Δευτέρα 25 Απριλίου 2016

Καλή Ανάσταση!





Μακάρι το ανέσπερο Θείο Φως της Ανάστασης να  φωτίζει τους δρόμους όλων μας...

ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ! ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!!
 

Σάββατο 23 Απριλίου 2016

Πάσχα, η εορτή του Περάσματος...

Το Πάσχα αποτελεί μεγάλη γιορτή του Ιουδαϊσμού και του Χριστιανισμού. Για τους Εβραίους καθιερώθηκε να γιορτάζεται (στις 14 του μήνα Νισάν) η ανάμνηση της εξόδου των Εβραίων από την Αίγυπτο: «Και έσται η ημέρα υμίν αύτη μνημόσυνον, και εορτάσετε αυτήν εορτήν Κυρίω εις πάσας τας γενεάς υμών, νόμιμον αιώνιον εορτάσετε αυτήν» (Εξοδ. 12,12-14). Βασικό τελετουργικό δρώμενο ήταν η θυσία του πασχάλιου αμνού, που έπρεπε να τον καταναλώσουν την ίδια εσπέρα, μετά τη θυσία του, με χαρά κι ευτυχία, και μάλιστα χωρίς να συντρίψουν τα οστά του. Ο Ιησούς Χριστός και οι απόστολοι γιόρταζαν το ιουδαϊκό Πάσχα, με το οποίο συνδέθηκε και ο Μυστικός Δείπνος.
Η Ανάσταση, του Κωνσταντίνου Παρθένη (1878-1967)

Το χριστιανικό Πάσχα συνδέθηκε με το ιουδαϊκό Πάσχα τυπολογικά, αφού το δεύτερο θεωρήθηκε προτύπωση της σταυρικής θυσίας του Χριστού, του εσφαγμένου αρνίου της Αποκάλυψης. Η εορτή του Πάσχα καθιερώθηκε από τους απόστολους για την ανάμνηση της σταυρικής θυσίας του Χριστού, από την οποία πήγασε η σωτηρία του ανθρώπινου γένους. Οι έριδες που ξέσπασαν ανάμεσα στους χριστιανούς για την ημερομηνία του εορτασμού οδήγησαν στην απόφαση της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου (325) για κοινό εορτασμό την πρώτη Κυριακή μετά την πανσέληνο της εαρινής ισημερίας. Είναι σπάνιο όμως να συμπέσει ο εορτασμός από ορθόδοξους και ρωμαιοκαθολικούς λόγω των διαφορετικών ημερολογίων που έχουν επικρατήσει στις δύο αυτές Εκκλησίες.

Ερευνώντας παλιότερες θρησκείες που λάτρευαν τον ήλιο και ιδιαίτερα τις ηλιολατρίες που είχαν περσική κυρίως προέλευση (Περσικός Θεός του φωτός Μίθρα), παρατηρούμε επιδράσεις και ομοιότητες με τη λατρεία του Χριστού. Ο Χριστός είναι η Ανατολή, ο Ήλιος της Δικαιοσύνης, όλα τα ιερά των εκκλησιών στρέφονται προς την Ανατολή, όπως και όλα τα μνήματα των νεκρών. Κατά την τελετή της βάπτισης, παλιά ο κατηχούμενος και σήμερα ο ανάδοχος μαζί με τον βαπτιζόμενο, στρέφονται πρώτα προς τη Δύση, για ν΄ απαρνηθούν τον κόσμο, και μετά προς την Ανατολή, για να εκδηλώσουν τον σύνδεσμο με τον Χριστό. Η ετήσια περιστροφή του ήλιου έπαιξε πρωταρχικό ρόλο για τη διατύπωση διαφόρων θεωριών κοσμογονίας και θεογονίας και των λατρευτικών δρώμενων.

Στην Εαρινή Ισημερία προσδιορίζεται το Πάσχα των Εβραίων και των Χριστιανών, δηλαδή τη στιγμή εκείνη του έτους κατά την οποία ο Ήλιος διασχίζει το περίφημο πέρασμα που χωρίζει το κράτος του Θεού του Φωτός από το κράτος του Πρίγκηπα του Σκότους. Τότε στο ημισφαίριό μας αναζωογονείται το άστρο που δίνει το Φως και τη Ζωή σ΄ όλη τη Φύση, που την είχαν στερήσει το σκότος του φθινόπωρου και του χειμώνα. Αυτή η εορτή του Περάσματος του Κυρίου πρωταρχικά καθορίστηκε στις 25 Μαρτίου, δηλαδή τρεις μήνες ακριβώς μετά τη γέννησή Του, που είναι και η ημέρα της γέννησης του Ήλιου. Στους ιερούς θρύλους προσωποποιούσαν αυτό το άστρο , τον έκλαιγαν «πεθαμένο» μερικές ημέρες και έψαλαν την ανάστασή του στις 25 του Μάρτη. Αυτές οι εορτές των παθών ή θανάτου και της ανάστασης του Θεού της Ημέρας καθορισμένες από την Εαρινή Ισημερία υπάρχουν σε όλα τα δόγματα της θρησκείας του Ήλιου. Στους Αιγυπτίους αυτές ήταν ο θάνατος και η ανάσταση του Όσιρι, στους Φοίνικες ο θάνατος και η ανάσταση του Άδωνι, στους Φρύγες περιέγραφαν τις τραγικές περιπέτειες του Άττη κ.λπ. Τα μυστήρια του Άττη διαρκούσαν τρεις ημέρες. Αυτές ήσαν τρεις ημέρες πένθους, που αμέσως τις ακολουθούσαν οι ημέρες των ιλαρίων, ημέρες χαράς, κατά τις οποίες εόρταζαν την ευτυχισμένη εποχή που ο Ήλιος Άττης ξανακυριαρχούσε πάνω στις μεγάλες νύχτες. Αυτή η ημέρα ήταν η 25η Μαρτίου, δηλαδή συνέπιπτε με την ίδια μέρα που εόρταζαν συνήθως το Πάσχα και τον θρίαμβο του Χριστού και που ψάλλουν το Αλληλούϊα, αληθινό τραγούδι χαράς ιλαρίων.

Σύμφωνα με την πορεία του ήλιου κατά την Εαρινή Ισημερία ο ήλιος περνά από το ουράνιο Σημείο (Ζώδιο), κάτω από την κυριαρχία του οποίου περνούσε το άστρο της ημέρας. Ήταν ο Κριός, τον οποίο οι Πέρσες στην κοσμογονία τους ονόμαζαν Αμνό. Ο Χριστός πήρε τη μορφή και το όνομα του Αμνού και το ζώο αυτό υπήρξε η συμβολική μορφή με την οποία τον εικόνιζαν. Στο βιβλίο «Αποκάλυψις» οι πιστοί ή μυημένοι προσαγορεύονται οπαδοί του Αμνού. Παριστάνουν εκεί τον αμνό αποκεφαλισμένο ανάμεσα σε τέσσερα ζώα, που επίσης βρίσκονται στους αστερισμούς τοποθετημένα στα τέσσερα κύρια σημεία της σφαίρας. Μπροστά στον Αμνό ήταν που γονάτιζαν οι κυρίαρχοι των εικοσιτεσσάρων ωρών με τη μορφή των γερόντων. Ο αποκεφαλισμένος Αμνός, λέγανε, είναι αυτός που είναι άξιο να δεχτεί κάθε ισχύ, θειότητα, σοφία, δύναμη, τιμή, δόξα και ευλογία. Ο Αμνός είναι που ανοίγει το βιβλίο του πεπρωμένου, που παριστάνεται με το έμβλημα ενός βιβλίου κλειστού σφραγισμένου με επτά σφραγίδες. Όλα τα έθνη του κόσμου έρχονται να πάρουν θέση μπροστά στο θρόνο και τον Αμνό.

Η πιο αρχαία αναπαράσταση του θεού των Χριστιανών ήταν το πρόσωπο ενός αμνού, άλλοτε ακουμπισμένου σ΄ ένα βάζο, που μέσα έτρεχε το αίμα του, κι άλλοτε κοιμώμενου κάτω από έναν σταυρό. Αυτό το έθιμο διατηρήθηκε μέχρι το 680. Με διάταξη της 6ης Συνόδου της Κωνσταντινουπόλεως καθιερώθηκε στη θέση του αρχαίου συμβόλου που ήταν ο Αμνός να παριστάνεται ένας άνδρας καθηλωμένος σ΄ έναν σταυρό. Οι Φρύγες, λάτρεις του ήλιου με το όνομα του Άττη, τον παρίσταναν στα πάθη του μ΄ έναν νέο άνδρα δεμένο σ΄ ένα δένδρο που το έκοβαν σε μια τελετή. Κάτω από το δένδρο ήταν ένα Αμνός ή Κριός της Εαρινής Ισημερίας. Ο Κριός ή Αμνός επίσης εκπληρώνει το ρόλο που έπαιζε άλλοτε ο Ταύρος στα μυστήρια του Βάκχου και του Μίθρα. Ο Όσιρις και ο Βάκχος παριστανόμενοι και οι δύο με τη μορφή του Ισημεριανού Ταύρου πέθαιναν και ανασταίνονταν όπως ο Χριστός.

Οι Πατέρες της εκκλησίας και οι συγγραφείς του χριστιανικού δόγματος συχνά μιλάνε γι’ αυτές τις εορτές που γινόντουσαν προς τιμή του Όσιρι, «θανόντος και αναστάντος» και κάνουν σ΄ αυτό έναν παραλληλισμό με τις περιπέτειες του δικού τους θεού. Ο Αθανάσιος, ο Αυγουστίνος, ο Θεόφιλος, ο Αθηναγόρας, ο Minutius και άλλοι έκαναν λόγο για τον Όσιρι ή το θεό Ήλιο, που λατρεύτηκε με αυτό το όνομα στην Αίγυπτο, και περιγράφουν το καθολικό πένθος των Αιγυπτίων στην επέτειο της εορτής που έκαναν κάθε χρόνο γι’ αυτόν το θάνατο, όπως εμείς κάνουμε το ίδιο τη Μεγάλη Παρασκευή για το Χριστό. Μας περιγράφουν τις τελετές που γινόντουσαν στον τάφο του, τα δάκρυα που έχυναν επί πολλές ημέρες και στη συνέχεια τις γιορτές χαράς που διαδέχονταν αυτή τη θλίψη, τη στιγμή της αναγγελίας της ανάστασής του. Είχε κατεβεί στον Άδη, κατόπιν ξαναγύριζε για να συνεργαστεί με τον Ώρο, θεό της άνοιξης και θριαμβευτή στον αγώνα εναντίον του άρχοντα του ερέβους Τυφώνα, εχθρού του, που τον είχε θανατώσει. Αλλά και ο Βάκχος πέθαινε, κατέβαινε στον Άδη, ανασταινόταν και του γιόρταζαν κάθε χρόνο τα μυστήρια των παθών του. Καλούνταν αυτές οι εορτές «Τιτανικές και εορτές της τέλειας νύχτας». O Υάκινθος της κρητικής μυθολογίας πέθαινε και ανασταινόταν την άνοιξη….

Οι Ορφικοί, που δέχονταν ότι ο Ήλιος είναι το «Θείον εν», πρώτοι καθιέρωσαν τις «Φυσικές εορτές», δηλ. τις γιορτές για τη φύση. Αυτές κορυφώνονταν στα δύο Ηλιοστάσια (ηλιακές τροπές) και στις δύο Ισημερίες. Στα Ελευσίνια μυστήρια, που τα βρίσκουμε ιστορικά στο 700 π.Χ. και που διαδέχτηκαν τα Ορφικά, συναντάμε τις ίδιες λατρευτικές και τελετουργικές αναλογίες. Εκτός των άλλων στην εαρινή Ισημερία γινόταν η μεγάλη γιορτή «Τα Παναθήναια». Από το ναό της Ελευσίνας, όπου οι Παρθένες είχαν υφάνει τον πέπλο της θεάς Αθηνάς, η πομπή πήγαινε στον Παρθενώνα. Ανάλογες γιορτές επίσης τελούσαν και οι Πυθαγόρειοι.

Εκείνος που μελέτησε με κάθε λεπτομέρεια τις σχέσεις του Χριστιανισμού με την Ηλιολατρία είναι ο Charles-Francois Dypuis στο έργο του «L΄ Origine de touw les Cyltes» στα 1870. Το ένατο κεφάλαιο «Η ερμηνεία του μύθου του Ήλιου που λατρεύτηκε με το όνομα του Χριστού» μεταφράστηκε στα ελληνικά απ' τον Δ. Καρυδάκη (Αθήνα 1979). Σύμφωνα με το κείμενο αυτό «Ο Δίας , ο Διόνυσος(Βάκχος), ο Όσιρις,ο Μίθρας, ο Άδωνις, ο Ηρακλής, ο Απόλλων, ο Άμμων–Ρα, ο Ορομάσδης, ο Άττης, όπως και ο Χριστός είναι προσωποποιημένες θεότητες του Ήλιου. Γι’ αυτό και τα αντίστοιχα μυστήρια -και η θεολογία- στηρίζονται στις ίδιες βάσεις κι έχουν κοινά σημεία: ο θεός που γεννήθηκε από παρθένο στη Χειμερινή Τροπή, που ανασταίνεται το Πάσχα ή την Εαρινή Τροπή, αφού πρώτα κατέβηκε στον Άδη, που σέρνει μαζί του μια πομπή από 12 αποστόλους (μήνες) κι έχει όλες τις ιδιότητες του Ιανού, που είναι ο «πρίγκηπας του φωτός» και κατανικά τον «πρίγκηπα του σκότους»…

Αυτές τις ημέρες ετοιμαζόμαστε να γιορτάσουμε το δικό μας Πάσχα ως ορθόδοξοι χριστιανοί τιμώντας τα μαρτύρια και χαιρόμενοι την Ανάσταση του Χριστού. Ακολουθίες, ικεσίες, ύμνοι, τοπικά έθιμα συνθέτουν το παζλ της γιορτής, μέσα κι έξω από τις εκκλησίες, μαζί με τις δοξασίες, τις απόψεις, τις πίστεις και τη φιλοσοφία του καθενός μας. Μακάρι το προσωπικό και εθνικό μας «πέρασμα» να είναι μια πραγματική Ανάσταση, όπως ο ήλιος αναζωογονεί τη φύση κατά την Εαρινή Ισημερία. Διάγουμε ήδη την περίοδο των μαρτυρίων και των παθών, τουλάχιστον όσον αφορά την ψυχολογία μας από τη θλιβερή περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Οι κωδωνοκρουσίες της Ανάστασης έπονται πάντα του σταυρικού Γολγοθά, αλλά είναι πάντα ελπιδοφόρες. Για να τις ακούσουμε, απαιτείται ανάλογη «επαναστατική» προετοιμασία, ώστε να τις βιώσουμε χαρμόσυνα.

Καλή Ανάσταση! Καλό Πάσχα!
                                                
                                                         http://www.parathemata.com

Παρασκευή 22 Απριλίου 2016

Για την αυριανή παγκόσμια ημέρα του βιβλίου...


 Γιορτάζουμε την παγκόσμια μέρα των βιβλίων και της ανάγνωσης με ένα απόσπασμα από το εξαιρετικό βιβλίο του Αλμπέρτο Μανγκέλ Η ιστορία της ανάγνωσης (μτφ. Λύο Καλοβυρνάς, εκδόσεις Λιβάνη) κι ένα ποίημα του Wallace Stevens. 
Ακολουθούν φωτογραφίες με βασικό θέμα την ανάγνωση. Φωτογραφίες αυθόρμητες ή στημένες, αναγνώστες πραγματικοί ή σε ρόλο διαβάζουν βιβλία, περιοδικά, εφημερίδες, επιστολές, ημερολόγια, σημειώσεις, σενάρια... 


Η ιδιωτική υπόθεση της ανάγνωσης
In omnibus requiem quaesivi, et nusquam inveni nisi in angulo cum libro

Ο Αργεντινός συγγραφέας, ανθολόγος, επιμελητής και μεταφραστής Αλμπέρτο Μανγκέλ (άλλη μία από τις δουλειές που έκανε στα νιάτα του ήταν να διαβάζει στον Χόρχε Λούις Μπόρχες, όταν εκείνος είχε χάσει πια την όρασή του), αποθησαύρισε επί επτά χρόνια πλήθος ιστοριών και λεπτομερειών από την ιστορία της ανάγνωσης παγκοσμίως και έγραψε ένα βιβλίο απολαυστικό, ένα βιβλίο-ταξίδι, όπως ταξίδι είναι και το ίδιο το θέμα του: η ανάγνωση.

«Έχω αναζητήσει την ευτυχία παντού», ομολογούσε ο Θωμάς εκ Κέμπης στις αρχές του δέκατου πέμπτου αιώνα, «αλλά δεν τη βρήκα πουθενά· μόνο σε μια γωνίτσα μ’ ένα βιβλιαράκι». Ποια γωνίτσα όμως; Και ποιο βιβλιαράκι; Είτε πρώτα διαλέξουμε το βιβλίο κι ύστερα την κατάλληλη γωνιά είτε πρώτα βρούμε τη γωνιά και κατόπιν αποφασίσουμε ποιο βιβλίο ταιριάζει στην ατμόσφαιρα της γωνίτσας, δε χωρά καμιά αμφιβολία ότι η σωστή πράξη της ανάγνωσης προϋποθέτει μια αντιστοιχία μεταξύ χρόνου και χώρου, και η σχέση μεταξύ των δύο αυτών συνιστωσών είναι άρρηκτη. Υπάρχουν βιβλία που διαβάζω σε πολυθρόνες και βιβλία που διαβάζω σε γραφεία· βιβλία που διαβάζω στον υπόγειο, σε τραμ και λεωφορεία. Βρίσκω ότι τα βιβλία που διαβάζω σε τρένα έχουν κάτι κοινό με τα βιβλία που διαβάζω σε πολυθρόνες, ίσως επειδή και με τα δύο μπορώ εύκολα να αποκοπώ από τον περίγυρό μου. «Η καλύτερη ώρα να διαβάσει κανείς μια καλή, χαριτωμένη ιστορία», είπε ο Άγγλος μυθιστοριογράφος Άλαν Σίλιτοου, train«είναι τελικά όταν ταξιδεύει μόνος του με το τρένο. Περιτριγυρισμένος όπως είναι από ξένους ανθρώπους και με το άγνωστο τοπίο να τον προσπερνά έξω από το παράθυρο (στο οποίο κάθε τόσο ρίχνει φευγαλέες ματιές), η προσφιλής και πολυδιάστατη ζωή που ξεπηδά από τις σελίδες δημιουργεί απροσδόκητες και βαθιές εντυπώσεις».
Τα βιβλία που διαβάζουμε σε μια δημόσια βιβλιοθήκη ποτέ δεν έχουν την ίδια γεύση με τα βιβλία που διαβάζουμε στη σοφίτα ή στην κουζίνα του σπιτιού μας. Το 1374 ο βασιλιάς Εδουάρδος Γ΄ πλήρωσε 66 λίρες, 13 σελίνια και 4 πένες για ένα βιβλίο με ειδύλια, «το οποίο θα φυλαγόταν στο δωμάτιό του», όπου προφανώς πίστευε ότι έπρεπε να διαβάζεται ένα τέτοιο βιβλίο. Στο έργο Η ζωή του Αγίου Γρηγορίου του δωδέκατου αιώνα, η τουαλέτα περιγράφεται ως «ένας χώρος όπου κανείς μπορεί να απομονωθεί και να διαβάσει πινακίδες άνευ παρεμβολών». Ο Χένρι Μίλερ συμφωνεί. «Την καλύτερη ανάγνωση την κάνω πάντα στην τουαλέτα», ομολόγησε κάποτε. «Υπάρχουν κομμάτια του Οδυσσέα που μπορούν να διαβαστούν μόνο στην τουαλέτα — αν κανείς θέλει να γευτεί στο έπακρο το περιεχόμενο του έργου». Για την ακρίβεια, το μικρό αυτό δωμάτιο «που προοριζόταν για ειδικότερη και χυδαιότερη χρήση» ήταν για τον Μαρσέλ Προυστ ένας χώρος «για όλες τις ενοχλήσεις μου που απαιτούν απαραβίαστη μοναχικότητα: την ανάγνωση, την ονειροπόληση, τα δάκρυα και την ηδονή των αισθήσεων».
Omar Khayam 3
Ομάρ Καγιάμ
Ο επικούρειος Ομάρ Καγιάμ συνιστούσε να διαβάζουμε ποίηση μεγαλόφωνα κάτω από ένα κλαδί· αιώνες αργότερα, ο σχολαστικός Σεντ Μπεβ συμβούλεψε τους αναγνώστες να διαβάζουν τα Απομνημονεύματα της κυρίας Ντε Σταλ «κάτω από νοεμβριάτικα δέντρα». «Έχω τη συνήθεια», έγραφε ο Σέλεϊ, «να ξεντύνομαι και να κάθομαι στα βράχια για να διαβάσω Ηρόδοτο μέχρι να καταλαγιάσει η εφίδρωση». Όμως δεν είναι όλοι ικανοί να διαβάζουν στο ύπαιθρο.«Σπάνια διαβάζω σε παραλίες ή σε κήπους», ομολόγησε η Μαργκερίτ Ντιράς. «Δεν μπορείς να διαβάζεις με δύο φώτα αναμμένα ταυτόχρονα, το φως της μέρας από τη μία και το φως του βιβλίου από την άλλη. Πρέπει να διαβάζεις με ηλεκτρικό φως, σ’ ένα δωμάτιο γεμάτο σκιές, και μόνο η σελίδα να είναι φωτισμένη».
Είναι δυνατόν να μεταμορφώσει κανείς ένα χώρο με το να διαβάσει σ’ αυτόν. Κατά τη διάρκεια των θερινών διακοπών του, ο Προυστ γυρνούσε κρυφά στην τραπεζαρία όταν η υπόλοιπη οικογένεια είχε φύγει για τον πρωινό περίπατό της, βέβαιος ότι θα μπορούσε να διαβάσει με την ησυχία του, αφού για μόνη συντροφιά θα είχε «τα ζωγραφισμένα πιάτα που κρέμονταν στον τοίχους, το ημερολόγιο τοίχου όπου η σελίδα με τη χθεσινή ημερομηνία είχε μόλις κοπεί, το ρολόι και το τζάκι, που μιλούν δίχως να περιμένουν απάντηση και των οποίων η φλυαρία, σ’ αντίθεση με την ανθρώπινη λαλιά, δεν επιχειρεί να αντικαταστήσει την έννοια των λέξεων που διαβάζεις με κάποια άλλη, διαφορετική έννοια».
Marcel Proust. Φωτό: Félix Nadar
Marcel Proust. Φωτό: Félix Nadar
Δύο ολόκληρες ώρες ευδαιμονίας προτού εμφανιστεί η μαγείρισσα «για να στρώσει το τραπέζι πριν από την ώρα του· και τουλάχιστον να το έστρωνε δίχως κουβέντα! Αλλά εκείνη έπρεπε σώνει και καλά να πει: «Δεν κάθεσαι άνετα έτσι· να σου φέρω ένα γραφείο;» Και μόνο που εγώ έπρεπε να της απαντήσω: «Όχι, ευχαριστώ πολύ», αναγκαζόμουν να βάλω άνω τελεία στην ανάγνωσή μου και να προστάξω τη φωνή μου ναεπιστρέψει από τους μακρινούς τόπους όπου είχε ταξιδέψει κι όπου επαναλάμβανε γοργά και άηχα πίσω από τα ακίνητα χείλη μου κάθε λέξη που διάβαζαν τα μάτια μου· για να μπορέσω να πω ικανοποιητικά: «Όχι, ευχαριστώ πολύ», έπρεπε να ξυπνήσω τη φωνή μου, να την πιέσω να βγει έξω και να την κάνω να ακούγεται πεζή, χρωματίζοντάς την μ’ έναν απαντητικό επιτονισμό που είχε χάσει». Μόνο πολύ αργότερα —τη νύχτα, μετά το δείπνο— και μόνο όταν είχαν απομείνει λιγοστές σελίδες για να αποτελειώσει το βιβλίο ξανάναβε το κερί του, με κίνδυνο όχι μόνο να τιμωρηθεί αν τον ανακάλυπταν αλλά και να μείνει ξάγρυπνος, διότι, μόλις τέλειωνε το βιβλίο, το πάθος με το οποίο είχε παρακολουθήσει την πλοκή και τους ήρωές του θα τον καθιστούσαν ανήμπορο να κοιμηθεί και θα βημάτιζε στο δωμάτιο ή θα κειτόταν ξέπνοα στο κρεβάτι του, ποθώντας να συνεχιστεί η ιστορία ή τουλάχιστον να μάθει κάτι παραπάνω για τους χαρακτήρες που τόσο είχε αγαπήσει.
Ο Marcel Proust από τον Ralph Bruce
Ο Marcel Proust από τον Ralph Bruce
Προς το τέλος της ζωής του, φυλακισμένος σ’ ένα δωμάτιο με επένδυση φελού που ανακούφιζε λιγάκι το άσθμα του, ξαπλωμένος σ’ ένα κρεβάτι γεμάτο μαξιλάρια και δουλεύοντας υπό το φως μιας αδύναμης λάμπας, ο Προυστ έγραφε: «Τα αληθινά βιβλία πρέπει να γεννιούνται όχι από το άπλετο φως της μέρας ή τη φιλική κουβέντα, αλλά από το ζόφο και τη σιωπή». Τη νύχτα στο κρεβάτι, με τη σελίδα να φωτίζεται από ένα αχνό, κιτρινιασμένο φέγγος, εγώ, ο αναγνώστης του Προυστ, αναπαριστώ εκείνη τη μυστηριώδη στιγμή της γέννησης.
Ο Τζέφρι Τσόσερ —ή μάλλον η άυπνη αρχόντισσα στο Βιβλίο της δούκισσας— θεωρούσε την ανάγνωση πριν πέσει για ύπνο καλύτερη ψυχαγωγία από ένα επιτραπέζιο παιχνίδι:
Κι όταν ο ύπνος δεν ερχόταν,
ως αργά μες στην νυχτιά προψές,
όρθια σηκώθηκα, μαθές,
βιβλίο να φέρουν ζήτησα
κι ολονυχτίς εδιάβαζα,
για να περάσω εκείνη τη νυχτιά·
είν’ μεγαλύτερη χαρά
απ’ το να παίξω σκάκι ή ντάμα.
Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο εκτός από ψυχαγωγία που αντλεί κανείς από το να διαβάζει προτού να κοιμηθεί: μια ιδιάζουσα αίσθηση μοναχικότητας και προσωπικού χώρου. Το να διαβάζεις στο κρεβάτι είναι μια πράξη εγωκεντρική, ασάλευτη, απελευθερωμένη από τις συνήθεις κοινωνικές συμβάσεις, αόρατη από τον κόσμο, μια πράξη που, επειδή γίνεται ανάμεσα στα σκεπάσματα, σ’ αυτό το βασίλειο της ηδονής και της αμαρτωλής ραθυμίας, εμποτίζεται από το ρίγος που χαρακτηρίζει όλα τα απαγορευμένα πράγματα. Ίσως είναι η θύμηση εκείνων των νυχτερινών αναγνώσεων που προσδίδει μια κάποια ερωτική απόχρωση στις αστυνομικές ιστορίες του Τζον Ντίξον Καρ, του Μάικλ Ίνες και του Άντονι Γκίλμπερτ — που τους διάβασα όλους κατά τις καλοκαιρινές διακοπές των 446455884_7fe3554239εφηβικών μου χρόνων. Η συνηθισμένη φράση «παίρνω ένα βιβλίο να διαβάσω στο κρεβάτι» πάντα μου φαινόταν να ξεχειλίζει από αισθησιακή προσαρμογή.
Ο μυθιστοριογράφος Γιόζεφ Σκβορέσκι περιέγραψε τις αναγνώσεις του όταν ήταν παιδί στην κομμουνιστική Τσεχοσλοβακία, «σε μια κοινωνία που διακυβερνιόταν από μάλλον αυστηρούς και περιοριστικούς κανόνες, όπου η απειθαρχία τιμωρείται με τον παλιό, καλό, προ δόκτορος Σποκ τρόπο. Ένας τέτοιος κανόνας: το φως στην κρεβατοκάμαρά σου πρέπει να σβήσει στις εννέα ακριβώς. Τα αγόρια πρέπει να σηκώνονται στις επτά και χρειάζονται δέκα ώρες ύπνο κάθε βράδυ». Το να διαβάζεις στο κρεβάτι έγινε, συνεπώς, απαγορευμένος καρπός. «Αφού έσβηνα τα φώτα», λέει ο Σκβορέσκι, «κούρνιαζα στο κρεβάτι μου, κουκουλωνόμουν πατόκορφα με μια κουβέρτα και επιδιδόμουν στην ηδονή τού να διαβάζω, να διαβάζω, να διαβάζω. Τελικά, συχνά μετά τα μεσάνυχτα, με έπαιρνε ο ύπνος από την ηδονική εξάντληση».
[Απόσπασμα από το βιβλίο του Alberto Manguel Η Ιστορία της ανάγνωσης, μετάφραση: Λύο Καλοβυρνάς, εκδόσεις «Νέα σύνορα» — Λιβάνη, Αθήνα 1997, από το κεφάλαιο με τίτλο: «Κατ’ ιδίαν ανάγνωση»].

Το σπίτι ήταν σιωπηλό

Το σπίτι ήταν σιωπηλό κι ο κόσμος ήσυχος
Ο αναγνώστης έγινε το βιβλίο· κι η νύχτα του καλοκαιριού
λες κι ήταν του βιβλίου η συνείδηση.
Το σπίτι ήταν σιωπηλό κι ο κόσμος ήσυχος.
Προφέρθηκαν οι λέξεις σαν βιβλίο να μην υπήρχε.
Μόνο που έσκυψε ο αναγνώστης στη σελίδα,
να σκύψει ήθελε, ήθελε τόσο να ’ναι
ο λόγιος, που γι’ αυτόν το βιβλίο είναι αλήθεια, που γι’ αυτόν
η νύχτα του καλοκαιριού είναι σαν την τελειότητα της σκέψης.
Το σπίτι ήταν σιωπηλό γιατί έπρεπε να είναι.
Η σιωπή ήτανε μέρος του νοήματος, του νου:
η πρόσβαση της τελειότητας στη σελίδα.
Κι ο κόσμος ήταν ήσυχος. Η αλήθεια σ’ έναν κόσμο ήσυχο
στον οποίον άλλο νόημα δεν υπάρχει, η ίδια
είναι ήσυχη, είναι νύχτα και καλοκαίρι, η ίδια
είναι ο αναγνώστης που σκύβει αργά και διαβάζει εκεί.
[Wallace Stevens, μετάφραση: Γιώργος Τσακνιάς]


Με συντροφιά ένα βιβλίο...