Μαθημένοι χρόνια και χρόνια πολλά από τη
λειτουργία της θεσμικής μας εκπαίδευσης αλλά και από την συνολική
λειτουργία της κοινωνίας μας να κινούμαστε όσο πιο πολύ μπορούμε στον
κόσμο του «συγκεκριμένου» και του χειροπιαστού, της απτής
αποτελεσματικότητας και της διαρκούς ικανοποίησης έχουμε χάσει εν
πολλοίς το ψυχανέμισμα και τη διαίσθηση που μπορούν να μας χαρίσουν
άπειρες πτυχές της πραγματικότητας, να συνάψουν το «υποκειμενικό» και το
«αντικειμενικό», να ρίξουν πιο πολλές γέφυρες μεταξύ «πραγματικού» και
«φαντασιακού».
Εκπαιδευμένοι από τα πρώτα βήματά μας να κινούμαστε και να ζούμε επί των απτών πραγμάτων και επί της κοινωνικής συμβατικότητας θεωρούμε το όλο στερέωμα του συναισθήματος ως μια προσωπική υπόθεση πλημμυρισμένη κυρίως με επινοήσεις και με φαντασιώσεις. Δεν γευόμαστε τις ακρώρειες του στοχασμού μας και πολύ περισσότερο την παραμεθόριο της φαντασίας μας. Δεν βγαίνουμε έξω από τις απόλυτα προσδιορισμένες συμβάσεις του τυπικού ορθολογισμού. Χάνουμε έτσι πτυχώσεις του Κόσμου και του εαυτού μας.
Τι γίνεται όμως όταν έρχονται βασανιστικά και επίμονα ερωτήματα από τα σύνορα της σκέψης μας; Τι κάνουμε όταν οι απαντήσεις που δίνονται από τους τόπους της συμβατικότητας δεν είναι ικανοποιητικές και νιώθουμε ότι είναι «κοινωνικές συμφωνίες» και τίποτα πέραν τούτου; Πώς στεκόμαστε όταν η ψυχή μας μένει ανικανοποίητη και αναζητά τόπους πέραν των «συμφωνιών»;Το πρόβλημά μας καταδεικνύεται με τον πιο πειστικό τρόπο μελετώντας την έννοια του χρόνου. Τι είναι χρόνος; Ποια είναι η φύση του; Πώς μπορούμε να αντιληφτούμε τον ενιαίο χωροχρόνο; Είναι ο χρόνος «κοινωνική κατασκευή» ή μια φυσική εκτός του σύμπαντος του ανθρώπου πραγματικότητα; Αντιλαμβάνεται το χρόνο κανένας άλλος πέραν του ανθρώπου; Έχει ενιαία έκφραση σ’ όλους τους πολιτισμούς και σ’ όλους τους ανθρώπους ο χρόνος; Ποιες είναι και πως προσλαμβάνουμε τις μορφές του χρόνου;
Επιχειρώντας μια μικρή προσέγγιση του τελευταίου ερωτήματος ας θέσουμε την αδρομερή κοινωνική σύμβαση επί των μορφών του χρόνου, προκειμένου να τον κατανοήσουμε όσο μπορούμε περισσότερο. Τι ζούμε και τι προσλαμβάνουμε εμείς από τις τρεις εμφανίσεις του χρόνου, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον;
Το παρελθόν υπάρχει; Υπήρξε μεν, αλλά σε κάθε στιγμή ως παρελθόν είναι ανύπαρκτο. Όμως η συζήτηση δεν μπορεί να σταματήσει με αυτή την απολυτότητα. Το παρελθόν μπορεί να υπάρχει ως επίδραση επί του παρόντος. Η εισαγωγή μας στο πανεπιστήμιο, για παράδειγμα, που έγινε σε μια «άλφα» φάση της ηλικίας μας και που ανήκει πλέον στο παρελθόν, έχει επιδράσεις στη μετέπειτα ζωή μας αφού ασκούμε το επάγγελμά μας με βάση τις πανεπιστημιακές σπουδές. Επομένως όψεις του παρελθόντος βρίσκονται και επί του παρόντος και τις βιώνουμε διαρκώς έστω και έμμεσα. Από την άλλη πλευρά, δεν μπορούμε να παρέμβουμε στο παρελθόν και να διορθώσουμε μια λανθασμένη επιλογή μας. Επομένως αυτή η δυνατότητά μας επί του παρελθόντος δεν είναι υπαρκτή και το παρελθόν είναι μάλλον ένα φάντασμα. Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι ταλαντευόμαστε στο να αποδώσουμε με απόλυτο τρόπο ένα συμπέρασμα επί της ύπαρξης ή όχι του παρελθόντος, αφού και οι αμφισημίες και οι πολυσημίες διαμορφώνουν ένα πολυσύνθετο και άκρως αντιφατικό τοπίο επ’ αυτού.Το μέλλον υπάρχει; Η πιο σίγουρη απάντηση φαντάζει ότι είναι απόλυτα αρνητική. Κανένας δεν ξέρει ότι θα συμβεί το «άλφα» ή το «βήτα» γεγονός την αμέσως επόμενη στιγμή. Ωστόσο, από την εμπειρία μας διαπιστώνουμε ότι προ-οικονομούμε το μέλλον μας ως ένα συστατικό στοιχείο της ζωής μας και της καθημερινής μας λειτουργίας. Σχεδιάζουμε τις κινήσεις μας για την επόμενη ημέρα, για παράδειγμα, και κατά κανόνα η ζωή κυλάει κατ’ αυτό τον προγραμματισμό μας. Μπορούμε να ισχυριστούμε λοιπόν ότι ένα μέρος του μέλλοντος το ζούμε ως συστατικό στοιχείο ή έστω ως σκηνικό μιας κάποιας απόφασής μας και επιλογής μας. Κάπως έτσι μπορούμε και πάλι να αποφανθούμε ότι είναι τα ίδια σημεία επαφής μας με το μέλλον, όπως και αυτά του παρελθόντος, ότι δηλαδή οι απαντήσεις είναι αμφίσημες και πολύσημες και δεν επιδέχονται απόλυτες θεωρήσεις.
Το παρόν υπάρχει, αφού αυτό βιώνουμε κάθε φορά. Αλλά ποιο είναι το παρόν όταν βρίσκεται ανάμεσα στις μυλόπετρες του παρελθόντος και του μέλλοντος και αλέθεται με υλικά ανακατωμένα με εκείνα του παρελθόντος και του μέλλοντος και η διάρκειά του είναι στιγμιαία όσο μια ανάσα μας; Στην ουσία βιώνουμε το παρόν με βάση τη λειτουργία της νόησής μας, δηλαδή η γεύση του εμπεριέχει και το κοντινό κυρίως παρελθόν και το κοντινό μέλλον ως απόρροια μιας εγκεφαλικής πρόσληψής τους και όχι ως στοιχεία της φυσικής πραγματικότητας.
Αν θα θέλαμε να δώσουμε μια κάποια τελική θεώρηση – και πάντως όχι απάντηση… -, θα έπρεπε να καταλήξουμε σε μια διάζευξη. Ή ο χρόνος είναι μια επινόηση της ανθρώπινης σκέψης – καταπώς ισχυριζόταν και ο Αϊνστάιν -, είναι συστατικό στοιχείο της με το οποίο έχει εξελιχθεί η σκέψη μας και επομένως δεν μπορούμε να το θέσουμε …απέναντί μας και να το παρατηρήσουμε ή είναι ένα ευρύ στερέωμα που μας εμπεριέχει σε τέτοιο βαθμό που δεν μπορούμε να «δούμε έξω απ’ αυτό».
Θεωρώ ότι η σχέση μας με το χρόνο θα παραμένει πάντα σχέση ασύμπτωτη, ότι θα είναι πάντα ένα πεδίο προβληματισμού και στοχασμού – επομένως και ιερής αισθητικής ομορφιάς και αιώνιας πρόκλησης της σκέψης μας – και δεν πρόκειται να υπάρξουν οριστικές και αμετάκλητες απαντήσεις. Είναι μια σχέση στη σφαίρα του απόλυτου αξιερώτητου… Είναι νερό που φεύγει μέσα από τη χούφτα μας…
Πηγή:Ν. Τσούλιας / alfavita.gr
Εκπαιδευμένοι από τα πρώτα βήματά μας να κινούμαστε και να ζούμε επί των απτών πραγμάτων και επί της κοινωνικής συμβατικότητας θεωρούμε το όλο στερέωμα του συναισθήματος ως μια προσωπική υπόθεση πλημμυρισμένη κυρίως με επινοήσεις και με φαντασιώσεις. Δεν γευόμαστε τις ακρώρειες του στοχασμού μας και πολύ περισσότερο την παραμεθόριο της φαντασίας μας. Δεν βγαίνουμε έξω από τις απόλυτα προσδιορισμένες συμβάσεις του τυπικού ορθολογισμού. Χάνουμε έτσι πτυχώσεις του Κόσμου και του εαυτού μας.
Τι γίνεται όμως όταν έρχονται βασανιστικά και επίμονα ερωτήματα από τα σύνορα της σκέψης μας; Τι κάνουμε όταν οι απαντήσεις που δίνονται από τους τόπους της συμβατικότητας δεν είναι ικανοποιητικές και νιώθουμε ότι είναι «κοινωνικές συμφωνίες» και τίποτα πέραν τούτου; Πώς στεκόμαστε όταν η ψυχή μας μένει ανικανοποίητη και αναζητά τόπους πέραν των «συμφωνιών»;Το πρόβλημά μας καταδεικνύεται με τον πιο πειστικό τρόπο μελετώντας την έννοια του χρόνου. Τι είναι χρόνος; Ποια είναι η φύση του; Πώς μπορούμε να αντιληφτούμε τον ενιαίο χωροχρόνο; Είναι ο χρόνος «κοινωνική κατασκευή» ή μια φυσική εκτός του σύμπαντος του ανθρώπου πραγματικότητα; Αντιλαμβάνεται το χρόνο κανένας άλλος πέραν του ανθρώπου; Έχει ενιαία έκφραση σ’ όλους τους πολιτισμούς και σ’ όλους τους ανθρώπους ο χρόνος; Ποιες είναι και πως προσλαμβάνουμε τις μορφές του χρόνου;
Επιχειρώντας μια μικρή προσέγγιση του τελευταίου ερωτήματος ας θέσουμε την αδρομερή κοινωνική σύμβαση επί των μορφών του χρόνου, προκειμένου να τον κατανοήσουμε όσο μπορούμε περισσότερο. Τι ζούμε και τι προσλαμβάνουμε εμείς από τις τρεις εμφανίσεις του χρόνου, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον;
Το παρελθόν υπάρχει; Υπήρξε μεν, αλλά σε κάθε στιγμή ως παρελθόν είναι ανύπαρκτο. Όμως η συζήτηση δεν μπορεί να σταματήσει με αυτή την απολυτότητα. Το παρελθόν μπορεί να υπάρχει ως επίδραση επί του παρόντος. Η εισαγωγή μας στο πανεπιστήμιο, για παράδειγμα, που έγινε σε μια «άλφα» φάση της ηλικίας μας και που ανήκει πλέον στο παρελθόν, έχει επιδράσεις στη μετέπειτα ζωή μας αφού ασκούμε το επάγγελμά μας με βάση τις πανεπιστημιακές σπουδές. Επομένως όψεις του παρελθόντος βρίσκονται και επί του παρόντος και τις βιώνουμε διαρκώς έστω και έμμεσα. Από την άλλη πλευρά, δεν μπορούμε να παρέμβουμε στο παρελθόν και να διορθώσουμε μια λανθασμένη επιλογή μας. Επομένως αυτή η δυνατότητά μας επί του παρελθόντος δεν είναι υπαρκτή και το παρελθόν είναι μάλλον ένα φάντασμα. Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι ταλαντευόμαστε στο να αποδώσουμε με απόλυτο τρόπο ένα συμπέρασμα επί της ύπαρξης ή όχι του παρελθόντος, αφού και οι αμφισημίες και οι πολυσημίες διαμορφώνουν ένα πολυσύνθετο και άκρως αντιφατικό τοπίο επ’ αυτού.Το μέλλον υπάρχει; Η πιο σίγουρη απάντηση φαντάζει ότι είναι απόλυτα αρνητική. Κανένας δεν ξέρει ότι θα συμβεί το «άλφα» ή το «βήτα» γεγονός την αμέσως επόμενη στιγμή. Ωστόσο, από την εμπειρία μας διαπιστώνουμε ότι προ-οικονομούμε το μέλλον μας ως ένα συστατικό στοιχείο της ζωής μας και της καθημερινής μας λειτουργίας. Σχεδιάζουμε τις κινήσεις μας για την επόμενη ημέρα, για παράδειγμα, και κατά κανόνα η ζωή κυλάει κατ’ αυτό τον προγραμματισμό μας. Μπορούμε να ισχυριστούμε λοιπόν ότι ένα μέρος του μέλλοντος το ζούμε ως συστατικό στοιχείο ή έστω ως σκηνικό μιας κάποιας απόφασής μας και επιλογής μας. Κάπως έτσι μπορούμε και πάλι να αποφανθούμε ότι είναι τα ίδια σημεία επαφής μας με το μέλλον, όπως και αυτά του παρελθόντος, ότι δηλαδή οι απαντήσεις είναι αμφίσημες και πολύσημες και δεν επιδέχονται απόλυτες θεωρήσεις.
Το παρόν υπάρχει, αφού αυτό βιώνουμε κάθε φορά. Αλλά ποιο είναι το παρόν όταν βρίσκεται ανάμεσα στις μυλόπετρες του παρελθόντος και του μέλλοντος και αλέθεται με υλικά ανακατωμένα με εκείνα του παρελθόντος και του μέλλοντος και η διάρκειά του είναι στιγμιαία όσο μια ανάσα μας; Στην ουσία βιώνουμε το παρόν με βάση τη λειτουργία της νόησής μας, δηλαδή η γεύση του εμπεριέχει και το κοντινό κυρίως παρελθόν και το κοντινό μέλλον ως απόρροια μιας εγκεφαλικής πρόσληψής τους και όχι ως στοιχεία της φυσικής πραγματικότητας.
Αν θα θέλαμε να δώσουμε μια κάποια τελική θεώρηση – και πάντως όχι απάντηση… -, θα έπρεπε να καταλήξουμε σε μια διάζευξη. Ή ο χρόνος είναι μια επινόηση της ανθρώπινης σκέψης – καταπώς ισχυριζόταν και ο Αϊνστάιν -, είναι συστατικό στοιχείο της με το οποίο έχει εξελιχθεί η σκέψη μας και επομένως δεν μπορούμε να το θέσουμε …απέναντί μας και να το παρατηρήσουμε ή είναι ένα ευρύ στερέωμα που μας εμπεριέχει σε τέτοιο βαθμό που δεν μπορούμε να «δούμε έξω απ’ αυτό».
Θεωρώ ότι η σχέση μας με το χρόνο θα παραμένει πάντα σχέση ασύμπτωτη, ότι θα είναι πάντα ένα πεδίο προβληματισμού και στοχασμού – επομένως και ιερής αισθητικής ομορφιάς και αιώνιας πρόκλησης της σκέψης μας – και δεν πρόκειται να υπάρξουν οριστικές και αμετάκλητες απαντήσεις. Είναι μια σχέση στη σφαίρα του απόλυτου αξιερώτητου… Είναι νερό που φεύγει μέσα από τη χούφτα μας…
Πηγή:Ν. Τσούλιας / alfavita.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου