Γιάννης Μακρυγιάννης (1797 – 1864)
Ο Γιάννης Μακρυγιάννης του Δημητρίου και
της Βασιλικής γεννήθηκε στο Αβορίτι Δωρίδας τον Ιανουάριο του 1797. Το
πραγματικό όνομα του ήταν Ιωάννης Τριανταφύλλου (ή Τριανταφυλλοδημήτρης –
το Μακρυγιάννης είναι παρωνύμιο που οφειλόταν στο ψηλό ανάστημά του).
Το 1804 σε ηλικία 7 ετών αναγκάστηκε να καταφύγει με την οικογένειά του
στη Λιβαδειά, ύστερα από το φόνο του πατέρα του από τουρκαλβανούς του
Αλή Πασά. Από τότε αναγκάστηκε να δουλέψει για να επιβιώσει και πέρασε
επώδυνα και στερημένα παιδικά χρόνια. Αρχικά εργάστηκε ως ψυχογιός ως το
1811. Το 1811 εγκαταστάθηκε στην Άρτα, όπου δούλεψε αρχικά ως επιστάτης
στο υποστατικό του συμπατριώτη του Θανάση Λιδωρίκη και στη συνέχεια
ασχολήθηκε με το εμπόριο και απέκτησε αξιόλογη περιουσία, την οποία
πρόσφερε αργότερα στον Αγώνα.
Το 1820 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και το 1821 οργάνωσε στρατιωτική
ομάδα 18 ανδρών από την Άρτα και εντάχθηκε στο σώμα του Γώγου Μπακόλα.
Συμμετείχε σε πολλές στρατιωτικές επιχειρήσεις δείχνοντας ιδιαίτερη
ανδρεία και μεγάλες στρατιωτικές ικανότητες και διαδραμάτισε
πρωταγωνιστικό ρόλο στην Επανάσταση. Πολέμησε σε πολλές μάχες,
τραυματίστηκε πολλές φορές, συχνά βαριά. Οι πληγές του οδήγησαν το κορμί
του σε σταδιακή σήψη, η οποία τον συνόδευε για την υπόλοιπη ζωή του.
Μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους και την άφιξη του Καποδίστρια το
1828 διορίστηκε Γενικός Αρχηγός της Εκτελεστικής Δύναμης της
Πελοποννήσου, θέση την οποία έκρινε ως υποτιμητική σε σχέση με τη
συνολική προσφορά του και η οποία τον οδήγησε σε πικρία.
Την περίοδο εκείνη ο Μακρυγιάννης έμαθε να γράφει, και άρχισε στις 26
Φεβρουαρίου 1829 να γράφει τα Απομνημονεύματά του, τα οποία θεωρήθηκαν
από τους ιστορικούς της νεοελληνικής λογοτεχνίας ως πρότυπο γλωσσικού
ύφους και αφηγηματικής τεχνικής και τον τοποθέτησαν στο χώρο του
έντεχνου λόγου. Το 1831 μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια, τον οποίο
θεωρούσε υπαίτιο για την άδικη στάση του κράτους έναντι των αγωνιστών
του ’21, αποδέχθηκε με ενθουσιασμό την εκλογή του Όθωνα ως βασιλιά της
Ελλάδας. Απογοήτευση δοκίμασε και από τη στάση του Όθωνα και από τον
τρόπο διακυβέρνησης της Αντιβασιλείας. Τότε αποσύρθηκε στο σπίτι του
(στη σημερινή περιοχή της Αθήνας που φέρει το όνομά του) μαζί με τη
γυναίκα του Αικατερίνη Σκουζέ, με την οποία απέκτησε δώδεκα παιδιά, 10
αγόρια και δύο κορίτσια. Επανήλθε στον πολιτικό χώρο λίγο αργότερα και
ως το 1834 εκλέχτηκε κατ’ επανάληψη δημοτικός σύμβουλος της Αθήνας, η
οποία ήδη είχε γίνει πρωτεύουσα του κράτους.
Οι ενέργειές του για παραχώρηση
Συντάγματος οδήγησαν σε κατ’ οίκον περιορισμό του, συνέχισε ωστόσο να
αγωνίζεται και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην εξέγερση της 3ης
Σεπτεμβρίου του 1843. Το 1851 συνελήφθη με την κατηγορία της εσχάτης
προδοσίας και ύστερα από δίκη καταδικάστηκε σε θάνατο. Η ποινή του
τελικά δεν εκτελέστηκε και ο ίδιος αποφυλακίστηκε το 1854 με ενέργειες
του Δ. Καλλέργη. Από τότε αποσύρθηκε στο σπίτι του και μόνο μετά την
έξωση του Όθωνα ξαναπήρε τιμητικά τον τίτλο του υποστράτηγου και το 1864
του αρχιστράτηγου. Την ίδια χρονιά εκλέχτηκε πληρεξούσιος Αττικής με
απόφαση της Εθνικής Συνέλευσης. Η υγεία του όμως ήταν κλονισμένη από τις
κακουχίες, τους τραυματισμούς κατά την Επανάσταση και τις σκληρές
συνθήκες της φυλακής. Έτσι εγκατέλειψε την ενεργό δράση και αποσύρθηκε
στο σπίτι του. Πέθανε στην Αθήνα στις 27 Απριλίου του 1864. Στο
λογοτεχνικό του έργο ανήκουν επίσης τα Οράματα και θάματα, γραμμένα κατά
τη διετία 1851 – 1852.
Ο Μακρυγιάννης αν και δεν είχε μάθει
ποτέ γράμματα, άρχισε να γράφει τα Απομνημονεύματά του από το 1829, τα
οποία φτάνουν χρονολογικά έως το 1850. Τα ολοκλήρωσε μετά την
αποφυλάκισή του.
Πηγή: www.24grammata.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου