Τι είναι το Έτος 1 μ.Χ.
; Ποιος ήταν αυτός που το πρωτοκαθιέρωσε; Ήταν σωστός ο τρόπος
υπολογισμού του; Ήξεραν όσοι άνθρωποι ζούσαν τότε ότι ζουν στο 1 μ.Χ. ;
Πώς ήταν ο κόσμος εκείνη τη χρονιά;
Στην αρχαία Ελλάδα τα έτη καθορίζονταν με βάση τις Ολυμπιάδες αρχίζοντας από τους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες το 776 π.Χ. Στην Αρχαία Ρώμη
οι λόγιοι μετρούσαν τα έτη με αρχή τη λεγόμενη χρονιά ίδρυσης της Ρώμης
από τον Ρωμύλο το 753 π.Χ. Σε άλλα σημεία του τότε γνωστού κόσμου τα
έτη καθορίζονταν από τις βασιλείες ή τις θητείες ντόπιων αρχόντων και
ιερέων. Γενικά, πάντως, δεν υπήρχε ένα σταθερό και επίσημο σύστημα
αρίθμησης των ετών και κάθε ένας μπορούσε να επιλέξει αυτό που του
ταίριαζε καλύτερα.
Στη
σημερινή εποχή, αντίθετα, είμαστε συνηθισμένοι στο συνεχές και σταθερό
ημερολόγιο, το οποίο χρησιμοποιείται σε όλο τον κόσμο, τουλάχιστον το
χριστιανικό. Οι Χριστιανοί, όμως, χρειάστηκαν αρκετό χρόνο για να
δημιουργήσουν το δικό τους σύστημα αρίθμησης των ετών.
Αυτός που το εισήγαγε, αλλά μάλλον με λανθασμένο τρόπο, ήταν ένας μοναχός, σκυθικής καταγωγής, ελληνόφωνος, ο Διονύσιος ο Μικρός.
Δεν γνωρίζουμε πότε γεννήθηκε, αλλά ξέρουμε ότι πέθανε το 540 μ.Χ.
Εισήλθε στο μοναχικό βίο όταν πήγε στη Ρώμη. Κατά τη διάρκεια της ζωής
του εκεί μετέφρασε στα λατινικά ελληνικά εκκλησιαστικά έργα, αλλά γι’
αυτό για το οποίο έμεινε γνωστός είναι για την χρονολόγηση με βάση το
έτος γέννησης του Χριστού.
Το Anno Domini (a.D.) ή Έτος Ένα (μ.Χ.) ο Διονύσιος, βασιζόμενος στο έτος κτίσεως της Ρώμης το 754 π.Χ., το ταύτισε με το πρώτο έτος της 195ης Ολυμπιάδας (776:4=194+την 1η
Ολυμπιάδα). Υπολόγισε ότι το έτος γέννησης του Χριστού συνέβη 754
χρόνια από τότε που ιδρύθηκε η Ρώμη, που όμως συμπίπτει με το πρώτο έτος
της 195ης Ολυμπιάδας. Το έτος 1 δηλαδή είναι 754 χρόνια από κτίσεως Ρώμης και 776 χρόνια από την πρώτη Ολυμπιάδα.
Η μέτρησή του έχει όμως λάθη, αν τη συγκρίνουμε με τις δύο μοναδικές μαρτυρίες που έχουμε στο Ευαγγέλιο. Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, αν ορίζει σωστά την ημερομηνία εξόδου από την Αίγυπτο, αναφέρει ότι ο Ιησούς
γεννήθηκε λίγο πριν ή κατά τη διάρκεια του τελευταίου έτους της
βασιλείας του Ηρώδη του Μεγάλου, δηλαδή το 4 π.Χ. Αν, όμως, ο άλλος
Ευαγγελιστής, ο Λουκάς έχει δίκιο, ο οποίος συνέδεσε τη γέννηση του
Χριστού με την απογραφή που πραγματοποιήθηκε στη Ρωμαϊκή επικράτεια με
διαταγή του Καίσαρα, τότε το έτος γέννησης του Χριστού θα πρέπει να είναι το 6 μ.Χ. ή το 7 μ.Χ. .
Παρά
τα λάθη που ίσως υπάρχουν στη χριστιανική χρονολόγηση από τον Διονύσιο
το Μικρό, το σύστημα αυτό επικράτησε και καθιερώθηκε σε όλη σχεδόν την
υφήλιο. Οι άνθρωποι όμως που ζούσαν το έτος 1 μ.Χ. δεν ήξεραν ότι ζούσαν
σε αυτή τη σημαντική χρονιά, καθώς αυτό καθορίστηκε περίπου 600 χρόνια
μετά.
Τι
συνέβαινε όμως σε αυτή τη χρονολογία στον τότε γνωστό κόσμο. Ουσιαστικά
υπήρχε μία μεγάλη αυτοκρατορία, η Ρωμαϊκή, με συνολική έκταση περίπου
1.250.000 τετρ. μίλια και πληθυσμό 60.000.000 και κατά άλλους 70.000.000
κατοίκους. Εκτείνονταν στο βορρά από τη γραμμή Ρήνου-Δούναβη, στο νότο
από το όρος Άτλαντα και την έρημο Σαχάρα στην Αφρική μέχρι το Νείλο, στη
Δύση σύνορο ήταν ο Ατλαντικός ωκεανός και στην Ανατολή μέχρι τη Μέση
Ανατολή. Οι «χίλιες πόλεις» του Imperium
είχαν ενιαίο νόμισμα, εκτεταμένο δίκτυο δρόμων συνολικού μήκους 150.000
χιλιομέτρων και επίσημη γλώσσα τη λατινική, ωστόσο κυρίαρχη γλώσσα στη
Σικελία, στη Λιβύη και σε όλη την Ανατολή ήταν η ελληνική. Η
αυτοκρατορία χωριζόταν σε provinciae,
δηλαδή αποικίες, με οργανωμένο εμπόριο, φορολογικούς καταλόγους,
σύστημα εκμετάλλευσης δούλων και απελεύθερων και αναγνώριζαν έναν
αυτοκράτορα, τον Οκταβιανό Αύγουστο, ο οποίος ήταν ανιψιός και
υιοθετημένος γιος του Ιούλιου Καίσαρα.
Η ιταλική χερσόνησος το έτος 1 μ.Χ. αριθμούσε 7.500.000 κατοίκους, ενώ η πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας, η Ρώμη, μαζί με τη γύρω περιοχή αριθμούσε περίπου 1.000.000
κατοίκους. Σε αυτήν ήταν συγκεντρωμένη η συντριπτική πλειοψηφία των
ρωμαίων πολιτών, όσοι δηλαδή είχαν τον τιμητικό αυτό τίτλο, και σε αυτή
συνέρρεαν όλα τα εμπορεύματα, οι φόροι, οι αιχμάλωτοι και οι σκλάβοι.
Δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της αυτοκρατορίας ήταν η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου με 750.000 κατοίκους
και τρίτη η Αντιόχεια της Συρίας. Άλλες μεγάλες πόλεις ήταν η Πέργαμος
και η Πομπηία με 100.000 και 20.000 κατοίκους αντίστοιχα, η Κολονία
Αγριπίννα (δηλαδή η σημερινή Κολονία της Γερμανίας), το Λούγδουνουμ
(δηλαδή η σημερινή Λυών της Γαλλίας), η Ακιλία στο μυχό της Αδριατικής, η
Ταρρακώνα στην Ιβηρική χερσόνησο και η Αυγούστα Τρεβηρών στα
βορειοδυτικά της Ρώμης.
Ολόκληρος ο κόσμος τότε είχε πληθυσμό περί τα 250.000.000 κατοίκους.
Γνωστές περιοχές τότε, εκτός από την Ευρώπη, ήταν στην Αφρική η Λιβύη, η
Κυρηναϊκή και η Αίγυπτος μέχρι τις πηγές του Νείλου, ενώ στην Ασία ήταν
η Μεσοποταμία, οι ασιατικές στέπες και η Κίνα. Η Ιαπωνία, η νότια
Αφρική, η Ωκεανία και η Αμερική ήταν παντελώς άγνωστες περιοχές.
Η Κίνα
ήταν άγνωστη στην Ευρώπη μέχρι τα πρώτα προχριστιανικά χρόνια. Ήταν η
άλλη μεγάλη αυτοκρατορία της εποχής, μετά τη ρωμαϊκή, με μεγάλο πλούτο
και πληθυσμό γύρω στα 58.000.000. Η δυναστεία των Χαν είχε διαδεχθεί
εκείνη την εποχή τη δυναστεία των Τσιν και η Κίνα γνώρισε μια νέα
επιστημονική, τεχνολογική και πολιτιστική άνθηση. Την εποχή αυτή οι
Κινέζοι γνωρίζουν τα μυστικά της επεξεργασίας του χαρτιού και της
παραγωγής πορσελάνης. Η Ρώμη και η μεγάλη αυτή χώρα της ανατολής μπορεί
να μην ανέπτυξαν ποτέ αυτό που λέμε σήμερα διπλωματικές σχέσεις, αλλά
ανέπτυξαν το εμπόριο προϊόντων, όπως χρυσός, γυαλί, χαλκός, μετάξι,
τάπητες, μπαχαρικά κ.ά. Ειδικά το μετάξι συνδέθηκε στενά με τους
Κινέζους, αφού αυτοί ήταν οι πρώτοι που κατάφεραν να βγάλουν ακέραιο
νήμα από το κουκούλι του μεταξοσκώληκα.
Αυτή τη χρονιά λοιπόν υπολόγισε, μάλλον με λάθος τρόπο, ο λόγιος μοναχός Διονύσιος ο Μικρός ως το πρώτο έτος μετά Χριστόν.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ALFOLDY, G., Ιστορία της Ρωμαϊκής κοινωνίας, μετάφραση Α. Χανιώτης, Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας, Αθήνα 1988.
CASSON, I., Το ταξίδι στον αρχαίο κόσμο, Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας, Αθήνα 1995.
ΙΣΤΟΡΙΚΑ, εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, Έτος 1 μ.Χ. , 30 Δεκεμβρίου 1999.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου