Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2015

Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2015

Χριστούγεννα στα Αναγνωστικά 1920 – 1980...


christugena
Τελευταίες μέρες της χρονιάς κι ας θυμηθούμε τι έγραφαν για τα Χριστούγεννα, τα Αναγνωστικά από το 1929 μέχρι το 1977...


Αναγνωστικό 1929
Αναγνωστικό 1946
Αναγνωστικό 1950
Αναγνωστικό 1952
Αναγνωστικό 1956
Αναγνωστικό 1961
Αναγνωστικό 1965
Αναγνωστικό 1967
Αναγνωστικό 1972
Αναγνωστικό 1977

Το πρώτο φιλμάκι στην ιστορία του κινηματογράφου...

Σαν τέτοιες μέρες, στις 28 Δεκεμβρίου 1895, πραγματοποιήθηκε από τους αδελφούς Λιμιέρ η πρώτη δημόσια προβολή μικρού μήκους ταινίας, με εισιτήριο, στο Grand Café του Παρισιού. Το γεγονός αυτό έφτανε για να ανακηρύξει την ημέρα αυτή ως την επίσημη ημέρα εμφάνισης του κινηματογράφου, με τη μορφή που τον γνωρίζουμε σήμερα.

Τα αδέλφια Λιμιέρ, ο Λουί (5 Οκτωβρίου 1864 - 6 Ιουνίου 1948) και ο Ογκίστ (19 Οκτωβρίου 1862 - 10 Απριλίου 1954), γεννήθηκαν στην πόλη Μπεζανσόν της Γαλλίας. Σύντομα, όμως, αναγκάστηκαν να μετακομίσουν στη Λιόν, όπου ο πατέρας τους διατηρούσε μαγαζί με φωτογραφικά είδη, στο οποίο εργάστηκαν κα’ όλη τη διάρκεια των νεανικών τους χρόνων.

Από το 1892 άρχισαν να ασχολούνται με τη δημιουργία κινούμενης εικόνας. Στις 13 Φεβρουαρίου 1894 έλαβαν το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για την κατασκευή μίας μηχανής λήψης και προβολής. Αργότερα, βασιζόμενοι στο κινητοσκόπιο του Ουίλλιαμ Ντίκσον (ο οποίος εργαζόταν στα εργαστήρια του Τόμας Έντισον), το οποίο ήταν μία μηχανή προβολής ταινίας σε ένα κουτί, που ήταν ορατό μόνο από έναν θεατή, μέσω μιας οπής, εφηύραν το 1895 τον «κινηματογράφο» («cinematographe»).

Ο «κινηματογράφος» τους ήταν μία φορητή κινηματογραφική μηχανή λήψεως, εκτύπωσης και προβολής του φιλμ. Οι αδελφοί Λιμιέρ χρησιμοποίησαν φιλμ από celluloid με οδοντωτές τρύπες στο πλάι. Ένα δόντι της μηχανής ξετύλιγε το φιλμ, πηδώντας από τρύπα σε τρύπα. Κουρδιζόταν με μανιβέλα και μπορούσε να παίρνει ή να προβάλλει 16 φωτογραφίες το δευτερόλεπτο, αρκετές για να δημιουργήσει το αίσθημα της κίνησης.

Η πρώτη ιδιωτική προβολή της δικής τους μικρού μήκους ταινίας έγινε στις 22 Μαρτίου 1895, ενώ στη πρώτη δημόσια προβολή στις 28 Δεκεμβρίου παρευρέθηκαν συνολικά 35 άτομα και παρακολούθησαν δέκα ταινίες, οι οποίες διήρκεσαν συνολικά περίπου 15 λεπτά. Σ’ αυτές τις πρώτες κινηματογραφικές προσπάθειες προβαλλόταν συνήθως στατικά, μία σκηνή της καθημερινότητας.

Το πρώτο βίντεο στην ιστορία του κινηματογράφου:

Βέβαια, δεν ήταν πρωτοπόροι σε αυτό, καθώς λίγους μήνες πριν, την 1η Νοεμβρίου 1895 οι αδελφοί Skladanovsky ήταν οι πρώτοι που πρόβαλαν δημόσια και με εισιτήριο κινούμενες φωτογραφίες στο Βερολίνο.

Μετά από μία επιτυχή περιοδεία το 1896 στο Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη, οι αδελφοί Λιμιέρ, κρίνοντας ότι η εφεύρεσή τους δεν θα έχει μέλλον, την πούλησαν στον Ζορζ Μελιέ. Συνέχισαν, όμως, με την εταιρία «Λιμιέρ», η οποία κυριάρχησε στην ευρωπαϊκή αγορά φωτογραφικών ειδών για αρκετά χρόνια, μέχρι που χάθηκε, ύστερα από την συγχώνευσή της με την εταιρία «Ilford».

Τέλος, το 1903 οι αδελφοί Λιμιέρ εφηύραν την έγχρωμη φωτογραφία, η οποία έγινε ευρέως γνωστή το 1907.

Πηγή:tvxs.gr

Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2015

Xριστουγεννιάτικες κάρτες από τον Σαλβαντόρ Νταλί...

http://www.lifo.gr/uploads/image/607588/dali3.jpg 
Μεταξύ 1958 και 1976 οι επιστήμονες, οι γιατροί και οι φαρμακοποιοί που ήταν πελάτες της εταιρείας με έδρα τη Βαρκελώνη Hoechst Ibérica, παρέλαβαν Χριστουγεννιάτικες κάρτες που σήμερα θεωρούνται μικρά συλλεκτικά έργα τέχνης.
http://www.lifo.gr/uploads/image/607590/dali1.jpg

Μπορεί να μην θύμιζαν σε τίποτα τις κλασικές χριστουγεννιάτικες κάρτες αλλά με δημιουργό τον Σαλβαντόρ Νταλί, μάλλον αυτό θα έπρεπε να ήταν το ζητούμενο. Μέσα σε αυτά τα χρόνια ο μεγάλος καλλιτέχνης σχεδίασε 19 διαφορετικά σκίτσα με θέμα τα Χριστούγεννα ενώ υπάρχουν και ελάχιστες εκδόσεις με τις χειρόγραφες ευχές του.
http://www.lifo.gr/uploads/image/607581/dali12.jpg

Παρόλο που στην Ισπανία οι κάρτες έγιναν εξαιρετικά δημοφιλείς όταν τυπώθηκαν μαζικά, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού γνώρισαν εμπορική αποτυχία και δεν μπόρεσαν να κερδίσουν το αμερικανικό κοινό στην πρώτη γνωριμία με την φαντασμαγορία του Νταλί.

http://www.lifo.gr/uploads/image/607582/dali10.jpg
Πάντως το σχέδιο μιας από τις πρώτες κάρτες που σχεδίασε ο Νταλί, είχε γίνει διάσημο αρκετά χρόνια πριν όταν είχε κοσμήσει το εορταστικό τεύχος της Vogue του 1946.
http://www.lifo.gr/uploads/image/607583/dali9.jpg

Ελάχιστες από αυτές κυκλοφορούν σήμερα προς πώληση στο eBay και σχεδόν όλες εκτίθενται σαν μέρος της συλλογής Νταλί στο Dalí Theatre-Museum.
  http://www.lifo.gr/uploads/image/607585/dali7.jpg 
 
http://www.lifo.gr/uploads/image/607584/dali8.jpg
http://www.lifo.gr/uploads/image/607586/dali5.jpg 
 
                                                                                   Πηγή: sykees8.blogspot.gr

Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2015

"ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΑΚΙ ΠΟΥ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΑΓΓΙΞΕΙ ΕΝΑ ΑΣΤΕΡΑΚΙ..."



Το ποντικάκι που ήθελε να αγγίξει ένα αστεράκι 
 Λίγα λόγια για το θαυμάσιο παραμύθι του Ευγένιου Τριβιζά:
Ήταν κάποτε ένας ποντικούλης που τον έλεγαν Τρωκτικούλη. Ο Τρωκτικούλης ο ποντικούλης κάθε φορά που έβλεπε τα αστεράκια στον ουρανό ήθελε να τ' αγγίξει.- Παππού, έλεγε στον παππού του, σήκωσέ με, σε παρακαλώ, στα χέρια σου για να αγγίξω ένα αστεράκι.
- Δε γίνεται αυτό που ζητάς, εγγονάκι μου απαντούσε ο παππούς του. Τα αστεράκια είναι πάρα πολύ ψηλά. Δεν είναι καθόλου εύκολο να τ' αγγίξει κανείς...

 Η ιστορία που σκάρωσε η εύστροφη πένα του Ευγένιου Τριβιζά μπορεί να διαβαστεί ανά πάσα στιγμή, σε κάθε εποχή του χρόνου. Η υπογραφή του εγγυάται ότι οι αναγνώστες δε θα σκοντάψουν πάνω σε ηθικοπλαστικά διδάγματα, αλλά θα ταξιδέψουν σε όμορφα νοήματα με βοηθούς το χιούμορ και τη φαντασία...

Κυριακάτικο σινεμά: «ΣΚΡΟΥΤΖ» του Ρόναλντ Νιμ (Scrooge, Αγγλία, 1970)


Πρόκειται για ένα χριστουγεννιάτικο μιούζικαλ βασισμένο στο έργο του Κάρολου Ντίκενς, «Ένα χριστουγεννιάτικο τραγούδι» (A Christmas Carol).
Ο τσιφούτης Εμπενίζερ Σκρουτζ, μισεί τα Χριστούγεννα.  Υποστηρίζει πως είναι μια απάτη και μισεί ακόμη και τους ανθρώπους που είναι χαρούμενοι τις γιορτές. Εκμεταλλεύεται τον φτωχό και εργατικό υπαλληλάκο του, Μπομπ Κράτσιτ, βάζοντάς τον να δουλεύει όλη μέρα και πληρώνοντάς τον ελάχιστα. Την Παραμονή, όταν ο Σκρουτζ πηγαίνει σπίτι του, το φάντασμα του πρώην συνεργάτη του, Τζέικομπ Μάρλεϋ, εμφανίζεται μπροστά του, προσπαθώντας να του εξηγήσει πως αν δεν αλλάξει τρόπο και στάση ζωής, θα έχει την ίδια κατάληξη με αυτόν. Έτσι, τρία πνεύματα, του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος, επισκέπτονται τον ξεροκέφαλο Σκρουτζ και προσπαθούν να ζεστάνουν την καρδιά του δείχνοντάς του τα λάθη στη ζωή του και προτρέποντάς τον να αλλάξει τη διαγραφόμενη πορεία του.
Πρωταγωνιστούν: Άλμπερτ Φίνει, Άλεκ Γκίνες, Έντιθ Έβανς, Κένεθ Μορ, Πάντι Στόουν, Μαίρη Πιτς.

Κ α λ ή  Κ υ ρ ι α κ ή !

Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2015

Αφιέρωμα στον μεγάλο δημιουργό: Ο Χρυσοθήρας (1925)


Ο Χρυσοθήρας



18:16 | 24 Δεκ. 2015
Ταινιες
Ο Τσάρλι Τσάπλιν στον «Χρυσοθήρα», την αριστουργηματική ταινία του για την οποία ήθελε να τον θυμούνται.,Η ταινία συγκαταλέγεται στις καλύτερες όλων των εποχών
. Γυρίστηκε το 1925, κόστισε 650.000 δολάρια και απέφερε περισσότερα από 5.000.000. Ο Τσάπλιν ξεκίνησε τα γυρίσματα με πρωταγωνίστρια την ανήλικη ηθοποίο Λολίτα ΜακΜάρεϊ όμως τελικά την αντικατέστησε με την Τζόρτζια Χέιλ παρότι αναγκάστηκε να ξαναγυρίσει μεγάλο μέρος από τις σκηνές της ταινίας. Προχώρησε σε επανέκδοσή της το 1942 αλλάζοντας αρκετά σημεία, προσθέτοντας μουσική επένδυση για την οποία κέρδισε μια υποψηφιότητα για Όσκαρ. Στο «Χρυσοθήρα» ο Σαρλό βρίσκεται στην Αλάσκα για να βρει χρυσό. Μια τρομερή καταιγίδα τον υποχρεώνει να καταφύγει σε μια καλύβα, μαζί με τον Μπλακ Λάρσον, έναν επικίνδυνο ληστή, και το χρυσοθήρα Μπιγκ Τζιμ. Για κακή τους τύχη, η κακοκαιρία δεν υποχωρεί και οι τρεις τυχοδιώκτες πεινάνε. Ο Σαρλό έχει μια απίθανη ιδέα για να τους βγάλει από τη δύσκολη θέση... Όταν επιστρέφει στην πόλη, συναντάει μια τραγουδίστρια, την Τζόρτζια. Την ερωτεύεται, μα εκείνη δεν του δίνει σημασία. Παραμονή πρωτοχρονιάς βρίσκεται κοντά στο να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα. Θα καταφέρει άραγε να κερδίσει την καρδιά της; Πρόκειται για την ταινία του Τσάπλιν για την οποία, όπως είχε δηλώσει αρκετές φορές, θα ήθελε να τον θυμούνται. Συνυπάρχουν το τραγικό με το κωμικό στοιχείο, ο σουρεαλισμός με την περιπέτεια, οι επιδέξιες γκάφες με την κοινωνική σάτιρα. Σκηνοθεσία: Τσάρλι Τσάπλιν Παίζουν: Τσάρλι Τσάπλιν, Μακ Σουέιν, Τζόρτζια Χέιλ

Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2015

Τσάρλυ Τσάπλιν (1889-1977): Η φιγούρα-σύμβολο


Τον αγαπήσαμε ως Σαρλό. Το εξαιρετικό ταλέντο Τσαρλς Σπένσερ Τσάπλιν, μία από τις πιο αναγνωρίσιμες φιγούρες παγκοσμίως, σημάδεψε την πορεία του κινηματογράφου,"έσβησε" ανήμερα Χριστούγεννα...
Ο Τσαρλς Σπένσερ Τσάπλιν πάτησε πρώτη φορά το πόδι του στο σανίδι σε ηλικία πέντε ετών, για να αντικαταστήσει την ηθοποιό μητέρα του που ήταν άρρωστη, ερμηνεύοντας με κωμικό τρόπο ένα τραγούδι, αποκομίζοντας το θερμό χειροκρότημα του κοινού.

Άγγλος -εβραϊκής καταγωγής- ηθοποιός και σκηνοθέτης που λόγω των αριστερών του πεποιθήσεων έπεσε σε δυσμένεια από την αμερικανική κυβέρνηση -την εποχή του μακαρθισμού- καθώς το 1952, ενώ ταξίδευε προς το Λονδίνο, του απαγορεύτηκε να επιστρέψει στην Αμερική. Έκτοτε έζησε στην Ελβετία με την τέταρτη γυναίκα του, Ούνα και τα οχτώ -από τα έντεκα συνολικά- παιδιά του.



Ο Τσάρλι Τσάπλιν γεννήθηκε στις 16 Απριλίου του 1889 στο Λονδίνο και έφυγε από τη ζωή  στον ύπνο του ανήμερα τα Χριστούγεννα, το 1977.

Και οι δύο γονείς του ήταν καλλιτέχνες. Ωστόσο τα παιδικά του χρόνια ήταν δραματικά μια και ο μέθυσος πατέρας του εγκατέλειψε τη μητέρα του, τον ίδιο και το μεγαλύτερο αδερφό του, η μητέρα του άφησε τη δουλειά της και προσπαθούσε να επιβιώσει ως ράφτρα, ενώ μετακινούνταν συνέχεια από χαμόσπιτο σε χαμόσπιτο.

Η κλονισμένη ψυχική της υγεία οδήγησε τα παιδιά σε σχολείο για ορφανά και έπειτα στον πατέρα τους και την αλκοολική φιλενάδα του.



Προκειμένου να επιβιώσει έπαιζε από μικρός σε διάφορες παραστάσεις, ώσπου άφτασε σε ηλικία 21 ετών να φύγει με ένα θίασο περιοδεία στην Αμερική, όπου και έμεινε πάρα πολλά χρόνια!

Σκηνή από τον Χρυσοθήρα

Ο ίδιος αναφέρει στην αυτοβιογραφία του (Εκδόσεις Παρατηρητής) για την πρεμιέρα της ταινίας του Χρυσοθήρας: «Ο χρυσοθήρας πρωτοπροβλήθηκε στο Στραντ Θίατερ της Νέας Υόρκης και παρακολούθησα την πρεμιέρα. Από τη στιγμή που άρχισε η ταινία δείχνοντάς με να περπατώ χαρούμενος στην άκρη ενός γκρεμού χωρίς να έχω πάρει είδηση μια αρκούδα που με ακολουθούσε, το κοινό επευφημούσε φωναχτά. Ανάμεσα στα γέλια ακούγονταν "μπράβο" μέχρι το τέλος της προβολής. Ο Χάιραμ Άμπραμς, ο διευθυντής πωλήσεων της Γιουνάιτεντ Άρτιστς, ήρθε αργότερα και με αγκάλιασε. "Τσάρλι στο εγγυώμαι πως θα μας φέρει τουλάχιστον έξι εκατομμύρια δολάρια" – και μας έφερε!
Μετά την πρεμιέρα, κατέρρευσα. Έμενα στο Ριτζ Οτέλ και μου ήταν αδύνατο να πάρω αναπνοή. Τρομοκρατημένος τηλεφώνησα σε ένα φίλο. "Πεθαίνω", είπα βαριανασαίνοντας, "φώναξε το δικηγόρο μου!".
"Δικηγόρο; Το γιατρό θα εννοείς!" είπε τρομοκρατημένος.
"Όχι, όχι, το δικηγόρο, θέλω να κάνω τη διαθήκη μου"

Τσάπλιν και Κινηματογράφος
Από το 1915 έως το 1916 ο νεαρός Τσάπλιν έκανε συμβόλαιο με την εταιρία Εσανέι και γύρισε 15 ταινίες μεταξύ των οποίων και ο περίφημος Αλήτης, που του έδωσε δύο από τα χαρακτηριστικά της καρικατούρας που έμελλε να γίνει: ήταν ένα περιπλανώμενος άνεργος και αγαπούσε μια κοπέλα που θεωρούσε και εκείνος πως ήταν ερωτευμένη μαζί του.
Αρχικά την υποδυόταν η Έντνα Περβάιανς, που ήταν και ερωμένη του.

Έπειτα υπογράφει με τη Μιούτουαλ όπου παρέμεινε για έναν ακόμη χρόνο και γύρισε άλλες 12 ταινίες τελειοποιώντας την τεχνική του στην παντομίμα και σε σκηνές γκανγκ.



Μεγάλοι σταθμοί στην κινηματογραφική του πορεία
1917: Ο Μετανάστης
1918: Σκυλίσια Ζωή
1921: Το Χαμίνι (η πρώτη μεγάλου μήυκους ταινία του)
1923: Ο Προσκυνητής
1923: Μια Γυναίκα από το Παρίσι
1925: Ο Χρυσοθήρας (έχει χαρακτηριστεί ως μία από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών)
1931: Τα Φώτα της Πόλης
1936: Μοντέρνοι Καιροί (εδώ εμφανίζεται τελευταία φορά ως Σαρλό)
1940: Ο Μεγάλος Δικτάτωρ (πρώτη του μη βωβή ταινία, διαβάστε περισσότερα ΕΔΩ)
Διαβάστε το κείμενο της ομιλίας Του Τσάρλι Τσάπλιν στην ταινία
1952: Τα Φώτα της Ράμπας
1957: Ένας Βασιλιάς στη Νέα Υόρκη (ζώντας στην Ευρώπη πια)
1967: Η Κόμισσα του Χονγκ Κονγκ (με τη Σοφία Λόρεν και τον Μάρλον Μπράντο)



Από το 1947 και μετά θεωρείται ανεπιθύμητος στην Αμερική- συντηρητικοί πολιτικοί ζητούν την απέλασή του λόγω των αριστερών πολιτικών του φρονημάτων- τελικά το 1952 αποφασίζει να φύγει και μένει στην Ευρώπη και συγκεκριμένα στην Ελβετία με την τέταρτη σύζυγό του Όνα.

Ταξίδεψε ξανά στην Αμερική μόνο μια φορά, το 1972 για να παραλάβει τιμητικό Όσκαρ, για τη συνολική συνεισφορά του στην Έβδομη Τέχνη.

1972: Απονομή τιμητικού Όσκαρ στον Τσάρλι Τσάπλιν
Σύμφωνα με την Wikipedia, σ’ αυτή την τελετή ο Τσάρλι Τσάπλιν κέρδισε το μακρύτερο, στην ιστορία της Ακαδημίας, χειροκρότημα με όρθιους τους θεατές, που κράτησε συνολικά δώδεκα λεπτά.



Το 1975 η βασίλισσα Ελισάβετ τον ανακήρυξε ιππότη.



Ο Τσάπλιν παντρεύτηκε 4 φορές και απέκτησε 11 παιδιά! Τα οκτώ με την τέταρτη σύζυγό του Όνα, κόρη του Ευγένιου Ο' Νηλ, η οποία όταν παντρεύτηκαν ήταν μόλις 18 χρόνων, ενώ εκείνος 54!
Ωστόσο έζησαν μαζί μέχρι το θάνατό του, στις 25 Δεκεμβρίου του 1977, ενώ είχαν ζήσει μαζί επί 34 χρόνια!


Ένα από τα παιδιά του είναι η γνωστή ηθοποιός Τζεραλντίν Τσάπλιν, το πρώτο από τα 8 παιδιά του με την τελευταία του σύζυγο, Όνα.



Σε συνέντευξή της η Τζεραλντίν είχε πει για τον πατέρα της: «Την πρώτη φορά που ταξίδεψε στο Βερολίνο, το 1921, έγραψε στο ημερολόγιό του, πόσο περίεργο του φαινόταν που δεν τον πλησίαζαν στο δρόμο. Οι ταινίες του βλέπετε δεν είχαν προβληθεί ακόμη στη Γερμανία».
Λίγες σελίδες παρακάτω έγραφε για το πόσο ανήσυχο τον έκανε η ανωνυμία: «Η προσωπικότητά μου είναι μάλλον αδύναμη, αν δεν ωθείται από τη δόξα». Τον άγχωνε δε τόσο πολύ που έφυγε από τη χώρα...

Eίπε:
  • Ο πραγματικός χαρακτήρας ενός ανθρώπου αποκαλύπτεται όταν μεθύσει.
  • Οι ηθοποιοί αποζητούν την απόρριψη. Αν δεν τη συναντήσουν απορρίπτουν τους εαυτούς τους.
  • Το μόνο πράγμα που χρειάζομαι για να κάνω κωμωδία είναι ένα πάρκο, ένας αστυνομικός και ένα όμορφο κορίτσι
  • Έχω συμφιλιωθεί με το Θεό. Η σύγκρουσή μου είναι με τον άνθρωπο.
  • Τα ναρκωτικά είναι καλά για να φύγεις από την πραγματικότητα, ενώ η πραγματικότητα είναι τόσο πλούσια, ώστε δεν αξίζει να την αποφεύγεις.
  • Η αλήθεια έχει τόση μεγάλη αξία, ώστε σαν φύλακα πρέπει να έχει το ψέμα.
                                                                                                Πηγή: in.gr

Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 2015

Ο χριστουγεννιάτικος Παπαδιαμάντης...

Τα χριστουγεννιάτικα διηγήματα του Παπαδιαμάντη είναι τόσα πολλά σε αριθμό, που θα μπορούσε κανείς να τα ταξινομήσει σε μια ξεχωριστή κατηγορία. Εξάλλου, κυκλοφορούν αρκετές συλλογές που εστιάζουν σ’ αυτά και που έχουν τίτλους όπως  «χριστουγεννιάτικα διηγήματα» ή «χριστουγεννιάτικες ιστορίες» αναδεικνύοντας ακριβώς αυτό το λογοτεχνικό κομμάτι. Όμως, το αδιαμφισβήτητο της χριστουγεννιάτικης θεματολογίας δε σηματοδοτεί ένα αυτόνομο τμήμα στο έργο του Παπαδιαμάντη, αφού τα Χριστούγεννα δεν αποτελούν αφορμή προς αναζήτηση νέων εκφραστικών ή ιδεολογικών διαδρομών. Με άλλα λόγια, τα Χριστούγεννα στον Παπαδιαμάντη δε λειτουργούν ούτε προς τόνωση της θρησκευτικής κατάνυξης ούτε ως πεδίο κατήχησης ή παραγωγής διδαγμάτων ούτε ως ευκαιρία για πάσης φύσεως συγκινησιακή κατανάλωση.
καλικάντζαρος

Ο Παπαδιαμάντης αντιμετωπίζει τα Χριστούγεννα, όπως και κάθε άλλη θεματογραφία, από την οπτική του λαϊκού βιώματος, που αποδίδεται ακριβώς όπως έχει, χωρίς εξιδανικεύσεις, διδακτισμό ή τυμπανοκρουσίες. Οι γιορτές είναι το αναπόσπαστο μέρος της συνολικής παρουσίας των ανθρώπων ολοκληρώνοντας την εικόνα μιας εποχής τόσο σε κοινωνικό, όσο και σε ατομικό επίπεδο. Κι αυτός είναι ο λόγος που οι χριστουγεννιάτικες ιστορίες συνυφαίνονται αξεδιάλυτα με την καθημερινή ζωή. Ο ανθρώπινος μόχθος, ο κίνδυνος, η βοή των λαϊκών καφενείων, η αρρώστια, η ξενιτειά, όλα εκείνα που συνθέτουν και αναδεικνύουν το παπαδιαμαντικό μεγαλείο θα ήταν αδύνατο να εκλείπουν από τη χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα. Σε τελική ανάλυση, τα Χριστούγεννα, δε θα μπορούσαν να αποδοθούν σαν κάτι ξεκομμένο από τη ζωή των ανθρώπων. Θα ήταν απολύτως αφύσικο, δηλαδή λογοτεχνικά ατυχές. Οι λογοτεχνικές υπερβολές, που θέλουν τους ανθρώπους να μεταλλάσσονται ή να αποκτούν διαστάσεις αγιοσύνης επηρεασμένοι από το πνεύμα των Χριστουγέννων δεν ανήκουν στον Παπαδιαμάντη. Στο διήγημα «Χριστόψωμο» η γριά Καντάκαινα προσφέρει στη νύφη της «φαρμακωμένο χρυστόψωμον» προκειμένου να την ξεκάνει. Όταν τελικά, από λάθος, το τρώει ο γιος της και «ενομίσθη ότι ο θάνατος προήλθεν εκ παγώματος…» η Καντάκαινα δε λέει τίποτε και βυθίζεται σε δυστυχισμένα γηρατειά.
Στο διήγημα «Ο πολιτισμός εις το χωριόν» η Θοδωριά, γυναίκα του μπάρμπα Στέργιου του ασβεστά έχει ήδη χάσει δυο παιδιά και όλες τις οι ελπίδες είναι στραμμένες στον τελευταίο της γιο «τον «Λευθέρην». Κι όταν το μοιραίο βράδυ της πρωτοχρονιάτικης παραμονής, που ο γιος ψηνόταν στον πυρετό, στέλνει τον άντρα της, μέσα σε χιονοθύελλα, να φωνάξει το γιατρό, είναι σχεδόν βέβαιο ότι η κατάληξη θα είναι τραγική. Εξάλλου, η εκμυστήρευση της υπηρέτριας του γιατρού στον μπάρμπα – Στέργιο: «κοίταξε μην είναι κανένα μαγαζί ανοιχτό στην πιάτσα, μην παίζουνε πουθενά τα χαρτάκια» ήταν  ξεκάθαρος προάγγελος κακών. Στο καπηλειό του Θανάση του Μωρεγυιού ο γιατρός, που καθόταν μαζί με τον υπολιμενάρχη και το γραμματέα του ειρηνοδικείου δε φάνηκε καθόλου πρόθυμος να ακολουθήσει τον μπάρμπα – Στέργιο: «Δε βλέπεις που χιονίζει; Πώς θα πάμε;», κι ο γραμματικός, που εκείνη τη στιγμή έκανε την μπάνκα στα χαρτιά ανέλαβε δράση: «… τα μουστάκια του, άμα είδε τον μπάρμπα – Στέργιο, ανέβαιναν και κατέβαιναν ως της γάτας της οσφρανθείσης ποντικόν. Τον έδραξεν από του αγκώνος με την στιβαράν χείρα του και τον έβαλε, με το είδος εκείνο της φιλικής βίας, όπερ τινές άνθρωποι αγαπώσι να μετέρχωνται προς τους ασθενεστέρους τον χαρακτήρα, τον έβαλε να καθίση πλησίον του». Αφού τον κέρασε κρασί, τον προέτρεψε να παίξει «για να περασ’ η ώρα». Ο μπάρμπα – Στέργιος παρακαλούσε το γιατρό να πάνε στο σπίτι, εκείνος αρνιόταν μέχρι να κοπάσει το χιόνι, κι ο γραμματέας διαρκώς του έβαζε κρασί και του κέρδιζε στα χαρτιά τις λίγες του δεκάρες. Όταν στις τρεις τα χαράματα μπήκε στο μαγαζί Γιώργης ο Σεφερτζής, σταλμένος από τη Θοδωριά, βρήκε τον μπάρμπα – Στέργιο: «… όστις ζαλισμένος από το μοσχάτον, προσεμειδία ηλιθίως εις τους μύστακας του γραμματικού …». Για την κηδεία του Λευθέρη ο μπάρμπα – Στέργιος έδωσε ό,τι είχε και δεν είχε, καθώς και όλα τα μεταξωτά ρούχα της Θοδωριάς, στον Αργυρό, τον τοκογλύφο.
Τα ανθρώπινα πάθη, η δυστυχία, η αδυναμία των χαρακτήρων, η ανθρώπινη σκληρότητα είναι το μόνιμο θέμα του Παπαδιαμάντη. Το χρήμα, ως αιώνια πηγή κακών, διαφθείρει τους ανθρώπους. Όμως, ο Παπαδιαμάντης δεν έχει στόχο να μεμψιμοιρήσει εστιάζοντας στη συμφορά, αλλά να αναδείξει την αγάπη προς τον ανώνυμο άνθρωπο του μόχθου, που αγωνίζεται σκληρά για να επιβιώσει. Στο διήγημα «Σταχομαζώχτρα» η θεια – Αχτίτσα «επεβιβάζετο εις πλοίον, έπλεεν υπερπόντιος και διεπεραιούτο εις Εύβοιαν. Περιεφρόνησε το ονειδιστικόν επίθετον της καραβωμένης, όπερ εσφενδόνιζον άλλα γύναια κατ’ αυτής, διότι όνειδος ακόμη εθεωρείτο το να πλέη γυνή εις τα πελάγη. Εκεί. Μετ’ άλλων πτωχών γυναικών, ησχολείτο συλλέγουσα τους αστάχεις, τους πίπτοντας από των δραγμάτων των θεριστών, από των φορτωμάτων κάρρων. Κατ’ έτος, οι χωρικοί της Ευβοίας και τα χωριατόπουλα έρριπτον κατά πρόσωπον αυτών το σκώμμα: “Να οι φ’στάνες! Μας ήρθαν πάλιν οι φ’στάνες!” Αλλ’ αύτη έκυπτεν υπομονητική, σιωπηλή, συνέλεγε τα ψιχία εκείνα της πλουσίας συγκομιδής του τόπου, απήρτιζε τρεις ή τέσσαρας σάκκους, ολόκληρον ενιαυσίαν εσοδείαν δι’ εαυτήν και διά τα δύο ορφανά…».
Τα Χριστούγεννα αυτά, όμως, τα πράγματα ήταν εξαιρετικά δύσκολα. Ο χειμώνας ήταν πιο τσουχτερός από ποτέ και η Αχτίτσα δεν είχε ούτε ξύλα ούτε ψωμί ούτε τίποτε να ρίξει στη χύτρα. Την άλλη μέρα (παραμονή Χριστουγέννων) έγινε το θαύμα. Ο παπά – Δημήτρης της έδωσε φάκελο σταλμένο από το γιο της το Γιάννη, που έλλειπε χρόνια στην Αμερική. Ο φάκελος περιείχε ένα γράμμα και μια συναλλαγματική. Το πρόβλημα ήταν το ακριβές ποσό της συναλλαγματικής, που δεν αναγραφόταν με ξεκάθαρο τρόπο. Ο κυρ Μαργαρίτης, ο τοκογλύφος, είχε δισταγμούς: «Έχει τον αριθμόν 10, αλλά δεν ξέρομε τι είδους μονέδα να είναι, δέκα σελλίνια, δέκα ρούπιες, δέκα κολωνάτα ή δέκα…». Χώρια που το ποσό ήταν γραμμένο στα αγγλικά. Ούτε ο δάσκαλος μπορούσε να βγάλει άκρη: «… προσεπάθει να συλλαβίση τας λέξεις ten pounds sterling… “Sterling” είπε, “sterling θα σημαίνη τάλληρον, πιστεύω. Η λέξις φαίνεται να είναι της αυτής ετυμολογίας” απεφάνθη δογματικώς». Τα υπόλοιπα ήταν δουλειά του τοκογλύφου: «Τώρα, τι τα θέλεις… να σου το εξαργυρώσω… ξέρω αν δεν είναι ψεύτικο; … και δεν είναι μικρό πράγμα αυτό… δέκα τάλλαρα! … να είχα δέκα τάλλαρα εγώ, παντρευόμουνα… σε λυπούμαι… είσαι καλή γυναίκα, κι έχεις κι εκείνα τα ορφανά… να κρατήσω εγώ ενάμισυ τάλλαρο δια τους κινδύνους που τρέχω… α, ξέχασα… ο συχωρεμένος ο Μιχαλιός κάτι έκανε να μου δίνει… κι εκείνος ο τελμπεντέρης ο γαμπρός σου… είναι δίκαιο να τα κρατήσω… εννιά και δεκαπέντε μου χρωστούσεν ο μακαρίτης ο άντρας σου…». Τότε έγινε και το δεύτερο χριστουγεννιάτικο θαύμα. Ένας έμπορος από τη Σύρο μπήκε στο μαγαζί, πήρε στα χέρια του τη συναλλαγματική, διαβεβαίωσε ότι πρόκειται για αγγλικές λίρες κι όταν ο κυρ Μαργαρίτης προσπάθησε να παζαρέψει το πράγμα αντιπροτείνοντας δέκα γαλλικές, ο συριανός έδωσε αμέσως στο χέρι της Αχτίτσας το αντίτιμο δέκα αγγλικών λιρών: «Και ιδού διατί η πτωχή γραία εφόρει τη ημέρα των Χριστουγέννων καινουργή άδολην μανδήλαν, τα δε δύο ορφανά είχον καθαρά υποκαμισάκια δια τα ισχνά μέλη των και θερμήν υπόδεσιν δια τους παγωμένους πόδας των».
Και βέβαια, δε θα μπορούσαν να λείπουν ιστορίες από τη θάλασσα. Στο διήγημα «Υπηρέτρα» η Ουρανιώ την παραμονή των Χριστουγέννων περιμένει με κομμένη την ανάσα τον πατέρα της τον μπάρμπα – Διόμα να γυρίσει με τη βάρκα από τη θάλασσα. Και οι γείτονες είχαν ανησυχήσει. Η Ουρανιώ είχε ακούσει τα λόγια του Αργυράκη, όταν εξηγούσε στη γυναίκα του Νταραδήμου «είπαν πως βούλιαξε!» Όταν, ξημερώματα πια, ήρθε η είδηση ότι ο μπάρμπα – Διόμας είχε σωθεί, δε θα μπορούσε να βρεθεί ανθρώπινη ευτυχία που να συγκριθεί με της Ουρανιώς. Κι όταν αργότερα ο μπάρμπα – Διόμας φάνηκε στο κατώφλι η Ουρανιώ έκλαψε από χαρά, αφού δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευτυχία από την απλότητα της παρουσίας των αγαπημένων προσώπων: «Ο πατήρ της δεν της είχε φέρει ούτε αυγά, ούτε μυζήθρες, ούτε όρνιθες, αλλά της έφερε το σκληραγωγημένον και θαλασσόδαρτον άτομόν του και τα δύο στιβαράς και χελωνοδέρμους χείρας του…».
Κι αυτό είναι το νόημα της χριστουγεννιάτικης παπαδιαμαντικής ευτυχίας· η  εκπλήρωση των εργασιών που θα φέρουν τα προς το ζην και η συντροφιά με τα αγαπημένα πρόσωπα. Ο καπετάν Ηρακλής στο διήγημα «Ο χαραμάδος» είναι πανευτυχής που πέτυχε ευνοϊκό άνεμο κι επέστρεψε στη Σκιάθο από τη Θεσσαλονίκη για Χριστούγεννα. Η αναποδιά που του έτυχε, επειδή δεν μπόρεσε να πουλήσει το φορτίο με τα κρασιά που μετέφερε, έχει ελάχιστη σημασία, αφού, τελικά, τα πούλησε στη Σκιάθο. Ο μπάρμπα – Στάθης ο Γρούτσος κι ο γιος του ο Στεφανής, στο διήγημα «Το κρυφό Μανδράκι», είναι απόλυτα ευτυχείς, επειδή κατάφεραν να εξασφαλίσουν λίγα αρνιά και να φτάσουν με τη βάρκα στο χωριό χάρη στην εύνοια των ανέμων: «… εις τας δύο μετά τα μεσάνυχτα – την ώραν όπου η χαρμόσυνος κλαγγή των κωδώνων εκάλει τους πιστούς εις την νυκτερινήν ακολουθίαν των Χριστουγέννων».
Καμία υπερβολή, καμία σύνδεση της χαράς με υλικά αγαθά, καμιά επιτήδευση στην αναζήτηση της ευτυχίας. Η εξασφάλιση του γιορτινού τραπεζιού και λίγα ξύλα είναι απολύτως αρκετά. Κι αν αυτά συνοδευτούν κι από κανένα καινούργιο πανωφόρι ή κανένα πουκάμισο, τότε η ευτυχία αγγίζει το ανείπωτο. Τελικά, τα Χριστούγεννα είναι χαρά από μόνα τους. Η ίδια η ατμόσφαιρά τους, το χαρμόσυνο της καμπάνας, τα κεράσματα στα καφενεία, τα κάλαντα των παιδιών, οι ευχές, συνθέτουν την αίσθηση της απόδρασης, της μοναδικής στιγμής, που μόνο μια φορά το χρόνο δικαιούται κανείς να απολαύσει. Αυτή είναι η δύναμη που γεννά την αισιοδοξία. Γι’ αυτό ο παπα – Φραγκούλης στο διήγημα «Στο Χριστό στο Κάστρο» παρασύρει τους πάντες στο παράτολμο εγχείρημα να μεταβούν στα Κάστρο και να κάνουν λειτουργία απεγκλωβίζοντας το Γιάννη το Νυφιώτη και τον Αργύρη της Μυλωνούς, που τους έκλεισε εκεί το χιόνι. Ούτε ο καιρός ούτε η θάλασσα ούτε το κρύο ούτε το πολύωρο του ταξιδιού θα ήταν δυνατό να αποθαρρύνουν την ορμή της αισιοδοξίας. Κι όχι μόνο όλα πάνε καλά, αλλά οι πυρσοί που ανάβουν πάνω στο Κάστρο για τη λειτουργία προσανατολίζουν σαν φάρος «το γολεττί του καπετάν Κωσταντή του Λημνιαραίου» σώζοντάς το από σίγουρη συντριβή στα βράχια. Την άλλη μέρα, ανήμερα Χριστουγέννων, το γλέντι δεν είχε προηγούμενο με τα κατσίκια που πρόσφεραν οι βοσκοί, τις δωδεκάδες από αλατισμένα κοτσύφια των ξυλοκόπων και το άφθονο κρασί που κατέβασε ο Κωσταντής από το πλοίο. Η συντροφικότητα, η αλληλεγγύη και η ανιδιοτελής προσφορά για τη συλλογικότητα φέρνουν χαρά που όλοι θα τη θυμούνται για πάντα. Κι αυτό ακριβώς είναι το κάλεσμα των Χριστουγέννων.
Το λιμάνι της Σκιάθου (από παλιά γκραβούρα)
Το λιμάνι της Σκιάθου (από παλιά γκραβούρα)
Φυσικά, από ένα τέτοιο ανθρώπινο πανηγύρι δε θα μπορούσε να λείψει η ιλαρότητα. Ο μαστρο – Παύλος ο Πισκολέτος, στο διήγημα «Τα Χριστούγεννα του τεμπέλη», που καταφεύγει στην ταβέρνα του Πατσοπούλου «διωγμένος από τη γυναίκα του, υβρισμένος από την πενθεράν του, δαρμένος από τον κουνιάδον του, ξορκισμένος από την κυρα- Στρατίναν την σπιτονοικοκυράν του, και φασκελωμένος από τον μικρόν τριετή υιόν του, τον οποίον ο προκομμένος θείος του εδίδασκεν επιμελώς […] πώς να μουτζώνη, να βρίζη, να βλασφημή και να κατεβάζει κάτω Σταυρούς, Παναγιές, κανδήλια, θυμιατά και κόλλυβα», έστησε άθελά του – επιδιώκοντας εξιλέωση – μνημειώδη φάρσα στην οικογένειά του. Αθεράπευτα τεμπέλης, πονηρός και (πάνω απ’ όλα) γκαφατζής, όταν βλέπει το παιδί της αγοράς, που κουβαλά το κοφίνι με τη γαλοπούλα κι όλα τα απαραίτητα για το γιορτινό τραπέζι, να ψάχνει το σπίτι κάποιου Θανάση Μπελιόπουλου το οδηγεί στο δικό του σπίτι παριστάνοντας ότι ο ίδιος τα αγόρασε. Όπως ήταν επόμενο, το βράδυ καταφτάνει ο αληθινός ιδιοκτήτης και κάνει φοβερό σαματά απειλώντας να φέρει την αστυνομία. Η οικογένεια παραδίδει το κοφίνι και κλειδαμπαρώνεται ντροπιασμένη. Την τελική απάντηση θα τη δώσει ο τρίχρονος γιος του μαστρο – Παύλου: «Την υγειά σου, ματο – Πάλο, τεμπελόκυλο, κακέ πατέλα, Τόνε φάαμε το λάλο. Να, πάλε και συ πέντε, κι άλλα πέντε, δέκα».
Στο διήγημα «Της Κοκκώνας το σπίτι» ο Γιάννης ο Παλούκας, γραφικός ακαμάτης και καφενόβιος, στήνει καρτέρι στο ερειπωμένο σπίτι της Κοκκώνας, που όλη η πιτσιρικαρία θεωρούσε στοιχειωμένο, και παριστάνοντας το φάντασμα βουτάει από τα παιδιά τα λεφτά από τα κάλαντα: «… είχεν αποφασίσει πλέον ν’ αποσυρθή αφού είχε κάμει αρκετήν λείαν, όση θα ήρκει δια να μεθύση την ημέραν των Χριστουγέννων, ως και την ημέραν των Επιλοχίων, και την του Αγίου Στεφάνου ακόμη. Ενώ δε ήτο έτοιμος να φύγη και πάλιν έμενεν, επήλθεν η πρώτη πυκνή χάλαζα των λίθων». Η συνέχεια, με τον Παλούκα να καταστρώνει σχέδιο μάχης και να βολιδοσκοπεί το χώρο προς εξασφάλιση διαφυγής, εξελίσσεται με όρους φαρσοκωμωδίας: «Απεφάσισε ν’ αρπάξη μιαν σανίδα, και μεταχειριζόμενος αυτήν ως σπάθην άμα και ως ασπίδα, να εκτελέση έξοδον διασχίζων τας τάξεις του εχθρού. Αλλά δευτέρα, ραγδαιοτέρα χάλαζα λίθων τον έκαμε να οπισθοδρομήση με δύο πληγάς εις την κνήμην και εις τον βραχίονα». Κι όταν αναγκάστηκε να πηδήξει τη μάντρα, για να ξεφύγει από την πίσω αυλή «… έπεσε βαρύς, εκτύπησεν εις το γόνυ, ανετράπη, ανωρθώθη, έψαυσε τα μέλη του, και βεβαιωθείς ότι δεν του είχε σπάσει κανέν κόκκαλον, ετράπη εις φυγήν». Η ολοκληρωτική ήττα, με την άτακτη φυγή, τις γρατζουνιές, τις μελανιές και τα λεφτά που του πέφτουν από την τσέπη είναι το πάθημα του τεμπέλη, που τελικά κερδίζει τη συμπάθεια.
Όσο για το δίδυμο των παράξενων γέρων, του Νταραδήμου και του καπετάν Γιώργου του Κονόμου, στο διήγημα «Η Ντελησυφέρω», που έσπαγαν πλάκα μέσα στην εκκλησία, ο Παπαδιαμάντης το περιγράφει χωρίς τον ελάχιστο υπαινιγμό για ασέβεια ή απρεπή συμπεριφορά. Ο Νταραδήμος έλεγε σαν υποβολέας τα λόγια των ευαγγελίων κι ο Κονόμος σχολίαζε παριστάνοντας τον αγανακτισμένο: «Τ’ ακούτε, χριστιανοί, τ’ ακούσατε; Και δεν ξέραμε να τον παίρναμε αποβραδίς στα σπίτια μας, να μας τα πη όλα! Θα γλυτώναμε απ’ τον κόπο να ‘ρθούμε στην εκκλησιά» ή «Τον ακούτε, βρε παιδιά; Ανόητοι, που παν’ και κοπιάζουν για να μάθουν τα ψαλτικά… Δεν τον παίρνουν δάσκαλο, να τους μάθη τζάμπα;». Το γέλιο του κόσμου και η συνέχεια της παράστασης των γερόντων είναι ο θρίαμβος της ελαφρότητας που συμπληρώνει την εικόνα των ανθρώπων.
Ο χριστουγεννιάτικος Παπαδιαμάντης – όπως σε όλο το έργο του – είναι ο συνθέτης του πανανθρώπινου κονσέρτου. Η σκληρή όψη της φτώχειας, της τοκογλυφίας και της απονιάς γίνεται ένα με τον ηρωισμό, τη γενναιοδωρία και την αυταπάρνηση. Τα βάσανα, η στέρηση, ο φόβος, οι κακουχίες, η απώλεια, η χαρά, το γέλιο, με δυο λόγια η ευτυχία και η δυστυχία είναι τα εργαλεία του μεγάλου δημιουργού. Αυτό που μένει, ως παντοτινή κληρονομιά, είναι η αγάπη για τους ανθρώπους. Γι’ αυτό ο Παπαδιαμάντης είναι βαθύτατα νοσταλγικός. Γιατί η νοσταλγία είναι η συνείδηση της αξίας που κρύβεται στο παρελθόν, δηλαδή στα πορτρέτα των ανθρώπων που πέρασαν: «Τ’ ακούσατε, χριστιανοί; Δυο λειτουργίες κάνουμε τώρα… Δεν βάζουν τον Νταραδήμο, που είναι ο ίδιος και παπάς και διάκος και ψάλτης;»
Η γκραβούρα είναι από το ιστολόγιο: http://amfictyon.blogspot.gr/2015/01/1851-1911_11.html

"Tα Χριστουγεννιάτικα Διηγήματα" του Αλ. Παπαδιαμάντη


O Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης γεννήθηκε στις 4 Μαρτίου του 1851 και πέθανε στις 3 Ιανουαρίου του 1911, στη Σκιάθο. Ο πατέρας του, Αδαμάντιος Εμμανουήλ, ήταν ιερέας. Μεγαλώνοντας σε τέτοιο οικογενειακό περιβάλλον ήταν φυσικό ο Αλέξανδρος να επηρεαστεί και να συνδεθεί με μια βαθιά ευλάβεια με τον χριστιανισμό και τα εκκλησιαστικά γενικότερα.
Παρόλη τη φτώχεια και τη στέρηση που συνόδεψε τα παιδικά του χρόνια ο Παπαδιαμάντης αγαπάει τα γράμματα και καταφέρνει με πολλές δυσκολίες, μετά από πολλές διακοπές να τελειώσει το γυμνάσιο και να γραφτεί στην φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας. Όμως δεν θα καταφέρει ποτέ να τελειώσει τις σπουδές του. Παραδίδει μαθήματα για να βγάλει τα προς το ζην και παράλληλα μελετάει με πάθος αρχαία ελληνική γραμματεία αλλά και την Ευρωπαϊκή λογοτεχνία της εποχής του. Μαθαίνει μόνος του αγγλικά και γαλλικά. Για να ζήσει κάνει μεταφράσεις, δουλεύει ως διορθωτής σε εκδόσεις και δημοσιεύει κείμενα σε εφημερίδες και περιοδικά. Ταυτόχρονα αρχίζει να εκπληρώνει το όνειρο του να γίνει συγγραφέας και κάνει την είσοδο του στα ελληνικά γράμματα με το μυθιστόρημα ” Η μετανάστις ” που δημοσιεύεται στον Νεολόγο της Πόλης. Ο κυρ Αλέξανδρος για τους απλούς ανθρώπους που τον γνωρίζουν αλλά και για τους νεους λογοτέχνες της εποχής που τον συναντούν στο στέκι του, το καφενεδάκι της δεξαμενής, εντυπωσιάζει με την πλατιά του μόρφωση αλλά και με τα μυθιστορήματα και διηγήματα του που δημοσιεύει. Εντυπωσιάζει επίσης με την ασκητική μορφή του αλλά και την ασκητική ζωή του. Διάφορα οικογενειακά προβλήματα, η οικονομικές του δυσκολίες αλλά και ο θάνατος του αδερφού του, τον οδηγούν στον αλκοολισμό.
Το 1908 αποφασίζει να επιστρέψει στο αγαπημένο του νησί την Σκιάθο για να βρει την ηρεμία και τη γαλήνη που του τόσο πολύ του έλειψαν, έστω στα τελευταία χρόνια της ζωής του. Πεθαίνει μετά από μια σύντομη αρρώστια ενώ λίγες μέρες πριν το ελληνικό κράτος που μέχρι τότε δεν τον είχε βοηθήσει σε τίποτε, τον παρασημοφορεί αναγνωρίζοντας την μεγάλη του πνευματική προσφορά.
Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης είναι μια ξεχωριστή περίπτωση στα ελληνικά γράμματα. Γράφει σε μια ιδιότυπη αρχαΐζουσα καθαρεύουσα που πιθανόν να χρειάζεται μετάφραση για κάποιον που μιλάει μόνο δημοτική, ενώ τους διαλόγους των απλών ανθρώπων του νησιού του που είναι και οι περισσότεροι ήρωες των διηγημάτων του, τους γράφει στο δημοτική ντοπιολαλιά της Σκιάθου. Παρόλα αυτά τα κείμενα του έχουν τεράστια εκφραστική δύναμη. “Ο άγιος των ελληνικών γραμμάτων” κατέχει δικαιωματικά μια θέση στο πάνθεον των πιο σημαντικών Ελλήνων λογοτεχνών.


                                                                                         Γεωργία Γαλανοπούλου, ΤΟ ΒΗΜΑ
  
 Ας απολαύσουμε τα χριστουγεννιάτικα διηγήματα του "Αγίου των ελληνικών γραμμάτων" κι ας έρθουμε κοντύτερα στο πνεύμα των ημερών...
                                                                                 .

Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2015

Η επιστράτευση της φαντασίας. Από την οικονομία … στην εκπαίδευση...

 
Στην προηγούμενη ανάρτηση ασχοληθήκαμε με την καλλιέργεια της φαντασίας στο σχολείο. Ισχυριστήκαμε πως, ενώ η κριτική στο σχολείο της αποστήθισης είναι ορθή, η μονόπλευρη έμφαση στη φαντασία και η αντιπαράθεσή της με τη γνώση δεν μας βοηθάει να καταλάβουμε τον τρόπο που γεννιέται μία νέα, ευφάνταστη και δημιουργική ιδέα. Η αντιπαράθεση όμως αυτή δεν είναι τυχαία. Προκύπτει από ένα συγκεκριμένο μοντέλο οργάνωσης και ανάπτυξης της οικονομίας. Εδώ, θα προσπαθήσουμε να δούμε αυτή τη σύνδεση.
Τα τελευταία χρόνια ο δημόσιος λόγος τόσο στην οικονομία και την πολιτική όσο και στην εκπαίδευση επαναλαμβάνει ακατάπαυστα το ίδιο μοτίβο: «Οδεύουμε προς τη δημιουργία ενός νέου οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου που βασίζεται πάνω σε ένα δημιουργικό πνεύμα. Η επιχειρηματικότητα και η καινοτομία αποτελούν τα δύο βασικά συστατικά που οδηγούν στην οικονομική πρόοδο, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και τελικά σε τη βιώσιμη οικονομία, που θα ελκύει ντόπιες και ξένες επενδύσεις. Ως χώρα οφείλουμε να ενθαρρύνουμε την πρωτοβουλία, την επιχειρηματική καινοτομία, την εφαρμογή πρωτότυπων ιδεών και λύσεων».
Στο συγκεκριμένο μοτίβο η φαντασία, η δημιουργικότητα, η καινοτομία έρχονται διαρκώς στο επίκεντρο. Αποτελούν συστατικά στοιχεία ενός καινούριου λόγου, ο οποίος εμφανίζεται ως κοινή και αυταπόδεικτη αλήθεια. Οι κυριακάτικες εφημερίδες είναι γεμάτες ιστορίες καινοτομίας για Έλληνες που διαπρέπουν, για νέους που ανοίγουν ορίζοντες εφαρμόζοντας πρωτότυπες ιδέες, για επίδοξους St. Jobs που παράγουν νέες εφαρμογές για smartphones. Τα παραδείγματα δεν εξαντλούνται στο πεδίο της οικονομίας. Σε αυτές τις ιστορίες μπορείς να συναντήσεις εκπαιδευτικούς, βιβλιοθηκάριους ή και μάγειρες. Το πνεύμα του πολυμήχανου Οδυσσέα επιστρέφει έτσι με μία νέα μορφή αναδεικνύοντας την καινοτομία, τη φαντασία και τη δημιουργικότητας στο «αντίδοτο» της κρίσης.
Σε αυτήν την αφήγηση απηχεί ένα πραγματικό γεγονός∙ τον μετασχηματισμό των εργοστασιακών χώρων. Δεν αποτελεί πλέον πρότυπο οργάνωσης της εργασίας το φορντικό εργοστάσιο, στο οποίο η παραγωγική διαδικασία τεμαχίζεται σε μικρές, μηχανικά επαναλαμβάνομενες κινήσεις. Ως πρότυπο εκλαμβάνεται η μικρή και ευέλικτη ομάδα, η οποία συνεργάζεται, ανταλλάσσει ιδέες, δίνει πρωτότυπες λύσεις σε προβλήματα, αναλαμβάνει να φέρει εις πέρας ένα ολοκληρωμένο έργο (project). Στο πρότυπο αυτό απαιτείται η συναισθηματική και διανοητική συμμετοχή των εργαζομένων. Απαιτείται η κινητοποίηση όλου του γνωστικού δυναμικού, όλου του μορφωτικού κεφαλαίου που κουβαλάει ο εργαζόμενος.
Στο νέο πρότυπο οργάνωσης της εργασίας οι φάσεις της παραγωγικής διαδικασίας (σύλληψη, εκτέλεση, αξιολόγηση) εμφανίζονται επανενωμένες. Η φαντασία, η έμπνευση, η δημιουργικότητα δεν είναι πλέον χαρακτηριστικά του παιδικού παιχνιδιού ή της δουλειάς ενός σπουδαίου καλλιτέχνη, αλλά είναι μέρος της δουλειάς «κάθε εργαζόμενου», ο οποίος πρέπει να συνδυάσει ευρήματα, υλικά, ενδείξεις και πρώτες ύλες με έναν καινούριο τρόπο.
Ωστόσο, ο παραπάνω λόγος παραμένει ιδεολογικός, γιατί φωτίζοντας υπερβολικά μόνο τους πιο δυναμικούς τομείς της οικονομίας ρίχνει στη σκιά την υπόλοιπη πλευρά της αγοράς εργασίας που είναι αυτή που βιώνει η πλειοψηφία του πληθυσμού. Ακόμα και στις πιο αναπτυγμένες οικονομίες η creative class (οι δουλειές που αφήνουν ελεύθερη τη φαντασία και τη δημιουργικότητα ) είναι ένα πολύ μικρό ποσοστό των θέσεων εργασίας. Το υπόλοιπο είναι θέσεις service class (εργασίες κακοπληρωμένες – ανασφάλιστες – προσωρινές), οι οποίες απλά ζητούν την εκτέλεση μιας τυποποιημένης εργασίας με όσο το δυνατόν μικρότερο κόστος. Όσοι φαντάζονται ότι το τοπίο εργασίας είναι μια ατέλειωτη silicon valley, όπου πρωτοπόροι σχεδιαστές δημιουργούν νέα προϊόντα και υπηρεσίες, ας αναλογιστούν πως τα καινοτόμα εμπορεύματα που εμπνεύστηκε και σχεδίασε ο St. Jobs παράγονται στα εργοστασιακά κάτεργα της Fox Com.
Η εκπαίδευση δεν θα μπορούσε να μείνει έξω από αυτήν την ιδεολογική αφήγηση. Από τα νέα ΔΕΠΠΣ (2006), το πρόγραμμα Ανοιχτό Σχολείο (2009), την σύμπραξη ιδιωτικών και δημόσιων οργανισμών γύρω από το Δίκτυο Σχολικής Καινοτομίας, έως τις τελετές βράβευσης της αριστείας εκπαιδευτικών παρατηρούμε την μετατόπιση του επίσημου εκπαιδευτικού λόγου προς ένα νέο παράδειγμα λειτουργίας του σχολείου, του μαθητή και του εκπαιδευτικού. Ως πρότυπο δεν παρουσιάζεται πλέον ο εκπαιδευτικός που συστηματοποιεί τη διδασκαλία του τεμαχίζοντας τη διδακτέα ύλη σε μικρά κομμάτια, κωδικοποιεί τις πληροφορίες, δίνει φωτοτυπίες εξάσκησης, ελέγχει την εκμάθηση.
Αντίθετα, ο πρότυπος εκπαιδευτικός είναι εκείνος που δημιουργεί τους όρους, ώστε να ξεδιπλωθούν τα ενδιαφέροντα και οι ικανότητες του μαθητή. Η ύλη είναι απλώς το μέσο και όχι ο σκοπός. Ο στόχος είναι να «μάθουν πως να μαθαίνουν». Ο εκπαιδευτικός οφείλει να διατάξει τη διδασκαλία γύρω από ένα πρόβλημα. Οι μαθητές καλούνται να το επιλύσουν με οτι ήδη γνωρίζουν, να διαμορφώσουν υποθέσεις, να τις ελέγξουν, να παράγουν ερμηνείες για αυτό που παρατηρούν κτλ. Δεν αποστηθίζουν νεκρές γνώσεις ούτε παίρνουν μέρος σε τυποποιημένες παιδευτικές διαδικασίες, αλλά δημιουργούν τα δικά τους μονοπάτια προς τη γνώση ανοίγοντας τα φτερά της φαντασίας και της δημιουργικότητας. Ο Ken Ronbinson έχει εκφράσει ίσως με τον καλύτερο τρόπο την νέα αυτή αφήγηση για την εκπαίδευση στην ομιλία του στο TedX (βλέπε εδώ).
Η έννοια της φαντασίας δεν εμφανίζεται βεβαίως για πρώτη φορά στις εκπαιδευτικές συζητήσεις. Όσοι έχουν μελετήσει την κριτική παιδαγωγική του ’70 (P. Goodman) ή έχουν δει την ταινία The Wall διαπιστώνουν πως η φαντασία ήταν κεντρική έννοια της κριτικής στο σχολείο της βιομηχανικής εποχής. Η φαντασία γινόταν το έδαφος, στο οποίο μπορούσε να διασωθεί η υποκειμενικότητα του παιδιού, να αναπτυχθεί η εναντίωση στην ομοιομορφία, να φυτρώσει η δυνατότητα ενός διαφορετικού τρόπου ζωής. Η φαντασία εξέφραζε τη διεκδίκηση μίας ζωντανής εκπαίδευσης, στην οποία θα εμπλέκεται το σύνολο της προσωπικότητας του μαθητή. Εκείνο το στοιχείο που το σχολείο πέταγε έξω γινόταν σύμβολο για μία διαφορετική, βιωματική, ζωντανή εκπαίδευση.
Ωστόσο, η κριτική αυτή ενσωματώθηκε σταδιακά στο υπαρκτό σχολείο. Η φαντασία και η δημιουργικότητα από σύμβολα του βασιλείου της ελευθερίας μετατράπηκαν σε ορισμένες δεξιότητες ανάμεσα σε άλλες. Η φαντασία είναι πλέον η δεξιότητα που εκτιμάται ιδιαίτερα στο εργασιακό πεδίο, διότι μπορεί να κάνει τη διαφορά. Έτσι, το σχολείο οφείλει να καλλιεργήσει αυτή τη δεξιότητα αξιοποιώντας το παιχνίδι των παιδιών, αλλά και χρησιμοποιώντας μία σειρά από τεχνικές (π.χ. Γραμματική της φαντασίας του Ροντάρι, ή με ερωτήσεις του τύπου «τι πιστεύεται οτι θα συνέβαινε μετά;», «τι τέλος θα δίνατε στην ιστορία;», «τι θα συνέβαινε στην ιστορία αν…»). Το σύγχρονο σχολείο της αριστείας, της καινοτομίας και των projects – που διατηρεί ταυτόχρονα εξετάσεις σκληρού ανταγωνισμού – απεικονίζει με τον καλύτερο τρόπο αυτήν την ενσωμάτωση.
Η αντίληψη της φαντασίας ως δεξιότητα, που καλλιεργείται βάσει ορισμένων τεχνικών, δεν κάνει τίποτα άλλο από το να τονίζει μονόπλευρα τη διαδικασία της μάθησης εις βάρος του περιεχομένου της. Εδώ όμως και 100 χρόνια το εκπαιδευτικό εκκρεμές κινείται συνεχώς από την έμφαση στο περιεχόμενο στην έμφαση στις γενικές ικανότητες και ξανά πίσω στα βασικά. Και στις δύο περιπτώσεις η σχέση της φαντασίας με τη γνώση αγνοείται. Η γνώση μένει στείρα και η φαντασία υποβιβάζεται σε δεξιότητα.
Επιπλέον, παραβλέποντας τη σχέση της φαντασίας με τη γνώση εγκλωβιζόμαστε σε ένα δίπολο αναφορικά με τη φύση της φαντασίας. Είναι η φαντασία ένα φυσικό χάρισμα, μία σπίθα που χαρακτηρίζει τους εξαιρετικούς ανθρώπους ή είναι μία τεχνική δεξιότητα που με τα κατάλληλα μέσα μπορεί να καλλιεργηθεί στον καθένα;
Για να χτίσουμε ένα διαφορετικό σχολείο είναι αναγκαίο να ενσωματώσουμε τη φαντασία και τη δημιουργικότητα σε μία διαφορετική αφήγηση για το σχολείο. Οφείλουμε να μετατοπίσουμε τη συζήτηση από τη φαντασία ως απαραίτητη δεξιότητα για την παραγωγή νέων προϊόντων και επιχειρήσεων στη φαντασία ως συστατικό στοιχείο της λειτουργίας της σκέψης τόσο στην καθημερινότητα όσο και στα πεδία της επιστήμης και της τέχνης.
Για την καλλιέργεια της φαντασίας χρειαζόμαστε μάλλον μία διαφορετική θεωρία για την οικοδόμηση της γνώσης. Σε αντίθεση με τις γνωστικιστικές προσεγγίσεις, οι οποίες αναλύουν τι γίνεται μέσα στο «κεφάλι» του παιδιού, χρειάζεται να στραφούμε στις καθημερινές πρακτικές του σχολείου και των παιδιών, ώστε να κατανοήσουμε πως και γιατί αναπτύσσεται η φαντασία σε ορισμένα άτομα. Επιπλέον είναι αναγκαίο να καταστήσουμε ζωντανή τη γνώση στη σκέψη των παιδιών. Σε αυτήν την προσπάθεια είναι χρήσιμη η ανακατασκευή των διαδικασιών γέννησης της γνώσης στην ιστορία του ανθρώπινου γένους. Αντί δηλαδή να παρουσιάζονται έτοιμα τα «προϊόντα» των διαφόρων επιστημών, θα ήταν πιο γόνιμο να δούμε πως γεννήθηκαν οι ιδέες σε κάθε εποχή, πως έγινε το δημιουργικό βήμα της φαντασίας, αλλά και ποια ήταν τα γνωστικά όρια αυτού του βήματος.
Το κεντρικό λοιπόν ερώτημα μίας κριτικής αφήγησης για το σχολείο που ενδιαφέρεται για την καλλιέργεια της φαντασίας αφορά τη σχέση της με τη γνώση: Γιατί η σχολική γνώση δεν είναι γόνιμη στο κεφάλι του μαθητή; Γιατί ακόμα και οι πιο καλοί μαθητές τις αφομοιώνουν αποστηθίζοντάς τες αποκλειστικά για εξετάσεις; Πως οι γνώσεις θα γεννήσουν νέες, δημιουργικές και ευφάνταστες σκέψεις;

                                                               Πηγή:  giaenadiaforetikosxoleio.wordpress.com

Μερικές σκέψεις για την καλλιέργεια της φαντασίας...



Τι εννοούμε όταν λέμε φαντασία;
Ποια είναι η σχέση της φαντασίας με τη γνώση;
Πώς μπορεί να καλλιεργηθεί η φαντασία στο σχολείο;

Η καλλιέργεια της φαντασίας και της δημιουργικότητας αποτελεί πλέον ένα από τα σταθερά μοτίβα της κριτικής απέναντι στην παραδοσιακή εκπαίδευση και το ελληνικό σχολείο. Θα προσπαθήσουμε εδώ να αναπτύξουμε μερικές σκέψεις γύρω από την καλλιέργεια της φαντασίας, με αφορμή την ομιλία του Ευγένιου Τριβιζά στο TedX, το 2013.[1]
Στην συγκεκριμένη ομιλία ο δημοφιλής παραμυθάς ορίζει τη φαντασία ως εκείνο το στοιχείο που είναι πέρα από την εμπειρική πραγματικότητα. Αντιδιαστέλλει μάλιστα με εμφατικό τρόπο τη φαντασία με τη γνώση. «Οι πρωτοπόροι επιστήμονες», λέει χαρακτηριστικά, «επιστρατεύουν πιο πολύ τη φαντασία τους, παρά τις γνώσεις τους». Αναφερόμενος σε παραδείγματα ο κ. Τριβιζάς προσπαθεί να δείξει πως η φαντασία αποτελεί ένα από τους σημαντικότερους –αν όχι ο σπουδαιότερος – από τους παράγοντες για την επιστημονική ανακάλυψη, την τεχνολογική επινόηση και την οικονομική ανάπτυξη.
Με βάση την παραπάνω θέση ο κ. Τριβιζάς υποστηρίζει πως στο σχολείο τα παιδιά δεν πρέπει να απομνημονεύουν γεγονότα, αλλά να καλλιεργούν τη φαντασία τους. Η απομνημόνευση των γεγονότων είναι εν πολλοίς άχρηστη, εφόσον μπορούμε με μία απλή αναζήτηση να αντλήσουμε οποιαδήποτε πληροφορία. Συνεπώς, αντί να φορτώνουμε τα παιδιά με άχρηστες πληροφορίες πρέπει να καλλιεργούμε τη φαντασία και τη δημιουργικότητά τους. Μάλιστα, ως μέθοδο καλλιέργειας της φαντασίας ο κ. Τριβιζάς προτείνει τα παραμύθια. Και αυτό διότι «ο μύθος προηγείται, ενώ η πραγματικότητα έπεται». Για να στηρίξει μάλιστα τη θέση του αναφέρει μία σειρά από πλάσματα ή αντικείμενα που υπήρχαν στο χώρο των παραμυθιών και πρόσφατα κατασκευάστηκαν στα επιστημονικά εργαστήρια.
Κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει με την κριτική του κ. Τριβιζα για το εκπαιδευτικό σύστημα. Η μονόπλευρη έμφαση στο γνωστικό πεδίο, η ταύτιση της γνώσης με την απομνημόνευση άχρηστων πληροφοριών αποτελούν μία από τις μεγαλύτερες πληγές του σχολείου. Όμως η στροφή από τα στείρα γεγονότα στον ευφάνταστό μύθο είναι η βασιλική οδός για την καλλιέργεια της φαντασίας; Σίγουρα ο μύθος συμβάλλει στην ανάπτυξη της φαντασίας και ιδιαίτερα όταν αυτή η φαντασία συνδέεται με την τέχνη και την εκφραστικότητα. Αλλά ο κ. Τριβιζάς δεν εστιάζει σε αυτό το σημείο. Δεν ενδιαφέρεται για τη σχέση της φαντασίας με την τέχνη, αλλά με την επιστήμη και την τεχνολογία.
Εξετάζοντας όμως πιο προσεκτικά τη σχέση φαντασίας και επιστήμης μπορούμε να διαπιστώσουμε πως τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα. Η φαντασία δεν αντιδιαστέλλεται με τη γνώση και την εμπειρική πραγματικότητα, αλλά διαπλέκεται μαζί της. Η κίνηση για την επινόηση μίας συσκευής ή μίας επιστημονικής υπόθεσης δεν βρίσκεται πέρα από την εμπειρική πραγματικότητα. Αναδύεται μέσα από αυτήν. Ο νομπελίστας φυσικός Max Born αναφέρεται στην επιστήμη ως ένα είδος μαντικής, η οποία όμως στηρίζεται πάνω στα εμπειρικά δεδομένα.[2]
Εκείνος που φαντάζεται το νέο, είναι εκείνος που γνωρίζει το υπάρχον. Και όχι μόνο γνωρίζει αυτό που είναι γνωστό, αλλά γνωρίζει και τους περιορισμούς του γνωστού. Έχει φτάσει δηλαδή μπροστά στα όρια της γνώσης του και έχει ανακαλύψει την άγνοιά του. Αντιμετωπίζει, ίσως με οδυνηρό τρόπο, έναν άλυτο γρίφο της εμπειρικής πραγματικότητας. Και δεν μπορεί να λύσει τον γρίφο, αν δεν γνωρίζει τις ανεπιτυχείς προσπάθειες του παρελθόντος και τις ανάγκες της προβληματικής κατάστασης που έχει μπροστά του. Μόνο τότε η φαντασία μπορεί να αποτολμήσει αυτό το άλμα μπροστά, στο ακόμα άγνωστο.
Συνεπώς, η καλλιέργεια της φαντασίας δεν περνάει αναγκαστικά –ή μόνο – μέσα από τον μύθο, αλλά εξίσου από τα όρια της γνώσης των παιδιών και την προσπάθεια υπέρβασή τους. Μόνο όταν τα παιδιά “γνωρίζουν” και παρά τη γνώση τους δεν μπορούν να προχωρήσουν, είναι δυνατόν να επινοήσουν το νέο, να διανοίξουν ένα καινούριο δρόμο. Η παιδαγωγική “εκμετάλλευση” προβληματικών καταστάσεων, δηλαδή καταστάσεων, που έχουν οδηγήσει τα παιδιά σε αδιέξοδο και ωθούνται να επινοήσουν νέους τρόπους (πρακτικούς ή εννοιολογικούς) για να το υπερβούν μπορεί να συμβάλλει ουσιαστικά στην καλλιέργεια της φαντασίας. Τέτοιες προβληματικές καταστάσεις δεν ξεπηδούν αποκλειστικά κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας. Μπορεί να προκύψουν σε οποιαδήποτε πτυχή της καθημερινής σχολικής ζωής. Η ανοιχτή συζήτηση μεταξύ των παιδιών για ένα θέμα που αφορά τις σχέσεις τους, η λειτουργία μίας ομάδας των παιδιών (π.χ. ομάδας θεάτρου, ή χορωδίας), η επιτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων, όπως η λειτουργία της βιβλιοθήκης ή η έκδοση της εφημερίδας του σχολείου, μπορούν να προσφέρουν πολλές ευκαιρίες για την καλλιέργεια της φαντασίας.
Για κάτι τέτοιο όμως πρέπει να υπερβούμε το αναλυτικό πρόγραμμα του υπάρχοντος σχολείου, το οποίο δίνει έμφαση στο γνωστικό πεδίο, ενώ ταυτίζει τη γνώση με την απομνημόνευση γεγονότων και πληροφοριών. Και έτσι επιστρέφουμε και πάλι στην αλήθεια της κριτικής του κ. Τριβιζά στο εκπαιδευτικό μας σύστημα…
[1] Βλ. Ομιλία Τριβιζά στο TedX
[2] M. Born, Το πείραμα και η θεωρία στη φυσική, μτφ. Γ. Γεωργακόπουλος, εκδ. Τροχαλία, Αθήνα 1993.

                                                             Πηγή: giaenadiaforetikosxoleio.wordpress.com

Καζαντζάκης: Πρέπει να γίνεις εσύ ήλιος...

Kazantzakis_doctvgr_430

«ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙΣ ΕΣΥ ΗΛΙΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΦΩΤΙΣΕΙΣ τους σβησμένους ήλιους των άλλων. Δεν υπάρχουν ιδέες, υπάρχουν μονάχα άνθρωποι που κουβαλούν τις ιδέες, κι αυτές παίρνουν το μπόι του ανθρώπου που τις κουβαλάει».
«ΔΕ ΖΥΓΙΑΖΩ, ΔΕ ΜΕΤΡΩ, ΔΕ ΒΟΛΕΥΟΥΜΑΙ! Ακολουθώ το βαθύ μου χτυποκάρδι…»
«ΝΑ ΜΗΝ ΑΡΝΙΕΣΑΙ ΤΗ ΝΙΟΤΗ ΣΟΥ ΩΣ ΤΑ ΒΑΘΙΑ ΓΕΡΑΜΑΤΑ, να μάχεσαι σε όλη σου τη ζωή να μετουσιώσεις σε κατάκαρπο δέντρο την εφηβική σου άνθηση, αυτός, θαρρώ, είναι ο δρόμος του ολοκληρωμένου ανθρώπου».
«ΕΧΟΥΝ ΝΑ ΠΟΥΝ ΠΩΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΖΩΟ που συλλογιέται το θάνατο. Όχι, σου λέω εγώ. Άνθρωπος είναι το ζώο που συλλογιέται την αθανασία».
«ΝΙΩΘΩ ΣΑΝ ΝΑ ΧΤΥΠΑΜΕ ΤΑ ΚΕΦΑΛΙΑ ΜΑΣ στα σίδερα. Πολλά κεφάλια θα σπάσουν. Μα κάποια στιγμή, θα σπάσουν και τα σίδερα».
«ΑΣΤΡΑ, ΠΟΥΛΙΑ, ΣΠΟΡΟΙ, ΟΛΑ ΥΠΑΚΟΥΟΥΝ. Και μόνο ο άνθρωπος σηκώνει κεφάλι και θέλει να παραβεί το νόμο και να μετατρέψει την υπακοή σε ελευτερία. Γι’ αυτό κι απ’ όλα τα πλάσματα του Θεού αυτός μονάχα μπορεί κι αμαρταίνει. Τι θα πει αμαρταίνει; χαλνάει την αρμονία».
«ΔΕ ΖΥΓΙΑΖΩ, ΔΕ ΜΕΤΡΩ, ΔΕ ΒΟΛΕΥΟΥΜΑΙ! Ακολουθώ το βαθύ μου χτυποκάρδι…»
«ΔΕΝ ΔΙΑΛΕΓΕΙΣ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΠΙΣΤΕΥΕΙΣ. Αυτά διαλέγουν εσένα».
«ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΤΑ ΑΝΑΡΙΘΜΗΤΑ, ΕΦΗΜΕΡΑ ΠΡΟΣΩΠΕΙΑ που πήρε ο Θεός στους αιώνες και ξεκρίνω, πίσω από την άπαυτη ροή του, την απόλυτη ενότητα».
«ΠΟΤΕ ΜΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΙΣ ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ Τ’ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, να σπας τα σύνορα! Ν’ αρνιέσαι ό,τι θωρούν τα μάτια σου». «ΝΑ ΠΕΘΑΙΝΕΙΣ ΚΑΙ ΝΑ ΛΕΣ: Θάνατος δεν υπάρχει».
«ΕΝΑΣ ΔΡΟΜΟΣ, ΕΝΑΣ ΜΟΝΑΧΑ οδηγάει στον Θεό, ο ανήφορος».
«ΑΝ ΔΕ ΔΕΙ Ο ΘΕΟΣ ΧΕΡΙ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, δε βάζει μήτε κι αυτός το δικό του».
«ΣΚΥΒΩ ΑΠΑΝΩ ΣΤΟ ΜΕΡΜΗΓΚΙ, θωρώ μέσα στο γυαλιστερό μαύρο μάτι του το πρόσωπο του Θεού».
«ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ Η ΑΚΑΤΑΛΥΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΠΟΥ μεταμορφώνει την ύλη σε πνέμα. Κάθε άνθρωπος έχει μέσα του ένα κομμάτι από το θεϊκό αυτό στρόβιλο και γι’ αυτό κατορθώνει να μετουσιώνει το ψωμί και το νερό και το κρέας και να το κάνει στοχασμό και πράξη».
«ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΣΟΥ ΧΡΕΟΣ, ΕΚΤΕΛΩΝΤΑΣ ΤΗ ΘΗΤΕΙΑ ΣΟΥ στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους. Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει».

Ο Νίκος Καζαντζάκης (18 Φεβρουαρίου 1883-26 Οκτωβρίου 1957) ήταν Έλληνας μυθιστοριογράφος, ποιητής και θεατρικός συγγραφέας. Είναι ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες λογοτέχνες και ο περισσότερο μεταφρασμένος στο εξωτερικό. Μερικά από τα σημαντικότερα έργα του είναι: Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Ο Τελευταίος Πειρασμός, O Καπετάν Μιχάλης.

                                                                                                Πηγή: www.doctv.gr

Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2015

12 εικαστικά για το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων...

Οι εικαστικές τέχνες αποτύπωσαν την περίοδο της Κατοχής (και αργότερα) την πάλη του λαού και τις θυσίες του, Δίστομο, Κοκκινίά, Καλάβρυτα κ.α. Αφιερωμένη στη μνήμη των νεκρών της σφαγής των Καλαβρύτων είναι η σημερινή ανάρτηση με 12 εικαστικά που διασώζουν τις μνήμες από το φρικιαστικό έγκλημα των ναζί στις 13 Δεκέμβρη 1943. Δολοφόνησαν όλο τον ανδρικό πληθυσμό των Καλαβρύτων, προκειμένου να ανακόψουν τη δράση του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ στην Πελοπόννησο.

Τάσσος «Καλάβρυτα - Η εκτέλεση»
Τάσσος «Καλάβρυτα – Η εκτέλεση»

Αστεριάδης Αγήνωρ: «Καλάβρυτα»
Αστεριάδης Αγήνωρ: «Καλάβρυτα»

Σπύρος Βασιλείου: «Καλάβρυτα»
Σπύρος Βασιλείου: «Καλάβρυτα»

Γιώργος Βελισσαρίδης: «Καλάβρυτα – Θρήνος για τη σφαγή»
Γιώργος Βελισσαρίδης: «Καλάβρυτα – Θρήνος για τη σφαγή»

Σπύρος Βασιλείου: «Ο θρήνος των Καλαβρύτων»
Σπύρος Βασιλείου: «Ο θρήνος των Καλαβρύτων»

Γιώργος Βελισσαρίδης: «Κατακαημένα Καλάβρυτα»
Γιώργος Βελισσαρίδης: «Κατακαημένα Καλάβρυτα»

Τηλέμαχος Κάνθος: «Ο θρήνος της Καλαβρυτινής μάνας»
Τηλέμαχος Κάνθος: «Ο θρήνος της Καλαβρυτινής μάνας»

Τάκης Μάρθας: «Καλάβρυτα»
Τάκης Μάρθας: «Καλάβρυτα»

Τάκης Μάρθας: «Το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων»
Τάκης Μάρθας: «Το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων»
Αγλαΐα Κυριακοπούλου-Κανελλοπούλου: «Μάνα Καλαβρυτινή»
Αγλαΐα Κυριακοπούλου-Κανελλοπούλου: «Μάνα Καλαβρυτινή»

Παπαδημητρίου Ευθύμιος «Καλάβρυτα ή απ' τα κόκαλα βγαλμένη»
Παπαδημητρίου Ευθύμιος «Καλάβρυτα ή απ’ τα κόκαλα βγαλμένη»


Καπράλος Χρήστος «Καλάβρυτα»
Καπράλος Χρήστος «Καλάβρυτα»

                                                                                                               Πηγή: atexnos.gr