Του Απόστολου Κ. Καρύδα*
Από τους τελευταίους μήνες του 2019 και όλο το μέχρι τώρα 2020 υπήρξε και συνεχίζει μία σημαντική αύξηση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών προς τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και τις τελευταίες ώρες και προς τον Έβρο. Η μεταφορά των προσφύγων και μεταναστών στην ενδοχώρα συνοδεύτηκε αρκετές φορές από αντιδράσεις ρατσιστικής και ξενοφοβικής βίας απέναντί τους. Από τις αντιδράσεις αυτές δεν εξαιρέθηκαν ούτε τα παιδιά, εντός και εκτός του σχολικού περιβάλλοντος. Τα φαινόμενα αυτά αναδεικνύουν το πόσο σοβαρό είναι το ζήτημα της ανάπτυξης μιας παιδαγωγικής ενάντια στην βία και το ρατσισμό.
Η ευθύνης της Εκπαίδευσης
Ας το πούμε από την αρχή. Η ευθύνη της εκπαίδευσης σε σχέση με τα φαινόμενα της ρατσιστικής και ξενοφοβικής βίας είναι μεγάλη και, μάλιστα, διττή. Αφορά στην ομαλή ένταξη των παιδιών προσφύγων και μεταναστών στο περιβάλλον του σχολείου και της σχολικής τάξης και ταυτόχρονα στην ανάπτυξη εκπαιδευτικών δράσεων ενάντια στη βία, την ξενοφοβία και το ρατσισμό.
Υπάρχει η ανάγκη επομένως για την ανάπτυξη και εφαρμογή μιας παιδαγωγικής της συμβίωσης και της συνύπαρξης.
Η παιδαγωγική της συνύπαρξης και της συμβίωσης
Βασική θέση της παιδαγωγικής της συνύπαρξης είναι η θέση που διατύπωσε ο Βρετανός κοινωνιολόγος Basil Bernstein σύμφωνα με την οποία «η δημοκρατία, η πρόοδος και η κοινωνική ηρεμία διασφαλίζονται όταν οι άνθρωποι αισθάνονται ότι έχουν μερίδιο στην κοινωνία στην οποία ανήκουν».
Έχοντας αυτή ως αφετηριακή θέση δηλώσουμε ότι η παιδαγωγική της συνύπαρξης και της συμβίωσης είναι η παιδαγωγική η οποία ενδιαφέρεται για την καλή και ποιοτική εκπαίδευση για όλα τα παιδιά (ανεξαρτήτως χρώματος, φύλου, φυλής, καταγωγής, πολιτισμού, θρησκείας, αναπηρίας κ. ά.) Αφορά, επίσης, στην προσπάθεια του να αρθούν οι προκαταλήψεις και τα στερεότυπα που υπάρχουν ανάμεσα στην κυρίαρχη ομάδα και στις μειονοτικές ή και περιθωριοποιημένες κοινωνικές ομάδες, οι οποίες διακρίσεις – δεν πρέπει να το λησμονούμε – είναι πάντα και διακρίσεις εξουσίας, δύναμης, χρήματος και προνομίων.
Γιατί καλή και ποιοτική εκπαίδευση για όλα τα παιδιά;
Η ειδική έμφαση που δίνουμε στην «εκπαίδευση για όλα τα παιδιά» είναι, γιατί η εκπαίδευση, αρκετές φορές, αποτυγχάνει να είναι καλή και ποιοτική για όλα τα παιδιά. Και αποτυγχάνει, γιατί συχνά δεν παίρνουμε υπόψη ότι αρκετά παιδιά, λόγω των ειδικών συνθηκών της ζωής τους (φτώχεια, εγκατάλειψη, προσφυγιά, μετανάστευση, αναπηρία κ.ά.), βιώνουν την εμπειρία του σχολείου με ελλιπή μορφωτικά, συναισθηματικά, ψυχικά και άλλα εφόδια, έναντι άλλων παιδιών που προσέρχονται στο σχολείο χωρίς αυτά τα ζωτικά ελλείματα.
Η επίγνωση αυτή κάνει αναγκαίο, ώστε να ληφθούν πρόνοιες το σχολείο να καλύψει τα εκπαιδευτικά «κενά» αυτών των παιδιών με ειδικά προγράμματα αντισταθμιστικής και διαφοροποιημένης παιδαγωγικής. Κάνει, επίσης, επιτακτική την ανάγκη να θέσουμε ως στόχο, στο τέλος της εκπαιδευτικής τους πορείας όλα τα παιδιά να έχουν αποκτήσει υψηλού επιπέδου μορφωτικά αγαθά και αξίες με μόνη διαφορά, να είναι, ίσως, αυτή που προκύπτει από τα ατομικά τους ενδιαφέροντα και προσανατολισμούς.
Ας δούμε, όμως, ορισμένες διαστάσεις της παιδαγωγικής της συμβίωσης και της συνύπαρξης που αφορούν στην εκπαίδευση των παιδιών προσφύγων και μεταναστών. Όπως θα γίνει φανερό πολλά από αυτά που θα περιγράψουμε αφορούν και στην γενικότερη παιδαγωγική της ένταξης και της συνύπαρξης (που αφορά π. χ. και στα άτομα με αναπηρία, στα παιδιά Ρομά κ. ά.)
Η εκπαίδευση των παιδιών προσφύγων και μεταναστών
Βασικές αρχές στην εκπαίδευση των παιδιών προσφύγων και μεταναστών είναι οι παρακάτω:
1. Η ύπαρξη των παιδιών προσφύγων και μεταναστών στο σχολείο δεν αποτελεί αδικία για τα «άλλα» παιδιά, μειονέκτημα, ή κίνδυνο· αντίθετα, αποτελεί παιδαγωγική πρόκληση και πλούτο και ευκαιρία για το κτίσιμο γεφυρών με τους άλλους πολιτισμούς και τους άλλους ανθρώπους.
2. Το μορφωτικό, πολιτισμικό και θρησκευτικό κεφάλαιο των προσφύγων
και μεταναστών μαθητών και μαθητριών δεν είναι ελλειμματικό, μειονεκτικό
ή και επικίνδυνο. Είναι, απλά, διαφορετικό.
3. Η εκπαίδευση των παιδιών προσφύγων και μεταναστών δεν γίνεται σε
βάρος των «άλλων» παιδιών. Γίνεται πάντα προσθετικά στα πλαίσια του
επίσημου αναλυτικού προγράμματος, με τις κατάλληλες διδακτικές
τροποποιήσεις (διαφοροποιημένη παιδαγωγική).4. Η προσφυγιά και η μετανάστευση δεν είναι χαρακτηριστικό μιας ομάδας ή ορισμένων ομάδων ανθρώπων. Και εοι Έλληνες υπήρξαμε τόσο μετανάστες όσο και πρόσφυγες σε στιγμές της ιστορίας (μικρασιατική καταστροφή, μεταναστευτικά ρεύματα σε Αμερική, Αυστραλία κ. ο. κ.)
5. Η απόφαση των οικογενειών προσφύγων και μεταναστών να αναζητήσουν καταφύγιο στην Ελλάδα δεν είναι μία πράξη δειλίας και λιποψυχίας· αντίθετα, συνιστά πράξη μεγάλης γενναιότητας και υψηλής ριψοκινδύνευσης.
6. Δεν υπάρχουν ελάσσονες πολιτισμοί. Κάθε πολιτισμός έχει την δικιά του αξία και συνεισφορά στην ανθρώπινη ιστορία (αυταξία των πολιτισμών)
Συμπληρωματικές αρχές
Συμπληρωματικές αρχές είναι και οι εξής:
1. Για τα παιδιά πρόσφυγες και μετανάστες προέχει η συναισθηματική και ψυχική γαλήνη και η ομαλή κοινωνική ένταξη και λιγότερο (στην αρχή, τουλάχιστον) η γνωστική πρόοδος. Με αυτή την έννοια, το πρώτιστο ενδιαφέρον θα πρέπει να είναι η υποδοχή και αποδοχή των παιδιών αυτών στο περιβάλλον του σχολείου και της σχολικής τάξης και η καλλιέργεια μιας αρμονικής συμβιωτικής σχέσης με τα υπόλοιπα παιδιά
2. Αρκετά από τα παιδιά αυτά έρχονται στο σχολείο έχοντας βιώσει εμπειρίες πολέμου, καθώς και οδυνηρές εμπειρίες μετακίνησης σε ξηρά και θάλασσα. Είναι σημαντικό το σχολείο να μη δημιουργήσει στα παιδιά αυτά μεγαλύτερα τραύματα και άγχος από αυτά που ήδη έχουν
3. Είναι σημαντικό να δίνεται έμφαση στην εργασία ομάδων, στην συνεργασία και στις βιωματικές πρακτικές. Αυτό, γιατί, γνωρίζουμε πως η ομαδική δημιουργική εργασία αποτελεί τη στέρεη βάση της ενδυνάμωσης των σχέσεων των παιδιών και της αποδοχής του ενός από το άλλο
4. Στην διδασκαλία είναι σημαντικό να αξιοποιούμε και θέματα πολιτισμού και θετικών βιωμάτων των παιδιών αυτών, με εστίαση στις ομοιότητες παρά στις διαφορές των πολιτισμών
5. Ορθό είναι η εκμάθηση της Ελληνικής γλώσσας από τα παιδιά αυτά να ξεκινά με τις λέξεις που ήδη γνωρίζουν και έχουν νόημα και συναίσθημα γι’ αυτά. Οι λέξεις π. χ. που χρησιμοποιούν στην αυλή του σχολείου για να επικοινωνήσουν με τα άλλα παιδιά (μπάλα, τρέξε, δώσε, πάρε, έλα, Νίκο, Στέλλα κ.τ.λ.) αποτελούν την κατάλληλη γλωσσική υποδομή (μαζί και με τα ονόματα των ίδιων των παιδιών και της οικογένειάς τους) για να σχεδιάσουμε την αρχή της γλωσσικής τους εκπαίδευσης
6. Οι καλλιέργεια των αξιών και των στάσεων της ενσυναίσθησης, της αλληλεγγύης και της αποδοχής του άλλου και του διαφορετικού θα πρέπει, επίσης, να χαρακτηρίζει όλες τις δράσεις του σχολείου σε όλη τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς
7. Εκτός των παραπάνω, σημαντική κρίνεται και η ενημέρωση του Συλλόγου Γονέων του σχολείου για θέματα υγείας και υγιεινής των παιδιών αυτών
8. Εξίσου σπουδαία κρίνεται και η οργάνωση μαθημάτων για τη διδασκαλία της Ελληνικής γλώσσας στους γονείς των παιδιών προσφύγων και μεταναστών και, επίσης, της μητρικής τους γλώσσας στα ίδια τα παιδιά.
9. Τέλος, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο φυσικός χώρος των παιδιών αυτών είναι η σχολική τάξη (το να συνυπάρχουν και να εκπαιδεύονται, δηλαδή, μαζί με όλα τα υπόλοιπα παιδιά). Μ’ αυτή την έννοια η παραμονή των παιδιών αυτών στις βοηθητικές δομές (Τάξεις Υποδοχής, Ενισχυτική Διδασκαλία κ. ά.) πρέπει να θεωρείται προσωρινή και όχι μόνιμη.
Η παιδαγωγική της συνύπαρξης. Αξίζει;
Η απάντησή είναι πως, ναι, σίγουρα αξίζει! Και, αξίζει, γιατί αυτή η παιδαγωγική διασφαλίζει συνθήκες ηρεμίας και καλής συνεργασίας των μαθητών και μαθητριών, των εκπαιδευτικών και των γονέων. Δημιουργεί καλύτερους, δημιουργικότερους και πιο αλληλέγγυους πολίτες. Και, το σημαντικότερο, οδηγεί μακροπρόθεσμα σε μια πιο όμορφη, αρμονική και ανθρώπινη κοινωνία.
*Ο Απόστολος Κ. Καρύδας είναι Συντονιστής Εκπαιδευτικού Έργου. Ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη.
Άρθρο στην Εφημερίδα των Συντακτών