Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2023

Τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος: Πέντε Έλληνες και ξένοι ιστορικοί γράφουν για τον ρόλο του στην ελληνική Ιστορία...


Τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος: Πέντε Έλληνες και ξένοι ιστορικοί γράφουν για τον ρόλο του στην ελληνική Ιστορία-1

Οι περισσότερες αναφορές αρχίζουν ως εξής: νέος, ωραίος και Ολυμπιονίκης. Μετά αλλάζουν τα πράγματα. Οι ιστορικοί, που κάνουν στην «Κ» μια σύντομη αποτίμηση του ρόλου που έπαιξε ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος στην ελληνική Ιστορία κατά τη διάρκεια της σύντομης βασιλείας του, παρατηρούν την αντίθεση ανάμεσα στην ακτινοβολία του προσώπου με τις πράξεις και τις επιλογές του μονάρχη, σε μια περίοδο μεγάλης πολιτικής αστάθειας για τη χώρα, συγκρούσεων και διχασμών. Πού θα τοποθετήσει τον Κωνσταντίνο η Ιστορία; Πέντε ιστορικοί απαντούν στην «Κ».
Σάκης Ιωαννίδης

Προσωπικότητα χωρίς ειδικό βάρος

Κέβιν Φέδερστοουν
Καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής LSE

Σε μια εβδοµάδα γεμάτη με ειδήσεις για τα απομνημονεύματα «σαπουνόπερας» του πρίγκιπα Χάρι, είμαστε υποχρεωμένοι να σκεφτούμε τον ρόλο που είχε και την επιρροή ενός βασιλιά της Ελλάδας σε μια βαθιά προβληματική πολιτική περίοδο. Εδειξε ο Κωνσταντίνος Β΄ την αξία της μοναρχίας, κάνοντας τη διαφορά; Νομίζω ότι οι ιστορικοί θα κατατάξουν τον Κωνσταντίνο ως μια φιγούρα «ελαφρών βαρών».

Σε μια πραγματικά κρίσιμη στιγμή διάλεξε να παρέχει νομιμοποίηση στο πραξικόπημα των συνταγματαρχών τον Απρίλιο του 1967, διευκολύνοντας την επικράτηση μιας σκοτεινής περιόδου στην ιστορία της χώρας. Αντιθέτως, ο Χουάν Κάρλος βγήκε στην τηλεόραση ως βασιλιάς της Ισπανίας και αποκήρυξε την απόπειρα πραξικοπήματος του 1981. Το μετέπειτα αντικίνημα του Κωνσταντίνου αποδείχθηκε άτοπο και απέτυχε: σε κάθε περίπτωση, δεν είναι ξεκάθαρο τι είδους πολιτικές μπορεί να έχει ενεργοποιήσει.

Τη χρονιά της πραγματικής αλλαγής, το 1974, η χώρα στράφηκε εναντίον του. Ταυτίστηκε με ένα ιστορικό παρελθόν που είχε καταστρέψει την Ελλάδα. Ο Καραμανλής κράτησε μια εκκωφαντική σιωπή κατά τη διάρκεια του δημοψηφίσματος τον Δεκέμβριο του 1974 και σχολίασε αργότερα, όπως έχει γραφτεί, ότι ο ελληνικός λαός απέκοψε ένα «καρκίνωμα» από το σώμα της χώρας. Πράγματι, για δεκαετίες η μοναρχία είχε συμβάλει ώστε οι πολιτικές ταυτότητες να ορίζονται με έναν άκαμπτο και δυαδικό τρόπο – μια ένδειξη ότι η νομιμοποίηση που έδινε στο ελληνικό κράτος δεν ήταν παρά υπονομευμένη.

Ο Κωνσταντίνος ήταν προορισμένος για να βασιλέψει σε «καλούς» καιρούς. Ηταν Ολυμπιονίκης στους αγώνες της Ρώμης του 1960 και η δημόσια εικόνα του εξέπεμπε μια νέα, πιο μοντέρνα παρουσία στη χώρα και διεθνώς. Το πόσο καλά καταλάβαινε τις πολιτικές αλλαγές στην πατρίδα του και πόσο δημοκρατικά ήταν τα πιστεύω του είναι κάτι που ακόμη ερευνάται.

Οταν πήρα για πρώτη φορά την έδρα Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών «Ελευθέριος Βενιζέλος» στο LSE το 2002, πρότεινα να προσκαλέσουμε τον Κωνσταντίνο για μια ανοιχτή συζήτηση και σίγουρα θα γινόμασταν πρώτο θέμα στις εφημερίδες. Ενας συνάδελφος σχολίασε κάτι σαν, «και ποιο είναι το νόημα;». Και αυτό φαίνεται σαν μια λογική αντανάκλαση της επίδρασης που είχε ο Κωνσταντίνος στην ελληνική Ιστορία. Ηταν η τελευταία προσωπικότητα από την περίοδο της χούντας. Σήμερα οι Ελληνες μπορούν να κάνουν μια πιο αμερόληπτη, λιγότερο συναισθηματική εκτίμηση της συνεισφοράς του στη χώρα. Αμφιβάλω όμως ότι θα καταγραφεί ως μια προσωπικότητα με ειδικό βάρος.

Δεν είχε την εμπειρία για τα δύσκολα

Σερ Μάικλ Λιουέλιν Σµιθ
Ιστορικός, πρώην πρέσβης της Βρετανίας στην Αθήνα

Κατά τα φαινόμενα ο Κωνσταντίνος, που ενθρονίστηκε τον Μάρτιο του 1964, ήταν «ευλογημένος» από την καλή νεράιδα. Ηταν νέος, ωραίος, με εφόδια για τη βασιλεία του και συγγενικούς δεσμούς με την παλαιότερη βασιλική οικογένεια της Ευρώπης. Παντρεύτηκε με μια ελκυστική Δανέζα πριγκίπισσα. Είχε κάθε οικογενειακό και εκπαιδευτικό προνόμιο. Εκτός αυτών των πλεονεκτημάτων, κατέγραψε και ένα προσωπικό επίτευγμα, ως ικανός και πετυχημένος αθλητής, ένα Ολυμπιακό μετάλλιο στην ιστιοπλοΐα στους Αγώνες του 1960 (Ρώμη, 3 άτομα dragon class). Τι μπορούσε να πάει λάθος; Αλλά η καλή νεράιδα που του έδωσε όλα αυτά τα πλεονεκτήματα, του άφησε και ένα πρόβλημα που δεν ήταν ικανός να λύσει: τους ιστορικούς πολιτικούς διχασμούς της Ελλάδας, στη μορφή έντονα ανταγωνιστικών πολιτικών κομμάτων και ορισμένους ανώτερους αξιωματικούς του στρατού αποφασισμένους να πάρουν τα ηνία της διακυβέρνησης στα χέρια τους, με την αμφίβολη αφορμή μιας υποτιθέμενης κομμουνιστικής απειλής. Δεν είχε την εμπειρία για να το αντιμετωπίσει αυτό με επιτυχία. Δεν βοήθησε που το Στέμμα το ίδιο ήταν ένας παράγοντας διχασμού στην ελληνική Ιστορία. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Κωνσταντίνος ήταν άτυχος. Αλλά οι βασιλείς δεν διαλέγουν τις συνθήκες: η δουλειά τους είναι να κυβερνούν.

Ο Κωνσταντίνος δεν είχε τον χρόνο να δείξει τον χαρακτήρα του στη διεθνή σκηνή. Η Βρετανία, εκεί που ήταν οι πιο στενές του συνδέσεις, είχε κάνει ένα βήμα πίσω μπροστά στην παρουσία των Ηνωμένων Πολιτειών. Σε κάθε περίπτωση αυτό που είχε σημασία και κυριάρχησε στη σύντομη βασιλεία του ήταν η πολιτικοποίηση των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Ηταν στριμωγμένος από τον στρατό. Χρειαζόταν η σοφία ενός σοβαρού πολιτικού, όπως του Κωνσταντίνου Καραμανλή, για να αποκατασταθεί η ορθή διακυβέρνηση και να επουλωθούν τα δηλητηριώδη ρήγματα στο πολιτικό σώμα.

Ημουν στην Αθήνα για ακαδημαϊκές εργασίες, αλλά δεν γνώριζα τον Κωνσταντίνο την κρίσιμη περίοδο. Ενα πρωινό του Δεκεμβρίου 1967 ειδοποιηθήκαμε από φίλους ότι κάτι περίεργο συμβαίνει. Καταφέραμε να παρακολουθήσουμε μέσα από ένα μικρό ραδιόφωνο τη σπασμωδική εξέλιξη αυτού που έγινε γνωστό ως το «αντικίνημα» του Κωνσταντίνου, καθώς προσπάθησε να συγκεντρώσει ανώτερα στρατιωτικά στελέχη στη βόρεια Ελλάδα. Προσπάθησε να αποκαταστήσει τη συνταγματική κυβέρνηση, αλλά η προσπάθεια ήρθε πολύ αργά και ήταν αναποτελεσματική. Οταν είδε ότι το παιχνίδι είχε τελειώσει και πέταξε από την Ελλάδα στη Ρώμη, δεν ήξερε ότι αυτό θα ήταν και το τέλος της βασιλείας του. Τον γνώρισα στα χρόνια της εξορίας που ακολούθησαν στο Λονδίνο μαζί με τη βασίλισσα Αννα-Μαρία, το σταθερό του στήριγμα. Εκανε το καλύτερο που μπορούσε, αλλά δεν ήταν αρκετό.

AP PHOTO

Ευθύνες του πολιτικού προσωπικού

Χρήστος Χρηστίδης
∆ιδάκτωρ Ιστορίας, διδάσκων στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήµιο

«Για τον Ελληνα κάθε γεγονός, όσο παλιό ή ξεπερασμένο, είναι πάντα ξεχωριστό. Κάνει πάντα το ίδιο πράγμα για πρώτη φορά», γράφει ο Χένρι Μίλερ στον «Κολοσσό του Αμαρουσίου». Στα σχεδόν εξήντα χρόνια που μεσολάβησαν ανάμεσα στην έκρηξη του Εθνικού Διχασμού και τη Μεταπολίτευση (1915-1974), κοινωνία, πολιτικές ηγεσίες, Στέμμα και παράγοντες (θεσμικοί και μη), έδειξαν πολύ συχνά να επιβεβαιώνουν αυτή τη διαπίστωση. Κατά τη μακρά αυτή περίοδο των κρίσεων η χώρα παρέμενε σε μία δίνη συγκρούσεων και διχασμών, που εναλλάσσονταν με περιόδους συνταγματικής και κοινοβουλευτικής ομαλότητας. Οι ευθύνες του Στέμματος για αυτή την ιδιότυπη περιδίνηση δεν μπορούν και δεν πρέπει να παραγραφούν. Αρκεί όμως αυτό;

Ο Κωνσταντίνος διαδέχθηκε τον πατέρα του Παύλο ως βασιλιάς των Ελλήνων σε μία περίοδο εξαιρετικά κρίσιμη για την πορεία του τόπου. Στις αρχές του 1964 η ελληνική κοινωνία έδειχνε να αισιοδοξεί ότι το τέλμα, στο οποίο είχε περιέλθει το πολιτικό σκηνικό, θα μπορούσε επιτέλους να ξεπεραστεί. Πολύ σύντομα, όμως, οι προσδοκίες θα διαψεύδονταν. Το πολιτικό προσωπικό και το Στέμμα είχαν ήδη διαμορφώσει ένα πλαίσιο αλληλεξάρτησης, που επέτρεπε και στις δύο πλευρές να επιβιώνουν. Οταν κάποιος αντιδρούσε ή ζητούσε θεσμικά αντίβαρα που θα επέτρεπαν τον έλεγχο επί του συστήματος αυτού, απλά απομακρυνόταν. Αλλωστε, για το Στέμμα οι πολιτικοί «όφειλαν» στον θεσμό και ως εκ τούτου έπρεπε να αξιολογούν τις επιθυμίες του, ακόμη κι αν αυτές ξέφευγαν από το όριο των αρμοδιοτήτων του.

Εδώ ακριβώς εντοπίζονται και οι ευθύνες του πολιτικού προσωπικού, που δεν φρόντισε να κινηθεί συντεταγμένα προκειμένου να αποτρέψει περαιτέρω παρεμβάσεις του Στέμματος – άλλωστε, όχι σπάνια αυτές αποτελούσαν και δικά του αιτήματα. Ετσι επέτρεψε τελικά στον απολύτως ανεπαρκή και άπειρο Κωνσταντίνο να προχωρήσει σε κινήσεις που όξυναν τα πάθη, αποκλείοντας κάθε δυνατότητα σύγκλισης και διαμορφώνοντας ένα περιβάλλον σύγκρουσης, που τελικά οδήγησε στην εκτροπή του πολιτεύματος. Επρόκειτο όμως για μια κατάληξη που ήταν νομοτελειακή; Αναμφισβήτητα όχι. Το θεσμικό πλαίσιο διέθετε δικλίδες ασφαλείας, τις οποίες θα μπορούσε να εκμεταλλευθεί το πολιτικό προσωπικό προκειμένου να διασώσει τη δημοκρατία, ακόμη κι αν το Στέμμα δεν επικουρούσε. Η δικτατορία όμως δεν αποτράπηκε και η χώρα βίωσε την επταετία και τις τραγικές συνέπειές της. Ο ιστορικός αυτός κύκλος έκλεισε πριν από περίπου πενήντα χρόνια και ο Κωνσταντίνος, όπως και οι υπόλοιποι δρώντες της περιόδου, βρίσκονται πλέον στην κρίση της Ιστορίας.

Υπό το πρίσμα της εποχής του και των συνθηκών

Μόγκενς Πελτ
Καθηγητής, Πανεπιστήµιο Κοπεγχάγης, διευθυντής Ινστιτούτου της ∆ανίας στην Αθήνα

O θάνατος του Κωνσταντίνου Β΄, τέως βασιλιά της Ελλάδας, μας προτρέπει για μια αξιολόγηση του ρόλου του στη σύγχρονη ελληνική Ιστορία. Η πιο απτή και δραματική επίδραση χρονολογείται στη σύντομη περίοδο από τη στέψη του ως βασιλιά της Ελλάδας το 1964 έως την εξορία του το 1967.

Πήρε το μέρος του στρατού στην αντίστασή του κατά των προσπαθειών του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου να πάρει τον έλεγχο των Ενόπλων Δυνάμεων, κάτι που οδήγησε στον Ιούλιο του 1965 όταν ο πρωθυπουργός παραιτήθηκε έπειτα από πίεση του βασιλιά. Αν και ο Κωνσταντίνος κατάφερε να δημιουργήσει μια σειρά βραχύβιων κυβερνήσεων, ο φόβος για μια επιστροφή του Παπανδρέου στις εκλογές του 1967 επιτάχυνε τη συνωμοσία στις Ενοπλες Δυνάμεις, με αποκορύφωμα το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 από τους συνταγματάρχες. Αν και οι συνταγματάρχες πήραν τον Κωνσταντίνο με το μέρος τους, η σχέση είχε τον χαρακτήρα μιας μάχης για την εξουσία την οποία έχανε ο βασιλιάς. Σε αυτό το πρίσμα θα πρέπει να καταλάβουμε το αντιπραξικόπημά του στις 13 Δεκεμβρίου 1967, που σήμανε το τέλος της παρουσίας του στην Ελλάδα και την αρχή της εξορίας του – ως μια προσπάθεια να σώσει το στέμμα του για το μέλλον. Αλλά εις μάτην: το 1974 ένα δημοψήφισμα αποφάσισε την κατάργηση της μοναρχίας.

Ο Κωνσταντίνος ακολούθησε την παράδοση που είχε η ελληνική μοναρχία να ανακατεύεται στα πολιτικά, αλλά το έκανε σε μια περίοδο αλλαγών και μεγάλης πολιτικής αστάθειας. Με αυτόν τον τρόπο οι παρεμβάσεις του έγιναν μέρος μιας διαδικασίας που είχε ραγδαίες και μακροπρόθεσμες συνέπειες, όχι μόνο στην περίοδο 1964-1967 αλλά και στις επόμενες δεκαετίες, καθώς την πτώση της χούντας ακολούθησε μια αλλαγή καθεστώτος. Αυτό σημαίνει ότι δεν ήταν μόνο οι πράξεις του Κωνσταντίνου καθ’ αυτές αλλά και η περίοδος μέσα στην οποία έδρασε που κάνουν τη βασιλεία του να ξεχωρίζει.

Τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος: Πέντε Έλληνες και ξένοι ιστορικοί γράφουν για τον ρόλο του στην ελληνική Ιστορία-1

Ευπροσήγορος, αλλά αναβλητικός, αναποφάσιστος

Θανάσης Χρήστου
Καθηγητής Νεότερης Ιστορίας, Πανεπιστήµιο Πελοποννήσου

Είναι κοινός τόπος ότι οι δύο βασιλικές δυναστείες που γνώρισε το ελληνικό κράτος από τη ληξιαρχική πράξη της γέννησής του (1830) έως τη δεκαετία του 1970 δεν είχαν εσωτερικές ρίζες και αφετηρίες και τούτο διότι δεν υπήρχε εδώ κάποια ομόλογη αριστοκρατία με καταβολές στον μεσαίωνα ή στα νεότερα χρόνια, που να ανέδειξε από τη μήτρα της το πολίτευμα της βασιλείας. Και φυσικά ο θάνατος ενός ανθρώπου, εν προκειμένω του Κωνσταντίνου, γεννάει αισθήματα αναστοχασμού, περισυλλογής και σεβασμού· μία διαχρονική στάση, όχι μόνον των Ελλήνων αλλά και του παγκόσμιου πολιτισμού.

