Το 2015 και το 2016 στιγματίστηκαν από
τις τραγικές εικόνες ενός ξεριζωμένου ανθρώπινου πλήθους που, ως
πρόσφυγες και μετανάστες, εγκατέλειψαν τα πεδία των μαχών στη Συρία, το
Ιράκ, το Αφγανιστάν και τη Λιβύη για να έρθουν στην Ευρώπη, τη δική τους
Γη της Επαγγελίας.
Πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι
πάλεψαν με τα κύματα στο Αιγαίο και το Λιβυκό Πέλαγος για να φτάσουν οι
περισσότεροι σε ελληνικά νησιά όπως η Λέσβος, η Χίος, η Κως, το
Αγαθονήσι, το Φαρμακονήσι και η Λήμνος.
Χιλιάδες έχασαν τη ζωή τους στην πορεία.
Φωτογραφίες πτωμάτων ξεβρασμένων στις ακτές της Ελλάδας και της
Τουρκίας δημοσιεύονται καθημερινά. Τον Σεπτέμβριο, η φωτογραφία του
τρίχρονου νεκρού Αϊλάν Κουρντί σε μια τουρκική ακτή έκανε το γύρο του
κόσμου και έγινε η εικόνα-σύμβολο της προσφυγικής κρίσης.
Ο αρχιραβίνος της Βρετανίας Εφραίμ
Μίρβις δήλωσε σε μια ραδιοφωνική συνέντευξη: «Για ένα πολύ μεγάλο
διάστημα βλέπαμε αυτούς τους ταλαιπωρημένους ανθρώπους σαν να έχουν
έρθει από τον πλανήτη Άρη. Χάρη στη συγκεκριμένη εικόνα -εκείνη την
φριχτή και τραγική εικόνα- συγκινηθήκαμε. Η εικόνα αυτού του παιδιού μάς
ξύπνησε και τώρα πρέπει να αντιδράσουμε όπως αρμόζει.»
2016
Κι όμως το πρώτο γνωστό θύμα του 2016
ήταν ένα αγόρι δύο χρονών που δεν ταυτοποιήθηκε. Πνίγηκε την 1η
Ιανουαρίου, όταν το υπερφορτωμένο φουσκωτό όπου επέβαινε χτύπησε σε
βράχια κοντά στο Αγαθονήσι. «Δεν μπορεί κανείς να είναι προετοιμασμένος
για μια τόσο εφιαλτική πραγματικότητα. Σήμερα είδαμε με τα μάτια μας ένα
από τα μικρότερα θύματα της προσφυγικής κρίσης. Ακόμα μια υπενθύμιση
ότι χιλιάδες έχουν χάσει τη ζωή τους προσπαθώντας με αξιολύπητα μέσα να
φτάσουν σε ασφαλές έδαφος», δήλωσε ο Κρίστοφερ Κατραμπόουν, στέλεχος
μιας ΜΚΟ υποστήριξης προσφύγων.
Ανάμεσα στους πνιγμούς του πρώτου και
του δεύτερου παιδιού, χιλιάδες διέσχισαν τη θάλασσα και εκατοντάδες
πνίγηκαν. Στη Λέσβο δεν υπάρχει πια χώρος να θαφτούν νεκροί. Πολλοί
τάφοι παραμένουν ανώνυμοι, καθώς τα ονόματα και η εθνικότητα των νεκρών
είναι άγνωστα. Οι πρόσφυγες είναι τα θύματα της πιο πρόσφατης
ανθρωπιστικής καταστροφής, για τα οποία κανείς δεν πένθησε και κανείς
δεν θα θρηνήσει.
Όπως γνώριζε καλά η Αντιγόνη, πρέπει να
τιμάμε τους νεκρούς πάση θυσία. Όπως μας υπενθυμίζει η Τζούντιθ Μπάτλερ,
αυτοί που δεν επιδέχονται και δεν δικαιούνται θρήνο αποτελούν την πιο
ακραία μορφή γυμνής ζωής· ζωής πέρα από την προστασία του κράτους και
του νόμου.
Το πέρασμα από την Ελλάδα
Η εικόνα του μικρόσωμου πτώματος να
πλέει στα κύματα και έπειτα να ξεβράζεται στην ακτή ήταν δυνατή.
Δημοσιεύτηκε και αναμεταδόθηκε ξανά και ξανά σε ολόκληρο τον κόσμο. Κι
όμως, η εικόνα του θανάτου του Αϊλάν δεν είχε τον ίδιο αντίκτυπο στους
ευρωπαίους πολιτικούς όπως στον Ραβίνο.
Η Ελλάδα είναι χώρα-πέρασμα προς τη
Βόρεια Ευρώπη για τους ανθρώπους που εγκαταλείπουν τη Μέση Ανατολή. Πάνω
από ένα εκατομμύριο πρόσφυγες εισήλθαν στην Ευρώπη το 2015, περίπου
820.000 από αυτούς από κάποιο ελληνικό νησί, και περίπου 250.000
εισήλθαν το 2016. Η Γερμανία άνοιξε προσωρινά τα σύνορά της και δέχτηκε
ένα μεγάλο αριθμό αιτούντων άσυλο. Όμως όταν το πολιτικό κλίμα άλλαξε,
τα σύνορα ξαναέκλεισαν. Η Ουγγαρία ύψωσε φράχτη και δήλωσε ότι δεν
δέχεται τον ηθικό εκβιασμό της Γερμανίας, που άρχισε πρώτη να υποδέχεται
μετανάστες. Η Κροατία και η ΠΓΔΜ ύψωσαν φράχτες επίσης.
Η Πολωνία δήλωσε ότι θα δεχόταν μόνο
χριστιανούς πρόσφυγες. Τελικά, όταν και η Αυστρία έπαψε να δέχεται
πρόσφυγες, η αποκαλούμενη οδός των Δυτικών Βαλκανίων σφραγίστηκε, με
στρατό να περιπολεί τα σύνορα μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ. Μονομερώς και
παραβιάζοντας το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, η Ευρωπαϊκή Ένωση
δήλωσε πως κλείνει τα σύνορά της σε τρίτους.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έγινε και στην πράξη
«Ευρώπη-φρούριο». Μετέφερε εκτός συνόρων τους μεταναστευτικούς ελέγχους
και με την πρόσφατη συμφωνία με την Τουρκία ανέθεσε τον έλεγχο και την
ασφάλεια των συνόρων της σε μια τρίτη χώρα που, σύμφωνα με κάθε
υπολογισμό, δεν είναι ασφαλής.
Σε μια Ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής τον
Σεπτέμβριο 2015 συμφωνήθηκε η μετεγκατάσταση περίπου 160.000 προσφύγων
από την Ελλάδα και την Ιταλία στα 28 κράτη-μέλη, σε αριθμούς ανάλογους
με το μέγεθος και τον πληθυσμό τους. Μέχρι τώρα, λιγότεροι από 1.000
έχουν μετεγκατασταθεί. Αμέσως μετά τη συμφωνία, ορισμένες χώρες, ανάμεσά
τους η Ουγγαρία και η Πολωνία, αρνήθηκαν να συμμετάσχουν και να δεχτούν
πρόσφυγες. Η Δανία, μια από τις πλουσιότερες χώρες της Ευρωπαϊκής
Ένωσης, ψήφισε νόμο που επιτρέπει την κατάσχεση των λιγοστών τιμαλφών
που διαθέτουν οι πρόσφυγες, για να καλύψει το κόστος παροχής των
απολύτως απαραίτητων.
Η αλληλεγγύη σήμερα
Τον Σεπτέμβριο του 2015, σε πείσμα
προσδοκιών, προβλέψεων και προτιμήσεων, εκλέχτηκα βουλευτής Πειραιώς με
τον ΣΥΡΙΖΑ. Ως πρόεδρος της Επιτροπής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων
συμμετέχω σε διάφορες διακοινοβουλευτικές συνεδριάσεις και συσκέψεις.
Τον Νοέμβριο, σε μια σύσκεψη του
Ευρωκοινοβουλίου με θέμα τις μεταναστευτικές ροές στα Δυτικά Βαλκάνια,
εξήγησα ότι η θέση της Ελλάδας είναι να υποδεχόμαστε τους μετανάστες, να
τους καταγράφουμε, να ξεκινάμε τη διαδικασία ασύλου για όσους δεν
επιθυμούν να φύγουν άμεσα και να αφήνουμε τους υπόλοιπους να συνεχίσουν
το ταξίδι τους κάνοντας ό,τι περνάει από το χέρι μας για να ζήσουν σε
αξιοπρεπείς συνθήκες για όσο διάστημα παραμένουν στη χώρα μας. Η βοήθεια
των απλών πολιτών και των ελληνικών και ξένων ΜΚΟ έκανε εφικτό αυτό το
τεράστιο έργο για μια μικρή και οικονομικά διαλυμένη χώρα.
Ένας βουλευτής κράτους-μέλους από τον
Βορρά, αφού άκουσε την τοποθέτησή μου, ξεστόμισε ότι το ελληνικό
λιμενικό θα έπρεπε να «επαναπροωθεί» τα σαπιοκάραβα με τους πρόσφυγες.
Του εξήγησα ότι η «επαναπροώθηση» είναι δυνατή μόνο αν τρυπάμε ή
βυθίζουμε τα σκάφη και ότι δεν είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε κάτι
τέτοιο. Η απάντησή του ήταν ότι το λιμενικό πρέπει να αφήνει τους
πρόσφυγες να φτάνουν στα νησιά, αλλά να επιστρέφει τους
«λαθρομετανάστες».
Και πάλι εξήγησα ότι η ελληνική
κυβέρνηση δεν διατίθεται να ανεχτεί περισσότερους θανάτους στο Αιγαίο.
Επιπλέον, ο διαχωρισμός σε αιτούντες άσυλο και σε οικονομικούς
μετανάστες στη μέση της φουρτουνιασμένης θάλασσας είναι αδύνατος, ακόμα
κι αν κάποιος απάνθρωπος διοικητικός μηχανισμός αποφάσιζε να υιοθετήσει
μια τέτοια τακτική.
Ο Τζαμί και ο Μπαρζό, που οι αιτήσεις
τους για άσυλο απορρίφθηκαν και ζουν στα σκοτεινά στενά του Λονδίνου,
δίνουν μια ξεκάθαρη απάντηση στον βορειοευρωπαίο πολιτικό. Στο βίντεο
που συνοδεύει ένα ρεπορτάζ της φιλανθρωπικής οργάνωσης για τους
πρόσφυγες Parfras, όπου περιγράφεται με λεπτομέρεια ένας ολόκληρος
κόσμος του περιθωρίου, χωρίς στέγη, χωρίς φαγητό, χωρίς δικαίωμα στην
εργασία, με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα για επιβίωση στις πόλεις
μας, ο Τζαμί, που κοιμάται στα πάρκα, συγκρίνει χωρίς πολλά λόγια τον
εαυτό του με τους φίλους του που «έχουν χαρτιά»· εμμέσως και με όλους
εμάς. «Έχουν δυο πόδια, δυο χέρια, δυο μάτια. Είναι άνθρωποι σαν εμένα.»
Ο Μπαρζό κλείνει τη συγκλονιστική του
περιγραφή μιας ζωής χωρίς βασικά αγαθά, χωρίς κατάλυμα και χωρίς ελπίδα
με μια αναφορά στους ανθρώπους που, όπως εμείς, από την άνεση του
σπιτιού τους επικαλούνται συνεχώς τα ανθρώπινα δικαιώματα. «Πού είναι
όμως τα ανθρώπινα δικαιώματα των αιτούντων άσυλο;»
Με λόγια απλοϊκά, λόγια που χαράσσονται
μέσα σου, λόγια που αποτυπώνουν τα βάσανα της ανθρωπότητας από τον
Σάιλοκ μέχρι τον Πρίμο Λεβί, αυτοί οι αυτοδίδακτοι φιλόσοφοι διατυπώνουν
μια αδιαμφισβήτητη αλήθεια: είμαστε όλοι άνθρωποι, αλλά η ανθρωπότητα
πάντα απέκλειε, αποστρεφόταν και υποβάθμιζε κάποια κομμάτια της.
Η ιδιότητα του ανθρώπου δεν είναι
ενιαία: πάντα ήταν διχοτομημένη σε κανονικούς και σε κατώτερους
ανθρώπους. Η εκδοχή τής προσφυγικής κρίσης κάνει το διαχωρισμό ανάμεσα
σε πρόσφυγες και μετανάστες, βάζοντας τους πρώτους σε μια επισφαλή θέση,
θεωρητικά υπό προστασία, και εγκαταλείποντας τους «λαθραίους» στη τύχη
τους, σαν να υπάρχουν άνθρωποι που είναι «λαθραίοι» από τη φύση τους.
Οι δύο εκδοχές της ιδιότητας του ανθρώπου
Πώς να κατανοήσουμε αυτό το παράδοξο,
ότι δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι την ιδιότητα του ανθρώπου σε έναν κόσμο
ανθρωπίνων δικαιωμάτων; Η υπερπληθώρα λεκτικών αναφορών στα ανθρώπινα
δικαιώματα έχει κάνει τις λέξεις να χάσουν το νόημά τους. Για να
καταλάβουμε τι λένε ο Τζαμί και ο Μπαρζό και τι αποδεικνύει η περίπτωση
του Αϊλάν πρέπει να ξαναπιάσουμε το θέμα από την αρχή.
«Ανθρώπινα δικαιώματα» είναι ένας όρος
που συνδυάζει το δίκαιο και την ηθική. Τα έννομα δικαιώματα είναι ο
ακρογωνιαίος λίθος τού δυτικού Δικαίου από τις αρχές τής νεωτερικότητας.
Όταν μιλάμε για ανθρώπινα δικαιώματα, αναφερόμαστε σε ένα ηθικό σύστημα
και στην αντιμετώπιση που περιμένουν να έχουν τα άτομα από τη δημόσια
και την ιδιωτική εξουσία. Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι μια υβριδική
κατηγορία που εισάγει μια σειρά αντιφάσεων στην καρδιά της κοινωνίας,
αναμιγνύοντας νόμο και ηθική.
Ας ξεκινήσουμε με τα δικαιώματα που
ορίζονται από το νόμο, το κομμάτι που έχει τη μεγαλύτερη επίδραση στον
τρόπο με τον οποίο φέρεται η εξουσία στους ανθρώπους. Η ιδιωτική
περιουσία και τα συμβατικά δικαιώματα έκαναν την εμφάνισή τους στην αρχή
των νεότερων χρόνων. Ήταν και τα δύο αποτέλεσμα της ανάδυσης της
οικονομίας της αγοράς και συνέβαλαν στο θρίαμβό της.
Από πολιτισμική άποψη, τα δικαιώματα
προέκυψαν από αυτό που ο Αλασντέρ Μακιντάιρ αποκάλεσε «ηθική
καταστροφή»: την κατάρρευση των προνεωτερικών κοινοτήτων της αρετής και
του καθήκοντος. Επειδή η καπιταλιστική κοινωνία του ατομισμού και της
ελεύθερης βούλησης δεν έχει καθολικό ηθικό κώδικα, οι περιορισμοί στον
εγωισμό του ατόμου πρέπει να επιβάλλονται εξωτερικά. Το έγκλημα, το
αδίκημα και τα έννομα δικαιώματα πετυχαίνουν αυτό ακριβώς. Ο νόμος δίνει
στο άτομο τη δυνατότητα να απαιτήσει τα δικαιώματά του, αλλά επίσης
περιορίζει την άσκησή τους ώστε να μπορούμε όλοι, θεωρητικά, να έχουμε
ίσα δικαιώματα.
Όταν προκύπτουν διαφωνίες, είναι δουλειά
των δικηγόρων και των δικαστών να τις λύσουν. Επειδή υπάρχουν αυτοί οι
ειδικοί των κανονισμών, προέκυψε η κοινώς αποδεκτή άποψη ότι οι νόμοι
και τα δικαιώματα είναι σαν τη χειροπιαστή πραγματικότητα: έχουν κάποιο
«αντικειμενικό» νόημα που μπορεί να αναγνωστεί από τους επαγγελματίες.
Τα έννομα δικαιώματα μετατρέπουν την κοινωνική και πολιτική σύγκρουση σε
τεχνικό πρόβλημα που έχει να κάνει με το νόημα των κανονισμών.
Οι έννομοι κανόνες και τα δικαιώματα,
ωστόσο, δεν έχουν τόσο σαφείς οδηγίες χρήσης. Οι διατάξεις για τα
ανθρώπινα δικαιώματα είναι συνήθως γενικές και αφηρημένες. Πρέπει πρώτα
να ερμηνευθούν για να εφαρμοστούν. Οι περισσότερες διαφωνίες με
αντικείμενο τα δικαιώματα περιλαμβάνουν τουλάχιστον δύο αντικρουόμενες
αλλά εξίσου εύλογες νομικές και πολιτισμικές ερμηνείες. Εδώ είναι που το
συλλογιστικό μας πλαίσιο αποκτά τόσο μεγάλη σημασία. Ας πάρουμε για
παράδειγμα το «δικαίωμα στη ζωή», με το οποίο ξεκινάν τα περισσότερα
νομοσχέδια και οι περισσότερες συνθήκες για δικαιώματα.
Η διατύπωση δεν απαντά σε ερωτήσεις για
την έκτρωση, τη θανατική ποινή και την ευθανασία ή ακόμα αν το δικαίωμα
στη ζωή περιλαμβάνει τις απαραίτητες προϋποθέσεις για επιβίωση, όπως
τροφή, στέγη, περίθαλψη και ασφαλή δίοδο προς τόπο αναζήτησης ασύλου.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, μια επίκληση στα ανθρώπινα δικαιώματα
ταιριάζει στο άνοιγμα και όχι στο κλείσιμο μιας διαφωνίας για το νόημα
ενός δικαιώματος ή την ισορροπία ανάμεσα σε αντικρουόμενα δικαιώματα.
Στο σημείο αυτό, ηθικές, πολιτικές και
ιδεολογικές πεποιθήσεις αναπόφευκτα μπαίνουν στο χώρο της νομικής
επιχειρηματολογίας. Η κρίσιμη πάλη ανάμεσα στην ελευθερία και την
ασφάλεια, που έχει αποκτήσει τόση σημασία μετά τα τρομοκρατικά χτυπήματα
στο Παρίσι, βοηθά να βγουν κάποια συμπεράσματα για το πώς λειτουργεί
μια δημοκρατική κοινωνία.
Ηθικές αξιώσεις
Η τύχη τους εξαρτάται εν μέρει από τις
ιδεολογικές, πολιτικές και ηθικές απόψεις αυτών που λαμβάνουν αποφάσεις.
Όταν αφαιρούμε αυτή την αρμοδιότητα από τους πολιτικούς και την
παραχωρούμε στους νομικούς (με την κατά κανόνα ομοιογενή στάση τους)
αυτή η αλήθεια στη βάση της δεν αλλάζει. Τα δικαιώματα και ο νόμος
οφείλουν να χρησιμοποιούν τη λογική και την εμπειρία ώστε η εξουσία να
ασκείται ουδέτερα και αντικειμενικά. Όμως ο καταπιεσμένος
«υποκειμενισμός» επιστρέφει συνεχώς: η απόδοση δικαιωμάτων είναι
αμφίσημη, ανοιχτή και εν δυνάμει ριζοσπαστική. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι
βασική αρμοδιότητα του νόμου είναι να διατηρεί την τάξη, όχι να προωθεί
την ηθική.
Δεύτερον, είτε αναγνωρίζονται από το
νόμο είτε όχι, τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι ηθικές αξιώσεις. Ένας
κινέζος αντικαθεστωτικός που κάνει χρήση τού δικαιώματός του για
ελεύθερη πολιτική δραστηριότητα ή ένας αιτών άσυλο που απαιτεί το
δικαίωμά του για ασφαλή δίοδο προς ασφαλές έδαφος έχουν και δίκιο και
άδικο. Το «δικαίωμα» του αντικαθεστωτικού δεν αντιστοιχεί σε κάποιο
υπαρκτό έννομο δικαίωμα, αλλά σε μια αξίωση για το τι προστάζει η ηθική
(ή η ιδεολογία, ή το διεθνές δίκαιο, ή κάποια άλλη ανώτερη πηγή).
Με την έννοια αυτή, η ηθική των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων βρίσκεται πάντα σε εν δυνάμει σύγκρουση με τη
νομική τους υπόσταση. Τα ανθρώπινα δικαιώματα συγχέουν το πραγματικό με
το ιδεατό. Ας δούμε το Άρθρο 1 της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα
Ανθρώπινα Δικαιώματα: «Όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι
στα δικαιώματα». Όμως, όπως παρατήρησε πρώτος ο Τζέρεμι Μπένθαμ, η
επιβίωση των νεογνών εξαρτάται από αυτούς που τα φροντίζουν, ενώ η
δήλωση ότι όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ίσοι είναι σαν τη μέρα με τη
νύχτα απέναντι στις τεράστιες ανισότητες στον κόσμο.
Η βιολογική και η κοινωνική φύση
μοιράζουν εφόδια με άνισο τρόπο, αναπόφευκτο επακόλουθο των ατυχημάτων
κατά τον τοκετό και της ιστορίας. Η κληρονομικότητα, η θέση και η
οικονομική κατάσταση της οικογένειας και της κοινότητας καθορίζουν σε
μεγάλο βαθμό τη ζωή μας. Η ισότητα, από την άλλη, είναι αντίθετη στη
φύση και απαιτεί αγώνα για να κερδηθεί.
Παρομοίως, η απαίτηση του αιτούντος
άσυλο για δικαίωμα στη ζωή, όπως εξηγήθηκε πιο πάνω, δεν συνεπάγεται
κάποια εξασφαλισμένη προοπτική επιβίωσης. Ανάλογα με το πολιτικό, νομικό
και πολιτισμικό πλαίσιο που υιοθετείται κάθε φορά, το τρύπημα της
βάρκας του μπορεί να ερμηνευθεί ως εγκληματική πράξη και παραβίαση των
δικαιωμάτων των προσφύγων ή ως απαραίτητη πράξη για την προστασία του
εθνικού συμφέροντος.
Οι διατυπώσεις των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων είναι, λοιπόν, προσταγές: οι άνθρωποι δεν είναι ελεύθεροι
και ίσοι, αλλά πρέπει να γίνουν. Οι άνθρωποι δεν έχουν δικαίωμα στη ζωή,
αλλά πρέπει να τους εξασφαλίζονται τα απαραίτητα μέσα για επιβίωση. Η
επιτυχία τους εξαρτάται από την πολιτική βούληση και τις κοινωνικές
συνθήκες μέσα στις οποίες δίνεται ο αγώνας για τις αξιώσεις περί
ισότητας και ζωής. Η ισότητα είναι έκκληση για δράση, όχι περιγραφή μιας
κατάστασης. Η ηθική φιλοσοφία και η φιλοσοφία του δικαίου δεν
δικαιούνται να χαρακτηρίζονται «Ηθική» όταν ξεχνούν αυτήν την απλή
αλήθεια.
Η έννοια του έθνους και οι παθολογίες της
Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι μια
υποκατηγορία των έννομων δικαιωμάτων που προστατεύει σημαντικά αγαθά και
δραστηριότητες. Ο βασικός τους ισχυρισμός είναι ότι εκχωρούνται στους
ανθρώπους με βάση την ανθρώπινη ιδιότητά τους και όχι επειδή μετέχουν σε
κάποια μικρότερη κατηγορία όπως το έθνος, η κοινότητα ή η τάξη. Κι όμως
αυτός ο ισχυρισμός διαψεύδεται από την ιστορία των δικαιωμάτων που
πηγάζουν από τη φύση και από τους ανθρώπους.
Η Γαλλική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του
Ανθρώπου και του Πολίτη, το πολιτικό και νομικό θεμέλιο και μανιφέστο
της νεωτερικότητας, ξεκινά με τη διάταξη περί ελεύθερων και ίσων
δικαιωμάτων, που η Οικουμενική Διακήρυξη επαναλαμβάνει αντικαθιστώντας
τον «άνθρωπο» με τα ανθρώπινα όντα. Η αυθεντική Διακήρυξη συνεχίζει
παραχωρώντας τα εν λόγω δικαιώματα μόνο στους Γάλλους πολίτες.
Από εκεί και μετά, οι έννοιες του
κράτους, της κυριαρχίας και των εδαφών γίνονται η συνέχεια της έννοιας
του έθνους με τις παθολογίες της: εθνικισμός, εθνικοί πόλεμοι και
εκκαθαρίσεις, γενοκτονίες. Το κενό ανάμεσα στον καθολικό «άνθρωπο» και
τον πολίτη κράτους-έθνους πληρούται από τους ξένους –οι τελευταίοι δεν
έχουν δικαιώματα επειδή δεν είναι πολίτες και ως εξ τούτου δεν είναι
εντελώς άνθρωποι.
Ο «άνθρωπος» των «Δικαιωμάτων του
Ανθρώπου» δεν έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά εκτός από ελεύθερη
βούληση, λογικό και ψυχή. Αυτά τα καθολικά στοιχεία εκκοσμίκευσαν τη
χριστιανική πίστη στην ιερότητα της ζωής και χάρισαν στην ανθρώπινη
ιδιότητα τα χαρακτηριστικά τής αξιοπρέπειας και του σεβασμού. Όμως αυτός
ο «άνθρωπος» δεν είναι παρά μια αφηρημένη έννοια, που δεν έχει σώμα,
χρώμα, φύλο και ιστορία, πράγμα για το οποίο συμφώνησαν ο Χέγκελ, ο
Μπερκ και ο Μαρξ. Κι όμως, ο εμπειρικός άνθρωπος που όντως απολαμβάνει
έννομα δικαιώματα ήταν πάντοτε κυριολεκτικά κάποιος άνθρωπος. Κάποιος
ευκατάστατος, λευκός, χριστιανός, άντρας και κάτοικος πόλης. Ο άνθρωπος
αυτός συμπυκνώνει την αφηρημένη αξιοπρέπεια της ανθρώπινης ιδιότητας και
τα προνόμια των ισχυρών.
Από τότε και μετά, η πλήρης «ιδιότητα
του ανθρώπου» διαμορφώνεται σε αντίθεση με τα χαρακτηριστικά που
σηματοδοτούν την απουσία της (υπηκοότητα, τάξη, φύλο, φυλή, θρησκεία,
σεξουαλικότητα). Αν τα δικαιώματα είναι καθολικά, τότε οι πρόσφυγες, οι
χωρίς χαρτιά, οι κρατούμενοι του Γκουαντανάμο που δεν έχουν χώρα να τους
προστατέψει θα έπρεπε να δικαιούνται όλα όσα περιλαμβάνει η ιδιότητα
του ανθρώπου.
Όμως δεν δικαιούνται τίποτα. Δεν είναι
παρά γυμνή, απροστάτευτη ζωή. Τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν ανήκουν στους
ανθρώπους, αλλά διαμορφώνουν τη ιδιότητα του ανθρώπου που αποδίδεται σε
κάποιους. Κάθε ιστορική περίοδος χρησιμοποίησε το δικό της (φιλοσοφικό ή
εμπειρικό) ορισμό της ιδιότητας του ανθρώπου για να κάνει το διαχωρισμό
ανάμεσα σε άρχοντες, αρχόμενους και αποκλεισμένους.
Όσοι δεν μιλούν τη γλώσσα μας, δεν
πιστεύουν στη θρησκεία μας, ανήκουν σε λάθος τάξη, φύλο, χρώμα ή
σεξουαλικότητα ήταν πάντα εξόριστοι από την τοπικά καθορισμένη «ιδιότητα
του ανθρώπου». Αυτές οι κατηγορίες αποκλεισμένων ισχύουν ακόμα. Δίπλα
σε αυτές έχει προστεθεί το «δισεκατομμύριο στον πάτο της πυραμίδας», τα
«ανθρώπινα αποβράσματα», οι απόβλητοι του παγκόσμιου νεοφιλελεύθερου
καπιταλισμού.
Το παράδοξο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Το κίνημα για τα ανθρώπινα δικαιώματα
μπορεί να αναγνωστεί ως ένας αδιάκοπος αλλά γεμάτος εμπόδια αγώνας για
να κλείσει το χάσμα ανάμεσα στον αφηρημένο άνθρωπο των Διακηρύξεων και
στα εμπειρικά ανθρώπινα όντα. Έχει πετύχει το σκοπό του; Και ναι και
όχι. Από την έννοια της ενιαίας ανθρώπινης ιδιότητας προέκυψε η καθολική
αξιοπρέπεια ως ανώτερος προορισμός. Ο Τζαμί, ο Μπαρζό και ο Αϊλάν,
ωστόσο, μας διδάσκουν ότι δεν υπάρχει τίποτα το ιερό σε κανέναν ορισμό
της ιδιότητας του ανθρώπου και τίποτα το αιώνιο στο σκοπό της ύπαρξής
του. Οι πρόσφυγες που δεν έχουν πατρίδα, κράτος και νόμο να τους
προστατέψει θα έπρεπε να επωφελούνται πρώτοι από όλους από τα ανθρώπινα
δικαιώματα και να δέχονται ως μέλη της ανθρωπότητας υποστήριξη για να
ορθοποδήσουν.
Παρά τους ισχυρισμούς των φιλελεύθερων
φιλοσόφων, όμως, η ανθρώπινη ιδιότητα από μόνη της δεν προσφέρει καμία
προστασία. Τα ανθρώπινα δικαιώματα, εν κατακλείδι, δεν ανήκουν στους
ανθρώπους. Βοηθούν να καθοριστεί ποιος και πώς μπορεί να χαρακτηριστεί
άνθρωπος. Ο Τζαμί, ο Μπαρζό και ο Αϊλάν δεν έχουν καθόλου δικαιώματα.
Στη δική τους περίπτωση, το παράδοξο της σχέσης ανάμεσα σε νόμο και
ηθική λύθηκε με την εξάλειψη των ηθικών επιταγών. Αν και ματώνουν και
πονούν, όπως όλοι μας, δεν είναι εντελώς άνθρωποι.
Η ιδεολογική ισχύς των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων έγκειται ακριβώς στη ρητορική τους αμφισημία, στην
αμφιταλάντευση ανάμεσα στο πραγματικό και το ιδεατό, ανάμεσα στην
ιδιότητα του ανθρώπου και την εθνική υπηκοότητα, το μόνο πάροχο έννομων
δικαιωμάτων. Όταν τα ανθρώπινα δικαιώματα ενσωματώνονται στη νομοθεσία,
όπως συνέβη με τον Βρετανικό Νόμο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που η κυβέρνηση
των Συντηρητικών έχει βάλει σκοπό να καταργήσει, η νομοθεσία περικλείει
μέσα της την αρχή της αυτοϋπέρβασης, η οποία ασκεί πίεση ενάντια στο
νομικό κατεστημένο. Ένα νομικό σύστημα που περιλαμβάνει τα ανθρώπινα
δικαιώματα, παραδόξως δεν ισούται με τον εαυτό του, επειδή τα ανθρώπινα
δικαιώματα απαιτούν να λογοδοτεί σε αυτά το σύνολο της νομοθεσίας σε όλα
τα καθεστώτα και όχι μόνο στα ολοκληρωτικά.
Με την έννοια αυτή, τα ανθρώπινα
δικαιώματα αποτελούν την τελευταία έκφραση της ανθρώπινης ανάγκης για
αντίσταση στην κυριαρχία και την καταπίεση και για διαφοροποίηση από την
έλλειψη ανεκτικότητας της κοινής γνώμης. Αυτό συνέβη στις μεγάλες
επαναστάσεις του 18ου αιώνα, στις διατρανώσεις του «ποτέ ξανά» μετά το
δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, στις λαϊκές εξεγέρσεις ενάντια στη φασιστική
και κομμουνιστική εξουσία.
Όλα αυτά είναι κομμάτια μιας μακράς και
ένδοξης παράδοσης που στη Δύση ξεκίνησε με την ανυπακοή της Αντιγόνης
στον άδικο νόμο και που γίνεται ορατή με τους αγώνες των απόβλητων, των
υποδουλωμένων και των αναλώσιμων. Αυτοί που υπερασπίζονται τον Τζαμί,
τον Μπαρζό και τις χιλιάδες που καταφτάνουν στα ελληνικά νησιά
συνεχίζουν αυτήν την παράδοση και δίνουν νέα πνοή στην αξία των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η ατροφία των δικαιωμάτων
Όσοι χρησιμοποιούν ρητορική περί
ανθρωπίνων δικαιωμάτων για να υπερασπιστούν τα «ανθρώπινα» δικαιώματα
παντοδύναμων εταιρειών στον αναπτυσσόμενο κόσμο συμβάλλουν στον
εκχυδαϊσμό και την ατροφία των δικαιωμάτων. Η ατροφία, όλως παραδόξως,
έρχεται μετά το θρίαμβο των δικαιωμάτων. Τα ανθρώπινα δικαιώματα έχουν
υποστεί μετάλλαξη, έχουν ξεχειλώσει και έχουν γίνει μέρος της αργκό που
απαντάται σε κάθε στιγμή της κοινωνικής ζωής.
Τα δικαιώματα έχουν γίνει πανταχού
παρόντα σε βάρος της ακρίβειας και της σημασίας τους. Θεωρούνται πλέον
έννοια-κλειδί της ηθικής, της πολιτικής και της θεωρίας του
υποκειμενισμού. Η επίκληση στα δικαιώματα είναι η πιο συνηθισμένη μορφή
ηθικής. Η υπευθυνότητα, η αρετή και το καθήκον, αντίθετα, έχουν μπει πια
στην κατηγορία του οπισθοδρομικού και του φανατικού. Παρομοίως, η
αναγνώριση δικαιωμάτων είναι το βασικό εργαλείο και ο βασικός στόχος της
πολιτικής.
Συλλογικά αιτήματα και ιδεολογικές
πεποιθήσεις, περιφερειακά συμφέροντα και παγκόσμιες εκστρατείες
χρησιμοποιούν κατά κανόνα τη γλώσσα των ατομικών δικαιωμάτων. Όταν όμως
τα δικαιώματα γίνονται ο άσσος στο μανίκι που νικά κρατικές πολιτικές
και συλλογικές προτεραιότητες, υποτίθεται για να υποστηρίξει την
ελευθερία του ατόμου, η κοινωνία αρχίζει να διαλύεται σε ένα σύνολο
ατόμων που αδιαφορούν για το κοινό καλό. Έτσι η πολιτική χάνει τον
πολιτικό της χαρακτήρα. Έτσι χάνει έδαφος και η ελευθερία και η
ασφάλεια.
Στις μεταμοντέρνες κοινωνίες, τα
δικαιώματα είναι τα πιο συνηθισμένα εργαλεία τής πολιτικής των
ταυτοτήτων. Οι διατυπώσεις «θέλω το Χ» ή «πρέπει να μου δώσουν το Χ»
έχουν γίνει συνώνυμες με τη διατύπωση «το Χ είναι δικαίωμά μου». Αυτός ο
γλωσσολογικός πληθωρισμός αποδυναμώνει τους δεσμούς των δικαιωμάτων με
τα πιο ζωτικά αγαθά. Ένας υπουργός πρόσφατα υποστήριξε ότι είναι
ανθρώπινο δικαίωμα η πρόσβαση σε μια πλήρως εξοπλισμένη κουζίνα.
Το δικαίωμα να διαλέγουμε σχολείο για το
παιδί μας ή μάρκα κινητού είναι εξίσου σημαντικό με το δικαίωμα να μη
μας γίνονται βασανιστήρια ή να έχουμε να φάμε. Όμως αυτό δεν έχει καμία
σχέση με την παράδοση της χειραφέτησης και της ανάπτυξης του εαυτού από
την πλευρά του Διαφωτισμού ή με τη ριζοσπαστική παράδοση της αποστασίας,
που και τα δύο εκπροσωπούνται στα ανθρώπινα δικαιώματα. Όταν κάθε
επιθυμία μετατρέπεται σε έννομο δικαίωμα, δεν μένει τίποτα να περισώσει
την αξία των δικαιωμάτων.
Συνεχίζοντας, η φλυαρία περί δικαιωμάτων
έχει γίνει ο εύκολος τρόπος να περιγράφει κανείς περίπλοκες ιστορικές,
κοινωνικές και πολιτικές καταστάσεις, ένας τύπος γνωστικής χαρτογράφησης
ιδιαίτερα εύχρηστος για τα ΜΜΕ. Ας δούμε το παράδειγμα μιας απεργίας:
Όταν παρουσιάζεται ως σύγκρουση ανάμεσα στο δικαίωμα στην απεργία και
στο δικαίωμα στην εργασία (κάτι που γίνεται συχνά), ένα περίπλοκο
σύστημα σχέσεων, ιστοριών, παραδόσεων και κοινοτήτων υποβαθμίζεται σε
μια απλή μαθηματική σχέση δύο δικαιωμάτων, από τα οποία το ένα πρέπει να
βγει λανθασμένο. Μια τέτοια μετάφραση υπονομεύει και την κατανόηση και
την επίλυση του ζητήματος. Όσο το φάσμα των δικαιωμάτων διευρύνεται, ο
απόλυτος χαρακτήρας τους τα ωθεί να γίνουν αδιάλλακτοι αντίπαλοι το ένα
απέναντι στο άλλο.
Κοινός ορίζοντας;
Τέλος, τα ανθρώπινα δικαιώματα έχουν
γίνει η τελευταία παγκόσμια και καθολική ιδεολογία. Ενώνουν τον Βορρά με
τον Νότο, τους ιμπεριαλιστές υπέρ της παγκοσμιοποίησης και τους
εξεγερμένους ενάντια στην παγκοσμιοποίηση, τους φιλελεύθερους του πρώτου
κόσμου και τους επαναστάτες του τρίτου κόσμου. Τα ανθρώπινα δικαιώματα
χρησιμοποιούνται από κάποιους ως σύμβολο ή συνώνυμο για το
φιλελευθερισμό, τον καπιταλισμό ή τον ατομισμό και από κάποιους άλλους
για την ανάπτυξη, την κοινωνική δικαιοσύνη και την ειρήνη.
Στο Νότο, τα δικαιώματα γίνονται
αντιληπτά ως κατεξοχήν συλλογικά παρά ατομικά, ως κοινωνικά και
οικονομικά παρά αστικά, ως σχετικά με την κοινωνική δικαιοσύνη παρά με
την ελευθερία. Είναι ο θρίαμβος, η καθολικότητα και η διάδοση των
δικαιωμάτων ένδειξη ότι αυτά υπερβαίνουν τις συγκρούσεις συμφερόντων και
τις ιδεολογικές διαφορές; Έχουν γίνει τα δικαιώματα κοινός ορίζοντας
που ενώνει το Κάρντιφ με την Καμπούλ και το Λονδίνο με τη Λαχώρη;
Πρόκειται για μια σκέψη που θα μας
άρεσε, αλλά που διαψεύδεται καθημερινά από τα δελτία ειδήσεων. Αν
υπάρχει ένα πράγμα που δεν έχει αλλάξει σε αυτόν τον κόσμο είναι η
όξυνση των ανισοτήτων ανάμεσα στον πλούτο των μητροπολιτικών περιοχών
και στη φτώχεια των υπόλοιπων, το βαθύ χάσμα ανάμεσα στα εισοδήματα και
τις ευκαιρίες των πλουσίων και των φτωχών, τα ανανεωμένα και καλά
αστυνομευόμενα τείχη που χωρίζουν τις εύπορες μεσαίες τάξεις από τον
«υπόκοσμο» των μεταναστών, των προσφύγων και των ανεπιθύμητων, αυτούς
τους θύλακες τρίτου κόσμου στην καρδιά του πρώτου. Ένα είναι σίγουρο,
πως ο κόσμος μας γίνεται όλο και πιο εχθρικός και επικίνδυνος και η
διαχείριση των δικαιολογημένων ή φανταστικών φόβων είναι πλέον ισχυρό
και εύχρηστο εργαλείο στα χέρια των κυβερνήσεων.
Τα ανθρώπινα δικαιώματα εισάγουν ηθική
στο νόμο και προσφέρουν περιορισμένη νομική ισχύ στην ηθική. Όμως, καθώς
η ηθική δεν είναι μία και ο νόμος δεν είναι απλή άσκηση λογικής, οι
ηθικές διενέξεις διεισδύουν στη νομολογία και οι νομικοί περιορισμοί
πειθαρχούν και ελέγχουν την ηθική υπευθυνότητα. Ο Τζαμί, ο Μπαρζό και ο
Αϊλάν μας υπενθυμίζουν ποιος είναι ο σκοπός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Οι θλιβεροί τους μονόλογοι επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι όταν οι άνθρωποι
αντιμετωπίζονται σαν εξωγήινοι από τον Άρη μετατρέπονται σε υπανθρώπους
που στερούνται την ιδιότητα και τα δικαιώματα του ανθρώπου.
Κώστα Δουζίνας, εφημερίδα «Η εποχή»
Πηγή: kerkida.gr
Πηγή: kerkida.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου