με το χέρι.

Φαίνεται πως σε άλλες χώρες τα πράγματα έχουν αλλάξει περισσότερο, και πως ήδη από το δημοτικό σχολείο δίνεται έμφαση στην πληκτρολόγηση και όχι στη χειρογραφή. Πρόσατα δημοσιεύτηκε στη Νιου Γιορκ Τάιμς ένα άρθρο για αυτό το θέμα, που μου φάνηκε αξιόλογο. Ο τίτλος του ήταν What’s lost as handwriting fades, Τι χάνεται καθώς ξεχνιέται το γράψιμο με το χέρι, θα μπορούσαμε να πούμε. Το άρθρο δημοσιεύτηκε διασκευασμένο στο tvxs, με τον τίτλο Τι χάνεται μαζί με την γραφή, που βέβαια δεν είναι σωστός τίτλος, αφού δεν χάνεται η γραφή καθαυτή αλλά η γραφή με το χέρι. Έστω, τι χάνεται μαζί με το χειρόγραφο. Αλλά το βασικό δεν είναι ο τίτλος, είναι ότι το άρθρο του tvxs είναι συρραφή - διασκευή.

Ο φίλος xray είχε την πρωτοβουλία να μεταφράσει ολόκληρο το πρωτότυπο άρθρο της ΝΥΤ, και θα σας το παρουσιάσω στα επόμενα. Έκανα πρόχειρα μερικές αλλαγές στη μετάφρασή του, ίσως πολύ πρόχειρα. Κάθε πρόταση για βελτίωση, δεκτή. Δυο θέματα ορολογίας. Το cursive writing το αποδίδουμε “συνεχή γραφή”, είναι το χειρόγραφο του ενήλικα εγγράμματου, που κάποια γράμματα (αλλά όχι όλα) είναι ενωμένα με τα άλλα, αυτό παλιά το λέγαν και “επισεσυρμένη γραφή”, όποιος ξέρει πώς το λέμε τώρα ας μας πει. Έπειτα, το printing, δεν είναι βέβαια, σε αυτά τα συμφραζόμενα, η εκτύπωση, είναι όταν γράφεις μεμονωμένα, ασύνδετα γράμματα -όπως το παιδί που μαθαίνει τώρα να γράφει. Πολύ θα ήθελα να ξέρω αν υπάρχει ειδικός ελληνικός όρος.

Τι χάνουμε καθώς ξεχνάμε να γράφουμε με το χέρι

Έχει σημασία το γράψιμο με το χέρι;

Όχι πολλή, σύμφωνα με πολλούς εκπαιδευτικούς. Τα Common Core standards, ένας γενικός οδηγός για την εκπαίδευση στην Αμερική, (http://www.corestandards.org), ο οποίος έχει υιοθετηθεί από τις περισσότερες πολιτείες, προτείνουν να διδάσκεται το παιδί να γράφει ευανάγνωστα, αλλά μόνο στο νηπιαγωγείο και την πρώτη τάξη του δημοτικού. Μετά από αυτό το στάδιο, η έμφαση δίνεται στην ευχέρεια στην πληκτρολόγηση.

Ψυχολόγοι όμως και νευροφυσιολόγοι λένε ότι είναι πάρα πολύ νωρίς για να ανακηρύξουμε τη γραφή με το χέρι απομεινάρι του παρελθόντος. Νέα στοιχεία καταδεικνύουν ότι η σχέση της χειρόγραφης γραφής και της γενικότερης μαθησιακής εξέλιξης είναι πολύ βαθύτερη.

Τα παιδιά όχι μόνο μαθαίνουν να διαβάζουν γρηγορότερα όταν πρωτομαθαίνουν να γράφουν με το χέρι, αλλά βελτιώνουν επίσης και την ικανότητά τους να γεννούν ιδέες και να συγκρατούν πληροφορίες. Με άλλα λόγια, δεν έχει σημασία μόνο το τι γράφουμε, αλλά και το πώς.

“Όταν γράφουμε, ένα μοναδικό νευρικό κύκλωμα ενεργοποιείται αυτόματα,” λέει ο Στανισλάς Ντεέν (Stanislas Dehaene), ψυχολόγος στο Κολλέγιο της Γαλλίας στο Παρίσι, “Υπάρχει μια θεμελιώδης εσωτερική αναγνώριση της κίνησης του χεριού που γράφει μια λέξη, ένα είδος διανοητικής αναγνώρισης μέσα από μια προσομοίωση στο μυαλό μας. Και φαίνεται ότι αυτό το κύκλωμα συμβάλλει στη διαδικασία με τρόπους που δεν είχαμε συνειδητοποιήσει,” συνεχίζει. “Η μάθηση γίνεται ευκολότερη”.

Μια μελέτη του 2012 της Κάριν Τζέημς, ψυχολόγου στο Πανεπιστήμιο της Ιντιάνας, πρόσφερε νέα επιχειρήματα σε αυτή την προσέγγιση. Σε παιδιά που δεν είχαν μέχρι τότε μάθει να διαβάζουν και να γράφουν δόθηκαν ένα γράμμα, ή ένα σχήμα σε μια κάρτα και τους ζητήθηκε να το αναπαράξουν με έναν από τους εξής τρεις τρόπους: να το ζωγραφίσουν σε λευκό χαρτί, να το σχηματίσουν ενώνοντας αντίστοιχες τελείες, ή να το πληκτρολογήσουν απλώς σε υπολογιστή. Στη συνέχεια μπήκαν σε ένα εγκεφαλογράφο (brain scanner) και τους επιδείχθηκε για άλλη μια φορά η εικόνα.

Οι ερευνητές βρήκαν ότι η αρχική διαδικασία της αντιγραφής ήταν πολύ σημαντική. Όταν τα παιδιά σχεδίαζαν ένα γράμμα με το χέρι, έδειχναν αυξημένη δραστηριότητα σε τρεις περιοχές του εγκεφάλου που ενεργοποιούνται στους ενήλικες όταν διαβάζουν ή γράφουν: στην αριστερή ατρακτοειδή έλικα, στην κάτω μετωπιαία έλικα και στον οπίσθιο βρεγματικό φλοιό.

Αντίθετα, παιδιά που πληκτρολογούσαν ή που σχημάτιζαν το γράμμα ή το σχήμα ενώνοντας τελείες, δεν έδειχναν τέτοια δραστηριότητα.

Η Δρ. Τζέημς αποδίδει τις διαφορές στην εγγενή ατέλεια του γραψίματος με το χέρι. Όχι μόνο πρέπει να προσχεδιάσουμε και να εκτελέσουμε το έργο με ένα τρόπο που δεν απαιτείται όταν έχουμε να ακολουθήσουμε σταθερά περιγράμματα, αλλά και είναι πιθανό να παράξουμε αποτέλεσμα κάθε φορά διαφορετικό.

Αυτή η ίδια η διαφορετικότητα, μπορεί να αποτελέσει από μόνη της ένα εκπαιδευτικό εργαλείο. “Όταν ένα παιδί γράφει ένα κακογραμμένο γράμμα,” λέει η Δρ. Τζέημς, “αυτό καθαυτό το γεγονός μπορεί να το βοηθήσει να το μάθει.”

Το μυαλό μας πρέπει να καταλάβει ότι κάθε επανάληψη του “α” για παράδειγμα, αποτελεί το ίδιο γράμμα, ανεξάρτητα από το πώς είναι γραμμένο. Η δυνατότητα της αποκωδικοποίησης της κακογραφίας του κάθε “α” μπορεί να αποδειχθεί χρησιμότερη στην εδραίωση της κατανόησης αυτού που αναπαριστά, από το να βλέπει κανείς το ίδιο απαράλλαχτο γράμμα επανειλημμένα.

“Αυτή είναι μια από τις πρώτες ενδείξεις της αλλαγής του εγκεφάλου λόγω αυτής της πρακτικής,” είπε η Δρ. Τζέημς.

Σε μια άλλη μελέτη, η Δρ. Τζέημς συγκρίνει παιδιά που σχηματίζουν λέξεις, με άλλα που απλώς παρακολουθούν τη διαδικασία. Από τις παρατηρήσεις της προκύπτει ότι μόνο η πραγματική προσπάθεια εμπλέκει το μυαλό και χαρίζει τα μαθησιακά πλεονεκτήματα της χειρογραφής.

Το αποτέλεσμα όμως εκτείνεται πέρα από την απλή αναγνώριση γραμμάτων. Σε μια μελέτη που ακολούθησε σε παιδιά τρίτης έως και πέμπτης δημοτικού, η Βιρτζίνια Μπέρνιγκερ, ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον, έδειξε ότι το γράψιμο μεμονωμένων γραμμάτων (printing), η συνεχής γραφή και η πληκτρολόγηση, είναι δραστηριότητες που συνδέονται με διακριτά και ξεχωριστά εγκεφαλικά μοτίβα – και καθεμιά τους έχει και διαφορετικό αποτέλεσμα. Όταν τα παιδιά έγραφαν κείμενο με το χέρι, δεν κατάφερναν απλώς να γράφουν συστηματικά περισσότερες λέξεις απ’ ό,τι τα παιδιά που πληκτρολογούσαν, αλλά εξέφραζαν και περισσότερες ιδέες.

Φαίνεται μάλιστα ότι μπορεί να υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα στο γράψιμο μεμονωμένων γραμμάτων (printing) και στη συνεχή γραφή – μια σημαντική διαφορά, καθώς η διδασκαλία του συνεχούς γραψίματος σταδιακά εξαφανίζεται από τα εκπαιδευτικά προγράμματα. Στη δυσγραφία, μια κατάσταση μειωμένης ικανότητας γραφής, συνήθως μετά από τραυματισμό του εγκεφάλου, αυτή η διαφορά μπορεί εκδηλωθεί με απροσδόκητα αποτελέσματα: σε μερικούς ανθρώπους η ικανότητα για συνεχής γραφή παραμένει σχετικά ανεπηρέαστη, ενώ σε άλλους φαίνεται να μην επηρεάζεται η γραφή μεμονωμένων γραμμάτων.

Στην αλεξία, την κατάσταση μειωμένης ικανότητας διαβάσματος, μερικοί άνθρωποι που δεν μπορούν να κατανοήσουν τυπωμένο κείμενο (print), μπορούν να διαβάσουν χειρόγραφο κείμενο, ενώ συμβαίνει και το αντίθετο – πράγμα που υποδηλώνει ότι οι δύο τρόποι γραφής ενεργοποιούν διαφορετικά δίκτυα του εγκεφάλου και εμπλέκουν περισσότερους γνωστικούς πόρους απ’ ό,τι θα συνέβαινε αν η προσέγγιση ήταν ενιαία.

Η Δρ. Μπέρνιγκερ φτάνει στο σημείο να θεωρεί ότι η συνεχής γραφή μπορεί να συμβάλλει στην εκπαίδευση στον αυτοέλεγχο με ένα τρόπο που δεν είναι δυνατός για άλλους τρόπους γραφής, ενώ μερικοί ερευνητές της αποδίδουν μέχρι και συμβολή στη θεραπεία της δυσλεξίας. Μια μελέτη του 2012 δείχνει ότι το συνεχές γράψιμο μπορεί να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική για άτομα με προχωρημένη δυσγραφία – δυσκολίες κινητικού ελέγχου στη διαδικασία σχηματισμού γραμμάτων – και ότι μπορεί να βοηθήσει στο να αποφεύγεται το γράψιμο των γραμμάτων ανάποδα ή αντίστροφα.

Συνεχές ή όχι, τα οφέλη του γραψίματος με το χέρι φαίνεται ότι εκτείνονται πέρα από την παιδική ηλικία. Για τους ενηλίκους, η πληκτρολόγηση μπορεί να είναι μια γρήγορη και αποτελεσματική εναλλακτική της χειρογραφής, αλλά αυτή η ίδια η αποτελεσματικότητά της, μπορεί να μειώνει την ικανότητά μας να επεξεργαζόμαστε καινούριες πληροφορίες. Όχι μόνο μαθαίνουμε καλύτερα τα γράμματα όταν τα καταχωρούμε στη μνήμη μας μέσω της χειρογραφής, αλλά και η μνήμη και η ικανότητα μάθησης μπορεί να ωφελούνται παράλληλα.

Δύο ψυχολόγοι, η Παμ Α. Μίλερ από το Πρίνστον και ο Ντάνιελ Μ. Οπενχάιμερ από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Λος Άντζελες ανέφεραν ότι τόσο σε συνθήκες εργαστηρίου, όσο και σε πραγματικές τάξεις σχολείων, οι μαθητές αφομοιώνουν την ύλη καλύτερα όταν κρατούν σημειώσεις με το χέρι, παρά πληκτρολογώντας σε κάποιο ψηφιακό μέσο. Αντίθετα με προηγούμενες μελέτες που απέδιδαν τη διαφορά στους περισπασμούς των υπολογιστών, η νέα έρευνα ενισχύει την άποψη ότι το γράψιμο με το χέρι δίνει στον μαθητή τη δυνατότητα να επεξεργαστεί τα περιεχόμενα της παράδοσης του καθηγητή και να τα επανατοποθετήσει – μια διαδικασία στοχασμού και χειρισμού που μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη κατανόηση και κωδικοποίηση της μνήμης.

Δεν είναι όλοι οι ερευνητές πεπεισμένοι ότι τα μακροπρόθεσμα οφέλη του γραψίματος με το χέρι είναι τόσο σημαντικά. Ένας από τους σκεπτικιστές πάντως, ο Πολ Μπλούμ, ψυχολόγος στο Γέιλ, λέει ότι η νέα έρευνα αν μη τι άλλο δίνει έναυσμα για σκέψεις.

“Όταν γράφεις με το χέρι, και μόνο το γεγονός ότι καταγράφεις κάτι, σε αναγκάζει να εστιάσεις στο τι είναι πραγματικά σημαντικό,” λέει. Και προσθέτει, ύστερα από λίγη σκέψη, “Ίσως να βοηθάει να σκέφτεσαι καλύτερα.”

Η Μαρία Κονίκοβα είναι αρθρογράφος του διαδικτυακού Νιου Γιόρκερ και συγγραφέας του “Mastermind: How to Think Like Sherlock Holmes.”

Πέμπτη 19 Ιουνίου 2014

Χουάν Κάρλος: Τον πληρώσαμε κι αυτόν...


   Ο παραιτηθείς βασιλιάς της Ισπανίας, ο Χουάν Κάρλος, από σήμερα θα αποκαλείται και επισήμως «τέως». Από εμάς πάντως, τους Έλληνες, δεν πρέπει να έχει παράπονο. Εμείς κάναμε ό,τι μπορούσαμε για να την περάσει μπέικα (συγγνώμη: βασιλικά, εννοούσαμε…) τα τελευταία 50 χρόνια. Μέχρι που τον… προικίσαμε, κιόλας.

   Για την ακρίβεια προικίσαμε τη σύζυγό του, τη Σοφία. Τη «δικιά» μας τη Σοφία, τη θυγατέρα της Φρειδερίκης. Έτσι γινόταν (παλιά…) στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα της «βίας και της νοθείας», του παρακράτους και της καρφίτσας, στην Ελλάδα που έστελνε τα παιδιά της μετανάστες, ο πένητας λαός τάιζε άνακτες…

   Κάπως έτσι συνέβη και το 1962. Ήταν για την ακρίβεια 15 Μάρτη 1962, όταν η τότε κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή ψήφισε στη Βουλή τον περιβόητο νόμο «περί συστάσεως προικός» για την πριγκίπισσα Σοφία. Η προίκα για τον γάμο της Σοφίας με τον Χουάν οριζόταν στα 300.000 δολάρια, ήτοι 9.000.000 δραχμές εκείνης της εποχής.

   Φυσικά ο ελληνικός λαός δεν πλήρωσε μόνο την προίκα. Πλήρωσε και τα γλέντια. Πλήρωσε και το… καταπέτασμα. Όπως έχει υπολογίσει η δημοσιογράφος Σοφία Μαλτέζου στο βιβλίο της «Η εγγονή του Κάιζερ» (εκδόσεις «Ερμείας») οι δύο γάμοι, τόσο της βασιλοπούλας Σοφίας με τον Χουάν όσο και δυο χρόνια αργότερα του Κωνσταντίνου με την Άννα Μαρία της Δανίας, στοίχισαν στους Έλληνες φορολογουμένους περί τα 150.000.000 δραχμές (σσ: για να καταλάβει κανείς το μέγεθος του ποσού, αρκεί να σημειώσουμε ότι το 1964 το λαϊκό λαχείο μοίραζε σε όλες τις κατηγορίες το μυθικό ποσό των 16.000.000)…  

   Ο γάμος του Χουάν, λοιπόν, μας στοίχισε λίγο παραπάνω, αλλά το χαρήκαμε. Τέτοια λαμπρότητα είχε να ζήσει το «πόπολο» από τους γάμους του Καραγκιόζη. Τι οι 30 και πλέον εν ενεργεία βασιλιάδες και πρίγκιπες που είχαν συρρεύσει στην Ελλάδα για το μυστήριο. Τι οι περίπου 3.000 (!) αυλικοί που είχαν κουβαληθεί από την Ισπανία. Τι οι 100 και πλέον έκπτωτοι γαλαζοαίματοι. Τι η χρυσή άμαξα με τα 6 χρυσοντυμένα άλογα που μετέφεραν τη νυφούλα. Τι τα 80.000 τριαντάφυλλα και γαρίφαλα που στόλισαν τις εκκλησίες, από τα μανουάλια μέχρι τα καμπαναριά. Όλα αυτά τα πληρώσαμε εμείς…


   Η υπόθεση της προίκας της Σοφίας, πέραν του γελοίου του πράγματος (για την ακρίβεια: λόγω και του γελοίου του πράγματος) υπήρξε ενδεικτική της συμπεριφοράς προς το λαό εκ μέρους του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος (τότε…).

   Τι κι αν η προδικτατορική ΕΔΑ φώναζε ότι «η προικοδότησις θα ημπορούσε να εκληφθή ως πρόκλησις προς τους πενόμενους και τους ανέργους Ελληνες, που για να ζήσουν αναγκάζονται να πάρουν το δρόμο της ξενιτιάς...» (Αυγή 8/2/1962).

   Η κυβέρνηση, δια του υπουργού Οικονομικών (σσ: τότε δεν ήταν ο… Στουρνάρας), είχε άλλη άποψη. Δήλωνε ο Θεοτόκης: Η κυβέρνηση θεωρεί την προίκα προς τη Σοφία ως «ηθικήν και έμπρακτον συμμετοχήν του ελληνικού λαού εις το ευτυχές γεγονός» και πως η προικοδότηση ήταν χαρακτηριστική «της εθνικής ευαισθησίας από την οποίαν εις τοιαύτας περιστάσεις πάντοτε διαπνέεται το έθνος»!

   Την περίοδο του γάμου - και της προικός – συνεχείς ήταν οι λαϊκές διαμαρτυρίες για τα χαμηλά εισοδήματα, αλλά και για τον φτωχό προϋπολογισμό που αφορούσε στις κοινωνικές παροχές. Εξου και το σύνθημα στις διαδηλώσεις: «Προίκα στην Παιδεία και όχι στη Σοφία».

   Χαρακτηριστικό ήταν το άρθρο στην πρώτη σελίδα της προδικτατορικής «Αυγής», στις 22/2/62, με τίτλο «ΠΡΟΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΡΟΚΑΜΑΤΑ», στο οποίο σημειωνόταν: «Η Παράνομη κυβέρνησις της ολιγαρχίας με κυνική δήλωσι του αρμοδίου υπουργού των Οικονομικών κ. Θεοτόκη, επιβεβαιωθείσα και από τον αντιπρόεδρο της κ. Κανελλόπουλο, απέκλεισε κάθε ενδεχόμενο αυξήσεως των μισθών και ημερομισθίων των εργαζομένων την ίδια μέρα που χάριζε απλόχερα στον Ισπανό γαμπρό 9 εκατ. δραχμές. Η κυβερνητική δήλωσις είναι αντάξια της κυβερνήσεως της πείνας και της μεταναστεύσεως, αλλά και των οργίων και της ασυδοσίας των 500 οικογενειών που λυμαίνονται τον τόπο...» (σσ: αυτά τότε…).

   Το άρθρο, δε, έκλεινε με τον ακόλουθο επίλογο: «Είναι απαράδεκτη πρόκλησις να ανοίγη η κυβέρνησις της ολιγαρχίας την κάσα του λαού για την προίκα του Δον Κάρλος και όταν αυτός ο λαός που παράγει τα πάντα σε αυτόν τον τόπο θέλη ένα κομμάτι ψωμί από το δικό του μόχθο, να τον αφήνουν να πεθαίνη της πείνας...».

   Η κυβέρνηση, βέβαια, προχώρησε και στην ψήφιση του νόμου και στην προικοδότηση της Σοφίας. Την επομένη, δε, της ψήφισης του νόμου περί προίκας, στις 16/3/62, η «Αυγή» κυκλοφορεί με το ακόλουθο ρεπορτάζ στην πρώτη της σελίδα: «Μετά τα μεσάνυκτα το νομοσχέδιο εψηφίσθη σε πρώτη ανάγνωσι, αφού προηγουμένως η ΕΔΑ εδήλωσε ότι δε μετέχει στην ψηφοφορία για να υπογραμμίσει την έντονη αντίθεσί της προς το ηθικώς και πολιτικώς απαράδεκτο νομοσχέδιο περί προικοδοτήσεως του Δον Χουάν Κάρλος, επίδοξου διαδόχου του απαισίου καθεστώτος του δικτάτορος της Ισπανίας Φράνκο...». Εκ μέρους της ΕΔΑ, στη συνεδρίαση είχε μιλήσει η βουλευτής Σβώλου, η οποία είχε αφενός ταχθεί κατά του αναχρονιστικού θεσμού και αφετέρου είχε τονίσει πως «εκτός τούτου η προικοδότησις αποτελεί βαρύτατην φορολογίαν μη νομοθετημένην. Το αυτό ισχύει και δι' όλους τους εράνους της βασιλικής προνοίας, η κυβέρνησις, δε, προβάλλει το στέμμα διά να καρπούται η ιδία οφέλη».

   Αυτά συνέβαιναν επί των «κυβερνήσεων της ολιγαρχίας». Αλλά από τότε τα πράγματα έχουν, σαφώς, βελτιωθεί. Οι Έλληνες δεν πληρώνουν, πια, βαρύτατη – και μη νομοθετημένη - φορολογία για τις προίκες των βασιέλων. Τώρα, μισό αιώνα μετά από την πολιτική «των οργίων και της ασυδοσίας των 500 οικογενειών που λυμαίνονται τον τόπο», οι Έλληνες πληρώνουν, πλέον, φόρους και χαράτσια για την «προίκα» των τραπεζιτών. Που είναι και νομοθετημένη…

Νίκος Μπογιόπουλος www.enikos.gr

Τετάρτη 18 Ιουνίου 2014

Χαρτί τυπωμένο vs Οθόνη (κάθε είδους και ίντσας)


Είναι μύθος η ιδέα ότι στα γραφεία του μέλλοντος δεν θα υπάρχει ίχνος χαρτιού, λένε επιστήμονες. Σύμφωνα με διεθνείς έρευνες κατανοούμε και αφομοιώνουμε καλύτερα τα κείμενα που είναι τυπωμένα σε χαρτί. 
Το μέσο που χρησιμοποιούμε για να διαβάσουμε επηρεάζει τον τρόπο ανάγνωσης, συνεπώς το τυπωμένο χαρτί υπερέχει από κάθε είδους οθόνη, όσον αφορά τον βαθμό που κατανοούμε και αφομοιώνουμε κείμενα, αλλά και τον χρόνο που τα θυμόμαστε. Σε αυτό το συμπέρασμα έχουν καταλήξει αρκετοί επιστήμονες με τις μελέτες τους, οι οποίες έχουν ξεκινήσει εδώ και σχεδόν μία 20ετία για να διερευνηθεί κατά πόσο υπάρχει ποιοτική διαφορά στο πώς προσλαμβάνουμε ένα κείμενο σε έντυπη μορφή και πώς σε ψηφιακή, την οποία θα διαβάσουμε σε ένα PC, ένα e-reader, μια ταμπλέτα ή ένα smartphone.

Μαζί με όλες τις παραπάνω συσκευές, η ηλεκτρονική ανάγνωση κερδίζει τα τελευταία χρόνια ολοένα μεγαλύτερη απήχηση, καθώς προσφέρει αρκετά πλεονεκτήματα. Μέσω του Ιντερνετ, για παράδειγμα, ένα e-book φτάνει αυτοστιγμεί στον παραλήπτη του, ο οποίος μπορεί να αποθηκεύσει σε ένα φορητό γκάτζετ του ολόκληρη τη βιβλιοθήκη του, ώστε να την έχει συνεχώς μαζί του. Ωστόσο, μέσα από πειράματα και συνεντεύξεις, επιστημονικές έρευνες φανερώνουν πως υπάρχει και αντίτιμο, όπως ότι η προσήλωση στην οθόνη είναι δυσκολότερη απ’ ό,τι στο χαρτί. Παράλληλα, η δυσκολία να «χαρτογραφήσει» κανείς ένα απόσπασμα μέσα σε ένα e-book αφήνει υπόνοιες πως υπονομεύει τη μνήμη.

Ηλεκτρονικό ξεφύλλισμα

Εξάλλου, σύμφωνα με μελέτες, πολλοί αναγνώστες επιλέγουν την ηλεκτρονική μορφή για κείμενα για τα οποία θέλουν απλώς να «πάρουν μια ιδέα», και την έντυπη για όσα θέλουν να κατανοήσουν. Ετσι, σε έρευνα το 2011 στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Ταϊβάν, η πλειονότητα των φοιτητών που συμμετείχαν απάντησαν πως τυπώνουν τα άρθρα που σκοπεύουν να διαβάσουν προσεκτικά, τα οποία θα επιλέξουν αφού πρώτα «ρίξουν μια ματιά» στις online περιλήψεις δεκάδων δημοσιεύσεων. Το ίδιο έδειξε και έρευνα το 2003 στο Εθνικό Αυτόνομο Πανεπιστήμιο του Μεξικό, όπου το 80% των φοιτητών απάντησε πάλι πως εκτυπώνει τα κείμενα που θέλει να «καταλάβει σε βάθος».

Αν και διαισθητική, αυτή η προτίμηση φαίνεται να οφείλεται στο γεγονός ότι, συγκριτικά με την οθόνη, η ανάγνωση ενός εντύπου είναι πιο διεξοδική και επομένως εντυπώνεται καλύτερα στη μνήμη. Συγκεκριμένα, πείραμα το 2011 σε δύο ομάδες εθελοντών που είχαν να διαβάσουν το ίδιο κείμενο, οι μισοί σε υπολογιστή και οι μισοί στο χαρτί, έδειξε πως οι δεύτεροι αφιέρωσαν περισσότερο χρόνο, διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας συγκεκριμένα αποσπάσματα, με συνέπεια να πετύχουν καλύτερα αποτελέσματα στα τεστ που προέβλεπε η διαδικασία. Ακόμη όμως κι αν ο επιτρεπόμενος χρόνος δεν διαφέρει για τους εθελοντές, όπως έγινε σε πείραμα το 2003 στο βρετανικό πανεπιστήμιο του Leicester, περισσότεροι φοιτητές που είχαν διαβάσει το κείμενο σε έντυπη μορφή απάντησαν πως «γνώρισαν» και όχι απλώς «θυμούνταν» τις απαντήσεις.

Ο «χάρτης» του βιβλίου

Με βάση επιστήμονες σαν τον Σουηδό πειραματικό ψυχολόγο Erik Wastlund από το πανεπιστήμιο Karlstad, μια βασική αιτία για τις ποσοτικά και ποιοτικά καλύτερες επιδόσεις είναι πως οι οθόνες LCD των PC, των smartphone και των tablet εκπέμπουν φως. Επομένως, κουράζουν τα μάτια μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα και ατονεί η προσοχή του χρήστη. Από αυτή την άποψη φαίνεται να ξεχωρίζουν τα e-reader, οι οθόνες των οποίων αντανακλούν το εξωτερικό φως όπως και το συμβατικό χαρτί. Ωστόσο, άλλοι ειδικοί εκτιμούν, πως ανεξάρτητα από το είδος της συσκευής, μια ακόμη παρενέργεια των ψηφιακών κειμένων είναι πως η κάθε επιμέρους παράγραφος δεν έχει χαρακτηριστική «τοπογραφία» όπως στα συμβατικά έντυπα, με συνέπεια το «αποτύπωμά» της στη μνήμη να εξασθενεί πιο γρήγορα.

Αυτό είναι ένα από τα επιχειρήματα της Abigail J. Sellen στο βιβλίο που έγραψε μαζί με τον Richard H. R. Harper το 2001 και στο οποίο υποστηρίζει πως είναι μύθος η ιδέα ότι στα γραφεία του μέλλοντος δεν θα υπάρχει ίχνος χαρτιού («The Myth of the Paperless Office»). Με διδακτορικό στις γνωσιακές επιστήμες, η Sellen εργάζεται στο Ερευνητικό Κέντρο της Microsoft στο Cambridge και υποστηρίζει πως, όταν διαβάζουμε ένα βιβλίο, δημιουργούμε έναν νοητικό χάρτη του. Στον χάρτη εντάσσονται τα συγκεκριμένα αποσπάσματα με βάση την οπτική εικόνα του σημείου στη σελίδα όπου βρίσκονται, αλλά και τη «χωροθέτησή» τους μέσα σε όλη την πλοκή του κειμένου, την οποία αντιλαμβάνεται ασυναίσθητα ο αναγνώστης, από το πάχος των σελίδων απλώς κρατώντας το βιβλίο. Με αυτό τον τρόπο, κάθε απόσπασμα κατανοείται βαθύτερα και μπορεί να ανακληθεί από τη μνήμη.
Κ. Δεληγιάννης, εφημ. Καθημερινή

Τρίτη 17 Ιουνίου 2014

Οι συνέπειες της κρίσης στη ζωή των παιδιών: Έρευνα των εφήβων - συμβούλων του ΧΑΜΟΓΕΛΟΥ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ...


κάνε κλικ για να διαβάσεις την έρευνα

κάνε κλικ για να διαβάσεις την έρευνα

Ο τρόπος που βιώνουν τα παιδιά την οικονομική και κοινωνική κρίση, η ασφαλής χρήση του διαδικτύου και οι νέες πρωτοβουλίες για την προώθηση των δικαιωμάτων του παιδιού ήταν τα κεντρικά θέματα της 3ης συνάντησης της Ομάδας Εφήβων Συμβούλων. Μετά από συζήτηση με θέμα την κρίση στην 3η συνάντηση της Ομάδας και στο ηλεκτρονικό φόρουμ του Συνηγόρου του Παιδιού  οι έφηβοι σύμβουλοι με τη συμβολή των επιστημόνων του Συνηγόρου διαμόρφωσαν ερωτηματολόγια με στόχο την ανάλυση του φαινομένου της οικονομικής κρίσης και την επίπτωση αυτής στη ζωή των νέων. Συμπληρώθηκαν τα ερωτηματολόγια ανώνυμα από 1211 μαθητές και μαθήτριες.
Μερικά συμπεράσματα:

  • Οι μαθητές πιστεύουν ότι η κρίση έχει σοβαρές συνέπειες στη ζωή τους (89% στην οικογένεια, 82% στο σχολείο, 92% στην υπόλοιπη κοινωνία). Μάλιστα, το 29% των μαθητών συζητά στις οικογένειές του την πιθανότητα μετανάστευσης ενός τουλάχιστον μέλους της στο εξωτερικό!

  • Εντύπωση προκαλεί ότι ενώ τα οικογενειακά έξοδα έχουν μειωθεί σημαντικά (πχ. 70% των μαθητών λέει ότι υπάρχουν αρνητικές αλλαγές στο επίπεδο διαβίωσής τους και 60% ότι έχει μειωθεί το χαρτζιλίκι του), μόνο το 33% δεν έχει περιορίσει τα φροντιστήρια και τα μαθήματα ξένων γλωσσών.
  • Το 20% των μαθητών απάντησε ότι ο ένας ή και οι δύο γονείς του έχουν χάσει τη δουλειά τους, ενώ το 82% λέει ότι έχει επιδεινωθεί η εργασιακή κατάσταση των γονιών του.
  • Οι προτάσεις των εφήβων μιλάνε για ένα πιο κοινωνικό και συμμετοχικό σχολείο, που θα τους κινεί το ενδιαφέρον και θα απαντά σε διάφορα προβλήματά τους.

Διαβάστε αναλυτικά τα αποτελέσματα της έρευνας εδώ

Πηγή: pappanna.wordpress.com

Κυριακή 15 Ιουνίου 2014

20 χρόνια χωρίς τον Μάνο Χατζιδάκι...


Σήμερα συμπληρώνονται 20 χρόνια από το θάνατο του Μάνου Χατζιδάκι. Ο κορυφαίος Ελληνας μουσικοσυνθέτης, διανοούμενος και ποιητής έφυγε από τη ζωή στις 15 Ιουνίου του 1994 από οξύ πνευμονικό οίδημα αφήνοντας πίσω του μία σημαντική πολιτιστική κληρονομιά.

Η πρώτη του εμφάνιση ως συνθέτη ήταν ήδη από το 1944, σε ηλικία 19 ετών, με τη συμμετοχή του στο έργο «Τελευταίος Ασπροκόρακας» του Αλέξη Σολομού, στο Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν.

Στη σχολή του Θεάτρου Τέχνης, ο Χατζιδάκις θα παρακολουθήσει και μαθήματα υποκριτικής, αλλά ο ίδιος ο Κουν θα τον προτρέψει να αφοσιωθεί αποκλειστικά στην μουσική. Ωστόσο συνέχισε τη συνεργασία του με το Θέατρο Τέχνης για 15 χρόνια, ενώ το 1946, καταγράφεται και η πρώτη του δουλειά για τον κινηματογράφο, στην ταινία Αδούλωτοι Σκλάβοι.Την ίδια περίοδο αυτή, ο Χατζιδάκις ανακαλύπτει το ρεμπέτικο τραγούδι, το μελετά σε βάθος και το αναδεικνύει και στις 31 Ιανουαρίου 1949, σε ηλικία 23 ετών, δίνει στο Θέατρο Τέχνης την διάσημη διάλεξη του για το ρεμπέτικο.

Από το 1950 διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής και ιδρυτικό μέλος του Ελληνικού Χοροδράματος της Ραλλούς Μάνου, όπου παρουσιάζει τα τέσσερα μπαλέτα του, «Μαρσύας» (1950), «Έξι Λαϊκές Ζωγραφιές» (1951), «Το Καταραμένο Φίδι» (1951) και «Ερημιά» (1958) ενώ την ίδια περίοδο, η Μαρίκα Κοτοπούλη αναθέτει στον Χατζιδάκι τη σύνθεση της μουσικής για τις «Χοηφόρους» από την «Ορέστεια» του Αισχύλου και αυτό ήταν η αφορμή του για την ενασχόληση με το αρχαίο δράμα.

Το κρεσέντο της δημιουργικότητας του ξεκινά το 1957 όπου ο Χατζιδάκις συνθέτει ασταμάτητα για το θέατρο και τον κινηματογράφο, ενώ παράλληλα γράφει πολλά σημαντικά μουσικά έργα και μάλιστα το 1961 παίρνει Οσκαρ για το τραγούδι «Τα παιδιά του Πειραιά», από την ταινία του Ζυλ Ντασέν «Ποτέ την Κυριακή», αποκτώντας παγκόσμια δημοσιότητα.

Το 1962 ο Χατζιδάκις χρηματοδοτεί τον «Διαγωνισμό Σύνθεσης Μάνος Χατζιδάκις» στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο Δοξιάδη στην Αθήνα και δύο χρόνια αργότερα ιδρύει και διευθύνει την Πειραματική Ορχήστρα Αθηνών, η οποία στα 2 χρόνια λειτουργίας της, έδωσε 20 συναυλίες με πρεμιέρες δεκαπέντε έργων Ελλήνων συνθετών.

Το 1966 ο Μάνος Χατζιδάκις πηγαίνει στην Αμερική προκειμένου να ανεβάσει στο Broadway με τον Ζυλ Ντασέν και τη Μελίνα Μερκούρη τη θεατρική διασκευή του «Ποτέ την Κυριακή» με τον τίτλο «Illya Darling». Εκεί έρχεται σε επαφή με την ποπ και ροκ αμερικανική μουσική σκηνή, γεγονός που οδήγησε στη δημιουργία του έργου «Reflections» σε συνεργασία με το συγκρότημα «New York Rock and Roll Ensemble».

Το 1972, επιστρέφει στην Αθήνα και τον επόμενο χρόνο ιδρύει το μουσικό καφεθέατρο «Πολύτροπο», με το οποίο επιδιώκει, σύμφωνα με τον ίδιο, «μια τελετουργική παρουσίαση του τραγουδιού, μ" όλα τα μέσα που μας παρέχει η σύγχρονη θεατρική εμπειρία». Η περίοδος αυτή, μέχρι το τέλος της ζωής του, θεωρείται η περισσότερο ώριμη στη μουσική του σταδιοδρομία και σηματοδοτείται με την ηχογράφηση του «Μεγάλου Ερωτικού».

Η πολυεπίπεδη δραστηριοποίηση του Χατζιδάκι στον χώρο της τέχνης και οι παρεμβάσεις του στα κοινά κορυφώνονται την περίοδο αυτή, αφού διορίζεται αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Λυρικής Σκηνής και διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας αλλά και του κρατικού ραδιοσταθμού Τρίτο Πρόγραμμα.

Το 1985 παρουσιάζει και εκδίδει το πολιτιστικό περιοδικό «Τέταρτο» το οποίο καταγράφει τα καλλιτεχνικά και κοινωνικά δρώμενα μέσα από τις πολιτικές τους διαστάσεις και την ίδια χρονιά δημιουργεί την πρώτη ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία στην Ελλάδα, «Σείριος», η οποία λειτουργεί μέχρι σήμερα.

Το 1989, ιδρύει την Ορχήστρα των χρωμάτων, προκειμένου να παρουσιάζει με πρωτότυπο τρόπο έργα κλασικών και σύγχρονων συνθετών, την οποία διηύθυνε μέχρι το τέλος της ζωής του, δίνοντας συνολικά είκοσι συναυλίες και δώδεκα ρεσιτάλ ελληνικού και διεθνούς ρεπερτορίου.

Μάλιστα στις 3 Ιουνίου 1990 σε συνεργασία με τον κορυφαίο μουσικό Αστορ Πιατσόλα, διευθύνει την Ορχήστρα των Χρωμάτων σε μια συναυλία που ηχογραφήθηκε ζωντανά στο θέατρο του Ηρώδη του Αττικού και ήταν η τελευταία συναυλία του Πιατσόλα, ο οποίος ένα μήνα μετά έπεσε σε κώμα μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο και έφυγε από τη ζωή 2 χρόνια μετά., Πηγή για το κείμενο:www.iefimerida.gr