Ο Κωνσταντίνος Β΄ ήταν 24 ετών όταν το 1964, διαδεχόμενος τον πατέρα του, ανέλαβε τον επίζηλο θώκο του ρυθμιστή του πολιτεύματος. Ως διάδοχος του στέμματος ήταν συμπαθής, ευπροσήγορος με τα διάσημα του Ολυμπιονίκη και του κοσμοπολίτη. Η παρορμητική ανεμελιά του δεν είχε ακόμη προσπελασθεί ως ανεύθυνη επιπολαιότητα και κανείς δεν μπορούσε να προϊδεασθεί το ανάπτυγμα της επιδερμικότητας και της ρηχής ανάγνωσης της πραγματικότητας. Με μιας, όμως, το σκηνικό άλλαξε άρδην και τα βλέμματα όλων στράφηκαν στο φωτογενές πρόσωπο του νεαρού βασιλιά και όλοι, μη εξαιρουμένης και της Αριστεράς, προσδοκούσαν ότι ο νέος βλαστός θα διαπνεόταν από σύγχρονες πολιτειακές αντιλήψεις.

Δυστυχώς η περιρρέουσα ατμόσφαιρα της πυκνής και αργής δεκαετίας του 1960 απέδειξε περίτρανα ότι ο νέος ανώτατος πολιτειακός άρχοντας διακρινόταν από ευθυνοφοβία, αναβλητικότητα και αναποφασιστικότητα.

Το περιβάλλον του άνακτος με καθαρόαιμα χαρακτηριστικά προσκόλλησης σε ένα παρωχημένο μεσαιωνικό μοντέλο διακυβέρνησης, όπου πρωταγωνιστούσε η βασιλομήτωρ Φρειδερίκη, ο νεόκοπος ταγματάρχης Αρναούτης και ο γηραιός στρατηγός Δόβας, συγκροτούσαν τη λυδία λίθο της αποτυχημένης διαχείρισης του έμπειρου και στοχαστικού πολιτικού Γεωργίου Παπανδρέου, του πρωθυπουργού με τη λαϊκή ετυμηγορία του 54% του ελληνικού λαού. Και οι Ελληνες τον έκριναν νηφάλια και ψύχραιμα στο δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974 και η Ιστορία απομένει ακόμη να τον κρίνει.

Πηγή: kathimerini.gr


Η παιδαγωγική δύναμη του κινηματογράφου...


Εδώ και 25 χρόνια, αρχές κάθε Δεκέμβρη, στον Πύργο Ηλείας διεξάγεται το καθιερωμένο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας για παιδιά και νέους. Σε επετειακή χρονιά φέτος, το φεστιβάλ μοιάζει να έχει επανέλθει σε μια κανονικότητα, μετά τα δυο πανδημικά χρόνια. Ολοζώντανο, πολύχρωμο και πολύβουο, εξακολουθεί να αποτελεί φάρο της κινηματογραφικής παιδείας στην περιοχή, φέρνοντας τον κινηματογράφο κοντά στα παιδιά, με ζωντανή απόδειξη τη μεγάλη συμμετοχή μαθητών από τα σχολεία των γύρω περιοχών, στις πρωινές προβολές. Εκτός από ταινίες με θεματικές για τα παιδιά ανά τον κόσμο και τα προβλήματά τους, το Φεστιβάλ διοργανώνει και μια ολόκληρη εκπαιδευτική γιορτή του σινεμά, όπου τα παιδιά εντρυφούν στα στάδια της κινηματογραφικής δημιουργίας μιας ταινίας, στα εργαστήρια παραγωγής ημερήσιου ντοκιμαντέρ της Camera Zizanio, με Καλλιτεχνικό Διευθυντή τον Νίκο Θεοδοσίου, συγγραφέα, σκηνοθέτη και ιστορικό κινηματογράφου.

Έτσι, τα παιδιά έχουν εξοικειωθεί με το χειρισμό ψηφιακής κάμερας, σχεδιασμό κινουμένων σχεδίων, φωτισμούς, ηχητική επεξεργασία και μοντάζ, μέχρι συγγραφή σεναρίου, επιλογή ηθοποιών και σκηνοθεσία. Τα παιδιά ξεχύνονται καθημερινά στους δρόμους με κάμερες, κινηματογραφούν τις δικές τους εικόνες και σκετσάκια, που στη συνέχεια μοντάρουν, ώστε μέχρι το βράδυ, πριν την τελευταία προβολή του Διαγωνιστικού, στην κεντρική αίθουσα, να προβάλουν τα περίφημα «daily news», δηλαδή τα καθημερινά νέα του φεστιβάλ, μέσα από τη φρέσκια και ανατρεπτική ματιά τους, σε μια επεισοδιακή προβολή, γεμάτη επευφημίες και χειροκροτήματα, από τους ίδιους τους δημιουργούς και τους συμμαθητές τους. Έτσι, η συλλογική διαδικασία που είναι το σινεμά μετουσιώνεται σε μια ουσιαστική επαναστατική διαδικασία, ικανή να αλλάξει ριζικά την πεζή καθημερινότητα, εμπλουτίζοντάς την με ανατρεπτικό χιούμορ και δημιουργική διάθεση. Τα παιδιά ανταποδίδουν την ευγνωμοσύνη τους, καταχειροκροτώντας γεμάτα ενθουσιασμό την εμφάνιση της μορφής του Δημήτρη Σπύρου, Καλλιτεχνικού Διευθυντή και ψυχή του φεστιβάλ, κάθε φορά που προβάλλεται το διαφημιστικό σποτ κινουμένων σχεδίων του φεστιβάλ, πριν από κάθε προβολή.

Με πρωταρχικό όραμα να ανοίξει το βλέμμα των παιδιών στο κινηματογράφο, κόντρα στο κυρίαρχο χολιγουντιανό παιδικό σινεμά, που προάγει μια συγκεκριμένη φτιασιδωμένη άποψη για τη ζωή και τον κόσμο, το φεστιβάλ Ολυμπίας καταφέρνει να συλλέξει μια ευρεία γκάμα ταινιών απ’ όλο τον κόσμο –Ινδία, Τυνησία, Βολιβία, Αργεντινή, Γαλλία, Καμπότζη και Ιράν– ανοίγοντας παράθυρο σε διαφορετικά τοπία, εικόνες, καταστάσεις και κουλτούρες, με σκοπό να προτείνει μια διαφορετική αντίληψη του κόσμου μέσα από το σινεμά, δίνοντας στα παιδιά τη δυνατότητα να συγκρίνουν και να συνειδητοποιήσουν διαφορετικές συνθήκες διαβίωσης παιδιών, ώστε να ενεργοποιηθεί η σκέψη τους γύρω από δύσκολα ζητήματα, όπως για παράδειγμα η παράνομη μεταμόσχευση παιδικών οργάνων.

Αυτό το θέμα πραγματεύεται η ταινία του Διεθνούς Διαγωνιστικού «Μια δεύτερη ζωή», του Τυνήσιου Ανίς Λασουέντ. Ο 10χρονος πρωταγωνιστής, που κατέληξε σε νοσοκομείο μετά από ένα απρόσμενο ατύχημα, συνειδητοποιεί πως η απελπισμένη από την ανέχεια μητέρα του αποφάσισε εν αγνοία του να πουλήσει το ένα νεφρό του σε έναν εύπορο άντρα, με άρρωστο παιδί στη δική του ηλικία, προκείμενου να πληρώσει την αξονική του. Η δραματική κορύφωση της ταινίας εξελίσσεται στα πλαίσια του μελοδράματος, αγαπητό είδος της αραβικής παράδοσης, με ερμηνευτές αποκλειστικά ερασιτέχνες ηθοποιούς. Ο σκηνοθέτης, που παρευρέθηκε στον Πύργο, ανέφερε μετά την προβολή της ταινίας πως επέλεξε τους συγκεκριμένους ήρωες γιατί έχουν βιώσει παρόμοιες πραγματικές καταστάσεις, ενώ αναφέρθηκε στην κοινωνική ανισότητα στην Τυνησία, όπου ισχυροί πλούσιοι εκμεταλλεύονται εξαθλιωμένους φτωχούς, καταλήγοντας στο γεγονός ότι για κάθε δέκα ανθρώπους που μεταναστεύουν από τη χώρα, οι τέσσερις είναι παιδιά κάτω των 18 ετών, ώστε να ζητήσουν άσυλο ως ανήλικα, για να μπορέσουν να παραμείνουν στις Ευρωπαϊκές χώρες.

Δείγμα εξαιρετικού νεορεαλισμού με έντονες κοινωνικές διαστάσεις στο Διαγωνιστικό, αποτελεί η ιρανική δραματική ταινία με τον ποιητικό τίτλο «Ο άνεμος χορεύει τα ζαχαροκάλαμα» του Εμπραχίμ Ασραφπούρ. Σε κάποιο χωριό της ιρανικής επαρχίας, με χωράφια ζαχαροκάλαμου, ο μικρός Γιούνες, φαβορί στο τρέξιμο και στο ποδόσφαιρο, ονειρεύεται καριέρα διάσημου ποδοσφαιριστή. Η αναστάτωση, όμως, που φέρνει η διαμαρτυρία των απλήρωτων για μήνες εργατών στο εργοστάσιο επεξεργασίας ζαχαροκάλαμων, μάλιστα σε εποχή συγκομιδής, αλλάζει δραματικά τις προσδοκίες του. Μετά από μια μυστήρια πυρκαγιά, προβοκάτσια της διοίκησης για να αμαυρώσει τον αγώνα των εργατών, φυλακίζεται ο πατέρας τού Γιούνες, κατηγορούμενος για εμπρησμό. Ο Γιούνες μαθαίνει πως αν βρεθούν δυο μάρτυρες να δηλώσουν πως δεν είναι εμπρηστής ο πατέρας του, θα τον ελευθερώσουν. Έτσι, ψάχνει να βρει δυο συναδέλφους ή συγγενείς, όμως οι απεργοί ζορίζονται οικονομικά και αρκετοί αμφιταλαντεύονται να υποκύψουν, διστάζοντας να δηλώσουν γραπτώς την αντίθεσή τους στη φυλάκιση του συνδικαλιστή. Ο Γιούνες γίνεται αυτόπτης μάρτυρας άδικων καταστάσεων που εξαθλιώνουν τους εργάτες. Μέσα από κοντινά στο βλέμμα του, διακρίνεται η σταδιακή του ωρίμανση, με την ανεπιστρεπτί απώλεια της παιδικής αθωότητας. Από την ανέμελη παιδική ηλικία, τότε που χάνονταν με τους φίλους του μέσα στα ζαχαροκάλαμα, ο Γιούνες βλέπει γύρω του τα πάντα να καταρρέουν. Εμφανίζεται πλέον σκεπτικός και αγχωμένος, ενώ απεικονίζεται να τρέχει συνεχώς, αρχικά για να γλιτώσει από την τιμωρία για σκανταλιές, ενώ σταδιακά τρέχει να διορθώσει αδικίες, όπως την εκμετάλλευση της παιδικής εργασίας -παιδιά που μαζεύουν σκορπιούς κάτω από πέτρες, με αντίτιμο πενταροδεκάρες- ενώ τα ανήλικα κορίτσια πουλιούνται συχνά από απελπισμένους από ανέχεια πατεράδες σε ξένους, ως υπηρέτριες και ό,τι άλλο προκύψει.

Η ιστορία διεξάγεται στην ιρανική επαρχία, με φόντο πλίνθινα σπίτια, ανάμεσα στα χωράφια και τον ποταμό, ένα ασυνήθιστο για τα παιδιά των δυτικών μεγαλουπόλεων περιβάλλον, γεμάτο κινδύνους, ενώ η πλοκή που αναπτύσσεται μέσα από την αναζήτηση μαρτύρων, με το αγόρι να τρέχει από τον έναν στον άλλον, δημιουργεί απαράμιλλη ένταση και αγωνία, σήμα κατατεθέν των ιρανικών ταινιών, με τη δραματική κορύφωση να συμβαίνει την κρίσιμη μέρα διεξαγωγής της προπόνησης του ποδοσφαίρου, όπου κρίνεται το μέλλον της ζωής του πρωταγωνιστή.

Στα πλαίσια των παράλληλων εκδηλώσεων του Φεστιβάλ στην Αμαλιάδα, παρακολουθήσαμε την εξαιρετική ομιλία της Πουλχερίας Γεωργοπούλου, ερευνήτριας της τοπικής ιστορίας, με θέμα «Γυναικείο Κίνημα και παιδικός κινηματογράφος, επιρροές και ανάπτυξη του φαινομένου στην Αμαλιάδα του μεσοπολέμου. Η περίπτωση της Μαρίκας Μπότση-Τσαπαλίρα και του Νίκου Μπελογιάννη», που έγινε σε συνεργασία με το Σύλλογο Μόνιμης Έκθεσης Νίκος Μπελογιάννης.

Βασισμένη αρχικά στο βιβλίο του Νίκου Θεοδοσίου που έχει εκδώσει το Φεστιβάλ Ολυμπίας «Όταν ο κινηματογράφος πήγε στο ελληνικό σχολείο και γύρισε με κλάματα, το χρονικό της ταραγμένης σχέσης του κινηματογράφου με τη δημόσια εκπαίδευση στην Ελλάδα, από το 1900 μέχρι το 1997», η Γεωργοπούλου τόνισε πως χρειάστηκε σχεδόν ένας ολόκληρος αιώνας περιπετειών και αντιδράσεων, ώστε να υπάρξει κινηματογράφος για παιδιά. Ξετυλίγοντας το νήμα μιας συναρπαστικής αφήγησης, η Γεωργοπούλου εξήγησε πως το ριζοσπαστικό κομμάτι του φεμινιστικού κινήματος της εποχής του μεσοπολέμου υποστήριξε τη θεσμοθέτηση του παιδικού κινηματογράφου. Ενενήντα χρόνια πριν, ο Προοδευτικός Σύνδεσμος Γυναικών Αμαλιάδας δημιούργησε στην πόλη κινηματογράφο αποκλειστικά για παιδιά. Την πρωτοβουλία είχε η Μαρίκα Μπότση-Τσαπαλίρα (1904-2006), Φαρμακοποιός, αδερφή των εκδοτών των εφημερίδων «Ακρόπολις» και «Απογευματινή», Νάσου και Διονύση Μπότση, ιδρυτικό μέλος του Συνδέσμου Ελληνίδων Επιστημόνων και μάχιμο πρωτοκλασάτο στέλεχος του Σοσιαλιστικού Όμιλου Γυναικών. Το 1929 παντρεύτηκε τον Παναγιώτη Τσαπαλίρα και μετακομίζουν στη γενέτειρά του, στην Αμαλιάδα, όπου ανοίγει φαρμακείο, ενώ το 1932 ιδρύει τον Προοδευτικό Σύνδεσμο Γυναικών Αμαλιάδας. Αρθρογραφεί για την πρόοδο του φεμινιστικού κινήματος στον τοπικό τύπο, καθώς και στην εβδομαδιαία εφημερίδα πολιτικών και κοινωνικών ζητημάτων «Νέοι καιροί της Αμαλιάδας», με αρχισυντάκτη τον μαθητή ακόμα τότε Νίκο Μπελογιάννη, γέννημα θρέμμα της Αμαλιάδας και δραστήριο μέλος της προοδευτικής νεολαίας της πόλης, με έντονη πολιτική παρουσία και συμμετοχή και στις πολιτιστικές δραστηριότητες, ως μέλος ερασιτεχνικών θιάσων, σε μια εποχή όμως που απαγορευόταν στους μαθητές γυμνασίου να πηγαίνουν σινεμά. Εκείνη την εποχή, φωτισμένες προσωπικότητες τονίζουν στην Αθήνα την εκπαιδευτική σημασία του κινηματογράφου. Το 1933, η Μπότση οργανώνει στην Αμαλιάδα προβολές παιδικού κινηματογράφου, μέχρι τη δικτατορία του Μεταξά, όπου αναστέλλονται όλες οι δράσεις του Προοδευτικού Συνδέσμου Γυναικών. Ο Μπελογιάννης τότε, φοιτητής στη Νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών από το 1933, κυνηγημένος για τις έντονες πολιτικές του δράσεις, διαγράφεται από το πανεπιστήμιο, ακολουθώντας μια μαρτυρική πορεία φυλακίσεων, εκτοπίσεων και εξορίας. Κατά την παραμονή του στις λαϊκές δημοκρατίες, ως πολιτικός πρόσφυγας, είχε την ευκαιρία να δει μερικά αριστουργήματα της 7ης τέχνης, που είχαν κυκλοφορήσει στις ευρωπαϊκές αίθουσες το 1948, ανάμεσά τους και ταινίες με πρωταγωνιστές παιδιά. Αρχές του ’50, όταν ο Μπελογιάννης επιστρέφει παράνομα στην Ελλάδα, επισημαίνει σε ένα φίλο του πως δυο ταινίες για τα παιδιά, που πρέπει κανείς οπωσδήποτε να δει, είναι η ιταλική «Ο κλέφτης ποδηλάτων» (Ντε Σίκα/1948) και η ουγγρική «Κάποτε στην Ευρώπη» (Ραντβανίι Γκέζα/1948). Κατά την παραμονή του στη φυλακή, ο Μπελογιάννης μελέτησε τα προβλήματα της νεοελληνικής κοινωνίας σε μια εποχή όπου οι διανοούμενοι συναγωνιστές του που οραματίζονταν στις μελέτες τους το νέο εκπαιδευτικό σύστημα της μετακατοχικής Ελλάδας, είχαν πλέον συμπεριλάβει τον κινηματογράφο, ως απαραίτητο εργαλείο στο σχέδιο για μια λαϊκή παιδεία, που εισηγήθηκε το ΕΑΜ και η ΕΠΟΝ στη Γραμματεία Παιδείας της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης, με εμπνευστή τον Δημήτρη Γληνό.

Αρχές του ’50, σε μια Αθήνα συγκλονισμένη από την παγκόσμια κινητοποίηση για τη διάσωση του Μπελογιάννη, τις δίκες και την εκτέλεσή του, η φωτισμένη παιδαγωγός Ειρήνη Παϊδούση είναι η πρώτη που αναφέρεται με σαφήνεια πρώτη φορά, σε ένα ποιοτικό κινηματογράφο για παιδιά και νέους, στο άρθρο της «Ο κινηματογράφος ως παιδαγωγικό μέσο», στο περιοδικό «Παιδεία και Ζωή», όπου ανάμεσα στις προτεινόμενες ταινίες συμπεριλαμβάνει και την ουγγρική δραματική αντιπολεμική ταινία «Κάποτε στην Ευρώπη», που είχε συγκλονίσει τον Μπελογιάννη.

Το φεστιβάλ κινηματογράφου Ολυμπίας αναζήτησε το φιλμ στην Ουγγαρία, το υποτίτλισε και το πρόβαλε μετά την ομιλία, τιμώντας 72 χρόνια μετά, την επιθυμία του πρωτοπόρου αγωνιστή Νίκου Μπελογιάννη, ενώ αφιέρωσε την προβολή στη μνήμη της μαχόμενης φεμινίστριας Μαρίκας Μπότση-Τσαπαλίρα.

Η ασπρόμαυρη αυτή ταινία «Κάποτε στην Ευρώπη» αφηγείται την ιστορία μιας ομάδας ορφανών εγκαταλελειμμένων ρακένδυτων και πεινασμένων παιδιών, που παλεύουν να επιβιώσουν στη ρημαγμένη μεταπολεμική Ουγγαρία. Κατατρεγμένα από την κοινωνία, καταλήγουν σε ένα εγκαταλελειμμένο κάστρο στην κορφή ενός λόφου, όπου είχε καταφύγει ένας ηλικιωμένος, διακεκριμένος άλλοτε, διευθυντής ορχήστρας, επειδή «δεν ταιριάζει πια με τους ανθρώπους, γιατί κάνουν τόση φασαρία που δεν ακούγεται η μουσική». Μετά την επεισοδιακή τους γνωριμία και ένα τρικούβερτο γλέντι, όπου τα πεινασμένα παιδιά τρώνε και πίνουν ό,τι βρίσκουν, ο ηλικιωμένος μουσικός επιχειρεί να τους οργανώσει, για να επισκευάσουν όλοι μαζί το μέρος στο οποίο πρόκειται να διαμείνουν. Στα διαλείμματα παίζει γνωστές μελωδίες του Μπετόβεν στο πιάνο, καταφέρνοντας να κάμψει την αρχικά βίαιη αμυντική διάθεση των παιδιών, ενώ μέσα από την μελωδία της «Μασσαλιώτιδας», τους μιλάει για το σοσιαλιστικό ιδεώδες της ελευθερίας, για την οποία αξίζει να αγωνιστούν, αλλάζοντάς τους την άποψη για τον κόσμο, μέσα από τη μουσική.

Με διάθεση να αποδώσει μέσα από την κινηματογραφική εικόνα μερικά ιδεολογικά σχήματα, η ταινία αυτή μεταφέρει εύστοχα την έννοια της ρήσης «η ισχύς εν τη ενώσει», ειδικά στην αρχή που τα δυο παιδιά, που αλληλοβοηθιούνται, γίνονται τέσσερα και μετά οκτώ, σε μια προοδευτική αυξητική δυναμική, καθώς ολοένα και πληθαίνει το μπουλούκι των ορφανών, αναδεικνύοντας την αλληλεγγύη στο περιθώριο.

Αναπτύσσοντας εικαστική γλώσσα, η ταινία αυτή περιέχει αρκετά χαμηλά πλάνα, μόνο στα γυμνά πόδια των παιδιών, ενώ δείχνει μέσα από εικόνες, πώς το μπουλούκι γίνεται αδίστακτη συμμορία που, προσπαθώντας να επιβιώσει, κλέβει οτιδήποτε απ’ οποιονδήποτε, καρβέλια, κότες, γουρούνια, ακόμα και μπότες από τους κρεμασμένους που συναντούν στο διάβα τους. Τα μικρά ρακένδυτα χαμίνια, μεταξύ εξιδανικευμένου λυρισμού -με επιρροές από Κουροσάβα- και κοινωνικού ρεαλισμού, με την ταινία να περιέχει επιρροές γερμανικού εξπρεσιονισμού, με σκιάσεις σε ένα φλασμπάκ, αλλά και πειραματικές τάσεις της σχολής Βερτόφ, με κοφτά γρήγορα πλάνα, καθώς και χρήση του ιδεολογικού μοντάζ του Αϊζενστάιν. Με κωμικές επιρροές του αντιεξουσιαστικού «Διαγωγή μηδέν» (Ζαν Βιγκό/1933), οι σκληροτράχηλοι αντισυμβατικοί περιθωριακοί μπόμπιρες της ταινίας, ανάμεσά τους και ο αξιολάτρευτος μικρούλης Κούκσι, που καπνίζει, αλλά παίζει και φυσαρμόνικα, μοιάζει να αποτελέσαν κύρια έμπνευση για την ταινία «Το ξυπόλυτο τάγμα» (Γκρέγκ Τάλλας/1954), καθώς και την επίσης μεταγενέστερη «Ο Πόλεμος των κουμπιών» (Ύβ Ρομπέρ/1962). Ωστόσο το κυρίαρχο μουσικό μοτίβο της ταινίας, η επαναστατική «Μασσαλιώτιδα», ως η βασική μελωδία που σύσσωμη η παρέα των ορφανών σφυρίζει ως το δικό τους αναγνωριστικό σήμα, ίσως να αποτελεί έμπνευση από την «Καζαμπλάνκα» (1942/Μάικλ Κούρτιζ), όπου είχε προηγουμένως χρησιμοποιηθεί ως αντιναζιστικός ύμνος, σε μια ταινία ενός Ούγγρου σκηνοθέτη, πριν πολιτογραφεί ως καταξιωμένος Αμερικάνος σκηνοθέτης, μεταναστεύοντας από τη δεκαετία του ’20 στο Χόλιγουντ. 

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου
ifigenia.kalantzi@gmail.com  

Πηγή: edromos.gr 


Το 1922 από τη μεριά της απέναντι ακτής...

 

Ana Vatan (Sûdî)nin yeni harıta küllüyatından (Μητέρα πατρίδα: Από τη νέα συλλογή χαρτών του Sûdî), Κωνσταντινούπολη, 1927

Με αφορμή την έκθεση «Το έπος της Ανατολής στη φαντασία των Ελλήνων. Η Μικρασιατική Καταστροφή στη λογοτεχνία του μεσοπολέμου» στην Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα (έως τις 20/2/2023) η Νατάσα Λαιμού, από τις επιμελήτριες της έκθεσης, γράφει για την τουρκική λογοτεχνία του «πολέμου της ανεξαρτησίας».

Ο ελληνοτουρκικός πόλεµος του 1919-22, γνωστός στην Τουρκία και ως «ο πόλεµος της ανεξαρτησίας», σηµάδεψε βαθύτερα την τουρκική από την ελληνική λογοτεχνία γιατί συµπλήρωσε την οριστική ρήξη µε το οθωµανικό παρελθόν και εισήγαγε ένα νέο πολίτευµα και τελικά µια ριζική γλωσσική αλλαγή.

Από τα µέσα του 19ου αιώνα η τουρκική λογοτεχνία ήταν ανοιχτή σε ευρωπαϊκές επιδράσεις. Είναι η εποχή που δηµοσιεύτηκαν για πρώτη φορά µυθιστορήµατα δυτικού τύπου. Συγγραφείς άρχισαν να αποκλίνουν από την επιτηδευµένη λόγια γλώσσα, βαθιά επηρεασµένη από την αραβοπερσική παράδοση. Ηδη πριν από τον Μεγάλο Πόλεµο αναπτύχθηκαν ποικιλόµορφα λογοτεχνικά κινήµατα, τα οποία βρέθηκαν αντιµέτωπα µε την πρόκληση του εξευρωπαϊσµού. Μεταξύ αυτών υπήρχε και ένα κίνηµα «νεοελληνικό» που έψαχνε τις ρίζες µιας ανανεωµένης τουρκικής λογοτεχνίας στην αρχαία Ελλάδα. Πρωτοστάτησε σε αυτό ο Yakup Kadri Karaosmanoğlu, µετέπειτα ένας από τους πιο ένθερµους θιασιώτες του Μουσταφά Κεµάλ και από τους λαµπρότερους συγγραφείς της «εθνικής» λογοτεχνίας.

Μακέτα για το εξώφυλλο της μεταπολεμικής έκδοσης του «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια» από τη ζωγράφο και εικαστικό Δέσποινα Μεϊμάρογλου (ΑΣΚΣΑ Αρχεία, Αρχείο Στράτη Μυριβήλη)

Εθνικός πόθος στους ερειπωµένους δρόµους

Στην «εθνική» λογοτεχνία η παραµεληµένη Ανατολή γίνεται η καρδιά της µητέρας πατρίδας και προβάλλεται ως ριζικά τουρκική. Λείπουν όχι µόνο οι χριστιανικές κοινότητες, αλλά και οι νεόφερτοι µουσουλµάνοι πρόσφυγες από τις δικές τους χαµένες πατρίδες. Μυθιστορήµατα σε συνέχειες, ποιήµατα και φλογερά άρθρα σε εφηµερίδες τόσο της Κωνσταντινούπολης όσο και της επαρχίας τονίζουν το δίκαιο του αγώνα όχι µόνο κατά του Ελληνα αλλά και κατά του σαθρού οθωµανικού παρελθόντος. Συγγραφείς όπως οι Yakup Kadri Karaosmanoğlu, Halide Edip Adıvar, Reşat Nuri Güntekin, Falih Rıfkı Atay, Mehmet Asım Us, Aka Gündüz, Mehmet Rauf, Mithat Cemal Kuntay αλλά και νεότεροι όπως o Nâzım Hikmet γράφουν για την ταπεινωτική συνθηκολόγηση του Μούδρου, τη συµµαχική κατοχή στην Κωνσταντινούπολη, την απόβαση του ελληνικού στρατού στη Σµύρνη, τις µαζικές διαδηλώσεις διαµαρτυρίας και βέβαια τον αγώνα των εθνικιστών στην Ανατολή.

Η ελληνική λογοτεχνία της Μικρασιατικής Καταστροφής γεννιέται αµέσως µετά το τέλος του πολέµου, αρχικά από τα βάσανα της αιχµαλωσίας και αργότερα της προσφυγιάς. Στα βάσανα εστιάζουν και οι Τούρκοι συγγραφείς. Τα δικά τους βάσανα όµως είναι όσα υπέστη ο τουρκικός λαός κατά το πέρασµα του ελληνικού στρατού και την ελληνική κατοχή, βάσανα που δικαιώνουν τον απελευθερωτικό αγώνα.

Τη σχέση µεταξύ των δεινών του πολέµου και του εθνικού φρονήµατος εκφράζει σαφέστατα η εισαγωγή σε συλλογή αφηγήσεων –«Από την Προύσα στη Σµύρνη. Ιστορίες, γράµµατα και έρευνες σχετικές µε την ευθύνη του ελληνικού στρατού» του 1922– απλών ανθρώπων από την Ανατολή την οποία παρουσίασαν καταξιωµένοι συγγραφείς όπως ο Yakup Kadri και η Halide Edip.

«Μέχρι σήµερα υπήρχε εθνικός πόθος στην τουρκική λογοτεχνία, κανείς όµως δεν είχε συνειδητοποιήσει τι ήταν. Στην πραγµατικότητα ήταν αδύνατο να βρεθεί µε τη λογική. Το βιβλίο “Από την Προύσα στη Σµύρνη” προαναγγέλλει αυτό τον πόθο. Αγωνιώντας οι συγγραφείς τον βρήκαν µες στους ερειπωµένους δρόµους της πατρίδας και δεν τον σπατάλησαν» (σχόλιο του Fevzi Lütfi το οποίο παραθέτει η İnci Enginün στον πρόλογό της στην έκδοση του προαναφερθέντος βιβλίου µε λατινικό αλφάβητο).

Το 1919 ο Μυριβήλης θα παντρευτεί στο Δικελί την αγαπημένη του Ελένη Δημητρίου, δασκάλα, η οποία θα τον ακολουθήσει σε πολλές από τις μεταθέσεις στη μικρασιατική εκστρατεία. Το πρώτο τους παιδί, η Χάρη, θα γεννηθεί στο Εσκί Σεχίρ (ΑΣΚΣΑ Αρχεία, Αρχείο Στράτη Μυριβήλη)

Από τον «Ξένο» στον «άγνωστο» Ναζίµ Χικµέτ

Το 1922 η Halide Edip δηµοσίευσε το πρώτο µυθιστόρηµα του «πολέµου της ανεξαρτησίας», το «Ateşten gömlek» (Το πύρινο πουκάµισο), το οποίο µάλιστα µεταφέρθηκε σε ταινία το 1923. Το πύρινο πουκάµισο του µυθιστορήµατος είναι το φλογερό πάθος και για την πανώρια και καταπονεµένη κόρη της Σµύρνης και για την πόλη που συµβολίζει. Σηµαντικά στοιχεία κοινά µε τα πρώτα ελληνικά µυθιστορήµατα της Μικρασιατικής Καταστροφής είναι η αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο και η χρήση απλής γλώσσας, στοιχεία που εγγυώνται τη γνησιότητα της προσωπικής εµπειρίας. Παρόµοια χαρακτηριστικά συναντάει ο αναγνώστης στο σπουδαιότερο µυθιστόρηµα αυτού του είδους της λογοτεχνίας, το «Yaban» (Ο ξένος) του Yakup Kadri, που εκδόθηκε δέκα χρόνια αργότερα.

Η αφήγηση του «Yaban» εκτυλίσσεται σε ένα χωριό κοντά στον Σαγγάριο στα χρόνια του πολέµου και καταλήγει µε την πυρπόληση του χωριού από τον υποχωρούντα ελληνικό στρατό. Βασικός άξονας όµως του µυθιστορήµατος δεν είναι ο πόλεµος αλλά το χάσµα που χωρίζει τον µορφωµένο αφηγητή από τους εξαθλιωµένους χωρικούς µιας καθόλου παραδεισένιας Ανατολής. Ο Yakup Kadri εκµεταλλεύεται και διαστρεβλώνει κοινούς τόπους της λογοτεχνίας του «πολέµου της ανεξαρτησίας» για να θίξει φλέγοντα προβλήµατα του νεοσύστατου κεµαλικού κράτους. ∆εν πρόκειται όµως για απλό έργο κοινωνικού προβληµατισµού – µε αριστοτεχνικό τρόπο δηµιουργείται ένα παραλήρηµα ψυχολογικής αποξένωσης. Η πρωτοπορία του στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία δεν έχει τονιστεί αρκετά.

Ξεχωριστή θέση σε αυτήν τη λογοτεχνία έχει ο Nâzım Hikmet. Την εποχή του πολέµου δηµοσίευε φλογερά πατριωτικά ποιήµατα και «βγήκε» ο ίδιος στην Ανατολή. Αργότερα πέρασε χρόνια φυλακισµένος στην κεµαλική και µετακεµαλική Τουρκία. Στη φυλακή µεταξύ του 1939 και 1941 συνέθεσε το «Kuvâyi milliye» (Οι εθνικές δυνάµεις), επικό ποίηµα για τον πόλεµο του 1919-22 µε αντιιµπεριαλιστικό πνεύµα που διαφέρει από το επίσηµο αφήγηµα και δηµοσιεύτηκε αυτούσιο µετά τον θάνατό του.

Ενώ υπάρχουν τουρκικές µεταφράσεις των ελληνικών µυθιστορηµάτων της Μικρασιατικής Καταστροφής, η λογοτεχνία του «πολέµου της ανεξαρτησίας» παραµένει άγνωστη στην Ελλάδα. Τα εµβληµατικά έργα αυτής της λογοτεχνίας περιµένουν ακόµη τον Ελληνα µεταφραστή.

Πηγή: www.documentonews.gr

Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2023

Το 2022 μας έμαθε τι σημαίνει "ενεργειακή κρίση"...

 

Σαν περιττό στολίδι πάνω σε χριστουγεννιάτικο δέντρο φαντάζει η κλιματική και ενεργειακή δικαιοσύνη. Όμορφη (αν υπάρχει), όμως όχι απαραίτητη – λες και μπορούμε να την αντικαταστήσουμε εύκολα με κάποιο άλλο στολίδι. Κάπως έτσι τη μεταχειρίζονται οι κυβερνήσεις. Μπορεί να την αναφέρουν, αλλά σαν διακοσμητικό και όχι ζωτικής σημασίας θέμα.



Ακόμη κι όταν ο ΓΓ του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, δηλώνει πως οδεύουμε προς μια κλιματική κόλαση, ακόμη κι όταν οι περιβαλλοντικοί ακτιβιστές φωνάζουν ότι είμαστε η τελευταία γενιά που μπορεί να κάνει κάτι που θα αντιστρέψει την κατάσταση. Ο αγώνας για το κλίμα πρέπει να κερδηθεί σε αυτήν την κρίσιμη δεκαετία, αλλιώς θα πούμε game over. Για να υπάρξει όμως αγώνας πρέπει να μιλήσουμε ανοιχτά για τις καταστροφικές πρακτικές.

Όπως είχε γράψει πρόσφατα o George Monbiot, συγγραφέας και περιβαλλοντικός ακτιβιστής, «Η προσπάθεια ευαισθητοποίησης σχετικά με τον αντίκτυπο της κτηνοτροφίας στον πλανήτη μοιάζει πολύ με την αντίστοιχη προσπάθεια για τα ορυκτά καύσιμα πριν από 20 χρόνια. Πρέπει να ξεκινήσεις από το πρώτο επίπεδο, εξηγώντας υπομονετικά, ξανά και ξανά, ζητήματα που φαίνονται εκτυφλωτικά προφανή, αλλά που έχουν συσκοτιστεί επιτυχώς από δεκαετίες προπαγάνδας». Το να αναγνωρίζουμε όμως το πρόβλημα, χωρίς να κάνουμε κάτι ουσιαστικό για την αντιμετώπισή του τείνει να παραχαράσσει το πραγματικό νόημα του τι σημαίνει (κλιματική) κρίση.

Πέρα από την κρίσιμη βλάβη της κτηνοτροφίας στο περιβάλλον και την αιματηρή βία απέναντι στην πανίδα, υπάρχει μια άλλη συζήτηση σχετικά με το περιβάλλον, η οποία δεν ανοίγει εύκολα, κριτικά, (αντι)συστημικά, ούτε με στόχο να επιλυθεί, και σίγουρα δεν διευρύνεται στη δημόσια σφαίρα. Διότι όσο πιο καταστροφική είναι μια πρακτική, τόσο το πιθανότερο να τυχαίνει προστασίας. Πάρτε για παράδειγμα τις δικομανείς πολυεθνικές του πετρελαίου που 



μηνύουν κατά ριπάς ολόκληρες χώρες εις βάρος φυσικά του πλανήτη. Υπάρχουν βέβαια και λιγότερο προφανείς μολυντές, όπως το ίντερνετ. (Fun fact: μία ταινία δύο ωρών ρυπαίνει όσο 45 λεπτά οδήγησης με το αυτοκίνητο ισχυρίζεται ο Stefano Bonetti, Καθηγητής Πειραματικής Φυσικής Συμπυκνωμένης Ύλης στο Πανεπιστήμιο Ca’ Foscari της Βενετίας.)

Το αόρατο θύμα ενός πολέμου

Στο θέμα μας όμως. Οι πολεμικές συγκρούσεις και ο στρατός είναι από τους μεγαλύτερους ρυπαντές στον κόσμο. Περίπου το 60% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα προέρχεται από δέκα μόλις χώρες: Κίνα, ΗΠΑ, Ινδία, Ινδονησία, Ρωσία, Βραζιλία, Ιαπωνία, Ιράν, Καναδάς και Σαουδική Αραβία και όλες τους – εκτός από την Ινδονησία – είναι μεταξύ των 20 χωρών με τις μεγαλύτερες στρατιωτικές δαπάνες. Το περιβάλλον είναι το αόρατο θύμα στις συγκρούσεις και αυτό έγινε πιο φανερό με την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου της χρονιάς που εκπνέει. 

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία απέδειξε πόσο εξαρτημένοι είμαστε ακόμη από τα ορυκτά καύσιμα. Η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας ορυκτών καυσίμων στον κόσμο και ένας ιδιαίτερα σημαντικός προμηθευτής στην Ευρώπη. Η παγκόσμια κατανάλωση άνθρακα πρόκειται να φτάσει σε νέο υψηλό το 2022 καθώς η ενεργειακή κρίση κλονίζει τις αγορές, ελλείψει ισχυρότερων προσπαθειών για την επιτάχυνση της μετάβασης στην καθαρή ενέργεια. Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρακας θα συνεχίσει να είναι η μεγαλύτερη ενιαία πηγή εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα του παγκόσμιου ενεργειακού συστήματος. 

«Ο κόσμος είναι κοντά σε μια κορύφωση στη χρήση ορυκτών καυσίμων, με τον άνθρακα να είναι ο πρώτος που θα υποχωρήσει, αλλά δεν είμαστε ακόμη εκεί», δήλωσε ο Keisuke Sadamori, Διευθυντής Ενεργειακών Αγορών και Ασφάλειας του Διεθνή Οργανισμού Ενέργειας. «Η ζήτηση άνθρακα είναι πεισματική και πιθανότατα θα φτάσει σε υψηλό όλων των εποχών φέτος, αυξάνοντας τις παγκόσμιες εκπομπές. Ταυτόχρονα, υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι η σημερινή κρίση επιταχύνει την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την ενεργειακή απόδοση και τις αντλίες θερμότητας – και αυτό θα μετριάσει τη ζήτηση άνθρακα τα επόμενα χρόνια. Οι κυβερνητικές πολιτικές θα είναι το κλειδί για τη διασφάλιση μιας ασφαλούς και βιώσιμης πορείας προς τα εμπρός».

Τα μέλη της ΕΕ έχουν εισαγάγει υποχρεώσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου και συμφώνησαν σε εθελοντικούς στόχους για μείωση της ζήτησης φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας κατά 15% αυτόν τον χειμώνα μέσω μέτρων απόδοσης, μεγαλύτερης χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και υποστήριξης για βελτιώσεις απόδοσης. Η ρωσική εισβολή πυροδότησε μια επανεκτίμηση των ενεργειακών πολιτικών και προτεραιοτήτων, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τη βιωσιμότητα δεκαετιών αποφάσεων υποδομών και επενδύσεων.

Η κρίση ενέργειας ως επιστέγασμα των πολλαπλών κρίσεων

Οι αγορές ενέργειας άρχισαν να στριμώχνονται το 2021 λόγω διαφόρων παραγόντων, συμπεριλαμβανομένης της ταχείας οικονομικής ανάκαμψης μετά την πανδημία. Η κατάσταση όμως κλιμακώθηκε σε πλήρη παγκόσμια ενεργειακή κρίση μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η τιμή του φυσικού αερίου έφτασε σε υψηλά ρεκόρ και ως αποτέλεσμα και η ηλεκτρική ενέργεια σε ορισμένες αγορές. Οι τιμές του πετρελαίου έφτασαν στο υψηλότερο επίπεδο από το 2008.

Οι υψηλότερες τιμές της ενέργειας συνέβαλαν σε έναν επικίνδυνα υψηλό πληθωρισμό, ώθησαν οικογένειες στη φτώχεια και επιβράδυναν την οικονομική ανάπτυξη σε σημείο που ορισμένες χώρες οδεύουν προς σοβαρή ύφεση. Στις αναδυόμενες οικονομίες, όπου το μερίδιο των οικιακών προϋπολογισμών που δαπανάται για ενέργεια και τρόφιμα είναι ήδη μεγάλο, οι υψηλότεροι λογαριασμοί ενέργειας αύξησαν την ακραία φτώχεια και καθυστερούν την πρόοδο προς την επίτευξη καθολικής και οικονομικά προσιτής ενεργειακής μετάβασης. Ακόμη και στις προηγμένες οικονομίες, η αύξηση των τιμών έχει επηρεάσει τα ευάλωτα νοικοκυριά και έχει προκαλέσει σημαντικές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές πιέσεις.

Το αποτέλεσμα; Ενεργειακή φτώχεια

Το 17% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα δεν γνωρίζει τι σημαίνει ο όρος ενεργειακή φτώχεια, σύμφωνα με έρευνα του Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ. «Ενεργειακή φτώχεια έχουμε όταν οι άνθρωποι δεν μπορούν να κρατήσουν ζεστά τα σπίτια τους. Και αυτό προκαλεί τεράστια προβλήματα», σημειώνει η πρωτοβουλία End Fuel Poverty Coalition

Ενεργειακή φτώχεια είναι ο όρος που αποδίδεται στον τύπο της φτώχειας στην οποία τα νοικοκυριά δεν έχουν πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες ενέργειας για ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης και υγείας. Με άλλα λόγια, όταν δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να θερμάνουν κατάλληλα τα σπίτια τους τον χειμώνα ή να έχουν δροσιά το καλοκαίρι. Και η φτώχεια είναι βία, συστημική. Ειδικότερα, στον δήμο της Αθήνας, παρατηρείται σημαντική γεωγραφική διάχυση της εγκατάλειψης και των χαμηλών ενεργειακών προδιαγραφών των κτιρίων, της φτώχειας και της μείωσης της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας.

Οι δύο βασικές αιτίες της ενεργειακής φτώχειας είναι τα χαμηλά εισοδήματα και η διαβίωση σε κτίρια με χαμηλή ενεργειακή απόδοση.

Παρότι το δικαίωμα πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες όπως η ενέργεια κατοχυρώνεται στην Αρχή 20 του Ευρωπαϊκού Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων, η οποία ορίζει ότι «καθένας έχει δικαίωμα πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες καλής ποιότητας, όπως νερό, αποχέτευση, ενέργεια και μεταφορές».

Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους

Το Ελληνικό Δίκτυο για την Καταπολέμηση της φτώχειας παρουσίασε μια έρευνα με στοιχεία από την πρόσφατη έκθεση της ΕΛΣΤΑΤ καθώς και μέσω έρευνας που διεξήγαγε το ΕΔΚΦ σε συνεργασία με οργανώσεις, δείχνοντας ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα της περιόδου που διανύουμε δεν είναι άλλο από αυτό της ενεργειακής φτώχειας. 

Συγκεκριμένα, το 84,6% των ερωτηθέντων (ωφελούμενοι των οργανώσεων) δήλωσε πως αντιμετωπίζουν ενεργειακή φτώχεια.

Το 20% των ερωτηθέντων ανέφερε ότι οι σημαντικότερες ανάγκες που αντιμετωπίζει είναι οικονομικές/ έλλειψη επαρκών πόρων, το 18,3% εξεύρεση εργασίας/ πρόσβαση σε εργασία, το 15% θέματα στέγης, το 12,5 % μορφές ενεργειακής φτώχειας και άλλο ένα 12,5% επισιτιστική ανασφάλεια.

Παράλληλα, το 38,5% των ερωτηθέντων δυσκολεύονται πάρα πολύ να επιβιώσουν, το 23,1% δήλωσε ότι η κατάστασή τους χειροτερεύει ενώ το 19,2% αντιμετωπίζουν τα προβλήματα με την όποια δυσκολία.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, σε σχέση με τρεις βασικούς δείκτες αποτύπωσης της ενεργειακής φτώχειας, για το 2020 στην Ελλάδα το 17,1% των νοικοκυριών (39,1% των φτωχών νοικοκυριών) αντιμετωπίζουν οικονομική αδυναμία κάλυψης ικανοποιητικής θέρμανσης, το 28,2% (50,1% των φτωχών νοικοκυριών) δηλώνει δυσκολία στην έγκαιρη πληρωμή πάγιων λογαριασμών, όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού, του φυσικού αερίου, κ.λπ.

Περισσότερα από 54 εκατομμύρια νοικοκυριά στην ΕΕ, δηλαδή το 11% του πληθυσμού, υπολογίζεται ότι έρχονται αντιμέτωπα με το φαινόμενο και τις επιπτώσεις της ενεργειακής φτώχειας, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για την Ενεργειακή Φτώχεια. Κι αυτή είναι η αισιόδοξη εκτίμηση, καθώς ο πραγματικός αριθμός πιστεύεται ότι είναι ακόμη μεγαλύτερος από αυτόν.

Στο δρόμο για ενεργειακή ανεξαρτησία

Η Ελλάδα έχει θέσει ως στόχο τη μείωση της ενεργειακής φτώχειας κατά 50% έως το 2025 και κατά 75% έως το 2030. Στην ΕΕ συμφώνησαν να συσταθεί ένα Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα, το οποίο θα βοηθήσει τους πολίτες που είναι πιο ευάλωτοι λόγω ενεργειακής φτώχειας και οικονομικής αδυναμίας μετακινήσεων. Για πρώτη φορά η ΕΕ θα στηρίξει απευθείας την πράσινη μετάβαση των πιο ευάλωτων.

Ο δρόμος για ενεργειακή ανεξαρτησία είναι μακρύς κι αν δεν υπάρξουν περισσότερες, πιο συγκεκριμένες, άμεσες και φιλόδοξες προτάσεις...

Πηγή: popaganda.gr/

Μηνολόγιο Ιανουαρίου 2023...

 


Έχουν ήδη περάσει τρεις μέρες που έφτασε ο καινούργιος χρόνος και μαζί του ο πρώτος του μήνας, ο Γενάρης. Όπως διαβάζουμε στο ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, ο Ιανουάριος, Γενάρης πιο λαϊκά, έχει, όπως και όλοι οι μήνες, ρωμαϊκή ετυμολογία. Είναι ο μήνας ο αφιερωμένος στον θεό Ιανό (Janus), που τον είχαν σε μεγάλη εκτίμηση οι Ρωμαίοι. Το παλιο ρωμαϊκό (σεληνιακό) ημερολόγιο άρχιζε τον μήνα Μάρτιο. Ο Ιούλιος Καίσαρας, όταν καθιέρωσε το ιουλιανό ημερολόγιο που φέρει το όνομά του, μετέφερε την αρχη του χρόνου στον Ιανουάριο και από τότε υπάρχει η ανακολουθία με τα ονόματα των μηνών από τον Σεπτέμβριο ως τον Δεκέμβριο. Να και το μηνολόγιο του Γενάρη, πάντα από τον Νίκο Σαραντάκο:

Κυ   1Της πρασίνης τσόχας (της σχισθείσης εν Αβάνα)
Δε  2Έναρξις αγώνος ανυπακοής και μη βίας υπό Μαχάτμα Γκάντι
Τρ  3† Κοίμησις Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη, συγγραφέως των ταπεινών
Τε   4† Νικολάου Γύζη τελευτή
Πε   5Γενέσιον Σωκράτους του φιλοσόφου
Πα   6Εφεύρεσις τηλεγράφου υπό Μορς
Σα 7Ανακάλυψις των δορυφόρων του Διός υπό Γαλιλαίου
Κυ  8† Γαλιλαίου τελευτή και Ναπολέοντος Λαπαθιώτη αυτοκτονία και Νικολάου Τεμπονέρα αναίρεσις
Δε  9† Θεοφίλου Καΐρη του μεγάλου διδασκάλου τελευτή
Τρ 10Νίκη Θρασυβούλου κατά των τριάκοντα τυράννων
Τε 11Γενέσιον Νικολάου Καββαδία του μαρκονιστή και αυτοκτονία Ααρών Σβαρτς του διαδικτυομάρτυρος
Πε 12Γενέσιον Σπυρίδωνος Λούη του μαραθωνοδρόμου
Πα 13Το «Κατηγορώ» του Αιμιλίου Ζολά
Σα 14Της Αλκυόνης· και τελευτή Γρηγορίου Ξενοπούλου του Ζακυνθίου
Κυ 15Γενέσιον Ιωάννου Ποκελέν ή Μολιέρου, ηθοποιού και συγγραφέως
Δε 16† Ευστρατίου Αναστασέλλη του σκωπτικού
Τρ 17Γενέσιον Βενιαμίν Φραγκλίνου
Τε 18Γενέσιον και τελευτή Βασιλείου Τσιτσάνη, λαϊκού μουσουργού
Πε 19Γενέσιον Εδγάρδου Άλλαν Πόε
Πα 20† Κοίμησις Χρήστου Καπράλου
Σα 21Των τριών Λάμδα (Λένιν, τη Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Καρλ Λίμπκνεχτ)
Κυ 22Γενέσιον Λόρδου Βύρωνος, του φιλέλληνος ποιητού
Δε 23Γενέσιον Αντωνίου Γκράμσι
Τρ 24† Αμεδαίου Μοντιλιάνι
Τε 25Γενέσιον Γεωργίου Ζαμπέτα, του μεγάλου διασκεδαστού και θανή Θεοδώρου Αγγελόπουλου επί των επάλξεων
Πε 26Του Ολοκαυτώματος
Πα 27† Κοίμησις Ιωσήφ Βέρντι
Σα 28† Κοίμησις Θεοδώρου Δοστογέφσκι
Κυ 29† Θανή Αλεξάνδρου Πούσκιν, του ποιητού
Δε 30† Μεθοδίου Ανθρακίτου, του διαφωτιστού
Τρ 31† Αλεξάνδρου Υψηλάντου τελευτή


Για το συναπάντημα με τον καινούργιο μήνα, να ένα ποίημα του Κ.Π.Καβάφη μελοποιημένο από τον Θάνο Μικρούτσικο: Γενάρης 1904.