Του Jeffrey D. Sachs
Μετά από μήνες εντατικών διαβουλεύσεων, η αναμέτρηση ανάμεσα στην
Ελλάδα και τους Ευρωπαίους πιστωτές της έχει καταλήξει σε μια
αντιπαράθεση γύρω από τις συντάξεις και τους φόρους. Η Ελλάδα αρνείται
να συναινέσει στις απαιτήσεις των πιστωτών της, οι οποίοι ζητούν να
περικόψει τις πληρωμές προς τους ηλικιωμένους και να αυξήσει το φόρο
προστιθέμενης αξίας στα φάρμακα και το ηλεκτρικό ρεύμα.
Οι
απαιτήσεις της Ευρώπης – σκοπός των οποίων φαινομενικά είναι να
διασφαλίσουν πως η Ελλάδα μπορεί να εξυπηρετήσει το εξωτερικό της χρέος –
είναι εκνευριστικές, αφελείς, και εκ θεμελίων αυτοκαταστροφικές.
Απορρίπτοντάς τες, οι Έλληνες δεν παίζουν παιχνίδια· προσπαθούν να
μείνουν ζωντανοί.
Ό,τι και να πει κανείς για τις παλαιότερες
οικονομικές πολιτικές της Ελλάδας, τη μη ανταγωνιστική οικονομία της,
την απόφασή της να ενταχθεί στην ευρωζώνη, ή τα λάθη που έκαναν οι
ευρωπαϊκές τράπεζες όταν παρέσχεσαν στην κυβέρνησή της υπερβολική
πίστωση, η οικονομική δυσχέρεια της χώρας είναι έντονη. Η ανεργία
ανέρχεται στο 25%. Η ανεργία των νέων είναι στο 50%.
To ΑΕΠ της
Ελλάδας, συν τοις άλλοις, έχει συρρικνωθεί κατά 25% από την αρχή της
κρίσης το 2009. Το ελληνικό δημόσιο είναι αφερέγγυο. Πολλοί από τους
πολίτες της χώρας πεινούν.
Οι συνθήκες στην Ελλάδα σήμερα θυμίζουν
εκείνες που επικρατούσαν στη Γερμανία το 1933. Φυσικά, η Ευρωπαϊκή
Ένωση δεν χρειάζεται να φοβάται την άνοδο κάποιου Έλληνα Χίτλερ, όχι
μόνο γιατί θα μπορούσε εύκολα να συντρίψει ένα τέτοιο καθεστώς, αλλά
επίσης – και αυτό είναι το σημαντικότερο – γιατί η δημοκρατία στην
Ελλάδα έχει αποδειχθεί εντυπωσιακά ώριμη κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Ωστόσο υπάρχει κάτι που η Ε.Ε. θα έπρεπε να φοβάται: την εξαθλίωση εντός
των συνόρων της και τις ολέθριες συνέπειες για την πολιτική και την
κοινωνία της ηπείρου.
Δυστυχώς, η ήπειρος παραμένει διχασμένη κατά
μήκος φυλετικών γραμμών. Γερμανοί, Φιλανδοί, Σλοβάκοι και Ολλανδοί –
μεταξύ άλλων – δεν έχουν χρόνο να ασχοληθούν με τα βάσανα των Ελλήνων.
Οι πολιτικοί τους ηγέτες φροντίζουν τα του οίκου τους και όχι τα της
Ευρώπης, υπό οποιαδήποτε αληθινή έννοια. Η ανακούφιση της Ελλάδας
αποτελεί ένα ιδιαίτερα ακανθώδες ζήτημα σε χώρες όπου τα κόμματα της
ακροδεξιάς καταγράφουν άνοδο ή οι κεντροδεξιές κυβερνήσεις
αντιμετωπίζουν την αντίδραση μιας αριστεράς που χαίρει λαϊκής
υποστήριξης.
Είναι βέβαιο πως οι Ευρωπαίοι πολιτικοί δεν είναι
τυφλοί στα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα. Ούτε υπήρξαν πλήρως παθητικοί.
Στην αρχή της κρίσης, οι Ευρωπαίοι πιστωτές της Ελλάδας απέφυγαν την
ελάφρυνση του χρέους και επέβαλαν τιμωρητικά επιτόκια στα κεφάλαια
διάσωσης. Αλλά καθώς τα βάσανα των Ελλήνων επιτείνονταν, οι πολιτικοί
ιθύνοντες πίεσαν τις ιδιωτικές τράπεζες και τους υπόλοιπους
ομολογιούχους να διαγράψουν το μεγαλύτερο μέρος των αξιώσεών τους. Σε
κάθε στάδιο της κρίσης, έπραξαν μόνον όσα πίστευαν πως μπορεί να αντέξει
η εθνική τους πολιτική – τίποτα περισσότερο.
Ειδικότερα, οι
πολιτικοί της Ευρώπης αντιδρούν σε μέτρα που θα ενέπλεκαν άμεσα τους
φορολογούμενους. Η ελληνική κυβέρνηση έχει ζητήσει από την Ευρώπη να
ανταλλάξει τα υπάρχοντα χρέη με νέα χρέη τα οποία να κλειδώσουν σε
χαμηλά επιτόκια και μακρούς χρόνους ωρίμανσης. Έχει επίσης ζητήσει οι
πληρωμές τόκων να συσχετιστούν με την οικονομική ανάπτυξη. (Σημειωτέον,
δεν έχει ζητήσει περικοπές της ονομαστικής αξίας του χρέους της).
Ωστόσο
η ελάφρυνση αυτού του είδους έναντι των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων ή την
Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έχει μείνει μακριά από το τραπέζι των
διαπραγματεύσεων. Τέτοια μέτρα θα απαιτούσαν πιθανότατα κοινοβουλευτικές
ψηφοφορίες σε διάφορες χώρες της ευρωζώνης, όπου πολλές κυβερνήσεις θα
αντιμετώπιζαν έντονη εναντίωση της κοινής γνώμης – όσο προφανής κι αν
είναι η ανάγκη.
Αντί να αντιμετωπίσουν τα πολιτικά εμπόδια, οι
ηγέτες της Ευρώπης κρύβονται πίσω από ένα βουνό ευσεβούς, παράλογης
ρητορικής. Ορισμένοι επιμένουν πως η Ελλάδα πρέπει να ολοκληρώσει το
πρόγραμμα πληρωμών, ανεξαρτήτως των ανθρωπιστικών και οικονομικών
συνεπειών – για να μη μιλήσουμε για την αποτυχία όλων των προηγούμενων
ελληνικών κυβερνήσεων να ανταποκριθούν στους όρους του. Άλλοι
προσποιούνται πως ανησυχούν για τους λεγόμενους ηθικούς κινδύνους που
συνεπάγεται η ελάφρυνση του χρέους, παρά το γεγονός ότι το χρέος της
χώρας προς τον ιδιωτικό τομέα έχει ήδη διαγραφεί κατόπιν επιμονής της
ΕΕ, και ότι υπάρχουν δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες προηγούμενα για την
αναδιάρθρωση των χρεών αφερέγγυων κρατών.
Πριν από περίπου έναν
αιώνα, στο τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Τζον Μέιναρντ Κέινς
εξέφερε μία προειδοποίηση, η οποία είναι άκρως επίκαιρη σήμερα. Τότε,
όπως και τώρα, οι πιστώτριες χώρες (κυρίως οι ΗΠΑ) απαιτούσαν από τις
βαθιά χρεωμένες χώρες να εκπληρώσουν τα χρέη τους. Ο Κέινς ήξερε πως η
τραγωδία ήταν στα σκαριά.
«Θα είναι πρόθυμοι οι δυσαρεστημένοι
λαοί της Ευρώπης μέχρι και για την επόμενη γενιά να διάγουν έτσι τη ζωή
τους ώστε ένα αξιοσημείωτο μέρος της καθημερινής τους παραγωγής να
διατίθεται για την κάλυψη μιας ξένης πληρωμής;» διερωτήθηκε στις
Οικονομικές Συνέπειες της Ειρήνης. «Κοντολογίς, δεν πιστεύω ότι καμία
από αυτές τις υποχρεώσεις θα συνεχίσει να αποπληρώνεται, στην καλύτερη,
για παραπάνω από μερικά χρόνια».
Αρκετές ευρωπαϊκές χώρες μοιάζουν
τώρα να ευαρεστούνται να εξαναγκάζουν την Ελλάδα σε χρεοκοπία και να
προκαλούν την έξοδό της από το ευρώ. Πιστεύουν πως ο αντίκτυπος μπορεί
να περιοριστεί χωρίς πανικό και δίχως μετάδοση. Αυτή είναι μια
χαρακτηριστική περίπτωση ευσεβών πόθων μεταξύ πολιτικών. Πραγματικά,
είναι αυτού του είδους η απροσεξία που οδήγησε τον υπουργό Οικονομικών
των ΗΠΑ Χανκ Πόλσον στο να αφήσει την Lehman Brothers να χρεοκοπήσει το
Σεπτέμβριο του 2008, δήθεν για να δώσει ένα «μάθημα» στην αγορά. Και τι
μάθημα! Ακόμα σκάβουμε να βγούμε από το μνημειώδες λάθος του Πόλσον.
Ομοίως,
ο Κέινς παρακολούθησε με φρίκη καθώς οι φορείς χάραξης οικονομικής
πολιτικής έσφαλαν επανειλημμένα κατά τα χρόνια μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο
Πόλεμο, τις αναταραχές της δεκαετίας του 1920, και τη Μεγάλη Ύφεση της
δεκαετίας του 1930. Το 1925, ο Κέινς επέκρινε την επιπολαιότητα όσων
«κάθονται στην κορυφαία βαθμίδα της μηχανής». Υποστήριξε «ότι είναι
τρομερά αφελείς μες στην απερισκεψία τους, στην αόριστη αισιοδοξία τους
και άνετη πεποίθησή τους ότι ποτέ δεν συμβαίνει τίποτα πραγματικά
σοβαρό. Εννέα στις δέκα φορές, όντως δεν συμβαίνει κάτι πραγματικά
σοβαρό – απλά μια μικρή κακοτυχία που πλήττει μεμονωμένα άτομα ή ομάδες.
Αλλά διατρέχουμε τον κίνδυνο της δέκατης φοράς…»
Σήμερα, η
Ευρωπαίοι πιστωτές της Ελλάδας μοιάζουν έτοιμοι να εγκαταλείψουν τις
πομπώδεις υποσχέσεις τους γύρω από το αμετάκλητο του ευρώ, προκειμένου
να επιμείνουν πως πρέπει να εισπράξουν κάποια ψίχουλα από τους
συνταξιούχους της χώρας. Αν επιβάλουν τα αιτήματά τους, εξαναγκάζοντας
την Ελλάδα σε έξοδο, ο κόσμος δεν θα εμπιστευτεί ποτέ ξανά τη μακροζωία
του ευρώ. Το λιγότερο που μπορεί να ακολουθήσει είναι τα ασθενέστερα
μέλη της ευρωζώνης ναα υποστούν αυξημένες πιέσεις από την αγορά. Στη
χειρότερη περίπτωση, θα πληγούν από ένα νέο φαύλο κύκλο πανικού και
εκροών καταθέσεων από τις τράπεζες, που θα εκτροχιάσει και τη
διαφαινόμενη ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας. Με τη Ρωσία να θέτει
υπό δοκιμασία την αποφασιστικότητα της Ευρώπης στα ανατολικά, η Ευρώπη
δε θα μπορούσε να επιλέξει χειρότερη στιγμή για να τζογάρει.
Η
ελληνική κυβέρνηση έχει δίκιο που έχει χαράξει τη γραμμή. Φέρει μια
ευθύνη έναντι των πολιτών της. Η πραγματική επιλογή, στο κάτω-κάτω, δεν
επαφίεται στην Ελλάδα, αλλά στην Ευρώπη.
* Ο Jeffrey D. Sachs, είναι καθηγητής της Βιώσιμης Ανάπτυξης, Καθηγητής Πολιτικής και Διαχείρισης Υγείας και διευθυντής του Earth
Institute, στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια, είναι επίσης ο Ειδικός
Σύμβουλος του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για τους
Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας.
Πηγή: analitis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου