Αρχίζει το σχολείο αύριο Δευτέρα με τον αγιασμό, λογικό είναι λοιπόν να εξετάσουμε μερικές λέξεις του σχολείου, από το εξαιρετικό ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου.
Το σχολείο προέρχεται από τη σχολή, λέξη που είναι μεν αρχαία αλλά έχει υποστεί, στη διαδρομή της μέσα στους αιώνες, μιαν αναπάντεχη εξέλιξη. Πράγματι, στα αρχαία ελληνικά η λέξη σχολή σήμαινε αρχικά την ανάπαυση, την απραξία, τον ελεύθερο χρόνο, ενώ η ασχολία σήμαινε ακριβώς την απουσία αργίας, ελεύθερου χρόνου. Η αρχαία σημασία επιβιώνει και σήμερα, ως σχόλη ή σκόλη (Κυριακή γιορτή και σκόλη να ’ταν η βδομάδα όλη, τραγουδούσε η Αλίκη), αλλά και στο σχόλασμα των μαθητών ή των εργαζομένων. Στη σημερινή χρήση, ο τόνος έχει ανέβει, για να αποφεύγεται η σύγχυση της σχόλης με τη σχολή που σημαίνει πια άλλο πράγμα –αυτό το λέμε προφύλαξη.
Λοιπόν, όταν ο Αθηναίος της εποχής του Περικλή έλεγε «σχολήν άγω» αυτό σήμαινε ότι καθόταν αραχτός και ήρεμος· κι επειδή μόνο ο απαλλαγμένος από τις σκληρές βιοποριστικές ασχολίες μπορούσε να αφιερώνει χρόνο στη συζήτηση με άλλους και στην πνευματική του καλλιέργεια, σιγά-σιγά η λ. σχολή παίρνει τη σημασία «σπουδή, φιλοσοφική συζήτηση» και αργότερα, στην ελληνιστική εποχή, φτάνει να σημαίνει και το μέρος, το ίδρυμα όπου σπουδάζει κανείς και αποκτά γνώσεις.
Από τη σχολή προέρχεται και το λατινικό δάνειο schola, που είναι η αρχή όλων των σημερινών school, école, scuola και των άλλων λέξεων σχεδόν όλων των ευρωπαϊκών γλωσσών που σημαίνουν «σχολείο». Να σημειωθεί πάντως ότι η λέξη σχολείον είναι της ελληνιστικής εποχής και μάλλον σπάνια· τα παιδιά των αρχαίων προγόνων μας την εποχή του Περικλή είχαν δάσκαλο τον παιδαγωγό ή πήγαιναν σε διδασκαλείον, όχι σε σχολείον ούτε καν σε σχολή.
Στο σχολείο διδάσκει ο δάσκαλος. Υπάρχουν βέβαια, στη μέση εκπαίδευση, οι καθηγητές, αλλά, κακά τα ψέματα, η λέξη «δάσκαλος» έχει μιαν ιδιαίτερη φόρτιση –γι’ αυτό κι όταν θέλουμε να παινέψουμε κάποιον καθηγητή για τη μεταδοτικότητά του, για την προνομιακή σχέση του με τους μαθητές, λέμε με έμφαση πως είναι δάσκαλος. «Δάσκαλος» ήταν, ας πούμε, το παρατσούκλι με το οποίο ήταν γνωστός ο Απόστολος Αποστόλου, ο αριστερός επί σειρά θητειών δήμαρχος Μυτιλήνης, παρόλο που ήταν στην πραγματικότητα καθηγητής της Χημείας.
Ο δάσκαλος διδάσκει· η αρχαία λέξη, άλλωστε, είναι διδάσκαλος, με αναδιπλασιασμό από μια ρίζα δα- που τη βρίσκουμε και στον δαήμονα, τον γνώστη ή, με στερητικό, στον αδαή. Ο διδάσκαλος έγινε δάσκαλος με απλολογία, μια σοφή διεργασία της λαϊκής ομιλίας, όπως και το βιβάζω έγινε βάζω ή όπως, στις μέρες μας, τον περιβαλλοντολόγο πολλοί τον λένε περιβαντολόγο ή αθλίατρο τον αθλητίατρο, με τη διαφορά ότι τις πρώτες μεταβολές επειδή δεν τις είδαμε όταν συνέβαιναν τις αποδεχτήκαμε σαν αυτονόητες, ενώ οι δεύτερες, που τις βλέπουμε να συμβαίνουν τώρα, προκαλούν οργή σε πολλούς –δηλαδή μελετάει το περιβάντο; Ε, όσο δάσκει ο δάσκαλος.
Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις, λέει η παροιμία για να στηλιτεύσει την ασυνέπεια μεταξύ λόγων και έργων. Μ’ όποιον δάσκαλο καθίσεις, τέτοια γράμματα θα μάθεις, υποστηρίζει μια άλλη –και βέβαια κυρίως λέγεται όταν η επίδραση του εμπειρότερου είναι κακή. Απ’ τ’ αυτί και στο δάσκαλο, λέμε για κάτι που γίνεται αμέσως και με πειθαναγκασμό –και βρήκε τον δάσκαλό του, όταν κάποιος ικανός ή πονηρός υποσκελιστεί από κάποιον άλλον ικανότερο ή επιτηδειότερο. Παρόλο που δασκάλες υπάρχουν εδώ και πάνω από έναν αιώνα και μάλιστα σήμερα οι γυναίκες εκπαιδευτικοί αποτελούν σαφώς την πλειοψηφία, δεν έχουν αφήσει το ίχνος τους στη (βαθιά σεξιστική άλλωστε) φρασεολογία μας.
Όσο για τους μαθητές, η λέξη είναι επίσης αρχαία. Στις Νεφέλες του Αριστοφάνη, όταν ο Στρεψιάδης επισκέπτεται το φροντιστήριον του Σωκράτη, λέει «εγώ γαρ ουτοσί ήκω μαθητής εις φροντιστήριον». Η λέξη προέρχεται από το ρήμα μανθάνω, από θέμα μαθ- που ανάγεται σε ινδοευρωπαϊκή ρίζα που συνδέεται με τη σκέψη και τις πνευματικές δραστηριότητες. Ο μαθητής εξ ορισμού είναι άπειρος, κάτι που εκφράζεται πιο παραστατικά με το υποτιμητικό υποκοριστικό μαθητούδι ενώ για να αναφερθούμε στο σύνολο των μαθητών χρησιμοποιούμε συχνά το παλιομοδίτικο κλισέ «η μαθητιώσα νεολαία», που δεν είναι αυθεντικό αρχαίο αλλά λόγιος σχηματισμός από το αρχαίο εφετικό ρήμα «μαθητιώ» (επιθυμώ να μάθω) και πλάστηκε ως μεταφραστικό δάνειο από το γερμ. lerneifrig.
Η λέξη «παιδεία», πάλι, προέρχεται από το ρήμα «παιδεύω», κι αυτό με τη σειρά του από τη λέξη «παις», το παιδί. Αρχικά «παιδεύω» σήμαινε «ανατρέφω, εκπαιδεύω παιδί», όμως επειδή η εκπαίδευση συνοδευόταν από τιμωρίες, σιγά-σιγά, από τα ελληνιστικά κιόλας χρόνια, και ιδίως από τον χριστιανισμό, το ρήμα παίρνει και τη σημασία «τιμωρώ» και στη συνέχεια «ταλαιπωρώ, βασανίζω». Θα θυμάστε το βιβλικό «oν αγαπά Κύριος παιδεύει»: δεν εννοεί «εκπαιδεύει» αλλά «τιμωρεί».
Καλό σχολείο σε γονείς και μαθητές...
Το σχολείο προέρχεται από τη σχολή, λέξη που είναι μεν αρχαία αλλά έχει υποστεί, στη διαδρομή της μέσα στους αιώνες, μιαν αναπάντεχη εξέλιξη. Πράγματι, στα αρχαία ελληνικά η λέξη σχολή σήμαινε αρχικά την ανάπαυση, την απραξία, τον ελεύθερο χρόνο, ενώ η ασχολία σήμαινε ακριβώς την απουσία αργίας, ελεύθερου χρόνου. Η αρχαία σημασία επιβιώνει και σήμερα, ως σχόλη ή σκόλη (Κυριακή γιορτή και σκόλη να ’ταν η βδομάδα όλη, τραγουδούσε η Αλίκη), αλλά και στο σχόλασμα των μαθητών ή των εργαζομένων. Στη σημερινή χρήση, ο τόνος έχει ανέβει, για να αποφεύγεται η σύγχυση της σχόλης με τη σχολή που σημαίνει πια άλλο πράγμα –αυτό το λέμε προφύλαξη.
Λοιπόν, όταν ο Αθηναίος της εποχής του Περικλή έλεγε «σχολήν άγω» αυτό σήμαινε ότι καθόταν αραχτός και ήρεμος· κι επειδή μόνο ο απαλλαγμένος από τις σκληρές βιοποριστικές ασχολίες μπορούσε να αφιερώνει χρόνο στη συζήτηση με άλλους και στην πνευματική του καλλιέργεια, σιγά-σιγά η λ. σχολή παίρνει τη σημασία «σπουδή, φιλοσοφική συζήτηση» και αργότερα, στην ελληνιστική εποχή, φτάνει να σημαίνει και το μέρος, το ίδρυμα όπου σπουδάζει κανείς και αποκτά γνώσεις.
Από τη σχολή προέρχεται και το λατινικό δάνειο schola, που είναι η αρχή όλων των σημερινών school, école, scuola και των άλλων λέξεων σχεδόν όλων των ευρωπαϊκών γλωσσών που σημαίνουν «σχολείο». Να σημειωθεί πάντως ότι η λέξη σχολείον είναι της ελληνιστικής εποχής και μάλλον σπάνια· τα παιδιά των αρχαίων προγόνων μας την εποχή του Περικλή είχαν δάσκαλο τον παιδαγωγό ή πήγαιναν σε διδασκαλείον, όχι σε σχολείον ούτε καν σε σχολή.
Στο σχολείο διδάσκει ο δάσκαλος. Υπάρχουν βέβαια, στη μέση εκπαίδευση, οι καθηγητές, αλλά, κακά τα ψέματα, η λέξη «δάσκαλος» έχει μιαν ιδιαίτερη φόρτιση –γι’ αυτό κι όταν θέλουμε να παινέψουμε κάποιον καθηγητή για τη μεταδοτικότητά του, για την προνομιακή σχέση του με τους μαθητές, λέμε με έμφαση πως είναι δάσκαλος. «Δάσκαλος» ήταν, ας πούμε, το παρατσούκλι με το οποίο ήταν γνωστός ο Απόστολος Αποστόλου, ο αριστερός επί σειρά θητειών δήμαρχος Μυτιλήνης, παρόλο που ήταν στην πραγματικότητα καθηγητής της Χημείας.
Ο δάσκαλος διδάσκει· η αρχαία λέξη, άλλωστε, είναι διδάσκαλος, με αναδιπλασιασμό από μια ρίζα δα- που τη βρίσκουμε και στον δαήμονα, τον γνώστη ή, με στερητικό, στον αδαή. Ο διδάσκαλος έγινε δάσκαλος με απλολογία, μια σοφή διεργασία της λαϊκής ομιλίας, όπως και το βιβάζω έγινε βάζω ή όπως, στις μέρες μας, τον περιβαλλοντολόγο πολλοί τον λένε περιβαντολόγο ή αθλίατρο τον αθλητίατρο, με τη διαφορά ότι τις πρώτες μεταβολές επειδή δεν τις είδαμε όταν συνέβαιναν τις αποδεχτήκαμε σαν αυτονόητες, ενώ οι δεύτερες, που τις βλέπουμε να συμβαίνουν τώρα, προκαλούν οργή σε πολλούς –δηλαδή μελετάει το περιβάντο; Ε, όσο δάσκει ο δάσκαλος.
Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις, λέει η παροιμία για να στηλιτεύσει την ασυνέπεια μεταξύ λόγων και έργων. Μ’ όποιον δάσκαλο καθίσεις, τέτοια γράμματα θα μάθεις, υποστηρίζει μια άλλη –και βέβαια κυρίως λέγεται όταν η επίδραση του εμπειρότερου είναι κακή. Απ’ τ’ αυτί και στο δάσκαλο, λέμε για κάτι που γίνεται αμέσως και με πειθαναγκασμό –και βρήκε τον δάσκαλό του, όταν κάποιος ικανός ή πονηρός υποσκελιστεί από κάποιον άλλον ικανότερο ή επιτηδειότερο. Παρόλο που δασκάλες υπάρχουν εδώ και πάνω από έναν αιώνα και μάλιστα σήμερα οι γυναίκες εκπαιδευτικοί αποτελούν σαφώς την πλειοψηφία, δεν έχουν αφήσει το ίχνος τους στη (βαθιά σεξιστική άλλωστε) φρασεολογία μας.
Όσο για τους μαθητές, η λέξη είναι επίσης αρχαία. Στις Νεφέλες του Αριστοφάνη, όταν ο Στρεψιάδης επισκέπτεται το φροντιστήριον του Σωκράτη, λέει «εγώ γαρ ουτοσί ήκω μαθητής εις φροντιστήριον». Η λέξη προέρχεται από το ρήμα μανθάνω, από θέμα μαθ- που ανάγεται σε ινδοευρωπαϊκή ρίζα που συνδέεται με τη σκέψη και τις πνευματικές δραστηριότητες. Ο μαθητής εξ ορισμού είναι άπειρος, κάτι που εκφράζεται πιο παραστατικά με το υποτιμητικό υποκοριστικό μαθητούδι ενώ για να αναφερθούμε στο σύνολο των μαθητών χρησιμοποιούμε συχνά το παλιομοδίτικο κλισέ «η μαθητιώσα νεολαία», που δεν είναι αυθεντικό αρχαίο αλλά λόγιος σχηματισμός από το αρχαίο εφετικό ρήμα «μαθητιώ» (επιθυμώ να μάθω) και πλάστηκε ως μεταφραστικό δάνειο από το γερμ. lerneifrig.
Η λέξη «παιδεία», πάλι, προέρχεται από το ρήμα «παιδεύω», κι αυτό με τη σειρά του από τη λέξη «παις», το παιδί. Αρχικά «παιδεύω» σήμαινε «ανατρέφω, εκπαιδεύω παιδί», όμως επειδή η εκπαίδευση συνοδευόταν από τιμωρίες, σιγά-σιγά, από τα ελληνιστικά κιόλας χρόνια, και ιδίως από τον χριστιανισμό, το ρήμα παίρνει και τη σημασία «τιμωρώ» και στη συνέχεια «ταλαιπωρώ, βασανίζω». Θα θυμάστε το βιβλικό «oν αγαπά Κύριος παιδεύει»: δεν εννοεί «εκπαιδεύει» αλλά «τιμωρεί».
Καλό σχολείο σε γονείς και μαθητές...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου