Τον Οκτώβριο του 2021, ο αμερικανός κριτικός και δοκιμιογράφος Louis Menand υποστήριζε στο περιοδικό New Yorker ότι είναι καιρός να πάψουμε να μιλάμε για «γενιές».1 Πέρα από το γεγονός ότι ορίζονται συμβατικά, άρα αναγκαστικά σχηματικά, οι γενιές, έγραφε, δεν μας βοηθούν να κατανοήσουμε την κοινωνική ιστορία – ή τουλάχιστον όχι τόσο όσο νομίζουμε. Επικαλούνταν τον Bobby Duffy, συγγραφέα του βιβλίου The Generation Myth,2 σύμφωνα με τον οποίο η γενιά είναι ένας ερμηνευτικός παράγοντας ανάμεσα σε άλλους, που θα πρέπει να συνδυάζεται με τα καθοριστικά ιστορικά γεγονότα αλλά και την εξέλιξη κάθε γενιάς μες στο χρόνο, ώστε να προσδιορίζονται τα τυχόν ειδοποιά χαρακτηριστικά της, οι στάσεις και αντιλήψεις της.
Η προειδοποίηση δεν είναι άστοχη. Πράγματι, γιατί άραγε να θεωρείται ότι ανήκει στους baby boomers κάποιος που γεννήθηκε το 1964 και να μη θεωρείται Generation X (αντίστοιχα: οι γεννηθέντες μεταξύ 1946-1964 και 1965-1980); Πόσο διαφέρει ένας millennial που γεννήθηκε το 1995 από την Generation Z, η οποία συμβατικά αρχίζει με όσους και όσες γεννήθηκαν μετά το 1996; Και τι μας εξηγεί τελικά αυτή η διαδοχή ηλικιακών μερίδων για τον κόσμο γύρω μας;
Η «γενιά» χρησιμοποιείται σήμερα ευρύτατα, τόσο στον δημόσιο λόγο όσο και στην έρευνα, αν και πολύ συχνά με μια εννοιολογική χαλαρότητα. Πολλές φορές μάλιστα αμιγώς εμπειρικά, έτσι που περιορίζεται σε μια ηλικιακή φέτα, σε μια ηλικιακή κοόρτη όπως λέγεται. Γνωρίζουμε όμως από τον Karl Mannheim ότι η βιολογική γενιά είναι μια σύμβαση, η οποία μπορεί να γίνεται αναλυτικό εργαλείο μόνο όταν ιστορικοποιείται, όταν συνδέεται δηλαδή με ένα ευρύτερο ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο όσοι και όσες ανήκουν στην εκάστοτε «γενιά» διαμορφώνουν κοινές –όχι όμως και ενιαίες– θεωρήσεις για τον κόσμο, αξιακές, πολιτικές, ακόμη και αισθητικές.3 Η γενιά είναι επιχειρησιακή έννοια μόνο στο βαθμό που μας βοηθάει να διερευνήσουμε την παραγωγή νοήματος στο πλαίσιο μιας κοινότητας ανθρώπων η οποία διαμορφώνει την πληθυντική της ταυτότητα μέσα στη ροή της ιστορίας.
***
Τα τελευταία χρόνια είναι έντονο το ερευνητικό ενδιαφέρον για τις νεότερες γενιές, και στην Ελλάδα. Ειδικές έρευνες εστιάζονται στους νέους και νέες 17-29 ετών, στην ηλικιακή ομάδα 17-34 ετών ή στη «νέα γενιά», οριζόμενη ως γενιά Ζ και millennials.4 Από όσο γνωρίζω, όμως, η έρευνα «Gen Z» που παρουσιάζει το ινστιτούτο Eteron είναι η πρώτη που εξετάζει την ελληνική Generation Z ως τέτοια, δηλαδή στο ηλικιακό εύρος 16-25 ετών, ακριβώς όσους και όσες έχουν γεννηθεί μεταξύ 1996 και 2010.
Πέρα από τον συμβατικό χρονολογικό ορισμό, ας υπενθυμίσουμε δύο βασικά χαρακτηριστικά αυτής της υπό διαμόρφωση γενιάς. Το πρώτο είναι ότι πρόκειται για μια γενιά που μεγαλώνει σε έναν ψηφιακό κόσμο. Αν η Generation X ήρθε σε προχωρημένη ηλικία σε επαφή με το διαδίκτυο, και αν οι millennials μεγάλωσαν στο μεταίχμιο αναλογικού και ψηφιακού, η Gen Z είναι η πρώτη γενιά που εξαρχής ζει στον κόσμο του Web 2.0, των social media, των ψηφιακών πλατφορμών – facebook, Netflix, instagram, TikTok.
Το δεύτερο είναι ότι μεγαλώνει και συνειδητοποιείται μέσα σε ένα συνεχές κρίσεων. Μπορεί οι zoomers να ήταν στην καλύτερη περίπτωση μαθητές Γυμνασίου όταν ξέσπασε η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008-2009, ωστόσο διαμορφώνουν την ταυτότητά τους μέσα στη δύσκολη δεκαετία του 2010 και μέχρι σήμερα, μέσα σε μια διαδοχή γεγονότων αποσταθεροποίησης: οικονομική κρίση, προσφυγική/μεταναστευτική κρίση (2016), πανδημία (2020), κλιματική κρίση. Και ασφαλώς, σήμερα πια, η γενιά αυτή σφραγίζεται από ένα οικουμενικής εμβέλειας γεγονός: τον πόλεμο που εξαπέλυσε η Ρωσία εναντίον της Ουκρανίας – και που δεν αποκλείεται να την καθορίσει όπως καθόρισε την πολιτικοποίηση της προηγούμενης γενιάς η 11η Σεπτεμβρίου και ο πόλεμος στο Ιράκ, είκοσι χρόνια πριν.
Η «γενεακή» έρευνα είναι περισσότερο ανεπτυγμένη στις ΗΠΑ, απ’ όπου εκκινούν σήμερα οι περισσότερες συζητήσεις και προβληματισμοί που έχουν στο επίκεντρο τις αξιακές διαφοροποιήσεις μεταξύ γενεών. Δύο πρόσφατες εκθέσεις του Pew Research Center5 δίνουν ένα πολύ χαρακτηριστικό αξιακό περίγραμμα αυτής της γενιάς, θέτοντας όμως ταυτόχρονα και το ερώτημα «πόσο διαφέρουν οι zoomers από τους millennials;»
Οι δύο γενιές μοιάζει να συμμερίζονται ορισμένα κομβικά χαρακτηριστικά: θεωρούν καλό πράγμα την εθνοτική/φυλετική ποικιλότητα, αποδέχονται τον ανθρωπογενή χαρακτήρα της κλιματικής αλλαγής, στηρίζουν το κίνημα Black Lives Matter, τάσσονται υπέρ του γάμου ομοφύλων και των μεικτών γάμων, υπέρ του ελεύθερου σεξουαλικού αυτοπροσδιορισμού πέρα από το δίπολο αρσενικό-θηλυκό (non-binary), υπέρ της πολιτικά ορθής γλώσσας ιδίως σε θέματα φύλου. Ταυτόχρονα, η Gen Z συνεχίζει και επεκτείνει τάσεις που είχαν ήδη διαφανεί με τους millennials: είναι η (ακόμη) καλύτερα μορφωμένη γενιά στην ιστορία έως τώρα, επιθυμεί (ακόμη) περισσότερο ενεργό ρόλο του κράτους, είναι (ακόμη) πιο ανοιχτή σε θέματα σεξουαλικού προσανατολισμού.
***
Καθώς αρχίζουμε να ψηλαφούμε την έννοια της γενιάς στην Ελλάδα, είναι άραγε παρόμοια τα ευρήματα; Η έρευνα του Eteron φωτίζει δύο σημαντικές συνιστώσες της Gen Z: την ψηφιακή της ιθαγένεια και την εν εξελίξει πολιτικοποίησή της.
Η γενιά των digital natives φαίνεται να είναι ενημερωμένη, εξοικειωμένη και ταυτόχρονα υποψιασμένη με τις πολλαπλές πηγές πληροφόρησής της. Παρακολουθούν συστηματικά την επικαιρότητα, όχι μόνο με έντονο ενδιαφέρον (55% «Πάρα πολύ & Πολύ», 30,5% «Αρκετά») αλλά και με τακτικότητα, κυρίως από το διαδίκτυο: περίπου οι μισοί ενημερώνονται καθημερινά από διαδικτυακές ενημερωτικές σελίδες (48,7%) ή από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης (50,2%). Επιβεβαιώνεται και εδώ, αν και χωρίς να ερωτάται ευθέως, ότι διαμορφώνονται σταδιακά δύο κόσμοι: ο κόσμος των μεγαλύτερων, που ενημερώνονται κυρίως από τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης, και ο κόσμος των νεότερων, για τους οποίους είναι όλο και πιο οικεία η ενημέρωση από το διαδίκτυο.
Ταυτόχρονα, έχει σημασία ότι, σε αντίθεση εν πολλοίς με τους μεγαλύτερους, οι digital natives είναι πιο καχύποπτοι απέναντι στην εγκυρότητα της ενημέρωσης που λαμβάνουν στο διαδίκτυο. Σε μια κλίμακα εμπιστοσύνης 0-10 τοποθετούν τις διαδικτυακές ενημερωτικές ιστοσελίδες κατά μέσο όρο στο 6 και τα ΜΚΔ στο 5. Η πλειονότητα αναγνωρίζουν ότι έχουν πέσει θύματα παραπληροφόρησης και ψευδών ειδήσεων (71%), αλλά και δηλώνουν ότι προσπαθούν να διασταυρώνουν τις ειδήσεις που διαβάζουν (89% «Πολύ συχνά» και «Αρκετές φορές»). Θα είχε ασφαλώς ενδιαφέρον να εξετάσουμε εάν και σε ποιον βαθμό υιοθετούν πρακτικές διασταύρωσης ειδήσεων ή αν δίνουν βάση στους υφιστάμενους μηχανισμούς fact checking, που στην Ελλάδα είναι προς το παρόν ευάριθμοι.
Ο πλουραλισμός των πηγών, πάντως, ενδέχεται να αντισταθμίζει το έλλειμμα εμπιστοσύνης και «προσήλωσης» σε κάποιο συγκεκριμένο μέσο ή πηγή ενημέρωσης. Το γεγονός επίσης ότι ανάμεσα στις παραμέτρους με βάση τις οποίες κρίνουν εάν μια είδηση είναι αληθινή έρχεται μόλις τέταρτο το «εάν προέρχεται από γνωστό ΜΜΕ» (22,6%) είναι ένας έμμεσος, αλλά εντυπωσιακός, δείκτης της καχυποψίας προς παραδοσιακές πηγές πληροφόρησης – ακόμη πιο εντυπωσιακός εάν συνυπολογίσουμε ότι στα άτομα ανώτατης εκπαίδευσης φτάνει μόλις στο 17,7%.
Αν πρόκειται για μια γενιά που πλοηγείται στο διαδίκτυο και στα ΜΚΔ όπως το ψάρι στο νερό, χωρίς όμως να δείχνει ιδιαίτερη εμπιστοσύνη στις πηγές ενημέρωσής της, τίθεται ένα πιο πολιτικό ερώτημα: ποιον εμπιστεύεται τελικά;
Για μια κατεξοχήν εξατομικευμένη γενιά, έχει σημασία ότι τα υψηλότερα ποσοστά εμπιστοσύνης κερδίζουν η οικογένεια και οι φίλοι (49,3% και 39,5% αντίστοιχα), κάπου στη μέση βρίσκονται το εκπαιδευτικό σύστημα και τα νέα και παλαιά μέσα ενημέρωσης (33,6%, 31,4% και 29% αντίστοιχα), ενώ με μεγάλη διαφορά ακολουθούν στο τέλος τα πολιτικά κόμματα/πρόσωπα και οι συνδικαλιστικοί θεσμοί, καθώς και η εκκλησία (6,8% και 3,8%). Η πολιτική σημειώνει χαμηλά ποσοστά εμπιστοσύνης σύμφωνα και με τον επιπρόσθετο δείκτη της παρακολούθησης πολιτικών ή κομμάτων στα ΜΔΚ (μόλις 17,7%), αλλά και αν κρίνουμε από το χαμηλό ποσοστό όσων δηλώνουν ότι κάνουν κοινοποιήσεις/share ή δικές τους αναρτήσεις με πολιτικό περιεχόμενο (αντίστοιχα: 21,9% και 20,9%). Η απόσταση αυτή από το πολιτικό σύστημα είναι ένας σαφής δείκτης «αντισυστημισμού» – ή καλύτερα, μιας κρίσης πολιτικής εκπροσώπησης, που δεν αφορά όμως μόνο τις νεότερες γενιές.
Αναδύονται ωστόσο νέα πεδία πολιτικοποίησης που εκφεύγουν της «παραδοσιακής» πολιτικής, στα οποία δυσκολεύονται μέχρι στιγμής να ανταποκριθούν τα πολιτικά κόμματα και να τους προσφέρουν διαύλους εκπροσώπησης. Η κλιματική αλλαγή αποτελεί βασική μέριμνα, καθώς το 60% δηλώνουν ότι ανησυχούν πολύ για τις επιπτώσεις της – αν και το ποσοστό αυτό απλώς ευθυγραμμίζεται με τα ποσοστά στον γενικό πληθυσμό σε όλες πλέον τις χώρες της Ευρώπης.6
Νέου τύπου κινηματικές δράσεις επίσης αναδύονται, που συνδέονται με ζητήματα δημοκρατίας όπως η δίκη της Χρυσής Αυγής (το 72,2% συμφωνούν με το hashtag #Δεν είναι αθώοι), με θέματα φύλου όπως το MeToo (86,9% συμφωνούν με τους στόχους και τη λογική του, τόσο οι άνδρες 81,1% όσο και εύλογα περισσότερο οι γυναίκες 91,8%), με θέματα εργασιακής επισφάλειας, όπως το hashtag #cancelefood (με το οποίο συμφωνεί το 64,2%, διαφωνεί μόλις το 9,5% και τοποθετείται ουδέτερα το 21,7%). Δημοκρατία και δικαιώματα – έμφυλες ταυτότητες – υλικές ανισότητες είναι ένα τρίπτυχο που αναδεικνύεται ως καθοριστικό της νεανικής πολιτικής ταυτότητας.
Από την άλλη, το αντιεμβολιαστικό κίνημα δεν φαίνεται να είχε σημαντική διείσδυση, καθώς μόλις το 18,8% συμφωνούν, έναντι 59,8% που διαφωνούν. Στοιχείο που μπορεί να συνδυαστεί και με το εύρημα ότι στην πρώτη θέση της εμπιστοσύνης βρίσκονται οι ειδικοί επιστήμονες (61,8%). Ενδεχομένως οφείλεται στη συγκυρία της πανδημίας, πάντως δείχνει μια μεγαλύτερη ετοιμότητα των zoomers να εμπιστευθούν την επιστημονική γνώση – φυσικό για μια γενιά που εγγράφεται σε ένα συνεχές διαρκούς αύξησης του μορφωτικού επιπέδου. Μικρή διείσδυση είχαν και οι κινητοποιήσεις ενάντια στη θεσμοθέτηση πανεπιστημιακής αστυνομίας, καθώς το 48% συμφωνούν, το 18,8% διαφωνούν και ένα διόλου ευκαταφρόνητο 31% δηλώνει ουδέτερη στάση. Θα μπορούσαμε να αντιληφθούμε αυτά τα δύο στοιχεία ως μια συμμετρική άρνηση διαφορετικών εκδοχών αντισυστημισμού: του ανορθολογικού αντιεμβολιασμού, αλλά και της κλασικής «κινηματικής» θεματικής της αντι-καταστολής.
Πέρα από τη συμβολική ή την ψηφιακή πολιτικοποίηση, η ενσώματη πολιτική συμμετοχή μοιάζει να είναι μια όχι λιγότερο σημαντική διάσταση, αν και μάλλον δύσκολα συγκρίσιμη με τις τάσεις «υπερπολιτικοποίησης» προηγούμενων γενεών της ελληνικής Μεταπολίτευσης. Το 25,6% δηλώνει ότι συμμετείχε τον τελευταίο χρόνο σε διαδήλωση/διαμαρτυρία, το 21,1% ότι έχει συνεισφέρει οικονομικά σε πολιτική/κοινωνική εκδήλωση ή φεστιβάλ, το 7,3% ότι συμμετείχε σε συλλογικότητα σε επίπεδο γειτονιάς και το 9,5% σε κόμμα ή νεολαιίστικη οργάνωση – το 54,3% σε τίποτα από όλα αυτά. Ασφαλώς θα πρέπει να λάβει κανείς υπόψη ότι σε καιρό πανδημίας και κοινωνικής αποστασιοποίησης, η ενσώματη διάσταση της πολιτικής είναι έτσι κι αλλιώς υποβαθμισμένη. Πάντως η θεσμική πολιτική δεν απωθεί επί της αρχής τους zoomers: το 84% δηλώνουν διάθεση να ψηφίσουν στις επόμενες εκλογές, που θα είναι για πολλούς και πολλές οι πρώτες τους.
***
Αν έπρεπε να συνοψίσουμε τους όρους πολιτικοποίησης της Gen Z, όπως διαφαίνονται από τα παραπάνω ευρήματα, θα λέγαμε ότι αναδύεται ένας «έλλογος αντισυστημισμός» με αριστερόστροφη κλίση. Πρόσφατα, και με αφορμή την προτίμηση των νεότερων σε πολιτικές μορφές σαν τον Τζέρεμι Κόρμπιν και τον Μπέρνι Σάντερς (ως αντίδραση και στην έκρηξη του εθνοκεντρικού-αυταρχικού νεοσυντηρητικού λαϊκισμού που είδαμε το 2016 με την εκλογή Τραμπ και το Brexit), αναλυτές όπως ο Keir Milburn διατύπωσαν την υπόθεση ότι αναδύεται διεθνώς μια «Generation Left».7
Ας είμαστε όμως επιφυλακτικοί. Οι αριθμοί δίνουν μια πιο μετριασμένη εικόνα, τουλάχιστον για την ελληνική Gen Z. Για το 19,9% ανάμεσά τους, η διάκριση Αριστερά-Δεξιά δεν έχει νόημα σήμερα, κατά τον κοινό τόπο άλλωστε της εποχής, ή καλύτερα των προηγούμενων χρόνων. Η πολιτική αυτοτοποθέτησή τους έχει πάντως το κέντρο βάρους της μάλλον στην κεντρο-Αριστερά παρά στην κεντρο-Δεξιά: στις θέσεις 1-4 τοποθετείται το 26,9%, ενώ στις θέσεις 7-10 το 17,9%· η επικρατέστερη θέση είναι η θέση 5, δηλαδή το απώτατο όριο της Αριστεράς προς το Κέντρο (14,8%).
Θα λέγαμε ότι βλέπουμε μια γενιά όχι αριστερή αλλά αριστερόστροφη, ειδικά εάν συνδυάσουμε την πολιτική αυτοτοποθέτηση με τα ποιοτικά στοιχεία πολιτικοποίησης που είδαμε παραπάνω: δικαιώματα, κλιματική αλλαγή, ζητήματα φύλου, ανισότητες. Ταυτόχρονα, δεν δικαιούμαστε να θεωρήσουμε την εικόνα ενιαία. Καμία γενιά δεν είναι απρόσβλητη στον νεο-συντηρητικό ριζοσπαστισμό. Αρκεί να αναλογιστούμε τη διείσδυση του Τραμπ ή της Μαρίν Λεπέν στα νεανικά κοινά των αντισυστημικών outsiders, την υποψηφιότητα του ακροδεξιού Ερίκ Ζεμούρ στη Γαλλία, που επιχειρεί να οικειοποιηθεί τα νεότερα κοινά με το σύνθημα μιας ταυτοτικής-νατιβιστικής Génération Z (γενιά Ζεμούρ) – είτε στα καθ’ ημάς τη συμμετοχή 16άρηδων σε γεγονότα ρατσιστικής βίας, εντός ή εκτός σχολείου, στα συλλαλητήρια του «Μακεδονικού» κ.ο.κ.
Σε κάθε περίπτωση, η έρευνα αυτή, όπως όλες οι έρευνες που έχουν κάτι να πουν, γεννά περισσότερα ερωτήματα από όσα απαντάει. Η πρώτη χαρτογράφηση με όρους γενιάς είναι ένα σημαντικό βήμα· πρέπει τώρα να προχωρήσει σε περισσότερο βάθος.
Θα πρέπει δηλαδή να ακολουθήσουμε το ίχνος του βασικού ερευνητικού ερωτήματος: τι είναι αυτό που διαφοροποιεί την Gen Z από τις προηγούμενες; Τα κατεξοχήν «παιδιά των κρίσεων» αναπτύσσουν ενδεχομένως μια διαφορετική πολιτική κουλτούρα. Γεννιούνται και δικτυώνονται μέσα στα social media, προτιμούν τις συμμετοχικές πλατφόρμες αλλά είναι καχύποπτα απέναντί τους, πολιτικοποιούνται έντονα αλλά με υβριδικές μορφές. Ειδικά οι ιδιόμορφες ιστορικές συγκυρίες στον ευρωπαϊκό Νότο τα τελευταία δέκα χρόνια ενδέχεται να ευνοούν τη διαμόρφωση μια νέας, πολιτικά «κριτικής» γενιάς, δηλαδή μιας γενιάς που σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Ισπανία συνδυάζει την έντονη πολιτικότητα με την χαμηλή ικανοποίηση από τον τρόπο που λειτουργεί η δημοκρατία.8
Διαμορφώνεται όμως άραγε μια πολιτική συνείδηση γενιάς, και όχι απλώς κοινά χαρακτηριστικά; Μια συλλογική συνείδηση που διαμορφώνει κοινούς κώδικες, όχι μόνο πολιτικούς αλλά και αξιακούς και αισθητικούς, μέσα από κοινές εμπειρίες;
Κυρίως, το ερώτημα είναι εάν οι zoomers επεκτείνουν, εμβαθύνουν και ριζοσπαστικοποιούν την «κληρονομιά» των millennials. Εάν μετέχουν στους «πολέμους της κουλτούρας», που όλο και περισσότερο διαιρούν τις δυτικές κοινωνίες πάνω σε θέματα φύλου, σεξουαλικότητας, οικολογίας, πολυπολιτισμικότητας· εάν τα αντιλαμβάνονται ως διασταυρούμενα με τα ζητήματα κοινωνικής τάξης, υλικής επισφάλειας και ανισότητας – σύμφωνα με τον όρο intersectionality που «υιοθέτησαν» οι millennials.9
Ένα επιπλέον ερώτημα είναι εάν με κάθε νέα κρίση προστίθενται και νέα αξιακά σταυροδρόμια. Επιβεβαιώνεται άραγε και στην ελληνική περίπτωση η αυξημένη διάθεση των νέων διεθνώς να αποδεχθούν περισσότερη δημόσια παρέμβαση μετά την παγκόσμια εμπειρία της πανδημίας;10 Και ακόμη, όχι λιγότερο σημαντικό: πώς θα επηρεαστεί η φιλελεύθερη-πλουραλιστική αυτοσυνείδηση της γενιάς αυτής από το νέο, οικουμενικής εμβέλειας γεγονός που απ’ ό,τι φαίνεται θα σφραγίσει όχι μόνο τη δική της ιστορία αλλά ολόκληρου του κόσμου: την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία;
Ας κρατήσουμε το ερώτημα ανοιχτό: είναι οι έλληνες και ελληνίδες zoomers κομμάτι μιας «παγκόσμιας» γενιάς που αποκτά συνείδηση του εαυτού της μέσα από κομβικά γεγονότα, σε ένα συνεχές κρίσεων; Και ποιο κοινό νόημα μπορεί να παράγει η ανοιχτή, υβριδική, αντιφατική τους ταυτότητα – εάν βγάζει κάποιο νόημα εν τέλει;
Πηγή: eteron.org
Μπορείτε να βρείτε όλα τα κείμενα και τα δεδομένα της έρευνας εδώ.
Σημειώσεις
- Louis Menand, It’s Time to Stop Talking About “Generations”. From boomers to zoomers, the concept gets social history all wrong (New Yorker, 2021) [↩]
- Bobby Duffy, The Generation Myth: Why When You’re Born Matters Less Than You Think (Basic Books, 2021). [↩]
- Κ. Mannheim, “The Problem of Generation’s” στο Essays on the Sociology of Knowledge, (Λονδίνο 1952) [↩]
- Αντίστοιχα: έρευνα «YouWho» “Νεολαία. Συνήθειες, αντιλήψεις και πολιτική συμπεριφορά” (ΕΚΚΕ, 2020), Ινστιτούτο Ν. Πουλαντζάς / ProRata (2020 & 2021)· Κάπα Research, “Η ταυτότητα της νέας γενιάς. Η γενιά-Ζ και οι millennials στο προσκήνιο” (2021) [↩]
- Pew Research Center, “Generation Z Looks a Lot Like Millennials on Key Social and Political Issues” (Ιανουάριος 2019), και “On the Cusp of Adulthood and Facing an Uncertain Future: What we Know about Gen Z so far” (Μάιος 2020) [↩]
- Βλ. Special Eurobarometer 513, “Climate change” ( Μάρτιος-Απρίλιος 2021) [↩]
- Keir Milburn, Generation Left (Polity, 2019) [↩]
- Gema García-Albacete, “Has the Great Recession Shaped a Crisis Generation of Critical Citizens? Evidence from Southern Europe” στο South European Society and Politics (2021) [↩]
- R. Milkman, “A New Political Generation: Millennials and the Post-2008 Wave of Protest” στο American Sociological Review, 82(1) (2017) [↩]
- Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης – EBRD, “Transition Report 2020-2021: The State strikes back” (Νοέμβριος 2020). Το ίδιο έδειξε για τον γενικό πληθυσμό της Ελλάδας η πρόσφατη έρευνα του Eteron “Τι πιστεύουμε για την οικονομία μετά την πανδημία;” (Φεβρουάριος 2022) [↩
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου