Ελεήμων, αφιλοχρήματος,ασκητικός, ταπεινός και πολυαγάπητος ο νέος Μητροπολίτης Κεφαλληνίας π. Γεράσιμος Φωκάς. Αυθεντικό τέκνο του νησιού μας...ΑΞΙΟΣ! Τα από καρδιάς λόγια του κατά την ενθρόνισή του άγγιξαν την ψυχή όλων μας...
Κυριακή 31 Μαΐου 2015
Νέος Ποιμενάρχης Κεφαλληνίας ο άξιος π. Γεράσιμος Φωκάς
Ελεήμων, αφιλοχρήματος,ασκητικός, ταπεινός και πολυαγάπητος ο νέος Μητροπολίτης Κεφαλληνίας π. Γεράσιμος Φωκάς. Αυθεντικό τέκνο του νησιού μας...ΑΞΙΟΣ! Τα από καρδιάς λόγια του κατά την ενθρόνισή του άγγιξαν την ψυχή όλων μας...
Παρασκευή 29 Μαΐου 2015
Για την Άλωση...
Η 29η Μαΐου είναι για πολλούς η αποφράδα ημέρα της άλωσης της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς Τούρκους του σουλτάνου Μωάμεθ του Β΄, που έκτοτε έμεινε γνωστός και ως πορθητής.
Η πολιορκία διήρκεσε από τις 6 Απριλίου έως την Τρίτη, 29 Μαΐου 1453 σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο.
Οι ιστορικοί αναφέρουν πως ότι είχε απομείνει από το Βυζάντιο ήταν ήδη εξασθενημένο από την προηγηθείσα Άλωση από τους σταυροφόρους, το 1204.
Σύμφωνα δε με τις ίδιες πηγές η Άλωση του 1453 αποτέλεσε και την ημερομηνία έναρξης της Αναγέννησης, μιας και μια πλειάδα λόγιων της Πόλης έφυγε στην δύση.
Πολλές ωστόσο είναι οι αναφορές που θέλουν πολλούς εκείνη την εποχή να επιζητούν το τουρκικό σαρίκι από την λατινική τιάρα.
Πέρα από τους ηρωισμούς και τα πλείστα όσα ανδραγαθήματα κατά την πολιορκία της Πόλης όμως, αυτό που παραβλέπουν πολλοί είναι η βασική αιτία για την οποία επικράτησαν οι Οθωμανοί την εποχή εκείνη.
Δεν ήταν ότι ήταν πιο έξυπνοι ή πιο μάχιμοι ή πιο πολλοί.
Ήταν ότι όλοι αυτοί η ηρωικοί αφεντάδες του Βυζαντίου είχα τσακίσει τον κοσμάκη στους φόρους και στην εκμετάλλευση.
Δεν είναι τυχαίο ότι το πόπολο δύο δρόμους είχε για να ξεφύγει από την ληστρική επιδρομή των αφεντάδων του Βυζαντίου.
Είτε να γίνει μοναχός κάτι που εξηγεί και την άνθηση των μοναστηριών της εποχής, είτε να γίνει μουσουλμάνος μιας και ως τέτοιος απαλλασσόταν από την βαριά φορολογία. Οι Οθωμανοί βλέπεις φορολογούσαν μόνο τους ραγιάδες χριστιανούς και όχι τους μουσουλμάνους.
Οι Βυζαντινοί άρχοντες μάλιστα είχαν προτιμήσει τα τελευταία χρόνια αντί να εμπιστευτούν τον λαό τους για τον στρατό, να μαζέψουν ένα σωρό μισθοφόρους τους οποίους πλήρωναν με τα χαράτσια που επέβαλαν στον λαό.
Το ερώτημα λοιπόν για αυτή την ημέρα ίσως θα έπρεπε να ήταν ποιος φταίει. Η αναδυόμενη Οθωμανική δύναμη που έκανε αυτό που κάνει κάθε αναπτυσσόμενη δύναμη ή οι «Έλληνες» αρχοντάδες που κοίταζαν όπως όλοι οι αρχοντάδες όλων των εποχών το συμφέρον τους; Οποιεσδήποτε ομοιότητες με τον 21ο αιώνα είναι εντελώς "συμπτωματικές"...
Πέμπτη 28 Μαΐου 2015
Όλη η ιστορία της μουσικής...σε 7 λεπτά!
Για πολλούς η μουσική υπάρχει παντού στη φύση, στο θρόισμα των φύλλων, στο σφύριγμα του ανέμου, αλλά μουσική φτιάχνει και ο άνθρωπος…εδώ και πάνω από 50000 χρόνια!
Και ίσως κανείς δε θα μπορούσε να αμφισβητήσει την επίδρασή της στην ανθρώπινη ψυχοσύνθεση και γι’ αυτό, την άρρηκτη σχέση της με την ανθρώπινη ύπαρξη από τη στιγμή που εμφανίζεται μέχρι και την εποχή μας.
Η μουσική μαζί με τη γλώσσα αποτελούν δύο στοιχεία τα οποία μας καθορίζουν.
Ο καλλιτέχνης Pablo Morales βρήκε έναν πολύ δημιουργικό τρόπο για να οπτικοποιήσει όλη την Ιστορία της Δυτικής μουσικής από την αρχή της ανθρωπότητας μέχρι και τον 21ο αιώνα. Οι εναλλαγές από εποχή σε εποχή κινούνται με εξαιρετικά γρήγορους ρυθμούς συνδυάζοντας εικόνα και ήχο με έναν πολύ δημιουργικό τρόπο..
Τρίτη 26 Μαΐου 2015
Δομήνικος Θεοτοκόπουλος: Ένας οικουμενικός Ευρωπαίος...
Πέρυσι, το επετειακό έτος 2014, αφιερωμένο στη μνήμη του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου,
αφού συμπληρώθηκαν 400 χρόνια από τον θάνατό του, μας δίνει στους
χαλεπούς καιρούς που ζούμε την ευκαιρία να καταδείξουμε ότι ναι, μπορεί ο
καθένας μας να γνωρίσει τα επίγεια προβλήματα, όσο ζοφερά κι αν είναι,
όπως η πτώση της πατρίδας του – εθνική, οικονομική ή ηθική – αλλά
συγχρόνως να υψωθεί σ’ ένα τέτοιο πνευματικό επίπεδο απ’ όπου μπορεί να
θεάται τον Λόγο του Κόσμου: γιατί υπάρχουμε, ποιοί είμαστε μέσα στο
σύμπαν, τι επιτελούμε στην διάρκεια της ζωής μας και πώς μπορούμε να
φωτίσουμε τις σκοτεινές πλευρές της επίγειας ζωής, έτσι ώστε να
εξαγνίσουμε τις σκέψεις μας, τα σφάλματά μας.
Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος ο Κρης, αποτελεί φωτεινό παράδειγμα Έλληνα που κατάφερε σε μια δύσκολη εποχή, σε περιβάλλον ασφυκτικό να εντοπίσει το μαύρο της ζωής με ελληνική ματιά και να το φωτίσει όχι μόνο με τον χρωστήρα του αλλά κυρίως με την φιλοσοφημένη προσωπικότητά του – την εμβαπτισμένη στην Ελληνική Παιδεία – με αποτέλεσμα να το μεταρσιώσει σε αγιότητα.
Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος ο Κρης, αποτελεί φωτεινό παράδειγμα Έλληνα που κατάφερε σε μια δύσκολη εποχή, σε περιβάλλον ασφυκτικό να εντοπίσει το μαύρο της ζωής με ελληνική ματιά και να το φωτίσει όχι μόνο με τον χρωστήρα του αλλά κυρίως με την φιλοσοφημένη προσωπικότητά του – την εμβαπτισμένη στην Ελληνική Παιδεία – με αποτέλεσμα να το μεταρσιώσει σε αγιότητα.
Αναγέννηση
1400 και… 1500 και… 1600 και… μετά Χριστόν.
Επί τρεις αιώνες ο Χρόνος έδωσε την ευκαιρία στους ανθρώπους της Ευρώπης να δουν με μιαν άλλη ματιά, την ελληνική ματιά, την Ζωή, την Φύση, το Μεταφυσικό…
Η επαφή με το Βυζάντιο που ψυχορραγούσε, μετάγγισε στην Δύση την σοφία των αρχαίων Ελλήνων που με ανοικτή σκέψη παρατήρησαν την Φύση, εντάξανε σ’ αυτήν τον Άνθρωπο και συμπέραναν χωρίς θεολογίες, αναστολές και κατεστημένες απόψεις.
Τρεις αιώνες Αναγέννησης ελευθέρωσαν απ’ τα καλούπια της Παπικής Εκκλησίας τον Ευρωπαίο, τον εγκλωβισμένο στο γράμμα της Αγ. Γραφής κα στην αγραμματοσύνη του κλήρου.
Ο Πλάτων, ο Κλεισθένης, ο Ιππόδαμος, ο Πτολεμαίος ανασταίνονται, ξεπετιούντια μέσα από τα χειρόγραφα βιβλία που οι βυζαντινοί αντέγραφαν επί αιώνες και δημιουργούν τον Οικουμενικό Άνθρωπο της Αναγέννησης, τον homo universalis, που είναι συγχρόνως ζωγράφος, αρχιτέκτων, αστρονόμος, μηχανικός, ανατόμος και κυρίως φιλόσοφος, όπως ο Ντονατέλλο, Μποτιτσέλλι, Ντα Βίντσι, Μιχαήλ Άγγελος, ο Γαλιλαίος, ο Κοπέρνικος… ο Γκρέκο. Ο Δημιουργός της Αναγέννησης είναι άνθρωπος που αγκαλιάζει όλη τη γνώση: Μαθηματικά, Στατική, Ανατομία, Ρητορική, Αστρονομία, Αισθητική, Πολιτική, αφού οι βυζαντινοί αιμοδότες δίδαξαν τους λατινόγλωσσους δυτικούς γλώσσα ελληνική και ερμηνεία των επιστημονικών και φιλοσοφικών κειμένων της αρχαίας Ελλάδας.
Ο άνθρωπος της Αναγέννησης είναι συγχρόνως οπλισμένος με βαθειά χριστιανική πίστη, δυναμωμένη από θεολογική γνώση και κυρίως Αγάπη για έναν Ιησού αγωνιστή που μαρτυρά στον Σταυρό για την λευτεριά της ανθρώπινης ψυχής.
Πάνω απ’ όλα αναζητά την ουσία του κόσμου, της εξέλιξης και συγχρόνως πλάθει και υπογράφει τα έργα του: έχει ευθύνη για το έργο του κι επίγνωση της αξίας του.
Τέτοιος άνθρωπος είναι κι ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος.
Ο πάπας
Η δύναμη του χρήματος συμπορεύεται κι αιμοδοτεί την επιστημονική και καλλιτεχνική δημιουργία ανά τους αιώνες. Το χρήμα το πολύ τότε το κατείχε η Παπική Εκκλησία σε όλη την Ευρώπη. Αυτή ήταν η παραγγελιοδότης των Τεχνών.
-Πώς κράτησαν λοιπόν την πνευματική τους ελευθερία οι μεγάλοι της Αναγέννησης;
-Με την ευστροφία τους. Με την βαθειά γνώση τους.
Κατέχοντας την Ελληνική Φιλοσοφία απ’ τη μια και τους δογματικούς κανόνες της Καθολικής Εκκλησίας απ’ την άλλη, πέρασαν τον ελληνισμό δήθεν αλληγορικά στην απόδοση θρησκευτικών θεμάτων.
Σπουδαίος παράγων υπήρξε το γεγονός ότι μέλη ισχυρών οικονομικών κύκλων – οικογενειών, εμπόρων του χρήματος, όπως οι Ορσίνι, οι Βοργίες, οι Μέδικοι, κατόρθωσαν να καταλάβουν επανειλημμένως τον Παπικό θρόνο και να επενδύσουν οικονομικά στην πνευματική δημιουργία.Οι Θεοτόκηδες – Καταγωγή Δ.Θ. και παιδεία
Ανάμεσα στις επιφανείς οικογένειες του Βυζαντίου που εγκατέλειψαν την Κωνσταντινούπολη μετά την άλωσή της στα 1453 υπήρξε και η οικογένεια των Θεοτόκηδων ή Θεοτοκόπουλων. Άλλοι απ’ αυτούς κατευθύνθηκαν στην Ενετοκρατούμενη Κέρκυρα κι άλλοι στην Ενετοκρατούμενη Κρήτη. Εδώ στην Κρήτη οι Θεοτοκόπουλοι θα ριζώσουν, θα κάνουν δικό τους φέουδο με τίτλους αναγνωρισμένους από τους Ενετούς στο Φόδελε, στη Ρογδιά κι ακόμα κτήματα πάνω στο λιμάνι του Ηρακλείου.
Στα 1541 γεννιέται ο Δομήνικος. Θα πάρει τα πρώτα ελληνικά γράμματα στο μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα, όπου οι μοναχοί αντιγράφουν παλαιά κείμενα αλλά και ζωγραφίζουν. Οι παραστάσεις της μεταβυζαντινής τέχνης αλλά και της παραδοσιακής λαϊκής πάνω στους τοίχους των εκκλησιών και τις φορητές εικόνες χαράσσουν στην ψυχή του παιδιού τον κόσμο που θα υπηρετήσει.
Ακόμα οι λειτουργίες, που τότε οι πιο πολλές γινόντουσαν μες στη νύχτα, όταν το σκοτάδι εναλλασσόταν με τις αναλαμπές των κεριών, θ’ ανοίξουν γι’ αυτόν τον δρόμο προς τον μυστικισμό, την ένωση δηλαδή του ανθρώπου με τον Θεό, βίωμα που θ’ αποδώσει στο έργο του.
Δεκαπέντε-δεκαέξι ετών, στο Ηράκλειο πλέον, ο Δομήνικος βρίσκεται στο Μετόχι της Αγίας Αικατερίνης του Σινά, όπου οι μοναχοί λειτουργούσαν την περίφημη Σχολή Γραμμάτων και Τεχνών με θρησκευτική αλλά και εθνική δράση.
Σ’ αυτό το εργαστήρι του ελληνισμού, δάσκαλοι σπουδασμένοι στην Αναγεννησιακή Ιταλία, διακεκριμένοι ανάμεσα στους μεγάλους της Ευρώπης, όπως ο Ιάκωβος Μορζήνος, θα δώσουν στον νεαρό Δομήνικο τις βάσεις της ευρύτατης κλασσικής παιδείας που του επέτρεψε ν’ αναγνωριστεί ως σοφός στους κύκλους της Βενετίας, της Ρώμης και του Τολέδο.
Στο ίδιο Σιναϊτικο Μετόχι οι μεγάλοι κρητικοί της μεταβυζαντινής Τέχνης ζωγράφοι, όπως ο Ιερεμίας Παλλαδάς, ο Κλόντζας και ο κορυφαίος Μιχαήλ Δαμασκηνός θα συνυπάρξουν ώστε όταν θ’ ανοίξει ο Δομήνικος τα φτερά του για την Δύση να είναι τέλειος αγιογράφος. Αυτό δείχνουν άλλωστε διασωθέντα έργα του της εποχής εκείνης, αλλά και οι αμοιβές του, εφάμιλλες μ’ εκείνες του Τιτσιάνο & του Τιντορέττο.
1400 και… 1500 και… 1600 και… μετά Χριστόν.
Επί τρεις αιώνες ο Χρόνος έδωσε την ευκαιρία στους ανθρώπους της Ευρώπης να δουν με μιαν άλλη ματιά, την ελληνική ματιά, την Ζωή, την Φύση, το Μεταφυσικό…
Η επαφή με το Βυζάντιο που ψυχορραγούσε, μετάγγισε στην Δύση την σοφία των αρχαίων Ελλήνων που με ανοικτή σκέψη παρατήρησαν την Φύση, εντάξανε σ’ αυτήν τον Άνθρωπο και συμπέραναν χωρίς θεολογίες, αναστολές και κατεστημένες απόψεις.
Τρεις αιώνες Αναγέννησης ελευθέρωσαν απ’ τα καλούπια της Παπικής Εκκλησίας τον Ευρωπαίο, τον εγκλωβισμένο στο γράμμα της Αγ. Γραφής κα στην αγραμματοσύνη του κλήρου.
Ο Πλάτων, ο Κλεισθένης, ο Ιππόδαμος, ο Πτολεμαίος ανασταίνονται, ξεπετιούντια μέσα από τα χειρόγραφα βιβλία που οι βυζαντινοί αντέγραφαν επί αιώνες και δημιουργούν τον Οικουμενικό Άνθρωπο της Αναγέννησης, τον homo universalis, που είναι συγχρόνως ζωγράφος, αρχιτέκτων, αστρονόμος, μηχανικός, ανατόμος και κυρίως φιλόσοφος, όπως ο Ντονατέλλο, Μποτιτσέλλι, Ντα Βίντσι, Μιχαήλ Άγγελος, ο Γαλιλαίος, ο Κοπέρνικος… ο Γκρέκο. Ο Δημιουργός της Αναγέννησης είναι άνθρωπος που αγκαλιάζει όλη τη γνώση: Μαθηματικά, Στατική, Ανατομία, Ρητορική, Αστρονομία, Αισθητική, Πολιτική, αφού οι βυζαντινοί αιμοδότες δίδαξαν τους λατινόγλωσσους δυτικούς γλώσσα ελληνική και ερμηνεία των επιστημονικών και φιλοσοφικών κειμένων της αρχαίας Ελλάδας.
Ο άνθρωπος της Αναγέννησης είναι συγχρόνως οπλισμένος με βαθειά χριστιανική πίστη, δυναμωμένη από θεολογική γνώση και κυρίως Αγάπη για έναν Ιησού αγωνιστή που μαρτυρά στον Σταυρό για την λευτεριά της ανθρώπινης ψυχής.
Πάνω απ’ όλα αναζητά την ουσία του κόσμου, της εξέλιξης και συγχρόνως πλάθει και υπογράφει τα έργα του: έχει ευθύνη για το έργο του κι επίγνωση της αξίας του.
Τέτοιος άνθρωπος είναι κι ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος.
Ο πάπας
Η δύναμη του χρήματος συμπορεύεται κι αιμοδοτεί την επιστημονική και καλλιτεχνική δημιουργία ανά τους αιώνες. Το χρήμα το πολύ τότε το κατείχε η Παπική Εκκλησία σε όλη την Ευρώπη. Αυτή ήταν η παραγγελιοδότης των Τεχνών.
-Πώς κράτησαν λοιπόν την πνευματική τους ελευθερία οι μεγάλοι της Αναγέννησης;
-Με την ευστροφία τους. Με την βαθειά γνώση τους.
Κατέχοντας την Ελληνική Φιλοσοφία απ’ τη μια και τους δογματικούς κανόνες της Καθολικής Εκκλησίας απ’ την άλλη, πέρασαν τον ελληνισμό δήθεν αλληγορικά στην απόδοση θρησκευτικών θεμάτων.
Σπουδαίος παράγων υπήρξε το γεγονός ότι μέλη ισχυρών οικονομικών κύκλων – οικογενειών, εμπόρων του χρήματος, όπως οι Ορσίνι, οι Βοργίες, οι Μέδικοι, κατόρθωσαν να καταλάβουν επανειλημμένως τον Παπικό θρόνο και να επενδύσουν οικονομικά στην πνευματική δημιουργία.Οι Θεοτόκηδες – Καταγωγή Δ.Θ. και παιδεία
Ανάμεσα στις επιφανείς οικογένειες του Βυζαντίου που εγκατέλειψαν την Κωνσταντινούπολη μετά την άλωσή της στα 1453 υπήρξε και η οικογένεια των Θεοτόκηδων ή Θεοτοκόπουλων. Άλλοι απ’ αυτούς κατευθύνθηκαν στην Ενετοκρατούμενη Κέρκυρα κι άλλοι στην Ενετοκρατούμενη Κρήτη. Εδώ στην Κρήτη οι Θεοτοκόπουλοι θα ριζώσουν, θα κάνουν δικό τους φέουδο με τίτλους αναγνωρισμένους από τους Ενετούς στο Φόδελε, στη Ρογδιά κι ακόμα κτήματα πάνω στο λιμάνι του Ηρακλείου.
Στα 1541 γεννιέται ο Δομήνικος. Θα πάρει τα πρώτα ελληνικά γράμματα στο μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα, όπου οι μοναχοί αντιγράφουν παλαιά κείμενα αλλά και ζωγραφίζουν. Οι παραστάσεις της μεταβυζαντινής τέχνης αλλά και της παραδοσιακής λαϊκής πάνω στους τοίχους των εκκλησιών και τις φορητές εικόνες χαράσσουν στην ψυχή του παιδιού τον κόσμο που θα υπηρετήσει.
Ακόμα οι λειτουργίες, που τότε οι πιο πολλές γινόντουσαν μες στη νύχτα, όταν το σκοτάδι εναλλασσόταν με τις αναλαμπές των κεριών, θ’ ανοίξουν γι’ αυτόν τον δρόμο προς τον μυστικισμό, την ένωση δηλαδή του ανθρώπου με τον Θεό, βίωμα που θ’ αποδώσει στο έργο του.
Δεκαπέντε-δεκαέξι ετών, στο Ηράκλειο πλέον, ο Δομήνικος βρίσκεται στο Μετόχι της Αγίας Αικατερίνης του Σινά, όπου οι μοναχοί λειτουργούσαν την περίφημη Σχολή Γραμμάτων και Τεχνών με θρησκευτική αλλά και εθνική δράση.
Σ’ αυτό το εργαστήρι του ελληνισμού, δάσκαλοι σπουδασμένοι στην Αναγεννησιακή Ιταλία, διακεκριμένοι ανάμεσα στους μεγάλους της Ευρώπης, όπως ο Ιάκωβος Μορζήνος, θα δώσουν στον νεαρό Δομήνικο τις βάσεις της ευρύτατης κλασσικής παιδείας που του επέτρεψε ν’ αναγνωριστεί ως σοφός στους κύκλους της Βενετίας, της Ρώμης και του Τολέδο.
Στο ίδιο Σιναϊτικο Μετόχι οι μεγάλοι κρητικοί της μεταβυζαντινής Τέχνης ζωγράφοι, όπως ο Ιερεμίας Παλλαδάς, ο Κλόντζας και ο κορυφαίος Μιχαήλ Δαμασκηνός θα συνυπάρξουν ώστε όταν θ’ ανοίξει ο Δομήνικος τα φτερά του για την Δύση να είναι τέλειος αγιογράφος. Αυτό δείχνουν άλλωστε διασωθέντα έργα του της εποχής εκείνης, αλλά και οι αμοιβές του, εφάμιλλες μ’ εκείνες του Τιτσιάνο & του Τιντορέττο.
Στη Δύση
Νοιώθει πια διψασμένος για τα νάματα της Αναγέννησης που κλίνει προς την δύση της. Αυτός δεν το γνωρίζει, διότι τα μεγάλα ονόματα υπάρχουν ακόμη στην Βενετία, στη Ρώμη και την Φλωρεντία. Πιστεύει ότι η βυζαντινή πειθαρχία εμποδίζει την ιδιοσυγκρασία του που είναι αχαλίνωτη πια.
Νοιώθει πια διψασμένος για τα νάματα της Αναγέννησης που κλίνει προς την δύση της. Αυτός δεν το γνωρίζει, διότι τα μεγάλα ονόματα υπάρχουν ακόμη στην Βενετία, στη Ρώμη και την Φλωρεντία. Πιστεύει ότι η βυζαντινή πειθαρχία εμποδίζει την ιδιοσυγκρασία του που είναι αχαλίνωτη πια.
Βενετία 1568-1570
Στη Βενετία ζει ο αδελφός του ο Μανούσος, επιτυχημένος έμπορος. Στην Βενετία λοιπόν την μαγεύτρα, εκεί όπου η ελευθερία της Αναγέννησης έχει κατακτήσει εντυπωσιακά την Φύση, την Ζωή, τον Θάνατο, καθώς ο ζωγραφικός χρωστήρας αποδίδει όλες τις λεπτομέρειες κι ακόμα τον θρίαμβο της σάρκας.
Τότε δίνει σπουδαίο αναγεννησιακό έργο: «Η εκδίωξη των εμπόρων από τον Ναό», όπου ζωάκια, σκυλάκια, περιστέρια γεμίζουν το θέμα του.Του χρειάζεται μια τεχνική παραπάνω, η προοπτική, το τρισδιάστατο, για να ζωντανέψει τον φυσικό κόσμο.
Κατορθώνει και μαθητεύει κοντά στον κορυφαίο δάσκαλο της Βενετίας, τον Τιτσιάνο Βετσέλλιο. Υιοθετεί τα μυστικά του δασκάλου του: προοπτική τολμηρή, σάρκα σφύζουσα και πορφύρα θαυματουργή.
Η Μοίρα έχει προδιαγράψει την πορεία του. Στην Βενετία συναντά τον Τιντορέττο. Είναι ο δάσκαλος που θαυμάζει την βυζαντινή τέχνη. Στην Βενετία, το Βυζάντιο είναι παρόν και ζητά την ανάστασή του.
Στα ελληνικά τυπογραφεία του Μάξιμου Μαργούνιου κρητός, του Μανούτιου κρητός, του Ανδρέα Κουνάδη πατρινού, συναντώνται επιφανείς έλληνες, πρέσβεις, μεγιστάνες: εκεί… κι ο Δομήνικος.
Στην Βενετία, τη θυγατέρα της Κωνσταντινούπολης, οι δημόσιες γιορτές, οι θαυματουργές εικόνες, κρητών κυρίως ζωγράφων, βροντοφωνούν: εδώ Βυζάντιο. Αυτό δεν το αντέχει ο Δομήνικος.
Ο Μανούσος, ο αδελφός του, έχει υψηλές γνωριμίες και στενές σχέσεις τόσο στην Ιταλία όσο και στην Ισπανία.
Ρώμη 1570
Δεύτερος σταθμός του η Ρώμη, στα 1570. Συστημένος θα μπει και θα εγκατασταθεί στο παλάτι του καρδιναλίου Φαρνέζε, όπου στεγάζεται ο πνευματικός κύκλος της αναλάμπουσας και δύουσας Αναγέννησης. Έγινε φίλος σπουδαίων ανθρώπων όπως του Φούλβιο Ορσίνι, διακεκριμένου ελληνιστή και βιβλιοθηκάριου των Φαρνέζε, που τον αποκαλούσαν «τελευταίο μεγάλο Ουμανιστή της Ρώμης», γνώστη δηλαδή της Αρχαίας Ελληνικής και Λατινικής Γραμματείας. Αυτός αγόρασε πίνακες του Δομήνικου και παρότρυνε κι άλλους πλούσιους ν’ αγοράσουν. Όλος αυτός ο κύκλος εντυπωσιάζεται από τη μόρφωση του Δομήνικου αλλά και την Τέχνη του.
Γράφτηκε γι’ αυτόν την εποχή εκείνη ότι «κανείς από τους ζωγράφους στη Ρώμη δεν είχε τεχνική τόσο σίγουρη και τόσο φρέσκια όσο ήταν η δική του… από την πολλήν εκτίμηση που του είχαν, τον φώναζαν ο Έ λ λ η ν α ς, Il G r e c o» (ο γράψας ήταν ο Ιούλιος Καίσαρας Μαντσίνι, γιατρός του Ουρβανού Η΄, ο οποίος έγραψε χρονικό για τους καλλιτέχνες της εποχής). Κι όμως στον ίδιο χρόνο ο Δομήνικος γράφει πίσω από μια εικόνα της Θεοτόκου με την Ελισάβετ «ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΜΕ ΙΚΑΝΟΠΟΙΕΙ». Επιδιώκει την λύτρωση. Καταπιάνεται πάλι με το θέμα της «Εκδίωξης των εμπόρων από τον Ναό» για ν’ αφαιρέσει όλα τα παραπανίσια φυσικά στοιχεία και να καταλήξει σε δυνατές κινήσεις κι ελάχιστες λεπτομέρειες.
Η φυλετική κληρονομικότητα παντοδύναμη! Η μεγάλη έκρηξη της προσωπικότητας! «Σαν καταστραφεί η Καπέλα Σιξτίνα με όλες τις τοιχογραφίες του Μιχαήλ Αγγέλου, εγώ μπορώ να τις αντικαταστήσω με έργο ισότιμο και ευλαβέστερο», δήλωσε σε κύκλο διανοουμένων, όταν ο πάπας Πίος Ε’ έβαλε να «ντύσουν» μερικές φιγούρες της Δευτέρας Παρουσίας του Μιχαήλ Αγγέλου, επειδή τις έβρισκε άσεμνες για τον χώρο.
Ο Δομήνικος θεωρήθηκε ιερόσυλος, αφού ο Μιχαήλ Άγγελος με τον γιγαντισμό της Τέχνης του διατράνωνε την παντοδυναμία του Πάπα απέναντι στους προτεστάντες.
Μέσα στο κατασκότεινο δωμάτιό του κλεισμένος αρνείται για μέρες να δει τον ήλιο, το φως. Μένει ακίνητος με κλειστά μάτια. Διαλογίζεται. Βγάζει ό,τι φωτεινό έχει μέσα του, καθώς αναζητά το ουράνιο φως, το ασύγκριτο. Αναζητά το δικό του εσωτερικό φως, που αξιώθηκε ν’ απαθανατίσει στα έργα του.
Τελικά, αποτραβήχτηκε απ’ το παλάτι Φαρνέζε σ’ ένα φτωχικό εργαστήρι με μεγάλη δυσχέρεια, έχοντας συντροφιά τον μαθητή του Λαττάντσιο Μπονάστρι και τον πιστό του Φραγκίσκο Πρεβόστε.
Δεν τον κρατά πια η Ρώμη. Ήδη η Μεταρρύθμιση του Λούθηρου εδώ και 20 χρόνια κτυπά αλύπητα τον υλισμό του Βατικανού, την απομάκρυνση από την αληθινή πίστη και την απλή ζωή των πρωτοχριστιανικών χρόνων, κτυπά τον πλουτισμό των παπών, τα συγχωροχάρτια, την διαιώνιση της αγραμματοσύνης του λαού. Η Ιερά Εξέταση βασανίζει αλλά δεν μεταρρυθμίζει.
Τολέδο 1577
Τότε σαν από μηχανής θεός, ένας ισπανός αριστοκράτης, απ’ τον κύκλο των Φαρνέζε, ο δον Λουίς ντε Καστίγια τον συστήνει μ’ επιστολή στον αδελφό του Δον Διέγο, διάκονο στη μητρόπολη του Τολέδο, ο οποίος φροντίζει και του ανατίθενται διακοσμήσεις ναών, αμέσως.
Είναι η εποχή που ο Φίλιππος Β’ βασιλεύς της Ισπανίας τελείωσε το αυστηρό, δωρικό παλάτι του Εσκοριάλ και θέλει να το διακοσμήσουν οι επιφανέστεροι καλλιτέχνες της Ιταλίας. Στο Τολέδο ο Δομήνικος για… παραγγελίες και μόνον; Όχι!
Μετά τους Άραβες
Από το 1100μ.Χ το Τολέδο κι η Λισσαβόνα είχαν ελευθερωθεί απ’ την κατοχή των Αράβων με Σταυροφορία, την περίφημη Reconquista.
Η κατάληψη αυτή άφησε άναυδους τους χριστιανούς ελευθερωτές, όταν βρέθηκαν μπροστά σ’ έναν πολιτισμό πολύ ανώτερό τους. Al Andalus, αραβικά η μουσουλμανική Ισπανία: αναβαθμισμένο εμπόριο, λαμπρή βιοτεχνία, επιστημονικότητα και Πανεπιστήμια με λόγιους και…το θαύμα, οι βιβλιοθήκες!
Ελληνικά έργα στις αραβικές βιβλιοθήκες, χαμένα για τους Ευρωπαίους, είχαν διασωθεί στα ελληνικά κέντρα πολιτισμού που είχαν κατακτήσει οι Άραβες από τον 6ο και 7ο αιώνα και τα είχαν μεταφράσει στα αραβικά, όπως:
Η Αλμαγέστη του Πτολεμαίου (αστρονομία, αστρολογία), η Θεραπευτική και οι ανατομικές εγχειρήσεις του Γαληνού, η Γεωμετρία του Ευκλείδη και το κορυφαίο… όλα τα έργα του Αριστοτέλη που παρέμεναν ως τότε χαμένα.
Στο Τολέδο, ο φωτισμένος αρχιεπίσκοπος Ρεμούνδος Α’ είχε καλέσει τους λατινομαθείς ελληνιστές, βυζαντινούς, εβραίους, άραβες λογίους, να μεταφράσουν τον Αριστοτέλη στα λατινικά.
Ναυμαχία Ναυπάκτου
Στο Τολέδο είχαν καταφύγει κι Έλληνες λόγιοι. Άλλωστε η Ισπανία, λίγο πριν φθάσει εκεί ο Greco, είχε τεθεί επικεφαλής της μεγαλύτερης ναυμαχίας μετά τη Σαλαμίνα, της ναυμαχίας της Ναυπάκτου/ Lepanto τον Οκτώβρη του 1571.
Εκεί οι ευρωπαϊκοί στόλοι καταβύθισαν τον τουρκικό σε μία ύστατη προσπάθεια ν’ απωθήσουν τους Τούρκους στην Ασία. Είναι η ναυμαχία όπου πολέμησε ο Θερβάντες, δημιουργός του Δον Κιχώτη.
Η προσωπικότητα
Στο Τολέδο λοιπόν ο Greco, διότι εκεί κτυπά η καρδιά της Ευρώπης ελληνικά.
Πριν φτάσει στο Τολέδο ο Δομήνικος περνά απ’ την Καταλονία. Κρατά στα χέρια του συστάσεις για τους ισχυρούς του Τολέδο και το παλάτι του Εσκοριάλ. Στην Καταλονία τον περίμενε η Μοίρα του και πάλι, όταν στάθηκε μπροστά στις τοιχογραφίες των καταλανών μοναχών του 1000-1100μ.Χ. Παρόμοιες με τις βυζαντινές!
Ίσως εκεί πήρε την απόφαση να εξωτερικεύσει αυτό που πράγματι ήταν: βυζαντινός κρητικός αλλά και αναγεννησιακός ευρωπαίος, οικουμενικός, προορισμένος με την ελληνική και ορθόδοξη ματιά ν’ αποκαλύψει την ουσία της Ιστορίας και της Ζωής κατά Πλάτωνα. Κατ’ αυτόν (Πλάτωνα), κι όταν ακόμα φθαρεί το σώμα κι αποχωριστεί απ’ την μορφή, η ψυχή συνεχίζει να υπάρχει τέλεια, δίκαιη, άφθαρτη. Έτσι πρέσβευαν κι οι ορθόδοξοι θεολόγοι Πατέρες.
«Το σώμα είναι η φυλακή της ψυχής» είχε πει ο Πλάτων. Η βυζαντινή Τέχνη καταυγάζει αυτή την ιδεολογία. Το σώμα αγνοείται. Ακόμα και τα χέρια των αγγέλων καλύπτονται. Τα μάτια, τα μάτια με το απύθμενο βάθος δίνουν τον αγώνα να επικοινωνήσει και να ενωθεί ο άνθρωπος με το Θεό του. Αυτά τα μάτια ο Δομήνικος θα τα στρέψει προς τα πάνω, θα τα γεμίσει δάκρυα… λες και τα δάκρυα είναι χυμένο φως. Ουδείς μυς συσπάται. Ηρεμία. (Έργα σχετικά: «Ο Χριστός ο αίρων τον Σταυρό», «ο Χριστός στην Γεσθημανή», «η Μαγδαληνή»).
Όταν φθάνει ο Δομήνικος στο Τολέδο είναι, το νοιώθει ο ίδιος, «ο El Greco – El Griego».
Ζωγραφίζει για τη Μητρόπολη, για τον βασιλιά Φίλιππο Β’ τον ένθερμο πιστό στην συμπόρευση Εκκλησίας-Κράτους, ζωγραφίζει για ιδιώτες. Είναι μανιεριστής, με δική του πλέον τεχνοτροπία-μανιέρα, με κύτταρα Ορθοδοξίας, Βυζαντίου, ελληνικής αρχαϊκής παράδοσης. Όλ’ αυτά για να υπηρετήσει την ανέλιξη του ανθρώπου προς τον Θεό.
Συρρέει το Τολέδο στην Μονή του Αγ. Δομήνικου για να δει την «Ανάληψη της Θεοτόκου».
Ο Γκρέκο ξεπερνά την αναγεννησιακή θεματολογία που θέλει την Παναγία ν’ ανεβαίνει στον Ουρανό. Αυτός την τοποθετεί ήδη στο πεδίο των αγγέλων, ν’ ακτινοβολεί από καλωσύνη, ευτυχισμένη επειδή έχει πετύχει με τις παρακλήσεις της την συγχώρεση των αμαρτωλών και των πονούντων, που είναι –αλίμονο! – τόσοι πολλοί, χάρις… στην Ιερά Εξέταση! Οι απόστολοι που παρίστανται μένουν ήρεμοι, βαθυστόχαστοι να συζητούν το γεγονός, θα ’λεγες όπως γινόταν στην Πλατωνική Ακαδημία.
Οι παραγγελίες πάμπολλες. Γεμάτος ικανοποίηση υπογράφει μια μεγάλη εικόνα με θέμα το Μαρτύριο του Χριστού: καθαρά, ευανάγνωστα ελληνικά «Δομήνικος Θεοτοκόπουλος ο δείξας».
Ο έρωτας
Ο μεγάλος έρωτας της ζωής του απογείωσε την έμπνευσή του. Η δόνια Χερώνυμα ντε Κουέβας συμβολίζει γι’ αυτόν την αγάπη και την καλωσύνη με τις οποίες τον δέχτηκαν οι Ισπανοί. Στα 1578 γεννιέται ο γιος του που θα φέρει τα γενεαλογικά ονόματα των Θεοτόκηδων - Γεώργιος Εμμανουήλ - αλλά και την Τέχνη του πατέρα του αργότερα.
Τα μεγάλα έργα
Ο Γκρέκο είναι πλέον ο ζωγράφος του Τολέδο.
Η Μητρόπολη τού παραγγέλλει το «Εσπόλιο», τη στιγμή του μαρτυρίου του Χριστού όταν «στρατιώται του ηγεμόνος εκδύσαντες τον Ιησού την χλαμύδα την κοκκίνην, έτυπτον εις την κεφαλήν».
Και πάλι η Αναγέννηση εκτοπίζεται μέσα στην συνείδησή του από την βυζαντινή παράσταση της προδοσίας του Ιούδα.
Το κρητικό του πείσμα κατορθώνει προσωπική επαφή με τον βασιλιά Φίλιππο, ο οποίος τον καλεί στο παλάτι του Εσκοριάλ και του αναθέτει το μαρτύριο του Αγ. Μαυρικίου, στρατιωτικού αγίου, που έσφαξαν οι δήμιοι του αυτοκράτορα Μαξιμιανού τον 3ο αιώνα μαζί με τους στρατιώτες του που ομολόγησαν πίστη στον Χριστό.
Μετά 4 χρόνια αγωνίας και αγώνα, ο El Greco δίνει κάτι μοναδικό στην παγκόσμια Τέχνη.
Αντί να παραστήσει το αιμοσταγές μαρτύριο, εκφράζει το προσωπικό πνευματικό μαρτύριο του αρχηγού που παρασύρει μαζί του στη μεγάλη θυσία χιλιάδες ανθρώπους που τον είχαν εμπιστευθεί για προστασία και νίκη.
Το έργο προφανώς έβαλε τον βασιλιά μπροστά στον ίδιο του τον εαυτό. Αυτός που θα ’πρεπε να είναι προστάτης των υπηκόων του άφηνε να βασανίζονται, να εκτελούνται από την Ιερά Εξέταση χιλιάδες αθώοι υπήκοοί του… Για ποιο σκοπό; Συμπαιγνία του Παπισμού με την κοσμική εξουσία.
Έτσι λοιπόν ο Φίλιππος πλήρωσε το έργο και διέταξε να το καταχωνιάσουν. Στη συνέχεια ανάθεσε σ’ έναν άσημο Ιταλό ζωγράφο να του αποδώσει «σωστά» αυτή τη φορά το μαρτύριο του αγίου.
Ο Δομήνικος απογοητεύτηκε. Όμως το Τολέδο έκανε τα πάντα για να δώσει στον ζωγράφο του πεποίθηση και γαλήνη.
Τότε αποτύπωσε την ισπανική κοινωνία της εποχής σε πορτραίτα.
Γίνεται πλούσιος, κατοικεί σ’ ένα από τα πολυτελέστερα σπίτια του Τολέδο, την οικία του μαρκησίου ντε Βιλλένα. Ζει μες στην πολυτέλεια, δέχεται φίλους πλουσιοπάροχα, διαθέτει μόνιμους μουσικούς. Η Μουσική για τον κάθε κρητικό είναι βίωμα, όχι διασκέδαση. Απαθανάτισε τα μουσικά όργανα της Αναγέννησης, βιόλες, άρπες, τρομπέτες, σπινέτα, στα χέρια αγγέλων.
Η Τέχνη του
Από τα 1580 η ζωγραφική του αλλάζει. Η προοπτική των βενετσιάνων απορρίπτεται. Ακολουθεί φόρμες βυζαντινές, επίπεδες, επιμήκεις, χωρίς βάθος. Επιδιώκει να υποχωρήσει ο φυσικός κόσμος και να κυριαρχήσει ο πνευματικός. Έτσι προκύπτει η επιπεδοποίηση και η επιμήκυνση των σωμάτων. Κι ακόμα τα τεθλασμένα σύννεφα βάφονται με πυρακτωμένο φως. Ο Χριστός του δεν ενσαρκώνει την ομορφιά όπως στους σύγχρονούς του καλλιτέχνες αλλά την θεότητα που ταυτίζεται με το φως. Οι μορφές των ηρώων του στερούνται σωματικότητας, επιμηκύνονται τόσο ώστε παίρνουν το σχήμα της φλόγας.
Ήταν η εποχή που η Αγία Τερέζα της Άβιλα διακήρυττε ότι με την προσευχή και την νηστεία ο άνθρωπος πρέπει ν’ ανέβει στον ουρανό σαν φλόγα για να ενωθεί με τον Θεό, η σάρκα να λοιώσει σαν κερί.
Έτσι απολογήθηκε στην Ιερά Εξέταση όταν τον ανέκρινε μήπως κι ήταν αιρετική η Τέχνη του. ΄Ισως ήταν διπλωματική υπεκφυγή ενώπιον της Ιεράς Εξέτασης, της οποίας τα εγκλήματα ήσαν καθημερινότητα. Τα εκτεθειμένα πτώματα αθώων, διαστρεβλωμένα, αποστεωμένα από τα βασανιστήρια-πιστεύω-ότι στα μάτια του Δομήνικου φάνταζαν ως μάρτυρες άγιοι, που έπρεπε με την Τέχνη του ν’ αναδείξει, καθαγιάζοντάς τα μέσα σε ιερούς χώρους εις την αιωνιότητα, ώστε όσο θα ζει η Ανθρωπότητανα θυμάται τι σημαίνει «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα».
Ο πρωθιερέας της γειτονικής του εκκλησίας, του Σαν Τομέ, του παραγγέλλει ν’ απαθανατίσει τον θρύλο της κηδείας του κόμη Δον Γονζάλο Ρουϊθ, αυθέντη του Οργκάθ στα 1323.
Μας λέει ο θρύλος ότι την ώρα της κηδείας του κόμη κατέβηκαν απ’ τον ουρανό ο άγιος Στέφανος ο πρωτομάρτυρας και ο άγιος Αυγουστίνος. Πήραν στα χέρια τους το σκήνωμα του άρχοντα και το μετέφεραν στον τάφο.
Η παρουσία δύο αγίων, η συγκέντρωση της αριστοκρατίας και του ιερατείου του Τολέδο φέρνουν στον Γκρέκο την παράσταση της πιο αγαπητής σύνθεσης της βυζαντινής αγιογραφίας, της «Κοίμησης της Θεοτόκου». Εκεί την Παναγία σηκώνουν δύο απόστολοι, οι υπόλοιποι τριγύρω, ενώ ο Χριστός παραλαμβάνει την ψυχή της σαν βρέφος.
Ο Γκρέκο χωρίζει τον πίνακα σε δύο οριζόντια μέρη πάνω και κάτω. Κάτω η κηδεία με τους δύο αγίους και τους ισπανούς ευγενείς. Πάνω, ο Ουρανός με τον Χριστό στον θρόνο κι εκατέρωθεν η Θεοτόκος με τον αη-Γιάννη σε στάση δέησης. Γύρω τους άγγελοι και άγιοι μεταξύ των οποίων κι ο Φίλιππος Β’. Τα πόδια των αγγέλων σχεδόν αγγίζουν τα κεφάλια των ευγενών, στων οποίων τα πρόσωπα αποδίδονται φίλοι του Γκρέκο, όπως ο Αντόνιο ντε Κοβαρούμπιας, ο σοφός νομομαθής ελληνιστής και ο αδελφός του Ντιέγκο, διάσημος θεολόγος κι επίσκοπος της Σεγκόβια. Ο ίδιος ο ζωγάφος είναι παρών΄μας κοιτάζει.
Σε πρώτο πλάνο ο γιος του Γεώργιος Εμμανουήλ μάς δείχνει το όλο θέμα. Απ’ την τσεπούλα του, το μαντηλάκι του λευκό απαθανατίζει την χρονολογία-«1578»- της γέννησής του.
Ιδεολογικά, πέρα από την ύψιστη καλλιτεχνική του αξία, ο πίνακας φέρνει το ελπιδοφόρο μήνυμα στον νέο άνθρωπο κάθε εποχής ότι με την βαθειά πίστη και την αναζήτηση του πνευματικού φωτός επιτυγχάνεται η θέαση του θεϊκού χώρου.
Ο ίδιος ο Γκρέκο το κατάφερε, διότι καθώς με την ζωγραφική του απέδιδε θρησκευτικά θέματα, συγχρόνως μελετούσε νεοπλατωνικούς, όπως Πλωτίνο, ο οποίος πρέσβευε ότι με τον διαλογισμό μπαίνει ο άνθρωπος στο μυστήριο της ταύτισης με τον Θεό που είναι Φως. Διαπιστώνουμε ότι τα σώματα του Greco είναι αυτόφωτα.
Στους λόφους του Τολέδο, με τους ωραίους κήπους, τους Θιγκαράλιες, τα βραδάκια περπατεί με φίλους και κουβεντιάζει φιλολογικά και τέτοια φιλοσοφικά ζητήματα. Ανάμεσά τους κι ο Μιγκέλ ντε Θερβάντες, μοναχοί φιλόσοφοι, βιβλιοθηκάριοι ελληνιστές του ανακτόρου του Εσκοριάλ. Όλοι θαυμάζουν την διαλεκτική ικανότητα του Γκρέκο.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, το σπίτι του θα γεμίσει Έλληνες, όχι αυτούς του Τολέδο όπως οι καλλιγράφοι αντιγραφείς ελληνικών χειρογράφων Ανδρέας Δαρμάριος και Αντώνιος Καλοσυνάς – κρητικοί κι οι δυο – αλλά από πρόσφυγες από τα μέρη απ’ όπου ξήλωναν οι Τούρκοι την βενετσιάνικη κυριαρχία. Όλοι ανεξαιρέτως βρήκαν καταφύγιο κοντά στον Γκρέκο και διευκολύνσεις για να στεριώσουν στην φιλόξενη Ισπανία.
Δυο χρόνια πριν απ’ αυτούς είχε φθάσει ο αδελφός του Μανούσος απ’ την Βενετία, ημιπαράλυτος, για να πεθάνει κοντά στον Δομήνικο, στα 1604.
Καθώς οι γνωστοί και οι φίλοι φεύγουν απ’ τη ζωή και η μοναξιά τον σφίγγει, προχωρεί με την Τέχνη του στην εξαϋλωση των σωμάτων. Οι Παναγίες του, οι άγγελοί του, οι άγιοι κι οι απόστολοί του επιμηκύνονται τόσο που χάνουν πια το σχήμα τους. Γίνονται αιθέρας και φως.
Μπήκα πολλές φορές στον πειρασμό κι αναρωτήθηκα αν οραματίσθηκε στο τέλος της ζωής του ένα έργο με θέμα τη δική του κηδεία. Τολμώ να το φαντασθώ έτσι:
μιαν αγιογραφία όπου ο μέγας Πλάτων απ’ τη μια κι ο προστάτης του Χάνδακα Αη-Μηνάς με πανοπλιά απ’ την άλλη, σηκώνουν το σκήνωμά του με γύρω-γύρω τους Σιναϊτες δασκάλους του, τον Μιχαήλ Δαμασκηνό και τους Καταλανούς μοναχούς, λουσμένους στο φως, όλους με μακρουλά βαθυστόχαστα πρόσωπα.
Ψηλά στον Ουρανό την Παναγία μες στην αγκαλιά των Αγγέλων και στην ζενιθιακή αψίδα μέσα στο δικό του τ’ απαράμιλλο φως τον Απόλλωνα πλάι-πλάι με τον Χριστό να τον καλωσορίζουν όχι σαν μωρό αλλά σαν μια δέσμη χρωμάτων που αυτός καθαγίασε με τον χρωστήρα του: το κόκκινο της βυζαντινής πορφύρας, το βαθύ γαλάζιο του κρητικού πελάγους, το γκρίζο των γρανιτένιων βουνών της Κρήτης, το κίτρινο του σταχυού.
Στις 7 Απριλίου του 1614, 73 χρονών, ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος αναλήφθηκε μπροστά στα μάτια του γιου του, και του Κωνσταντίνου Φωκά, γιου του πιο εγκάρδιου και συμπαραστάτη φίλου του Δημητρίου και του γιατρού του, Δημήτρη Παραμουλή.
Δεν ήθελε τον τελευταίο μήνα ισπανούς φίλους του κοντά του, μόνο Έλληνες. Ν’ ακούει τη γλώσσα του κι ιστορίες του τόπου του.
Στη Βενετία ζει ο αδελφός του ο Μανούσος, επιτυχημένος έμπορος. Στην Βενετία λοιπόν την μαγεύτρα, εκεί όπου η ελευθερία της Αναγέννησης έχει κατακτήσει εντυπωσιακά την Φύση, την Ζωή, τον Θάνατο, καθώς ο ζωγραφικός χρωστήρας αποδίδει όλες τις λεπτομέρειες κι ακόμα τον θρίαμβο της σάρκας.
Τότε δίνει σπουδαίο αναγεννησιακό έργο: «Η εκδίωξη των εμπόρων από τον Ναό», όπου ζωάκια, σκυλάκια, περιστέρια γεμίζουν το θέμα του.Του χρειάζεται μια τεχνική παραπάνω, η προοπτική, το τρισδιάστατο, για να ζωντανέψει τον φυσικό κόσμο.
Κατορθώνει και μαθητεύει κοντά στον κορυφαίο δάσκαλο της Βενετίας, τον Τιτσιάνο Βετσέλλιο. Υιοθετεί τα μυστικά του δασκάλου του: προοπτική τολμηρή, σάρκα σφύζουσα και πορφύρα θαυματουργή.
Η Μοίρα έχει προδιαγράψει την πορεία του. Στην Βενετία συναντά τον Τιντορέττο. Είναι ο δάσκαλος που θαυμάζει την βυζαντινή τέχνη. Στην Βενετία, το Βυζάντιο είναι παρόν και ζητά την ανάστασή του.
Στα ελληνικά τυπογραφεία του Μάξιμου Μαργούνιου κρητός, του Μανούτιου κρητός, του Ανδρέα Κουνάδη πατρινού, συναντώνται επιφανείς έλληνες, πρέσβεις, μεγιστάνες: εκεί… κι ο Δομήνικος.
Στην Βενετία, τη θυγατέρα της Κωνσταντινούπολης, οι δημόσιες γιορτές, οι θαυματουργές εικόνες, κρητών κυρίως ζωγράφων, βροντοφωνούν: εδώ Βυζάντιο. Αυτό δεν το αντέχει ο Δομήνικος.
Ο Μανούσος, ο αδελφός του, έχει υψηλές γνωριμίες και στενές σχέσεις τόσο στην Ιταλία όσο και στην Ισπανία.
Ρώμη 1570
Δεύτερος σταθμός του η Ρώμη, στα 1570. Συστημένος θα μπει και θα εγκατασταθεί στο παλάτι του καρδιναλίου Φαρνέζε, όπου στεγάζεται ο πνευματικός κύκλος της αναλάμπουσας και δύουσας Αναγέννησης. Έγινε φίλος σπουδαίων ανθρώπων όπως του Φούλβιο Ορσίνι, διακεκριμένου ελληνιστή και βιβλιοθηκάριου των Φαρνέζε, που τον αποκαλούσαν «τελευταίο μεγάλο Ουμανιστή της Ρώμης», γνώστη δηλαδή της Αρχαίας Ελληνικής και Λατινικής Γραμματείας. Αυτός αγόρασε πίνακες του Δομήνικου και παρότρυνε κι άλλους πλούσιους ν’ αγοράσουν. Όλος αυτός ο κύκλος εντυπωσιάζεται από τη μόρφωση του Δομήνικου αλλά και την Τέχνη του.
Γράφτηκε γι’ αυτόν την εποχή εκείνη ότι «κανείς από τους ζωγράφους στη Ρώμη δεν είχε τεχνική τόσο σίγουρη και τόσο φρέσκια όσο ήταν η δική του… από την πολλήν εκτίμηση που του είχαν, τον φώναζαν ο Έ λ λ η ν α ς, Il G r e c o» (ο γράψας ήταν ο Ιούλιος Καίσαρας Μαντσίνι, γιατρός του Ουρβανού Η΄, ο οποίος έγραψε χρονικό για τους καλλιτέχνες της εποχής). Κι όμως στον ίδιο χρόνο ο Δομήνικος γράφει πίσω από μια εικόνα της Θεοτόκου με την Ελισάβετ «ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΜΕ ΙΚΑΝΟΠΟΙΕΙ». Επιδιώκει την λύτρωση. Καταπιάνεται πάλι με το θέμα της «Εκδίωξης των εμπόρων από τον Ναό» για ν’ αφαιρέσει όλα τα παραπανίσια φυσικά στοιχεία και να καταλήξει σε δυνατές κινήσεις κι ελάχιστες λεπτομέρειες.
Η φυλετική κληρονομικότητα παντοδύναμη! Η μεγάλη έκρηξη της προσωπικότητας! «Σαν καταστραφεί η Καπέλα Σιξτίνα με όλες τις τοιχογραφίες του Μιχαήλ Αγγέλου, εγώ μπορώ να τις αντικαταστήσω με έργο ισότιμο και ευλαβέστερο», δήλωσε σε κύκλο διανοουμένων, όταν ο πάπας Πίος Ε’ έβαλε να «ντύσουν» μερικές φιγούρες της Δευτέρας Παρουσίας του Μιχαήλ Αγγέλου, επειδή τις έβρισκε άσεμνες για τον χώρο.
Ο Δομήνικος θεωρήθηκε ιερόσυλος, αφού ο Μιχαήλ Άγγελος με τον γιγαντισμό της Τέχνης του διατράνωνε την παντοδυναμία του Πάπα απέναντι στους προτεστάντες.
Μέσα στο κατασκότεινο δωμάτιό του κλεισμένος αρνείται για μέρες να δει τον ήλιο, το φως. Μένει ακίνητος με κλειστά μάτια. Διαλογίζεται. Βγάζει ό,τι φωτεινό έχει μέσα του, καθώς αναζητά το ουράνιο φως, το ασύγκριτο. Αναζητά το δικό του εσωτερικό φως, που αξιώθηκε ν’ απαθανατίσει στα έργα του.
Τελικά, αποτραβήχτηκε απ’ το παλάτι Φαρνέζε σ’ ένα φτωχικό εργαστήρι με μεγάλη δυσχέρεια, έχοντας συντροφιά τον μαθητή του Λαττάντσιο Μπονάστρι και τον πιστό του Φραγκίσκο Πρεβόστε.
Δεν τον κρατά πια η Ρώμη. Ήδη η Μεταρρύθμιση του Λούθηρου εδώ και 20 χρόνια κτυπά αλύπητα τον υλισμό του Βατικανού, την απομάκρυνση από την αληθινή πίστη και την απλή ζωή των πρωτοχριστιανικών χρόνων, κτυπά τον πλουτισμό των παπών, τα συγχωροχάρτια, την διαιώνιση της αγραμματοσύνης του λαού. Η Ιερά Εξέταση βασανίζει αλλά δεν μεταρρυθμίζει.
Τολέδο 1577
Τότε σαν από μηχανής θεός, ένας ισπανός αριστοκράτης, απ’ τον κύκλο των Φαρνέζε, ο δον Λουίς ντε Καστίγια τον συστήνει μ’ επιστολή στον αδελφό του Δον Διέγο, διάκονο στη μητρόπολη του Τολέδο, ο οποίος φροντίζει και του ανατίθενται διακοσμήσεις ναών, αμέσως.
Είναι η εποχή που ο Φίλιππος Β’ βασιλεύς της Ισπανίας τελείωσε το αυστηρό, δωρικό παλάτι του Εσκοριάλ και θέλει να το διακοσμήσουν οι επιφανέστεροι καλλιτέχνες της Ιταλίας. Στο Τολέδο ο Δομήνικος για… παραγγελίες και μόνον; Όχι!
Μετά τους Άραβες
Από το 1100μ.Χ το Τολέδο κι η Λισσαβόνα είχαν ελευθερωθεί απ’ την κατοχή των Αράβων με Σταυροφορία, την περίφημη Reconquista.
Η κατάληψη αυτή άφησε άναυδους τους χριστιανούς ελευθερωτές, όταν βρέθηκαν μπροστά σ’ έναν πολιτισμό πολύ ανώτερό τους. Al Andalus, αραβικά η μουσουλμανική Ισπανία: αναβαθμισμένο εμπόριο, λαμπρή βιοτεχνία, επιστημονικότητα και Πανεπιστήμια με λόγιους και…το θαύμα, οι βιβλιοθήκες!
Ελληνικά έργα στις αραβικές βιβλιοθήκες, χαμένα για τους Ευρωπαίους, είχαν διασωθεί στα ελληνικά κέντρα πολιτισμού που είχαν κατακτήσει οι Άραβες από τον 6ο και 7ο αιώνα και τα είχαν μεταφράσει στα αραβικά, όπως:
Η Αλμαγέστη του Πτολεμαίου (αστρονομία, αστρολογία), η Θεραπευτική και οι ανατομικές εγχειρήσεις του Γαληνού, η Γεωμετρία του Ευκλείδη και το κορυφαίο… όλα τα έργα του Αριστοτέλη που παρέμεναν ως τότε χαμένα.
Στο Τολέδο, ο φωτισμένος αρχιεπίσκοπος Ρεμούνδος Α’ είχε καλέσει τους λατινομαθείς ελληνιστές, βυζαντινούς, εβραίους, άραβες λογίους, να μεταφράσουν τον Αριστοτέλη στα λατινικά.
Ναυμαχία Ναυπάκτου
Στο Τολέδο είχαν καταφύγει κι Έλληνες λόγιοι. Άλλωστε η Ισπανία, λίγο πριν φθάσει εκεί ο Greco, είχε τεθεί επικεφαλής της μεγαλύτερης ναυμαχίας μετά τη Σαλαμίνα, της ναυμαχίας της Ναυπάκτου/ Lepanto τον Οκτώβρη του 1571.
Εκεί οι ευρωπαϊκοί στόλοι καταβύθισαν τον τουρκικό σε μία ύστατη προσπάθεια ν’ απωθήσουν τους Τούρκους στην Ασία. Είναι η ναυμαχία όπου πολέμησε ο Θερβάντες, δημιουργός του Δον Κιχώτη.
Η προσωπικότητα
Στο Τολέδο λοιπόν ο Greco, διότι εκεί κτυπά η καρδιά της Ευρώπης ελληνικά.
Πριν φτάσει στο Τολέδο ο Δομήνικος περνά απ’ την Καταλονία. Κρατά στα χέρια του συστάσεις για τους ισχυρούς του Τολέδο και το παλάτι του Εσκοριάλ. Στην Καταλονία τον περίμενε η Μοίρα του και πάλι, όταν στάθηκε μπροστά στις τοιχογραφίες των καταλανών μοναχών του 1000-1100μ.Χ. Παρόμοιες με τις βυζαντινές!
Ίσως εκεί πήρε την απόφαση να εξωτερικεύσει αυτό που πράγματι ήταν: βυζαντινός κρητικός αλλά και αναγεννησιακός ευρωπαίος, οικουμενικός, προορισμένος με την ελληνική και ορθόδοξη ματιά ν’ αποκαλύψει την ουσία της Ιστορίας και της Ζωής κατά Πλάτωνα. Κατ’ αυτόν (Πλάτωνα), κι όταν ακόμα φθαρεί το σώμα κι αποχωριστεί απ’ την μορφή, η ψυχή συνεχίζει να υπάρχει τέλεια, δίκαιη, άφθαρτη. Έτσι πρέσβευαν κι οι ορθόδοξοι θεολόγοι Πατέρες.
«Το σώμα είναι η φυλακή της ψυχής» είχε πει ο Πλάτων. Η βυζαντινή Τέχνη καταυγάζει αυτή την ιδεολογία. Το σώμα αγνοείται. Ακόμα και τα χέρια των αγγέλων καλύπτονται. Τα μάτια, τα μάτια με το απύθμενο βάθος δίνουν τον αγώνα να επικοινωνήσει και να ενωθεί ο άνθρωπος με το Θεό του. Αυτά τα μάτια ο Δομήνικος θα τα στρέψει προς τα πάνω, θα τα γεμίσει δάκρυα… λες και τα δάκρυα είναι χυμένο φως. Ουδείς μυς συσπάται. Ηρεμία. (Έργα σχετικά: «Ο Χριστός ο αίρων τον Σταυρό», «ο Χριστός στην Γεσθημανή», «η Μαγδαληνή»).
Όταν φθάνει ο Δομήνικος στο Τολέδο είναι, το νοιώθει ο ίδιος, «ο El Greco – El Griego».
Ζωγραφίζει για τη Μητρόπολη, για τον βασιλιά Φίλιππο Β’ τον ένθερμο πιστό στην συμπόρευση Εκκλησίας-Κράτους, ζωγραφίζει για ιδιώτες. Είναι μανιεριστής, με δική του πλέον τεχνοτροπία-μανιέρα, με κύτταρα Ορθοδοξίας, Βυζαντίου, ελληνικής αρχαϊκής παράδοσης. Όλ’ αυτά για να υπηρετήσει την ανέλιξη του ανθρώπου προς τον Θεό.
Συρρέει το Τολέδο στην Μονή του Αγ. Δομήνικου για να δει την «Ανάληψη της Θεοτόκου».
Ο Γκρέκο ξεπερνά την αναγεννησιακή θεματολογία που θέλει την Παναγία ν’ ανεβαίνει στον Ουρανό. Αυτός την τοποθετεί ήδη στο πεδίο των αγγέλων, ν’ ακτινοβολεί από καλωσύνη, ευτυχισμένη επειδή έχει πετύχει με τις παρακλήσεις της την συγχώρεση των αμαρτωλών και των πονούντων, που είναι –αλίμονο! – τόσοι πολλοί, χάρις… στην Ιερά Εξέταση! Οι απόστολοι που παρίστανται μένουν ήρεμοι, βαθυστόχαστοι να συζητούν το γεγονός, θα ’λεγες όπως γινόταν στην Πλατωνική Ακαδημία.
Οι παραγγελίες πάμπολλες. Γεμάτος ικανοποίηση υπογράφει μια μεγάλη εικόνα με θέμα το Μαρτύριο του Χριστού: καθαρά, ευανάγνωστα ελληνικά «Δομήνικος Θεοτοκόπουλος ο δείξας».
Ο έρωτας
Ο μεγάλος έρωτας της ζωής του απογείωσε την έμπνευσή του. Η δόνια Χερώνυμα ντε Κουέβας συμβολίζει γι’ αυτόν την αγάπη και την καλωσύνη με τις οποίες τον δέχτηκαν οι Ισπανοί. Στα 1578 γεννιέται ο γιος του που θα φέρει τα γενεαλογικά ονόματα των Θεοτόκηδων - Γεώργιος Εμμανουήλ - αλλά και την Τέχνη του πατέρα του αργότερα.
Τα μεγάλα έργα
Ο Γκρέκο είναι πλέον ο ζωγράφος του Τολέδο.
Η Μητρόπολη τού παραγγέλλει το «Εσπόλιο», τη στιγμή του μαρτυρίου του Χριστού όταν «στρατιώται του ηγεμόνος εκδύσαντες τον Ιησού την χλαμύδα την κοκκίνην, έτυπτον εις την κεφαλήν».
Και πάλι η Αναγέννηση εκτοπίζεται μέσα στην συνείδησή του από την βυζαντινή παράσταση της προδοσίας του Ιούδα.
Το κρητικό του πείσμα κατορθώνει προσωπική επαφή με τον βασιλιά Φίλιππο, ο οποίος τον καλεί στο παλάτι του Εσκοριάλ και του αναθέτει το μαρτύριο του Αγ. Μαυρικίου, στρατιωτικού αγίου, που έσφαξαν οι δήμιοι του αυτοκράτορα Μαξιμιανού τον 3ο αιώνα μαζί με τους στρατιώτες του που ομολόγησαν πίστη στον Χριστό.
Μετά 4 χρόνια αγωνίας και αγώνα, ο El Greco δίνει κάτι μοναδικό στην παγκόσμια Τέχνη.
Αντί να παραστήσει το αιμοσταγές μαρτύριο, εκφράζει το προσωπικό πνευματικό μαρτύριο του αρχηγού που παρασύρει μαζί του στη μεγάλη θυσία χιλιάδες ανθρώπους που τον είχαν εμπιστευθεί για προστασία και νίκη.
Το έργο προφανώς έβαλε τον βασιλιά μπροστά στον ίδιο του τον εαυτό. Αυτός που θα ’πρεπε να είναι προστάτης των υπηκόων του άφηνε να βασανίζονται, να εκτελούνται από την Ιερά Εξέταση χιλιάδες αθώοι υπήκοοί του… Για ποιο σκοπό; Συμπαιγνία του Παπισμού με την κοσμική εξουσία.
Έτσι λοιπόν ο Φίλιππος πλήρωσε το έργο και διέταξε να το καταχωνιάσουν. Στη συνέχεια ανάθεσε σ’ έναν άσημο Ιταλό ζωγράφο να του αποδώσει «σωστά» αυτή τη φορά το μαρτύριο του αγίου.
Ο Δομήνικος απογοητεύτηκε. Όμως το Τολέδο έκανε τα πάντα για να δώσει στον ζωγράφο του πεποίθηση και γαλήνη.
Τότε αποτύπωσε την ισπανική κοινωνία της εποχής σε πορτραίτα.
Γίνεται πλούσιος, κατοικεί σ’ ένα από τα πολυτελέστερα σπίτια του Τολέδο, την οικία του μαρκησίου ντε Βιλλένα. Ζει μες στην πολυτέλεια, δέχεται φίλους πλουσιοπάροχα, διαθέτει μόνιμους μουσικούς. Η Μουσική για τον κάθε κρητικό είναι βίωμα, όχι διασκέδαση. Απαθανάτισε τα μουσικά όργανα της Αναγέννησης, βιόλες, άρπες, τρομπέτες, σπινέτα, στα χέρια αγγέλων.
Η Τέχνη του
Από τα 1580 η ζωγραφική του αλλάζει. Η προοπτική των βενετσιάνων απορρίπτεται. Ακολουθεί φόρμες βυζαντινές, επίπεδες, επιμήκεις, χωρίς βάθος. Επιδιώκει να υποχωρήσει ο φυσικός κόσμος και να κυριαρχήσει ο πνευματικός. Έτσι προκύπτει η επιπεδοποίηση και η επιμήκυνση των σωμάτων. Κι ακόμα τα τεθλασμένα σύννεφα βάφονται με πυρακτωμένο φως. Ο Χριστός του δεν ενσαρκώνει την ομορφιά όπως στους σύγχρονούς του καλλιτέχνες αλλά την θεότητα που ταυτίζεται με το φως. Οι μορφές των ηρώων του στερούνται σωματικότητας, επιμηκύνονται τόσο ώστε παίρνουν το σχήμα της φλόγας.
Ήταν η εποχή που η Αγία Τερέζα της Άβιλα διακήρυττε ότι με την προσευχή και την νηστεία ο άνθρωπος πρέπει ν’ ανέβει στον ουρανό σαν φλόγα για να ενωθεί με τον Θεό, η σάρκα να λοιώσει σαν κερί.
Έτσι απολογήθηκε στην Ιερά Εξέταση όταν τον ανέκρινε μήπως κι ήταν αιρετική η Τέχνη του. ΄Ισως ήταν διπλωματική υπεκφυγή ενώπιον της Ιεράς Εξέτασης, της οποίας τα εγκλήματα ήσαν καθημερινότητα. Τα εκτεθειμένα πτώματα αθώων, διαστρεβλωμένα, αποστεωμένα από τα βασανιστήρια-πιστεύω-ότι στα μάτια του Δομήνικου φάνταζαν ως μάρτυρες άγιοι, που έπρεπε με την Τέχνη του ν’ αναδείξει, καθαγιάζοντάς τα μέσα σε ιερούς χώρους εις την αιωνιότητα, ώστε όσο θα ζει η Ανθρωπότητανα θυμάται τι σημαίνει «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα».
Ο πρωθιερέας της γειτονικής του εκκλησίας, του Σαν Τομέ, του παραγγέλλει ν’ απαθανατίσει τον θρύλο της κηδείας του κόμη Δον Γονζάλο Ρουϊθ, αυθέντη του Οργκάθ στα 1323.
Μας λέει ο θρύλος ότι την ώρα της κηδείας του κόμη κατέβηκαν απ’ τον ουρανό ο άγιος Στέφανος ο πρωτομάρτυρας και ο άγιος Αυγουστίνος. Πήραν στα χέρια τους το σκήνωμα του άρχοντα και το μετέφεραν στον τάφο.
Η παρουσία δύο αγίων, η συγκέντρωση της αριστοκρατίας και του ιερατείου του Τολέδο φέρνουν στον Γκρέκο την παράσταση της πιο αγαπητής σύνθεσης της βυζαντινής αγιογραφίας, της «Κοίμησης της Θεοτόκου». Εκεί την Παναγία σηκώνουν δύο απόστολοι, οι υπόλοιποι τριγύρω, ενώ ο Χριστός παραλαμβάνει την ψυχή της σαν βρέφος.
Ο Γκρέκο χωρίζει τον πίνακα σε δύο οριζόντια μέρη πάνω και κάτω. Κάτω η κηδεία με τους δύο αγίους και τους ισπανούς ευγενείς. Πάνω, ο Ουρανός με τον Χριστό στον θρόνο κι εκατέρωθεν η Θεοτόκος με τον αη-Γιάννη σε στάση δέησης. Γύρω τους άγγελοι και άγιοι μεταξύ των οποίων κι ο Φίλιππος Β’. Τα πόδια των αγγέλων σχεδόν αγγίζουν τα κεφάλια των ευγενών, στων οποίων τα πρόσωπα αποδίδονται φίλοι του Γκρέκο, όπως ο Αντόνιο ντε Κοβαρούμπιας, ο σοφός νομομαθής ελληνιστής και ο αδελφός του Ντιέγκο, διάσημος θεολόγος κι επίσκοπος της Σεγκόβια. Ο ίδιος ο ζωγάφος είναι παρών΄μας κοιτάζει.
Σε πρώτο πλάνο ο γιος του Γεώργιος Εμμανουήλ μάς δείχνει το όλο θέμα. Απ’ την τσεπούλα του, το μαντηλάκι του λευκό απαθανατίζει την χρονολογία-«1578»- της γέννησής του.
Ιδεολογικά, πέρα από την ύψιστη καλλιτεχνική του αξία, ο πίνακας φέρνει το ελπιδοφόρο μήνυμα στον νέο άνθρωπο κάθε εποχής ότι με την βαθειά πίστη και την αναζήτηση του πνευματικού φωτός επιτυγχάνεται η θέαση του θεϊκού χώρου.
Ο ίδιος ο Γκρέκο το κατάφερε, διότι καθώς με την ζωγραφική του απέδιδε θρησκευτικά θέματα, συγχρόνως μελετούσε νεοπλατωνικούς, όπως Πλωτίνο, ο οποίος πρέσβευε ότι με τον διαλογισμό μπαίνει ο άνθρωπος στο μυστήριο της ταύτισης με τον Θεό που είναι Φως. Διαπιστώνουμε ότι τα σώματα του Greco είναι αυτόφωτα.
Στους λόφους του Τολέδο, με τους ωραίους κήπους, τους Θιγκαράλιες, τα βραδάκια περπατεί με φίλους και κουβεντιάζει φιλολογικά και τέτοια φιλοσοφικά ζητήματα. Ανάμεσά τους κι ο Μιγκέλ ντε Θερβάντες, μοναχοί φιλόσοφοι, βιβλιοθηκάριοι ελληνιστές του ανακτόρου του Εσκοριάλ. Όλοι θαυμάζουν την διαλεκτική ικανότητα του Γκρέκο.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, το σπίτι του θα γεμίσει Έλληνες, όχι αυτούς του Τολέδο όπως οι καλλιγράφοι αντιγραφείς ελληνικών χειρογράφων Ανδρέας Δαρμάριος και Αντώνιος Καλοσυνάς – κρητικοί κι οι δυο – αλλά από πρόσφυγες από τα μέρη απ’ όπου ξήλωναν οι Τούρκοι την βενετσιάνικη κυριαρχία. Όλοι ανεξαιρέτως βρήκαν καταφύγιο κοντά στον Γκρέκο και διευκολύνσεις για να στεριώσουν στην φιλόξενη Ισπανία.
Δυο χρόνια πριν απ’ αυτούς είχε φθάσει ο αδελφός του Μανούσος απ’ την Βενετία, ημιπαράλυτος, για να πεθάνει κοντά στον Δομήνικο, στα 1604.
Καθώς οι γνωστοί και οι φίλοι φεύγουν απ’ τη ζωή και η μοναξιά τον σφίγγει, προχωρεί με την Τέχνη του στην εξαϋλωση των σωμάτων. Οι Παναγίες του, οι άγγελοί του, οι άγιοι κι οι απόστολοί του επιμηκύνονται τόσο που χάνουν πια το σχήμα τους. Γίνονται αιθέρας και φως.
Μπήκα πολλές φορές στον πειρασμό κι αναρωτήθηκα αν οραματίσθηκε στο τέλος της ζωής του ένα έργο με θέμα τη δική του κηδεία. Τολμώ να το φαντασθώ έτσι:
μιαν αγιογραφία όπου ο μέγας Πλάτων απ’ τη μια κι ο προστάτης του Χάνδακα Αη-Μηνάς με πανοπλιά απ’ την άλλη, σηκώνουν το σκήνωμά του με γύρω-γύρω τους Σιναϊτες δασκάλους του, τον Μιχαήλ Δαμασκηνό και τους Καταλανούς μοναχούς, λουσμένους στο φως, όλους με μακρουλά βαθυστόχαστα πρόσωπα.
Ψηλά στον Ουρανό την Παναγία μες στην αγκαλιά των Αγγέλων και στην ζενιθιακή αψίδα μέσα στο δικό του τ’ απαράμιλλο φως τον Απόλλωνα πλάι-πλάι με τον Χριστό να τον καλωσορίζουν όχι σαν μωρό αλλά σαν μια δέσμη χρωμάτων που αυτός καθαγίασε με τον χρωστήρα του: το κόκκινο της βυζαντινής πορφύρας, το βαθύ γαλάζιο του κρητικού πελάγους, το γκρίζο των γρανιτένιων βουνών της Κρήτης, το κίτρινο του σταχυού.
Στις 7 Απριλίου του 1614, 73 χρονών, ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος αναλήφθηκε μπροστά στα μάτια του γιου του, και του Κωνσταντίνου Φωκά, γιου του πιο εγκάρδιου και συμπαραστάτη φίλου του Δημητρίου και του γιατρού του, Δημήτρη Παραμουλή.
Δεν ήθελε τον τελευταίο μήνα ισπανούς φίλους του κοντά του, μόνο Έλληνες. Ν’ ακούει τη γλώσσα του κι ιστορίες του τόπου του.
Στη μνήμη του:
«Και πώς να σ’ αποχωριστώ και πώς να σου μακρύνω
και πώς να ζήσω δίχως σου στον ξορισμόν εκείνο…
Εσίμωσε το τέλος μου, μάθες το θες κερά μου
στα ξένα πως με θάψασι κι εκεί ‘ν’ τα κόκκαλά μου»
Βιτσέντζος Κορνάρος
«Και πώς να σ’ αποχωριστώ και πώς να σου μακρύνω
και πώς να ζήσω δίχως σου στον ξορισμόν εκείνο…
Εσίμωσε το τέλος μου, μάθες το θες κερά μου
στα ξένα πως με θάψασι κι εκεί ‘ν’ τα κόκκαλά μου»
Βιτσέντζος Κορνάρος
Θέλγη Καταχανάκη
Πηγή: www.eyeland.gr
Τελειώνοντας, να ακόμη ένα σχετικό διαμάντι από το αρχείο της ΕΡΤ...
Κυριακή 24 Μαΐου 2015
Κωνσταντίνου και Ελένης, πριν τρεις μέρες...
Πέρασαν τρεις μέρες από τη μεγάλη γιορτή, Κωνσταντίνου και Ελένης, μιαν από τις σπουδαιότερες στο εορτολόγιό μας. Κυριακή σήμερα, περισσεύει ο χρόνος για κάποιες σκέψεις...
Αν πιστέψουμε τον πίνακα συχνοτήτων των ελληνικών ονομάτων, βρίσκουμε τον Κωνσταντίνο στη δεύτερη θέσηπίσω από τον Γιώργο στα αντρικά (αλλά πολύ κοντά στα άλλα συχνοακουσμένα ονόματα, Γιάννη, Δημήτρη και Νίκο), και την Ελένη επίσης δεύτερη στα γυναικεία πίσω από την αναμφισβήτητη πρωταθλήτρια Μαρία. Δεν ξέρω αν η κατάταξη αυτή είναι απόλυτα σωστή, αλλά δίνει μια ιδέα της σχετικής συχνότητας των ονομάτων και της εορτολογικής σπουδαιότητας της μέρας. Και μην ξεχνάμε ότι και η Κωνσταντίνα είναι αρκετά διαδεδομένο όνομα, δέκατο στον γυναικείο κατάλογο -ο Έλενος βέβαια είναι σπανιότατος (αν είναι το αρσενικό της Ελένης) κι έτσι κι αλλιώς γιορτάζει τον Νοέμβριο, όπως κι ο Λένος. Οπότε, σπουδαία γιορτή η σημερινή και να πω και χρόνια πολλά στην αδερφή μου τη Λένα και στον ξάδερφό μου τον Κώστα, αν διαβάζουν, και σε όλους τους άλλους εορτάζοντες φίλους του ιστολογίου, είτε φανερούς είτε ψευδώνυμους. Όμως θα προειδοποιήσω ότι είναι αδύνατο να εξαντλήσω όλες τις πτυχές των δυο ονομάτων, θα κορφολογήσω μερικές και θα αφήσω ενδεχομένως σε σας τη συμπλήρωση. Ο λόγος που τα δυο ονόματα γιορτάζουν μαζί, είναι βέβαια ότι η αγία Ελένη ήταν η μητέρα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου, που έπαιξαν κι οι δυο τον καθοριστικό ρόλο που ξέρουμε στην επικράτηση του χριστιανισμού, γι’ αυτό άλλωστε και η εκκλησία τούς θεωρεί ισαπόστολους, παραβλέποντας, καλώς ή κακώς δεν θα σταθούμε, ότι ο αυτοκράτορας δολοφόνησε τον γιο του και (με εντολή της μητέρας του) τη σύζυγό του. Και στις καλύτερες οικογένειες άλλωστε συμβαίνουν τέτοια μικροκαβγαδάκια.
Αν όμως το όνομα του Κωνσταντίνου έγινε διάσημο από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα, της Ελένης ήταν ήδη ξακουστό από την πανέμορφη βασίλισσα της Σπάρτης και της Τροίας.
Διότι, παρόλο που εορτολογικά συμπίπτουν, ετυμολογικά τα δυο ονόματα διαφέρουν: το όνομα Ελένη είναι αρχαίο ελληνικό, το Κωνσταντίνος λατινικό. Η Ελένη έχει άγνωστη ετυμολογία και ήδη από την αρχαιότητα είχαν διατυπωθεί παρετυμολογικές εξηγήσεις και συσχετίσεις, π.χ. με τη σελήνη, ενώ ο Κωνσταντίνος προέρχεται από το λατινικό επίθετο constans (σταθερός), δηλαδή ετυμολογικά ο Κώστας είναι ένα είδος εξευρωπαϊσμένου Στάθη.
Το ενδιαφέρον είναι ότι η αρχαιοελληνική Ελένη, αφενός χάρη στην ομηρική καλλονή και αφετέρου επειδή η αγία Ελένη αναγνωρίζεται και από τις δυτικές εκκλησίες, έχει περάσει ως συχνό όνομα σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες, ενώ ο λατινογενής Κωνσταντίνος, επειδή δεν άγιασε στη Δύση κι επειδή έγινε αγαπημένο όνομα βυζαντινών αυτοκρατόρων, δεν έχει και πολύ ευδοκιμήσει στη Δυτική Ευρώπη -πρόχειρα κοιτάζω στατιστικές στη Γαλλία και βλέπω ότι υπάρχουν 200.000 γυναίκες με το όνομα Hélène και 2.000 άντρες με το όνομα Constantin (το θηλυκό Constance είναι συχνότερο, αλλά έχει και καθολική αγία στ’ όνομά του). Έχει μάλιστα μπλεχτεί το Ελένη και οι παραφυάδες του με άλλα ονόματα κι έτσι δεν είναι βέβαιο αν το Eleanor, το Eileen ή το Éliane είναι αυτοτελή ονόματα ή διασταύρωση με τις τοπικές παραλλαγές της Ελένης. Η παλιά Ελένη είχε δασεία, γι’ αυτό και σε μερικές γλώσσες το αντίστοιχο όνομα αρχίζει από H-, αλλά σε άλλες η ανάμνηση της δασείας έχει χαθεί. Δημοφιλές είναι το Έλενα και οι παραλλαγές του και στις σλάβικες γλώσσες.
Επειδή όνομα αντίστοιχο του Κώστα δεν υπάρχει στην Εσπερία, γι’ αυτό σε πολλές δυτικές χώρες ο αρχετυπικός Έλληνας ονομάζεται Costas, παρόλο που ο Γιώργος είναι συχνότερος. Το επώνυμο Costa, da Costa που υπάρχει στην ιβηρική χερσόνησο δεν αναφέρεται στον Κόστα αλλά στην κόστα, την ακτή (θυμηθείτε και την Κόστα Ρίκα). Όμως το κόστος, αυτό ναι, συνδέεται ετυμολογικά με τον Κώστα (δηλ. προέρχεται από το λατινικό constare, όπως είχαμε πει πρόπερσι).
Φυσικά, ο Κωνσταντίνος έδωσε τ’ όνομα και στην Κωνσταντινούπολη, την κατεξοχήν Πόλη (απ’ όπου, μέσω του εις την πόλιν, και το σημερινό τουρκικό Istanbul, αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα που αξίζει ιδιαίτερο σημείωμα). Μας έδωσε επίσης και το κωνσταντινάτο φλουρί, που ήταν ένα χρυσό νόμισμα που έδειχνε στη μία όψη τον Μεγάλο Κωνσταντίνο και στην άλλη την αγία Ελένη, απ’ όπου και η παροιμιώδης ιαχή των παλιότερων παιδικών παιχνιδιών: Σας πήραμε, σας πήραμε φλουρί κωσταντινάτο -μας πήρατε, μας πήρατε βαρέλι δίχως πάτο απαντάει η αντίπαλη παράταξη. (Την αγία Ελένη δεν τη γράφω με μικρό για ν’ αρνηθώ την αγιότητά της αλλά για να μη μπερδεύεται με το νησί όπου ξεψύχησε ο Ναπολέοντας, στη μέση του ωκεανού).
Από τον Κώστα βγήκε και η Ψωροκώσταινα ως υποτιμητικό επίθετο του φτωχού νεοελληνικού κράτους· μπορεί να αληθεύει αυτό που γράφεται ότι επρόκειτο για ιστορικό πρόσωπο, την Πανωραία Χατζηκώστα, ενώ επίσης έχει δώσει και παραλλαγές, που ακούγονται και ξεχνιούνται (π.χ. το 2009 με τη θεαματική απόδραση του Παλαιοκώστα είχε γραφτεί το «Παλαιοκώσταινα», ενώ επί πρωθυπουργίας Γ. Ράλλη το 1980, το Ποντίκι είχε καθιερώσει το Ψωρολακόσταινα, επειδή η σύζυγος του πρωθυπουργού ήταν εισαγωγέας των τότε ακριβών αυτών ρούχων με τον κροκόδειλο). Πάντως κι εδώ αξίζει χωριστό άρθρο, καi όχι μόνο για να βρούμε μια εκσυγχρονισμένη παραλλαγή του ονόματος.
Η Ελένη και η παραλλαγή της, Έλενα, έχουν χαϊδευτικά τη Λένα, την Ελενίτσα και από εκεί τη Νίτσα, τη Λενιώ, ίσως και τη Νέλλη ή τη Λίνα. Την κοπελιά μου τη λένε Λενιώ, τραγουδούσε ο πατέρας μας όταν ήμασταν μικρά, και πρόσθετε, για να μη μένω παραπονεμένος, «τον γιο μου Νικολό». Αλλά δεν θα βάλω άλλα τραγούδια γιατί είναι αμέτρητα.
Η σημερινή καταθλιπτική και ελπίζω πρόσκαιρη μονοκρατορία των Κωνσταντίνων κρύβει το γεγονός ότι το όνομα Κωσταντίνος έχει ίσως τον μεγαλύτερο πλούτο χαϊδευτικών, υποκοριστικών και τοπικών παραλλαγών απ’ όλα τα αντρικά βαφτιστικά ονόματα. Κώστας, βέβαια, αλλά και Κωστής, όπως και Ντίνος, αλλά και Κωσταντής, Κώτσος ή Κώτσιος, ενώ ο παλιότερος Ντιντής της αστικής τάξης έχει γίνει πλέον προσηγορικό και κόκκινο πανί για τον άντρακλα Φαήλο. Ως εδώ έχουμε τις πολύ κοινές παραλλαγές, αλλά υπάρχουν πολύ περισσότερες, οι οποίες σήμερα κυρίως ως επώνυμα διασώζονται: Ντάντος και Νταντής, Ντούλας και Αντούλας, το ποντιακό Κωστίκας, ο Στάντης, ο Ντίνας και ο Ντούσιας, ο Γκούντας και ο Γκουντής, ο Κωσταντάκης, ο Κωστούδας, ο Κουταρίκας, ο Κουτσαρέλος, ο Κουτσαρής, ο Κουτσαρίκος, ο Κωτσιούδας, ο Κώτας, αλλά και ο Ξαντής (από το Κσταντής) και φυσικά ο πολυσυλλεκτικός Τάκης.
Πάντως, να προσθέσω εδώ ότι πολλά επίθετα ανάγονται στο Κωνσταντίνος χωρίς να φαίνεται. Για παράδειγμα, ο Κοτζιούλας (όπως ο ποιητής) και ο Κουτσιανικούλης (όπως ο ποδοσφαιριστής). Υπάρχουν βέβαια και τα επίθετα που θυμίζουν κατευθείαν το όνομα, Κωνσταντόπουλος και Κωστόπουλος, Κωνσταντινίδης κτλ. Σπάνιοι είναι εδώ οι ευφωνικότεροι τύποι (π.χ. Κωσταντινίδης) -όσο κι αν ο Λαπαθιώτης αγαπούσε να γράφει Κωσταντουράκη τον μετέπειτα Άρη Δικταίο η ευφωνία συνήθως υποχωρεί μπρος στην επισημότητα, αν και βέβαια μπορεί να γράφουμε Κωνστ- αλλά προφέρουμε Κωστ-.
Αυτό ισχύει ιδίως σήμερα, που η μόδα θέλει ολόκληρα τα ονόματα, κι έτσι όλα τα παιδιά τα φωνάζουν «Κωνσταντίνο» οι μανάδες τους, που έχει και κάτι τι το βασιλικό και αυτοκρατορικό -εγώ είχα τρεις καλούς φίλους που λέγονταν, αντίστοιχα, Κώστας, Ντίνος και Κωστής, αλλά φαντάζομαι πως αν αποκαλέσετε έτσι κάποιο σημερινό πιτσιρίκι μπορεί και να σας αγριοκοιτάξει η μαμά του που αφαιρείτε την πορφύρα από το βλαστάρι της. Τέλος πάντων, έντεκα αυτοκράτορες ήταν αυτοί, δεν είναι παίξε-γέλασε.
Έντεκα αυτοκράτορες και δυο βασιλιάδες του νεότερου ελληνικού κράτους, από τους οποίους ο ένας, που οι κόλακες τον αποκαλούσαν δωδέκατο για να δείξουν τη συνέχεια, έφερε τον διχασμό και (κατά πολλούς) τη Μικρασιατική καταστροφή κι ο άλλος την ιουλιανή εκτροπή και τελικά το οριστικό τέλος του πολιτεύματος της βασιλείας στην Ελλάδα, πράγμα που δείχνει ότι το όνομα δεν βοηθάει πάντα. Ο πρώτος είχε το χαϊδευτικό Κώτσος και το σύνθημα «ελιά ελιά και Κώτσο βασιλιά» των οπαδών του, ο δεύτερος, εγγονός του πρώτου, το υποτιμητικό χαϊδευτικό-παρατσούκλι Κοκός. Ωστόσο, αυτά ήταν τα δημόσια χαϊδευτικά τους -σε στενό οικογενειακό κύκλο και τον ένα και τον άλλο τους φώναζαν «Τίνο».
Επειδή τον δεύτερο βασιλιά Κωνσταντίνο τον έχουμε κοροϊδέψει πολύ, η δικαιοσύνη επιβάλλει να στραφούμε στον πρώτο, οπότε θα κάνω εδώ μιαν αντικωνσταντινική παρένθεση με δυο σατιρικά ποιήματα του Ν. Λαπαθιώτη, που αντιπαθούσε ιδιαιτέρως τον βασιλιά. Το ένα στα γαλλικά, αλλά με τον ελληνικό τίτλο «Περί φιλομουναρχισμού»:
Mon cher, vous dites des propos, vraiment bien enfantins:
Vous ne pourrez jamais me faire aimez les cons-tantins !…
(το γαλλικό λογοπαίγνιο δεν νομίζω να έχει ανάγκη για εξήγηση)
και το άλλο αμιγώς ελληνικό:
Επίγραμμα του «Κώτσου»
Κώτσος, ο ρήγας ο τρανός, λεβέντης και ντερβίσης,
καμάρι της Ανατολής και βδέλυγμα της Δύσης,
σκεφθείς ότι, μετ’ ου πολύ, μέλλει να μπει στην Πόλη,
(έτσι, τουλάχιστον, δηλούν οι χασικλήδες όλοι…)
κι ιδών την Πόλην Κών/πολιν να γράφουν στας ‘ειδήσεις’,
και προσπαθών και εις αυτό ν’ αρμονισθεί επίσης,
θέλησε συντομότερα να γράφεται κι εκείνος,
και τ’ όνομά του συνταμών, καλείται τώρα: Κ/τίνος…
14/2/1922
Η αντικωνσταντινική παρένθεση κλείνει και ο ιστολόγος ζητάει συγνώμη από κάθε Κώστα, Κωστή, Ντίνο και Κωνσταντίνο. Βέβαια, εξαιτίας των βασιλιάδων, η 21η Μαΐου ήταν ιδιαίτερη γιορτή ή μέρα αργίας μερικά χρόνια στη δεκαετία του 1960 (ή θυμάμαι λάθος; ) και φυσικά πρωτύτερα, από το 1914 ως το 1917 και το 1921-22. Πάντως, τα χρόνια που είχαμε εστεμμένο Κωνσταντίνο ως πραγματικό αρχηγό του κράτους ήταν λιγότερα από τα (δέκα) χρόνια προεδρίας του Κωνσταντίνου Καραμανλή ή από τα (δεκατρία) χρόνια πρωθυπουργίας του, για να μην αναφέρουμε και τα πέντε χρόνια πρωθυπουργίας του άλλου Κωνσταντίνου Καραμανλή (που δείχνει πως μπορεί να ισχύει ότι το όνομα δεν βοηθάει πάντα, όπως έγραψα παραπάνω, αλλά και πως όταν βοηθάει, βοηθάει πάρα πολύ!). Να σημειώσουμε επίσης ότι στην καμπή του αιώνα είχαμε μια περίεργη συναστρία, με Κώστα ΠτΔ, πρωθυπουργό και αρχηγό αξιωματικής αντιπολίτευσης (Στεφανόπουλο, Σημίτη, Καραμανλή). Αν κρίνουμε από τα όσα ακολούθησαν, μάλλον η υπερβολική συγκέντρωση Κωνσταντίνων βλάπτει σοβαρά.
Για τη φρασεολογία του Κωνσταντίνου, έχουμε γράψει παλιότερα. Υπάρχει η φράση τα έκαναν τάτσι μίτσι κότσι, που λέγεται για όσους ενεργούν προσυνεννοημένα για να εξαπατήσουν κάποιον ή να πετύχουν αθέμιτο σκοπό, όπου τα ονόματα είναι αρβανίτικα υποκοριστικά (Τάτσης, Μήτσης και Κώτσης). Νόμιζα ότι και το τον έπιασαν Κώτσο αναφέρεται σε κάποιον που τον έλεγαν Κώστα, και όχι στον κότσο, αλλά περιέργως τα λεξικά έχουν αντίθετη γνώμη (βλ. τα σχόλια εδώ). Μια όχι πολύ γνωστή παροιμία, πιο σωστά παροιμιόμυθο, έχει ο Λουκάτος για τον Κώστα: Και παπάς έγινες Κώστα; Έτσι τα ’φερε η κατάρα. Αν ξέρετε άλλη παροιμία, ευχαρίστως να την προσθέσετε.
Με τους Κωνσταντίνους παρασύρθηκα (χωρίς ούτε κατά διάνοια να τους τελειώσω, αφού π.χ. άφησα απέξω τον νεκρό αδερφό) και έμεινε η Ελένη αδικημένη -αλλά τι ανάγκη έχει η Ελένη από τα παινέματα τα δικά μου, το πανάρχαιο και ακαταμάχητο σύμβολο του γυναικείου κάλλους, από τον Όμηρο και μετά την Ελένη του Ευριπίδη, μέχρι το αδειανό πουκάμισο του Σεφέρη; Οπότε θα σταματήσω εδώ τα της Ελένης, χωρίς να αναφερθώ ρητά στη μοναδική ίσως φρασεολογική εμφάνιση του ονόματος, πολύ περισσότερο που τελικά αφιέρωσα και στην Ελένη ειδικό άρθρο.
Κωνσταντίνου και Ελένης, βέβαια, είναι και ο τίτλος ενός από τα πιο πολυπαιγμένα ελληνικά σίριαλ, του Χάρη Ρώμα και της Άννας Χατζησοφιά, που προβλήθηκε από το 1998 ως το 2000 και επαναλαμβάνεται στη συνέχεια σχεδόν κάθε χρόνο, πάντοτε με μεγάλη θεαματικότητα· παρόλο που υποθέτω ότι δεν είναι κομιλφώ, ομολογώ ότι μου άρεσε πολύ και έχω δει (μάλλον) όλα τα επεισόδια -τα οποία βλέπω ότι προσφέρονται και από εδώ, για να μην τρέχει κανείς σε τορεντάδικα.
Πηγή: sarantakos.wordpress.com
Σάββατο 23 Μαΐου 2015
Η NASA παρουσιάζει τη Γη ως Τέχνη!
Στην εικόνα παρουσιάζεται ένα γεωλογικό φαινόμενο στη Ναμίμπια όπου πριν από
120 εκατομμύρια μία μάζα γρανίτη διαπέρασε το φλοιό της γης και δεσπόζει στη
μέση της ερήμου. Η παρουσία αυτού του γεωλογικού φαινομένου ακόμα και σήμερα
επηρεάζει τη ζωή των κατοίκων μια και δημιουργεί περισσότερες βροχοπτώσεις.
"Η Γη ως Τέχνη": Ένα υπέροχο βιβλίο, ένα αυτά που θα βάζαμε στο τραπέζι στο σαλόνι μας, με φωτογραφίες της γης από δορυφόρους. Μπορείτε να το προμηθευτείτε ως pdf για τον υπολογιστή σας. Με περισσότερες από 150 σελίδες θα περιπλανηθείτε και θα απολαύσετε μοναδικές φωτογραφίες. Κάθε φωτογραφία συνοδεύεται από μία ενδιαφέρουσα περιγραφή, στα αγγλικά, με την οποία εξηγείται η ιδιαιτερότητα κάθε φωτογραφίας. Μια χαλαρωτική ενασχόληση για το Σαββατοκύριακο...
Πηγή: sykees8.blogspot.gr
"Η Γη ως Τέχνη": Ένα υπέροχο βιβλίο, ένα αυτά που θα βάζαμε στο τραπέζι στο σαλόνι μας, με φωτογραφίες της γης από δορυφόρους. Μπορείτε να το προμηθευτείτε ως pdf για τον υπολογιστή σας. Με περισσότερες από 150 σελίδες θα περιπλανηθείτε και θα απολαύσετε μοναδικές φωτογραφίες. Κάθε φωτογραφία συνοδεύεται από μία ενδιαφέρουσα περιγραφή, στα αγγλικά, με την οποία εξηγείται η ιδιαιτερότητα κάθε φωτογραφίας. Μια χαλαρωτική ενασχόληση για το Σαββατοκύριακο...
Πηγή: sykees8.blogspot.gr
Παρασκευή 22 Μαΐου 2015
74 χρόνια πριν...Ο λαϊκός ξεσηκωμός στη Μάχη της Κρήτης
της Βασιλικής Λάζου
Αυτές
τις μέρες συμπληρώνονται 74 χρόνια από τη Μάχη της Κρήτης, τον
μεγαλειώδη αγώνα του Κρητικού λαού ενάντια στη ναζιστική εισβολή. Τι
οδήγησε τους Κρητικούς να πάρουν τα τουφέκια τους και να πολεμήσουν
αψηφώντας μια στρατιωτική μηχανή η οποία είχε κατακτήσει ολόκληρη σχεδόν
την Ευρώπη και φάνταζε ανίκητη; Είναι η «αντιστασιακή φύση του
ελληνικού έθνους», όπως έγραφε πριν από 30 χρόνια ο ιστορικός Νίκος
Σβορώνος; Η Αντίσταση «ως συνεχή αντίθεση εναντίον κάθε θεσμού ο οποίος
είναι ξένος από εκείνο τον οποίο πιστεύεις, τον οποίο θέλεις»; Είναι το
αγωνιστικό φρόνημα του Κρητικού λαού και η μακρόχρονη πολιτιστική και
πολιτική παράδοση του ένοπλου αγώνα απέναντι σε κάθε εισβολέα;
Ξαναζώντας
μέσα από τις μαρτυρίες τις ημέρες της ναζιστικής εισβολής στην Κρήτη,
ένα μήνα ύστερα από την πτώση της Αθήνας, όταν υπήρχε μόνο προοπτική
δεινών και ο φασισμός έμοιαζε ακλόνητος, αυτό που αναδεικνύεται είναι ο
αυθόρμητος ξεσηκωμός του Κρητικού λαού. Τα αποσπάσματα από 18 προφορικές μαρτυρίες που εντάσσονται στο κείμενο συλλέχθηκαν το 2005
για λογαριασμό του Μουσείου Εθνικής Αντίστασης Θερίσου. Αφορούν κυρίως
την περιοχή των Χανίων και προέρχονται από πληροφορητές που συμμετείχαν
εκτός από τη Μάχη της Κρήτης και στο αντιστασιακό κίνημα που ακολούθησε
ενταγμένοι στις ΕΑΜικές οργανώσεις. Κάποιοι μάλιστα ως προβεβλημένα
στελέχη τους.
Λίγο
πριν οι Γερμανοί καταλάβουν την Αθήνα, στις 25 Απριλίου 1941, ο Χίτλερ
ενέκρινε την «Επιχείρηση ΕΡΜΗΣ», την αεραποβατική κατάληψη της Κρήτης,
του τελευταίου ελεύθερου ελληνικού εδάφους. Η άμυνα του νησιού
βασίζονταν σύμφωνα με τα ελληνικά προπολεμικά σχέδια κυρίως στη 5η
Μεραρχία («Κρήτης»). Με την έναρξη όμως του ελληνοϊταλικού πολέμου οι
ανάγκες επέβαλαν τη μετακίνησή της στο μέτωπο της Αλβανίας, επιχείρηση
που ολοκληρώθηκε χωρίς απώλειες τον Νοέμβριο 1940.
Με
δεδομένη την απουσία των Κρητών στρατιωτών την υπεράσπιση της Κρήτης
ανέλαβαν όσοι Έλληνες στρατιώτες είχαν παραμείνει στο νησί, όσοι έφτασαν
εκεί από την ηπειρωτική Ελλάδα μετά τη συνθηκολόγηση, ανάμεσα στους
οποίους και 300 της Σχολής Ευελπίδων που στασίασαν, οι δυνάμεις της
χωροφυλακής καθώς και 45.000 περίπου Βρετανοί, Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί
στρατιωτικοί που είχαν διαπεραιωθεί στη Μεγαλόνησο τις προηγούμενες
μέρες.
Η τότε
ελληνική κυβέρνηση του Εμμανουήλ Τσουδερού, συνέχεια της δικτατορίας του
Μεταξά, δεν είχε την πρόθεση ούτε μπορούσε να αντιμετωπίσει τα μεγάλα
προβλήματα εκείνων των ημερών. Οι προετοιμασίες για την αντιμετώπιση της
εισβολής ήταν βεβιασμένες και ελλιπείς.
Δύο
μόνο ημέρες ύστερα από την εισβολή των αλεξιπτωτιστών, εξάλλου, ο
βασιλιάς Γεώργιος Β, ο πρωθυπουργός Εμ. Τσουδερός και οι υπουργοί του
εγκατέλειπαν το πεδίο της μάχης και επιβιβαζόντουσαν σε βρετανικά πλοία
θέτοντας τον εαυτό τους μακράν του εχθρού. Είναι ο ίδιοι, μαζί με τους
εκπροσώπους της αστικής τάξης που εκπροσώπευαν που θα αξιώσουν την
πανηγυρική επιστροφή τους μετά την Απελευθέρωση, σαν να μην είχε συμβεί η
κοσμογονία της Αντίστασης, για να ξαναπιάσουν από εκεί που άφησαν το
νήμα της εξουσίας πάνω στο λαό που εγκατέλειψαν. Απούσα η ηγεσία της
χώρας – έστω και αυτή η νόθα, η αυθαίρετη, η διορισμένη από το βασιλιά
ηγεσία. Παρόντες όμως χιλιάδες Κρητικοί, γέροι, νέοι, γυναίκες και
παιδιά που έδωσαν, ο καθένας με τον τρόπο του, το αγωνιστικό παρόν
Από τις
14 Μαΐου, οι Γερμανοί βομβαρδίζουν τα Χανιά, το Ηράκλειο, το Ρέθυμνο,
το Μάλεμε και τη βάση της Σούδας. Η εμπειρία του βομβαρδισμού
αποτυπώνεται γλαφυρά σε όλες τις μαρτυρίες. Η Κούλα Χατζηαγγελή, 20
χρονών κοπέλα τότε από το Γαλατά βρέθηκε με την οικογένειά της στο
κέντρο της μάχης. Μας αφηγείται:
«Τα αεροπλάνα τα βλέπαμε. Ερχότανε αυτά τα πελώρια, τα στούκας και
λέγαμε μπα. Θα μας κουτουλήσει το σπίτι για να περάσει. Τόσο χαμηλά.
Πολυβόλα, εν τω μεταξύ, μπαμ, μπαμ, συνέχεια. Είχαμε τρελαθεί. Δεν
μπορούσαμε να κρυφτούμε πουθενά. Όταν πλησιάζανε το σπίτι, εκάνανε τη
στροφή και το περνούσαν. Που να κρυφτούμε;»
Οι
συνεχόμενοι βομβαρδισμοί ανάγκασαν τους κατοίκους να φύγουν από τις
πόλεις και τα χωριά του κάμπου και να αναζητήσουν καταφύγιο στα ορεινά. Ο
Γιώργος Αρεκλάκης από τον Αλικιανό θυμάται: «Χιλιάδες
αεροπλάνα. Ο ουρανός δεν έδειχνε. Από του Βατολάκκου τη μεριά ερχόταν
κατά κύματα και ξαπολούσαν εδώ στον Κερίτη. Στην αρχή μόνο
επολυβολούσανε για εκφοβισμό στην αρχή. […] Όλο το Αλικιανό έφυγε, γιατί
φοβήθηκε. Δεν είχαν ξαναδεί τέτοια πράγματα οι Χανιώτες, οι Έλληνες
γενικά». Οι κάτοικοι τελικά κατέφυγαν στα «πανωμέρια», τα ορεινότερα χωριά της περιοχής.
Στις 20
Μαΐου οι βομβαρδισμοί εντάθηκαν και το ξημέρωμα άρχισε η ρίψη
αλεξιπτωτιστών στο αεροδρόμιο του Μάλεμε και, αργότερα το απόγευμα, στο
Ρέθυμνο και το Ηράκλειο. Το θέαμα προκάλεσε εντύπωση ιδίως στις γυναίκες
και τα παιδιά αλλά και σε όσους δεν είχαν εμπειρία τέτοιου είδους
πολέμου. Αφηγείται η Στέλλα Λεβεντάκη, από τα Κεραμειά: «Εκεί
ήτονε σε μια κορυφή το σπίτι και όταν πέφταν οι αλεξιπτωτισταί δεν
ξέραμε βέβαια τι ήτανε αλλά βλέπαμε, ακούαμε τα αεροπλάνα, εβλέπαμε και
πέφτανε κάτι ομπρέλες. Μετά εμάθαμε ότι πέσαν στην Αγιά και σε όλο τον
κάμπο που πέσανε».
Αυτό
όμως που έδωσε ιδιάζοντα χαρακτήρα κατά τις ημέρες της άμυνας, αυτό που
αποτέλεσε την καινοτομία, υπήρξε κατά τη διατύπωση της εκθέσεως της
Κεντρικής Επιτροπής Διαπιστώσεως Ωμοτήτων εν Κρήτη «η
γενική εξέγερση των κατοίκων, οι οποίοι βοηθούμενοι και από γυναίκες
και οπλισμένοι με ότι πρόχειρο βρέθηκε στα χέρια τους, με παλιά όπλα,
αξίνες και ράβδους ακόμα πάλευαν απεγνωσμένα κατά των Γερμανών
αλεξιπτωτιστών υπερασπιζόμενοι το πάτριο έδαφος».
«Όμως
ξέρετε τον Κρητικό ότι είναι τρελός για τέτοια πράγματα, για την
ελευθερία του. Σε χρόνο μηδέν μαζευτήκανε, κάνανε μπουλούκια, μπουλούκια
οι ελεύθεροι σκοπευτές οι λεγόμενοι, οι περιβόητοι ελεύθεροι
σκοπευτές, μέσα από δω μέσα από το χωριό και αρχίσανε και γυρίζανε όλη
την περιφέρεια του χωριού για να κυνηγούν τους Γερμανούς, αφηγείται η Άννα Ταπεινάκη- Λουπασάκη από το Γαλατά.
Και ο Γιάννης Αλιφιέρης, δάσκαλος από την Παλιόχωρα, 22 χρονών τότε: «χαρακτηριστικά
θυμούμαι από το Προδρόμι ένας νεαρός 17-18 και είχε φτιάξει ένα ραβδί
σα σπάθη, σα σπαθί μακρύ ραβδί. Τα λέγανε σπαθοράβδια και το βάστα σα
όπλο. Δεν είχε τουφέκι ο κακόμοιρος, τίποτε. Γιατί δυστυχώς η δικτατορία
Μεταξά είχε μαζέψει τα όπλα και όλα και τα χαν παραδώσει και ο πατέρας
μου είχε ένα παλιό γκρα από την Επανάσταση του ’97 και λοιπά που χε
λάβει μέρος και το παρέδωσε. Βαστούσε λοιπόν και του λέει κάποιος εκεί
‘Τι μωρέ τούτο; Με τούτο να θα πολεμήσεις τους Γερμανούς; Με τούτονε θα
βρω τουφέκι από τσι Γερμανούς’ Μου κανε εντύπωση η απάντηση του νεαρού
αυτού παιδιού».
«Θυμάμαι αξέχαστα», αφηγείται ο Αντώνης Σαριδάκης από το Νιο Χωριό Αποκορώνου, ξεκινήσαμε από το χωριό με τσεκούρια και μαχαίρια που κρατούσαμε ας πούμε και πήγαμε λέει να συναντήσουμε…»
Στη
Μάχη συμμετείχαν και οι εξόριστοι κομμουνιστές που είχαν δραπετεύσει από
τη Φολέγανδρο και την Κίμωλο. Το ενωτικό κάλεσμα του Μιλτιάδη
Πορφυρογένη, πρώην βουλευτή του Παλλαϊκού Μετώπου, πάνω στη γραμμή του
πρώτου γράμματος του Νίκου Ζαχαριάδη, όριζε ως καθήκον του κάθε Έλληνα «να
σταθή άξιος στρατιώτης του μεγάλου και ιστορικού αυτού αγώνα που οι
συνέπειές του για το μέλλον του ελληνικού λαού θα ναι τεράστιες» χωρίς διαφωνίες ή επιφυλάξεις. Ως απαραίτητη προϋπόθεση έθετε «να
δημιουργηθεί μια πραγματική εθνική ενότητα από όλους τους Έλληνες που
τίμια και ειλικρινά ήρθαν να συμμετάσχουν στον αγώνα ανεξάρτητα από
καταγωγή ή πολιτικά φρονήματα».
«Τα μέλη της ΟΚΝΕ [Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας]
πήραν μέρος στη Μάχη της Κρήτης. Συγκεκριμένα εγώ πήρα μέρος με μια
ομάδα χωροφυλάκων και με έναν συνεργάτη τον Αντώνη Χατζή πήρα μέρος στη
Μάχη στο Προφήτη Ηλία με ομάδα χωροφυλάκων… Εγώ είχα ένα γκραδάκι, το
οποίο είχε κληρονομήσει ο πατέρας μου από τον πατέρα του και έπαιρνε
μόνο μία σφαίρα η οποία ήταν στο πάχος σα 5 άλλες σφαίρες» αφηγείται ο Γιώργος Βαγιάκης από το Βαφέ, γραμματέας της ΟΚΝΕ Χανίων.
Στον αντίποδα το καθεστώς της 4ης
Αυγούστου που αρνήθηκε να νομιμοποιήσει και να οπλίσει τη λαϊκή
συμμετοχή κατά τη δεκαήμερη μάχη παρά το στρατιωτικό αλλά και πολιτικό
αίτημα για τον εξοπλισμό όσων μπορούσαν να κρατήσουν όπλο. Κύριος λόγος
ήταν η ανησυχία που ενέπνεε στην κυβέρνηση η στάση των κατοίκων του
νησιού πριν από τον πόλεμο. Οι Κρητικοί ήταν βενιζελικοί και κάθε άλλο
παρά θετικά διακείμενοι προς το βασιλιά. Από τα Χανιά είχε εξάλλου
προέλθει η μοναδική ουσιαστικά αντίσταση κατά της βασιλομεταξικής
δικτατορίας, το αντιφασιστικό κίνημα του 1938.
Αλλά
και οι Βρετανοί δεν εξόπλισαν και δεν οργάνωσαν τους εθελοντές του
άμαχου πληθυσμού σε ομάδες πολιτοφυλακής που θα προέβαλαν κατά αυτόν τον
τρόπο πολύ πιο αποτελεσματική αντίσταση κατά της επικείμενης εισβολής. Ο
Γιάννης Λιονάκης μαζί με τους άλλους Έλληνες που δούλευαν στα
στρατιωτικά οχυρωματικά έργα για τους Βρετανούς – καμιά 150αριά το
σύνολο- ζήτησαν να οπλιστούν και να ενταχθούν στη Βρετανική δύναμη που
στάθμευε στην περιοχή: «Εμείς
του λέω, αφού πέσαν αλεξιπτωτιστές, είμαστε 150 Έλληνες εδώ, θα
ενταχθούμε στις μονάδες σας και θα πολεμήσουμε. Και γυρίζει και μου
λέει. ‘Όχι’ μου λέει, γιατί; Έχουμε στρατό. Ναι του λέω αλλά εμείς
γιατί. Είναι η πατρίδα μας και ο τόπος μας». Τα
επανειλημμένα αιτήματα εξοπλισμού τους συναντούν τη σθεναρή άρνηση
«κατά τρόπο ειδεχθέστατο», όπως αναφέρει, από τους Βρετανούς, οι οποίοι
τους απέπεμψαν. Επιστρέφοντας στα χωριά τους προσπάθησαν να οπλιστούν με
κάθε τρόπο. «Εδώ
επιστρατευτήκαμε αμέσως και φτιάξαμε ομάδες. Και οι γεροντότεροι και οι
αξιωματικοί που υπήρχανε ελέγανε που να πα[με] να πιάσουμε … ήρθανε και
χωροφύλακες της Σχολής, νέα παιδιά. Ενωθήκαμε και κάναμε μια δύναμη 200
και παραπάνω και φυλάγαμε».
Οι προσπάθειές τους να εξοπλιστούν συνέχισαν χωρίς αποτέλεσμα: «Την
επόμενη μέρα ήταν εδώ στο Νεοχώρι ένα φορτηγό αυτοκίνητο και πήγαμε
είχα ένα θείο, ήτανε φρούραρχος στα Χανιά τον είχανε διορίσει. Και
πήγαμε εδώ με το φορτηγό, τη νύχτα, να του πούμε μια που έχει το
φρουραρχείο να μας φορτώσει το αυτοκίνητο με όπλα. Επήγαμε και μας
έλεγε. Δεν είναι δυνατό. Θα μ’ εκτελέσουν. Δεν μπορώ να δώσω. Με έχουνε
σφίξει σε τέτοιο σημείο. Φαίνεται και άλλοι από τα Χανιά πήγανε και του
ζητούσαν. Τον επαρακαλούσαμε. Δε μας έδωκε»
Ο
Γιώργης Κλάδος, μαζί με 40-50 συγχωριανούς του από τα Ανώγεια κίνησαν να
πάνε στο Πέραμα για να προσφέρουν όποια υπηρεσία μπορούσαν «άοπλοι με επικεφαλής ένα βρακοφόρο». Εκεί διαπίστωσαν «ότι
δεν υπήρχε οργανωμένο μέτωπο από την πλευρά που πηγαίναμε εμείς. Ήταν
σκόρπιοι όλοι. Εκεί που είχαμε πάει δεν υπήρχε στρατός ελληνικός για να
πολεμάει. Ήταν απλώς οι πολίτες από την περιοχή, άτακτα, χωρίς [να είναι] οργανωμένοι. Την όλη εμπειρία τη χαρακτηρίζει οδυνηρή. Αφηγείται: «εγώ
προσωπικά αυτό που θυμάμαι είναι ότι είχα συγκλονιστεί από την κατάντια
της Κρήτης, είχα δηλαδή υποστεί ένα σοκ ψυχολογικό, μόνο ύστερα από
πολλές βδομάδες μπόρεσα. Δεν μπορούσα να το διανοηθώ ότι δυνατό ότι θα
μπορούσαν να αφήσουν την Κρήτη οι Εγγλέζοι. Διότι αυτοί φταίνε με την
ελληνική κυβέρνηση και το Μεταξά. Να την αφήσουν και να την καταλάβουν
και με τον τρόπο που την κατέλαβαν.
Η ίδια
αίσθηση της αδικίας και της εγκατάλειψης είναι κοινός τόπος στις
μαρτυρίες όπως και ότι πολλά θα μπορούσαν να είχαν γίνει για να
ενισχυθεί η άμυνα του νησιού. Αφηγείται πάλι ο Κλάδος: «Καταρχήν
στην Κρήτη είχαν επιστρατεύσει μέχρι την ηλικία των 31-32. Δηλαδή
υπήρχαν άνθρωποι που θα μπορούσαν να πολεμήσουν. Πρώτα από όλα μπορούσαν
να είχαν φέρει ένα κομμάτι της Μεραρχίας πίσω και δεν το κάμανε.
Μπορούσαν να είχαν οργανώσει την άμυνα της Κρήτης και να εξοπλίσουν τον
κόσμο. Να κάνανε Τάγματα Πολιτοφυλακής… Αφού για να πάρουνε μέρος στις
μάχες στο Ηράκλειο σπάσανε τις αποθήκες , που είχε μαζέψει ο Μεταξάς
μετά το κίνημα του 1938, έκανε μια εκστρατεία για να μαζέψει με
πατριωτισμό, κάτι λέγανε πώς θα τα κάνουνε και τα λοιπά και τα είχαν
στις αποθήκες και δεν τα δίνανε και πήραν οι πολίτες και σπάσαν και
πήραν κάτι παλιοτούφεκα χωρίς σφαίρες κτλ. Θέλω να πω υπήρξε πλήρης
αδιαφορία και … υπήρχε εγκατάλειψη».
«Αν
αυτοί οι ανθρώποι, δεν μπορούσανε γιατί ήτανε ξένοι, αν όμως αυτοί οι
ανθρώποι πολεμούσανε, οι Γερμανοί δεν θα πατούσανε ποτέ την Κρήτη», αναφέρει στη μαρτυρία του ο Λιονάκης.
Η Ιστορία όμως δεν είναι επιστήμη των υποθέσεων. Δε θα μάθουμε ποτέ τι θα γινόταν αν το νησί υπερασπιζόταν η 5η
Μεραρχία, ή αν είχε οργανωθεί καλύτερα η άμυνα, ή αν είχαν καλυφθεί οι
τεράστιες ελλείψεις σε όπλα και πυρομαχικά, αν οπλιζόταν ο Κρητικός λαός
και οργανώνονταν σε Εθνική Πολιτοφυλακή. Το αποτέλεσμα ήταν η κατάκτηση
και η Κατοχή της Κρήτης από τους Ναζί και τα σκληρά αντίποινα σε όσους
τόλμησαν να αντισταθούν προασπιζόμενοι, τις «πεζούλες» τους.
Αν και η
Αντίσταση των αμάχων ήταν περιθωριακή ως προς τις στρατιωτικές
εξελίξεις με την έννοια ότι καθώς δεν ήταν οργανωμένη και καλά
εξοπλισμένη προκάλεσε μικρές απώλειες στον εχθρό, η σημασία της έγκειται
στο ότι δημιουργούσε μία μη αναμενόμενη κατάσταση. Η παρουσία
οπλισμένων χωρικών διεύρυνε το εχθρικό πεδίο που περιέβαλε το χώρο της
μάχης καθιστώντας τον ανασφαλή ενώ προξενούσε φθορές που δεν είχαν
προβλεφθεί σε επίλεκτα στρατιωτικά σώματα
Μέσα από τη Μάχη της Κρήτης αναδεικνύεται ο παράγοντας της αυθόρμητης μαζικής λαϊκής αντίστασης και του παρτιζάνικου αγώνα του Κρητικού λαού. Και σ’ αυτή την περίπτωση, όπως πολύ σύντομα συνέβη και στην ηπειρωτική Ελλάδα, ο δάσκαλος υπήρξε ο ίδιος ο λαός που
δεν ήταν στρατευμένος, που δεν εκτελούσε διαταγές, που δεν υπηρετούσε
ένα προδιαγεγραμμένο στρατιωτικό ή διπλωματικό σχέδιο. «Και
ενώ οι Νεοζηλανδοί και οι Αυστραλοί πετούσαν όλα τους τα όπλα και τα
εφόδια για να πάνε στα Σφακιά που τους περιμέναν τα καράβια να φύγουνε, αφηγείται ο Λευτέρης Ηλιάκης,
ακούσαμε την προσταγή των παλιότερων, μαζέψτε τα γιατί θα χρειαστούνε.
Αυτά σε τρεις ημέρες εχαθήκανε. Κρυφτήκανε…. Η ουσία είναι ότι εμείς
εμαζέψαμε πολλά όπλα… και μετά όταν άρχισε το αντάρτικο περνούσαμε από
κει και τα δίναμε και μετά εβγήκαμε και μεις βέβαια».
Η
ένοπλη λαϊκή αντίσταση κατά των επιδρομέων και τα άμεσα θηριώδη
αντίποινα των Γερμανών που ακολούθησαν, αποτέλεσαν τη βάση για
οργανωμένη και σχεδιασμένη μαχητική Αντίσταση που ακολούθησε.
* H Βασιλική Λάζου είναι δρ Ιστορίας.
Πηγή: imerodromos.gr
Τρίτη 19 Μαΐου 2015
Γενοκτονία Ποντίων: Η δεύτερη μεγάλη γενοκτονία του 20ου αώνα...
Η γενοκτονία των Ποντίων ( 1916 - 1923 ) με 353.000 νεκρούς αποτελεί τη δεύτερη μεγάλη γενοκτονία του αιώνα μας.
Χαρακτηρίζεται από τη συστηματική προσπάθεια των τοπικών αρχών να μην εφαρμόζουν προς όφελος των χριστιανώντους φιλελεύθερους νόμους. H δεύτερη υποπερίοδος αρχίζει το 1908 και χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη του τουρκικού εθνικισμού.
Από τους βαλκανικούς πολέμους και από τους επίσημους συμβούλους, των Γερμανών, οι Νεότουρκοι διδάχθηκαν ότι μονάχα με την εξαφάνιση των Ελλήνων και Αρμενίων θα έκαναν πατρίδα τους τη Μικρά Ασία. Οι διάφορες μορφές βίας δεν αρκούσαν για να φέρουν τον εκτουρκισμό.
Η απόφαση για την εξόντωσή τους πάρθηκε από τους Νεότουρκους το 1911, εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου και ολοκληρώθηκε από το Μούσταφα Κεμάλ ( 1919 - 1923 ).
Το Νεοτουρκικό Κομιτάτο " Ένωση και Πρόοδος" ιδρύθηκε το 1889. Στο συνέδριο τους, που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1911 πάρθηκε η απόφαση, ότι η Μικρά Ασία πρέπει να γίνει μωαμεθανική χώρα. Η απόφαση αυτή καταδίκασε σε θάνατο διάφορες εθνότητες.
Οι Τούρκοι στον Πόντο άρχισαν με την επιστράτευση όλων από 15 έως 45 ετών και την αποστολή τους σε Τάγματα Εργασίας. Παράλληλα αμφισβήτησαν το δικαίωμα των Ελλήνων να ασκούν ελεύθερα τα επαγγέλματά τους και επί πλέον απαγόρευσαν τους μουσουλμάνους να εργάζονται επαγγελματικά με τους Έλληνες με την ποινή της τιμωρίας από τις στρατιωτικές Αρχές. Κατ΄ αρχάς οι άτακτες ορδές των Τούρκων επιτίθονταν στα απομονωμένα ελληνικά χωριά κλέβοντας, φονεύοντας, αρπάζοντας νέα κορίτσια, κακοποιώντας και καίγοντάς τα.
Οι διωγμοί των Ελλήνων του Πόντου. Η εφαρμογή αυτής της πολιτικής ανάγκασε χιλιάδες Έλληνες των παραλίων της Μικρασίας να εγκαταλείψουν τις προαιώνιες εστίες τους και να μετοικήσουν με πολυήμερες εξοντωτικές πορείες.
Σύμφωνα με μια έκθεση της Ελληνικής Πρεσβείας, με ημερομηνία τον Ιούνιο του 1915 είναι γραμμένα τα εξής: "Οι εκτοπιζόμενοι από τα χωριά τους δεν είχαν δικαίωμα να πάρουν μαζί τους ούτε τα απολύτως αναγκαία. Γυμνοί και ξυπόλητοι, χωρίς τροφή και νερό, δερόμενοι και υβριζόμενοι, όσοι δεν εφονεύοντο οδηγούντο στα όρη από τους δημίους τους. Οι περισσότεροι απ'; αυτούς πέθαιναν κατά την πορεία από τα βασανιστήρια. Το τέρμα του ταξιδιού δεν σήμαινε και τέρμα των δεινών τους, γιατί οι βάρβαροι κάτοικοι των χωριών, τους παρελάμβαναν για να τους καταφέρουν το τελειωτικό πλήγμα ... "
Σκοπός των Τούρκων ήταν, με τους εκτοπισμούς, τις πυρπολίσεις των χωριών, τις λεηλασίες, να επιτύχουν την αλλοίωση του εθνολογικού χαρακτήρα των ελληνικών περιοχών και να καταφέρουν ευκολότερα των εκτουρκισμό εκείνων που θα απέμεναν.
Το τελικό πλήγμα. Το 1919 αρχίζει νέος διωγμός κατά των Ελλήνων από το κεμαλικό καθεστώς, πολύ πιο άγριος κι απάνθρωπος από τους προηγούμενους. Εκείνος ο διωγμός υπήρξε η χαριστική βολή για τον ποντιακό ελληνισμό.
Στις 19 Μαϊου, με την αποβίβαση του Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα, αρχίζει η δεύτερη και σκληρότερη φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας. Με τη βοήθεια μελών του Νεοτουρκικού Κομιτάτου συγκροτεί μυστική οργάνωση, τη Mutafai Milliye, κηρύσσει το μίσος εναντίον των Ελλήνων και σχεδιάζει την ολοκλήρωση της εξόντωσης του ποντιακού ελληνισμού. Αυτό που δεν πέτυχε το σουλτανικό καθεστώς στους πέντε αιώνες της τυραννικής διοίκησής του, το πέτυχε μέσα σε λίγα χρόνια ο Κεμάλ, εξόντωσε τον ελληνισμό του Πόντου και της Ιωνίας.
Η τρομοκρατία, τα εργατικά τάγματα, οι εξορίες, οι κρεμάλες, οι πυρπολήσεις των χωριών, οι βιασμοί, οι δολοφονίες ανάγκασαν τους Έλληνες του Πόντου να ανέβουν στα βουνά οργανώνοντας αντάρτικο για την προστασία του αμάχου πληθυσμού. Τα θύματα της γενοκτονίας θα ήταν πολύ περισσότερα, αν δεν υπήρχε το επικό και ακατάβλητο ποντιακό αντάρτικο.
Με την επικράτηση του Κεμάλ, οι διωγμοί συνεχίζονται με μεγαλύτερη ένταση. Στήνονται στις πόλεις του Πόντου τα διαβόητα έκτακτα δικαστήρια ανεξαρτησίας, που καταδικάζουν και εκτελούν την ηγεσία του ποντιακού ελληνισμού. Το τέλος του Πόντου πλησιάζει. Οι φωνές λιγοστεύουν.
Η γενοκτονία των Ελλήνων στον Πόντο υπήρξε το αποτέλεσμα της απόφασης των Τούρκων εθνικιστών για επίλυση του εθνικού προβλήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη φυσική εξαφάνιση των γηγενών εθνοτήτων.
Η μοίρα αυτή απετράπη με ένα εξαιρετικά οδυνηρό τρόπο: με τις; γενοκτονίες των χριστιανικών λαών, Ελλήνων και Αρμενίων, με την υποχρεωτική έξοδο όσων επιβίωσαν και με τη βίαιη τουρκοποίηση των μουσουλμανικών εθνοτήτων, όπως οι Κούρδοι, που συνέχισαν να παραμένουν στην τουρκική, πλέον, επικράτεια.
Οι Έλληνες στον Πόντο ανέρχονταν σε 700.000 άτομα την παραμονή του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Μέχρι το τέλος του 1923 είχαν εξοντωθεί 353.000 άτομα. Ακολουθεί μαρτυρία ενός αυτόπτη μάρτυρα. Ενός ανθρώπου που έζησε τη μεγάλη ανθρωποσφαγή.
Ένα χωριό των Κοτυώρων
Ο Σάββας Κανταρτζής εξέδοσε σε βιβλίο τις φοβερές του εμπειρίες το 1975 στην Κατερίνη. Μια από τις συγκλονιστικές αφηγήσεις του αναφέρεται στην καταστροφή του χωριού Μπεϊαλαν, της περιφέρειας Κοτυώρων από τους τσέτες του Τοπάλ Οσμάν. Το Μπεϊαλάν είναι ένα από τα εκατοντάδες ελληνικά χωριά που καταστράφηκαν από τις τουρκικές συμμορίες:
"Τα χαράματα, στις 16 Φεβρουαρίου 1922, ημέρα Τετάρτη, μια εφιαλτική είδηση, ότι οι τσέτες του Τοπάλ Οσμάν έρχονται στο χωριό, έκανε τους κατοίκους να τρομάξουν και ν' αναστατωθούν. Οι άντρες, όσοι βρίσκονταν τη νύχτα στο χωριό, βιάστηκαν να φύγουν στο δάσος... Αλλοι άντρες που είχαν κρυψώνες σε σπίτια σε σπίτια και σε σταύλους, τρύπωσαν σ' αυτές και καμουφλαρίστηκαν έτσι που να μην τους υποπτευθεί κανείς. Τα γυναικόπαιδα και οι γέροι κλείστηκαν στα σπίτια και περίμεναν με καρδιοχτύπι να δούν τι θα γίνει... Δεν πέρασαν παρά λίγα λεπτά κι' οι τσέτες , περισσότεροι από 150 έμπαιναν στο χωριό κραυγάζοντας και πυροβολώντας. Τους ακολουθούσαν τούρκοι χωρικοί από τα γειτονικά χωριά. Αυτούς τους είχαν μυήσει στο εγκληματικό σχέδιο τους και τους κάλεσαν για πλιάτσικο.
Μόλις μπήκαν οι συμμορίτες στο χωριό, η ατμόσφαιρα ηλεκτρίστηκε και ο ορίζοντας πήρε τη μορφή θύελλας που ξεσπασε άγρια. Με κραυγές και βρισιές, βροντώντας με τους υποκοπάνους τις πόρτες και τα παράθυρα, καλούσαν όλους να βγουν έξω από τα σπίτια και να μαζευτούν στην πλατεία- αλλοιώς απειλούσαν, θα δώσουν φωτιά στα σπίτια και θα τους κάψουν.
Σε λίγο, όλα τα γυναικόπαιδα και οι γέροι, βρίσκονταν τρέμοντας και κλαίγοντας στους δρόμους. Οι συμμορίτες με κραυγές και απειλές υποπτεύθηκαν, από την πρώτη στιγμή, το μεγάλο κακό που περίμενε όλους και δοκίμασαν να φύγουν έξω από το χωριό. Οι τσέτες, πρόβλεψαν ένα τέτοιο ενδεχόμενο και είχαν πιάσει από πριν τα μπογάζια, απ' όπου μπορούσε να φύγει κανείς. Ετσι, μόλις έφτασαν, τρέχοντας, οι κοπέλλες στα μπογάζια, δέχτηκαν, από τσέτες που παραμόνευαν, πυροβολισμούς στο ψαχνό. Μερικές έμειναν στον τόπο σκοτωμένες, ενώ οι άλλες τραυματίστηκαν και γύρισαν πίσω.
Οι φόνοι αυτοί αποκάλυψαν για καλά τους εγκληματικούς σκοπούς των συμμοριτών κι' έγιναν το σύνθημα να ξεσπάσει, το τρομοκρατημένο πλήθος των γυναικόπεδων, που είχε ριχτεί στους δρόμους σε ένα βουβό κι' ασυγκράτητο κλάμα και σε σπαραξικάρδιες κραυγές απελπισίας. Τίποτα απ' όλα αυτά δεν στάθηκε ικανό να μαλάξει την σκληρότητα του τεράτων, που είχε διαλέξει ο Τοπάλ Οσμάν για την "πατριωτική" του εκστρατεία. Σκληροί σαν ύαινες, που διψούν για αίμα, και διεστραμμένοι σαδιστές, που γλεντούν με τον πόνο και τα βασανιστήρια των θυμάτων τους, χύμιξαν μανιασμένοι στα γυναικόπαιδα και τους γέρους, κραυγάζοντας, βρίζοντας, χτυπώντας, κλωτσώντας και σπρώχνοντάς τους να μαζευτούν στην πλατεία.
Η πυρπόληση
Οι μητέρες αναμαλλιασμένες, κατάχλωμες από το τσουχτερό κρύο και το φόβο, με τα βρέφη στην αγκαλιά και τα νήπια μπερδεμένα στα πόδια τους. Οι κοπέλλες άλλες με τους γέρους γονείς κι' άλλες με γριές ή άρρωστους αγκαλιασμένες, περιμαζεύτηκαν με τον χτηνώδη αυτόν τρόπο, στην πλατεία σαν πρόβατα για τη σφαγή, μέσα σε ένα πανδαιμόνιο από σπαραχτικές κραυγές και θρήνους και κοπετούς. Η πρώτη φάση της απερίγραπτης τραγωδίας του Μπεϊαλάν έκλεισε, έτσι, θριαμβευτικά για τους θλιβερούς ήρωες του νεοτουρκικού εγκλήματος γενοκτονίας.
Οταν πια όλα τα γυναικόπαιδα κ' οι γέροι μαζεύτηκαν στην πλατεία, οι τσέτες έβαλαν μπρός την δεύτερη φάση της σατανικής τους επιχείρησης. Διάταξαν να περάσουν όλοι στα δίπατα σπίτια, που βρίσκονταν στην πλατεία και τα είχαν διαλέξει για να ολοκληρώσουν τον εγκληματικό τους σκοπό. Η απροθυμία, που έδειξε το τραγικό αυτό κοπάδι των μελλοθανάτων να υπακούσει στην διαταγή, γιατί ήταν πια ολοφάνερο ότι όλους τους περίμενε ο θάνατος, εξαγρίωσε τους συμμορίτες που βιάζονταν να τελειώσουν γρήγορα την μακάβρια επιχείρηση. Και τότε, σαν λυσασμένα θεριά, ρίχτηκαν στις γυναίκες, τα μωρά και τους γέρους, και με γροθιές, με κοντακιές και κλωτσιές έχωσαν και στρίμωξαν στα δύο σπίτια τα αθώα και άκακα αυτά πλάσματα, που ο αριθμός τους πλησίαζε τις τρεις εκατοντάδες.
Κι' όταν, έτσι, ήταν σίγουροι πως δεν έμεινε έξω κανένας, σφάλισαν τις πόρτες, ενώ ο άγριος αλαλαγμός από τα παράθυρα, οι σπαραξικάρδιες κραυγές, το απελπισμένο κλάμα κι' οι βοερές ικεσίες για έλεος και βοήθεια, σχημάτιζαν μια άγριας τραγικότητας μουσική συναυλία, που ξέσκιζε τον ουρανό κι' αντιβούϊζε στα γύρω βουνά και δάση...
Και τώρα δεν έμενε παρά η τρίτη και τελική φάση της πατριωτικής... επιχείρησης των θλιβερών ηρώων-συμμοριτών του Τοπάλ Οσμάν. Δεν χρειάστηκαν παρά μια αγκαλιά ξερά χόρτα και μερικά σπασμένα πέταυρα (χαρτόματα) ν' ανάψει η φωτιά. Και σε λίγο τα δύο σπίτια, έγιναν πυροτέχνημα και ζώστηκαν, από μέσα κι' απ' έξω, από πύρινες γλώσσες και μαυροκόκκινο καπνό. Το τί ακολούθησε την ώρα εκείνη δεν περιγράφεται.
Οι μητέρες ξετρελλαμένες, έσφιγγαν, αλλαλάζοντας και τσιρίζοντας με όλη τη δύναμη της ψυχής τους, στην αγκαλιά τα μωρά τους, που έκλαιγαν και κράυγαζαν "μάνα, μανίτσα!". Οι κοπέλλες και οι άλλες γυναίκες με τους γέρους γονείς, τα παιδιά και τους αρρώστους, κραύγαζαν και αρπάζονταν μεταξύ τους σαν να ήθελαν να πάρουν και να δώσουν κουράγιο και βοήθεια, καθώς έπαιρναν φωτιά τα μαλλιά και τα ρούχα τους κι' άρχισαν να γλύφουν το κορμί οι φλόγες. Κραυγές, που ξέσκιζαν το λαρύγγι και τ' αυτιά, φωνές μανιακές και κλάμματα βροντερά, άγρια ουρλιαχτά ανθρώπων, που έχασαν από τρόμο και πόνο τα μυαλά τους, χτυπήματα στα στήθη, στον πυρακτωμένο αέρα και στους τοίχους - χαλασμός κόσμου, ένα ζωντανό κομμάτι από την κόλαση στη γη! Αυτή την εφιαλτική εικόνα παρίσταναν, τα πρώτα λεπτά, τα δύο σπίτια που τα είχαν αγκαλιάσει οι φλόγες.
Μερικές γυναίκες και κοπέλλες στον πόνο, την φρίκη και την απελπισία τους, δοκίμασαν να ριχτούν από τα παράθυρα, προτιμώντας να σκοτωθούν πέφτοντας κάτω ή με σφαίρες από όπλο, παρά να υποστούν τον φριχτό θάνατο στην φωτιά. Οι τσέτες που απολάμβαναν με κέφι και χαχανητά το μακάβριο θέαμα, έκαναν το χατήρι τους - πυροβόλησαν και τις σκότωσαν.
Δεν κράτησε πολλά λεπτά, αυτή η σπαραξικάρδια οχλοβοή, από τους αλαλαγμούς, τις άγριες κραυγές, τα τσουχτερά ξεφωνητά και το ξέφρενο κλάμα. Στην αρχή ο τόνος της οχλοβοής ανέβηκε ψηλά, ως που μπορούν να φτάνουν κραυγές, ξεφωνητά και ξελαρυγγίσματα από τρεις περίπου εκατοντάδες ανθρώπινα στόματα. Γρήγορα όμως ο τόνος άρχισε να πέφτει, ως που μονομιάς κόπηκαν κι' έσβησαν οι φωνές και το κλάμα. Κι' ακούγονταν μονο τα ξύλα, που έτριζαν από τη φωτιά και οι καμμένοι τοίχοι και τα δοκάρια, που έπεφταν με πάταγο πάνω στα κορμιά, που κείτονταν τώρα σωροί κάρβουνα και στάχτη κάτω στο δάπεδο, στα δύο στοιχειωμένα σπίτια το Μπεϊαλάν".
Μαρτυρίες Σοβιετικών
Οι σοβιετικοί υπήρξαν οι βασικοί σύμμαχοι του κεμαλικού εθνικισμού τα πρώτα χρόνια της εμφάνισής του. Πιθανότατα, οι μπολσεβίκοι να αντάλλαξαν με τον τρόπο αυτό την υποστήριξη του παντουρκιστικού κινήματος που δρούσε στη Ρωσία στην Οκτωβριανή τους Επανάσταση.
Οι σοβιετικοί λοιπόν προμήθευσαν τους κεμαλικούς με όπλα, χρήματα, στρατιωτικούς συμβούλους. Η τουρκική αντεπίθεση στο μικρασιατικό μέτωπο κατά τωνελληνικών στρατευμάτων το 1921, οργανώθηκε από τον Μ. Φρούνζε, στρατιωτικό απεσταλμένο των σοβιετικών. Κατά συνέπεια, οι μαρτυρία των αποσταλμένων αυτών έχει ιδιαίτερη αποδεικτική σημασία.
O Φρούνζε, έδωσε μια από τις ελάχιστες μαρτυρίες για τους ηττημένους αντάρτες: "Συναντήσαμε μια μικρή ομάδα από 60-70 Έλληνες, οι οποίοι μόλις είχαν καταθέσει τα όπλα. Όλοι τους είχαν εξαντληθεί στο έπακρο... Άλλοι έμοιαζαν κυριολεκτικά με σκελετούς. Αντί για ρούχα κρέμονταν από τους ώμους τους κάτι απίθανα κουρέλια. Στο κέντρο της ομάδας βρίσκονταν ένας ψηλός κι' αδύνατος παπάς, φορώντας το καλυμαύχι του... Φυσούσε κρύος αέρας και όλη η ομάδα κάτω από τα σπρωξίματα των συνοδών-στρατιωτών, κατευθυνόταν με πηδηματάκια προς τη Χάβζα. Μερικοί όταν μας αντίκρυσαν, άρχισαν να κλαίνε δυνατά ή μάλλον να ουρλιάζουν, μια και ο ήχος που ξέφευγε από τα στήθη τους, έμοιαζε περισσότερο με ουρλιαχτό κυνηγημένου ζώου". Ο Φρούνζε περιέγραψε και άλλο ένα περιστατικό. Οταν περνούσαν δίπλα από μια ομάδα αιχμάλωτων Ελλήνων στη Μερζιφούντα, ένας από τους αιχμαλώτους φώναξε στη σοβιετική αντιπροσωπεία ότι ήταν και αυτοί ένοχοι γιατί ενίσχυαν τον Κεμάλ και τους Τούρκους.
Το συναίσθημα αυτό των ανταρτών του δυτικού Πόντου ήταν εξαιρετικά έντονο. Ο οπλαρχηγός Κισά Μπατζάκ (Κοντοπόδης) διακύρησσε: "... oι Ρώσοι κομμουνιστές δώσανε όπλα στον Κεμάλ για να χτυπήσει εμάς, του έδωσαν υποστήριξη, απελευθέρωσαν όλους τους Τούρκους στρατιώτες που είχαν συλλάβει αιχμαλώτους όταν μπήκαν στην Τραπεζούντα". Υποστήριζε ότι οι κομμουνιστές κατέδιδαν τις προσπάθειες προμήθειας οπλισμού των ανταρτών από τη Ρωσία και παρέδιδαν Πόντιους στους Τούρκους.
Ο Φρούνζε έγραφε τα εξής για την πολιτική του Τοπάλ Οσμάν: "...όλη αυτή η πλούσια και πυκνοκατοικημένη περιοχή της Τουρκίας, ερημώθηκε σε απίστευτο βαθμό. Απ' όλο τον ελληνικό πληθυσμό των περιοχών της Σαμψούντας, της Σινώπης και της Αμάσειας απόμειναν μόνο μερικές ανταρτοομάδες που περιπλανιόντουσαν στα βουνά. Εκείνος που έγινε περισσότερο γνωστός για τις θηριωδίες του ήταν ο αρχηγός των Λαζών Οσμάν Αγάς, ο οποίος πέρασε δια πυρός και σιδήρου με την άγρια ορδή του όλη την περιοχή."
Ο Αράλοβ, σοβιετικός πρέσβης στην Άγκυρα, ενημερώθηκε στη Σαμψούντα από τον αρχιστράτηγο Φρούνζε. Ο Φρούνζε του είπε ότι είχε δει πλήθος Έλληνες που είχαν σφαγιαστεί, "βάρβαρα σκοτωμένους Έλληνες -γέρους, παιδιά, γυναίκες". Προειδοποίησε επίσης τον Αράλοβ για το τι επρόκειτο να συναντήσει πτώματα σφαγιασμένων Ελλήνων τους οποίους είχαν απαγάγει από τα σπίτια τους και είχαν σκοτώσει πάνω στους δρόμους.
Για το θέμα αυτό ο Αράλοβ είχε ιδιαίτερη συνομιλία με τον Κεμάλ. Αναφέρει ο ίδιος: "Του είπα (του Κεμάλ) για τις φρικτές σφαγές των Ελλήνων που είχε δει ο Φρούντζε και αργότερα εγώ ο ίδιος. Εχοντας υπ' όψη μου τη συμβουλή του Λένιν να μην θίξω την τουρκική εθνική φιλοτιμία, πρόσεχα πολύ τις λέξεις μου..." Ο Κεμάλ απάντησε ως εξής στις "επισημάνσεις" του Φρούνζε: "Ξέρω αυτές τις βαρβαρότητες. Είμαι κατά της βαρβαρότητας. Εχω δώσει διαταγές να μεταχειρίζονται τους Έλληνες αιχμαλώτους με καλό τρόπο... Πρέπει να καταλάβετε τον λαό μας. Είναι εξαγριωμένοι. Ποιοί πρέπει να κατηγορηθούν για αυτό; Εκείνοι που θέλουν να ιδρύσουν ένα "Ποντιακό κράτος" στην Τουρκία..."
Ο Φρούνζε στο βιβλίο του "Αναμνήσεις από την Τουρκία" γράφει: "Από τους 200.000 Έλληνες που ζούσανε στη Σαμψούντα, τη Σινώπη και την Αμάσεια έμειναν λίγοι μόνο αντάρτες που τριγυρίζουν στα βουνά. Το σύνολο σχεδόν των ηλικιωμένων, των γυναικών και των παιδιών εξορίστηκαν σε άλλες περιοχές με πολύ άχημες συνθήκες. Πληροφορήθηκα ότι οι Τσέτες του Οσμάν Αγά (σ.τ.σ. Τοπάλ Οσμάν) έσπειραν τον πανικό στην πόλη Χάβζα. Έκαψαν, βασάνισαν και σκότωσαν όλους τους Έλληνες και Αρμένιους που βρήκαν μπροστά τους. γκρέμισαν όλες τις γέφυρες. Παντού υπήρχαν σημάδια γκρεμίσματος. Η διαδρομή από την πόλη Καβάκ προς το πέρασμα Χατζηλάρ θα μείνει για πάντα στη μνήμη μου όσο θα ζω. Σε απόσταση 30 χιλιομέτρων συναντούσαμε μόνο πτώματα. Μόνο εγώ μέτρησα 58. Σ' ένα σημείο συναντήσαμε το πτώμα μιας ωταίας κοπέλλας. Της είχανε κόψει το κεφάλι και το τοποθέτησαν κοντά στο χέρι της. Σε κάποιο άλλο σημείο υπήρχε το πτώμα ενός άλλου ωραίου κοριτσιού, 7-8 χρονών, με ξανθά μαλιά και γυμνά πόδια. Φορούσε μόνο ένα παλιό πουκάμισο. Απ' ότι καταλάβαμε, το κοριτσάκι καθώς έκλαιγε, έχωσε το πρόσωπό του στο χώμα, δολοφονημένο από το κάρφωμα της λόγχης του φαντάρου."
Οι Τούρκοι αρνούνται σήμερα τη σφαγή του 1922 - τη σφαγή των Ελλήνων. Κι όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με αδιάσειστα ντοκουμέντα, τα αποδίδουν στις αναπόφευκτες ακρότητες του πολέμου. Η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική.
Η γενοκτονία των Χριστιανών ήταν ένα καλά μελετημένο σχέδιο εξόντωσης όλων των μεινοτήτων της άλλοτε κραταιάς Αυτοκρατορίας. Ένα σχέδιο που άρχισε να εφαρμόζεται από το 1914, με τον πρώτο διωγμό. Και ολοκληρώθηκε μετά την καταστροφή του 1922.
Το Φεβρουάριο του 1994 η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη
της 19ης Μαϊου ως Ημέρας Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στο
μικρασιατικό Πόντο την περίοδο 1916-1923. Η αναγνώριση αυτή, παρόλη την
εβδομηκονταετή καθυστέρηση, δικαίωσε ηθικά τον ποντιακό ελληνισμό και
συνέδεσε το σύγχρονο ελληνισμό με την ιστορική του μνήμη. Γιατί η ήττα
του 1922, η "νέα τάξη πραγμάτων" που επικράτησε τότε, με την απόλυτη
συνενοχή ολόκληρου του ελλαδικού πολιτικού κατεστημένου, περιόρισαν
ουσιαστικά όχι μόνο τα γεωγραφικά όρια του ελληνισμού αλλά και τα
διανοητικά.
Ο περιορισμός των πνευματικών νεοελληνικών οριζόντων είχε άμεση αντανάκλαση στη ελλειματική ιστορική μνήμη των σύγχρονων Ελλήνων.
Τι εννούμε με τον όρο "γενοκτονία" ;
Η γενοκτονία ως όρος διαμορφώθηκε κυρίως στη δίκη της Νυρεμβέργης το 1945, όπου δικάστηκε η ηγεσία των ναζιστών εγκληματιών του πολέμου. Συγκεκριμένα ο όρος σημαίνει τη μεθοδική εξολόθρευση, ολική ή μερική, μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας. Πρόκειται για ένα πρωτογενές έγκλημα, το οποίο δεν έχει συνάρτηση με πολεμικές συγκρούσεις. Ο γενοκτόνος δεν εξοντώνει μια ομάδα για κάτι που έκανε, αλλά για κάτι που είναι. Στην περίπτωση των Ελλήνων του Πόντου, επειδή ήταν Έλληνες και Χριστιανοί. Πως και πότε διαπράχθηκε η γενοκτονία; Ο ποντιακός ελληνισμός, από την πτώση της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας ( 1461 ) γνώρισε συνεχείς διωγμούς, σφαγές, ξεριζωμούς και προσπάθειες για το βίαιο εξισλαμισμό και εκτουρκισμό του, με αποκορύφωμα τη συστηματική και μεθοδευμένη εξόντωση - γενοκτονία του αιώνα μας.
Επτά χρόνια μετά την άλωση της Πόλης, οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Τραπεζούντα. Η οθωμανική κατάκτηση του μικρασιατικού Πόντου μπορεί να διαριθεί σε τρεις περιόδους.
Ο περιορισμός των πνευματικών νεοελληνικών οριζόντων είχε άμεση αντανάκλαση στη ελλειματική ιστορική μνήμη των σύγχρονων Ελλήνων.
Τι εννούμε με τον όρο "γενοκτονία" ;
Η γενοκτονία ως όρος διαμορφώθηκε κυρίως στη δίκη της Νυρεμβέργης το 1945, όπου δικάστηκε η ηγεσία των ναζιστών εγκληματιών του πολέμου. Συγκεκριμένα ο όρος σημαίνει τη μεθοδική εξολόθρευση, ολική ή μερική, μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας. Πρόκειται για ένα πρωτογενές έγκλημα, το οποίο δεν έχει συνάρτηση με πολεμικές συγκρούσεις. Ο γενοκτόνος δεν εξοντώνει μια ομάδα για κάτι που έκανε, αλλά για κάτι που είναι. Στην περίπτωση των Ελλήνων του Πόντου, επειδή ήταν Έλληνες και Χριστιανοί. Πως και πότε διαπράχθηκε η γενοκτονία; Ο ποντιακός ελληνισμός, από την πτώση της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας ( 1461 ) γνώρισε συνεχείς διωγμούς, σφαγές, ξεριζωμούς και προσπάθειες για το βίαιο εξισλαμισμό και εκτουρκισμό του, με αποκορύφωμα τη συστηματική και μεθοδευμένη εξόντωση - γενοκτονία του αιώνα μας.
Επτά χρόνια μετά την άλωση της Πόλης, οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Τραπεζούντα. Η οθωμανική κατάκτηση του μικρασιατικού Πόντου μπορεί να διαριθεί σε τρεις περιόδους.
- Η πρώτη αρχίζει με την άλωση της Τραπεζούντας το 1461 και λήγει στα μέσα του 17ου αιώνα. Την περίοδο αυτή οι Τούρκοι κρατούν μάλλον ουδέτερη στάση κατά των Ελλήνων του Πόντου.
- Η δεύτερη αρχίζει στα μέσα του 17ου αιώνα και λήγει με το τέλος του πρώτου ρωσοτουρκικού πολέμου. Χαρακτηρίζεται με τη θρησκευτική βία κατά των χριστιανικών πληθυσμών. Κατά την περίοδο αυτή πραγματοποιούνται οι ομαδικοί εξισλαμισμοί των ελληνικών πληθυσμών.
- Η τελευταία περίοδος, που τελειώνει το 1922 υποδιαιρείται σε δύο υποπεριόδους. Η πρώτη αρχίζει με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, το 1774.
Χαρακτηρίζεται από τη συστηματική προσπάθεια των τοπικών αρχών να μην εφαρμόζουν προς όφελος των χριστιανώντους φιλελεύθερους νόμους. H δεύτερη υποπερίοδος αρχίζει το 1908 και χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη του τουρκικού εθνικισμού.
Από τους βαλκανικούς πολέμους και από τους επίσημους συμβούλους, των Γερμανών, οι Νεότουρκοι διδάχθηκαν ότι μονάχα με την εξαφάνιση των Ελλήνων και Αρμενίων θα έκαναν πατρίδα τους τη Μικρά Ασία. Οι διάφορες μορφές βίας δεν αρκούσαν για να φέρουν τον εκτουρκισμό.
Η απόφαση για την εξόντωσή τους πάρθηκε από τους Νεότουρκους το 1911, εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου και ολοκληρώθηκε από το Μούσταφα Κεμάλ ( 1919 - 1923 ).
Το Νεοτουρκικό Κομιτάτο " Ένωση και Πρόοδος" ιδρύθηκε το 1889. Στο συνέδριο τους, που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1911 πάρθηκε η απόφαση, ότι η Μικρά Ασία πρέπει να γίνει μωαμεθανική χώρα. Η απόφαση αυτή καταδίκασε σε θάνατο διάφορες εθνότητες.
Οι Τούρκοι στον Πόντο άρχισαν με την επιστράτευση όλων από 15 έως 45 ετών και την αποστολή τους σε Τάγματα Εργασίας. Παράλληλα αμφισβήτησαν το δικαίωμα των Ελλήνων να ασκούν ελεύθερα τα επαγγέλματά τους και επί πλέον απαγόρευσαν τους μουσουλμάνους να εργάζονται επαγγελματικά με τους Έλληνες με την ποινή της τιμωρίας από τις στρατιωτικές Αρχές. Κατ΄ αρχάς οι άτακτες ορδές των Τούρκων επιτίθονταν στα απομονωμένα ελληνικά χωριά κλέβοντας, φονεύοντας, αρπάζοντας νέα κορίτσια, κακοποιώντας και καίγοντάς τα.
Οι διωγμοί των Ελλήνων του Πόντου. Η εφαρμογή αυτής της πολιτικής ανάγκασε χιλιάδες Έλληνες των παραλίων της Μικρασίας να εγκαταλείψουν τις προαιώνιες εστίες τους και να μετοικήσουν με πολυήμερες εξοντωτικές πορείες.
Σύμφωνα με μια έκθεση της Ελληνικής Πρεσβείας, με ημερομηνία τον Ιούνιο του 1915 είναι γραμμένα τα εξής: "Οι εκτοπιζόμενοι από τα χωριά τους δεν είχαν δικαίωμα να πάρουν μαζί τους ούτε τα απολύτως αναγκαία. Γυμνοί και ξυπόλητοι, χωρίς τροφή και νερό, δερόμενοι και υβριζόμενοι, όσοι δεν εφονεύοντο οδηγούντο στα όρη από τους δημίους τους. Οι περισσότεροι απ'; αυτούς πέθαιναν κατά την πορεία από τα βασανιστήρια. Το τέρμα του ταξιδιού δεν σήμαινε και τέρμα των δεινών τους, γιατί οι βάρβαροι κάτοικοι των χωριών, τους παρελάμβαναν για να τους καταφέρουν το τελειωτικό πλήγμα ... "
Σκοπός των Τούρκων ήταν, με τους εκτοπισμούς, τις πυρπολίσεις των χωριών, τις λεηλασίες, να επιτύχουν την αλλοίωση του εθνολογικού χαρακτήρα των ελληνικών περιοχών και να καταφέρουν ευκολότερα των εκτουρκισμό εκείνων που θα απέμεναν.
Το τελικό πλήγμα. Το 1919 αρχίζει νέος διωγμός κατά των Ελλήνων από το κεμαλικό καθεστώς, πολύ πιο άγριος κι απάνθρωπος από τους προηγούμενους. Εκείνος ο διωγμός υπήρξε η χαριστική βολή για τον ποντιακό ελληνισμό.
Στις 19 Μαϊου, με την αποβίβαση του Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα, αρχίζει η δεύτερη και σκληρότερη φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας. Με τη βοήθεια μελών του Νεοτουρκικού Κομιτάτου συγκροτεί μυστική οργάνωση, τη Mutafai Milliye, κηρύσσει το μίσος εναντίον των Ελλήνων και σχεδιάζει την ολοκλήρωση της εξόντωσης του ποντιακού ελληνισμού. Αυτό που δεν πέτυχε το σουλτανικό καθεστώς στους πέντε αιώνες της τυραννικής διοίκησής του, το πέτυχε μέσα σε λίγα χρόνια ο Κεμάλ, εξόντωσε τον ελληνισμό του Πόντου και της Ιωνίας.
Η τρομοκρατία, τα εργατικά τάγματα, οι εξορίες, οι κρεμάλες, οι πυρπολήσεις των χωριών, οι βιασμοί, οι δολοφονίες ανάγκασαν τους Έλληνες του Πόντου να ανέβουν στα βουνά οργανώνοντας αντάρτικο για την προστασία του αμάχου πληθυσμού. Τα θύματα της γενοκτονίας θα ήταν πολύ περισσότερα, αν δεν υπήρχε το επικό και ακατάβλητο ποντιακό αντάρτικο.
Με την επικράτηση του Κεμάλ, οι διωγμοί συνεχίζονται με μεγαλύτερη ένταση. Στήνονται στις πόλεις του Πόντου τα διαβόητα έκτακτα δικαστήρια ανεξαρτησίας, που καταδικάζουν και εκτελούν την ηγεσία του ποντιακού ελληνισμού. Το τέλος του Πόντου πλησιάζει. Οι φωνές λιγοστεύουν.
Η γενοκτονία των Ελλήνων στον Πόντο υπήρξε το αποτέλεσμα της απόφασης των Τούρκων εθνικιστών για επίλυση του εθνικού προβλήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη φυσική εξαφάνιση των γηγενών εθνοτήτων.
Η μοίρα αυτή απετράπη με ένα εξαιρετικά οδυνηρό τρόπο: με τις; γενοκτονίες των χριστιανικών λαών, Ελλήνων και Αρμενίων, με την υποχρεωτική έξοδο όσων επιβίωσαν και με τη βίαιη τουρκοποίηση των μουσουλμανικών εθνοτήτων, όπως οι Κούρδοι, που συνέχισαν να παραμένουν στην τουρκική, πλέον, επικράτεια.
Οι Έλληνες στον Πόντο ανέρχονταν σε 700.000 άτομα την παραμονή του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Μέχρι το τέλος του 1923 είχαν εξοντωθεί 353.000 άτομα. Ακολουθεί μαρτυρία ενός αυτόπτη μάρτυρα. Ενός ανθρώπου που έζησε τη μεγάλη ανθρωποσφαγή.
Ένα χωριό των Κοτυώρων
Ο Σάββας Κανταρτζής εξέδοσε σε βιβλίο τις φοβερές του εμπειρίες το 1975 στην Κατερίνη. Μια από τις συγκλονιστικές αφηγήσεις του αναφέρεται στην καταστροφή του χωριού Μπεϊαλαν, της περιφέρειας Κοτυώρων από τους τσέτες του Τοπάλ Οσμάν. Το Μπεϊαλάν είναι ένα από τα εκατοντάδες ελληνικά χωριά που καταστράφηκαν από τις τουρκικές συμμορίες:
"Τα χαράματα, στις 16 Φεβρουαρίου 1922, ημέρα Τετάρτη, μια εφιαλτική είδηση, ότι οι τσέτες του Τοπάλ Οσμάν έρχονται στο χωριό, έκανε τους κατοίκους να τρομάξουν και ν' αναστατωθούν. Οι άντρες, όσοι βρίσκονταν τη νύχτα στο χωριό, βιάστηκαν να φύγουν στο δάσος... Αλλοι άντρες που είχαν κρυψώνες σε σπίτια σε σπίτια και σε σταύλους, τρύπωσαν σ' αυτές και καμουφλαρίστηκαν έτσι που να μην τους υποπτευθεί κανείς. Τα γυναικόπαιδα και οι γέροι κλείστηκαν στα σπίτια και περίμεναν με καρδιοχτύπι να δούν τι θα γίνει... Δεν πέρασαν παρά λίγα λεπτά κι' οι τσέτες , περισσότεροι από 150 έμπαιναν στο χωριό κραυγάζοντας και πυροβολώντας. Τους ακολουθούσαν τούρκοι χωρικοί από τα γειτονικά χωριά. Αυτούς τους είχαν μυήσει στο εγκληματικό σχέδιο τους και τους κάλεσαν για πλιάτσικο.
Μόλις μπήκαν οι συμμορίτες στο χωριό, η ατμόσφαιρα ηλεκτρίστηκε και ο ορίζοντας πήρε τη μορφή θύελλας που ξεσπασε άγρια. Με κραυγές και βρισιές, βροντώντας με τους υποκοπάνους τις πόρτες και τα παράθυρα, καλούσαν όλους να βγουν έξω από τα σπίτια και να μαζευτούν στην πλατεία- αλλοιώς απειλούσαν, θα δώσουν φωτιά στα σπίτια και θα τους κάψουν.
Σε λίγο, όλα τα γυναικόπαιδα και οι γέροι, βρίσκονταν τρέμοντας και κλαίγοντας στους δρόμους. Οι συμμορίτες με κραυγές και απειλές υποπτεύθηκαν, από την πρώτη στιγμή, το μεγάλο κακό που περίμενε όλους και δοκίμασαν να φύγουν έξω από το χωριό. Οι τσέτες, πρόβλεψαν ένα τέτοιο ενδεχόμενο και είχαν πιάσει από πριν τα μπογάζια, απ' όπου μπορούσε να φύγει κανείς. Ετσι, μόλις έφτασαν, τρέχοντας, οι κοπέλλες στα μπογάζια, δέχτηκαν, από τσέτες που παραμόνευαν, πυροβολισμούς στο ψαχνό. Μερικές έμειναν στον τόπο σκοτωμένες, ενώ οι άλλες τραυματίστηκαν και γύρισαν πίσω.
Οι φόνοι αυτοί αποκάλυψαν για καλά τους εγκληματικούς σκοπούς των συμμοριτών κι' έγιναν το σύνθημα να ξεσπάσει, το τρομοκρατημένο πλήθος των γυναικόπεδων, που είχε ριχτεί στους δρόμους σε ένα βουβό κι' ασυγκράτητο κλάμα και σε σπαραξικάρδιες κραυγές απελπισίας. Τίποτα απ' όλα αυτά δεν στάθηκε ικανό να μαλάξει την σκληρότητα του τεράτων, που είχε διαλέξει ο Τοπάλ Οσμάν για την "πατριωτική" του εκστρατεία. Σκληροί σαν ύαινες, που διψούν για αίμα, και διεστραμμένοι σαδιστές, που γλεντούν με τον πόνο και τα βασανιστήρια των θυμάτων τους, χύμιξαν μανιασμένοι στα γυναικόπαιδα και τους γέρους, κραυγάζοντας, βρίζοντας, χτυπώντας, κλωτσώντας και σπρώχνοντάς τους να μαζευτούν στην πλατεία.
Η πυρπόληση
Οι μητέρες αναμαλλιασμένες, κατάχλωμες από το τσουχτερό κρύο και το φόβο, με τα βρέφη στην αγκαλιά και τα νήπια μπερδεμένα στα πόδια τους. Οι κοπέλλες άλλες με τους γέρους γονείς κι' άλλες με γριές ή άρρωστους αγκαλιασμένες, περιμαζεύτηκαν με τον χτηνώδη αυτόν τρόπο, στην πλατεία σαν πρόβατα για τη σφαγή, μέσα σε ένα πανδαιμόνιο από σπαραχτικές κραυγές και θρήνους και κοπετούς. Η πρώτη φάση της απερίγραπτης τραγωδίας του Μπεϊαλάν έκλεισε, έτσι, θριαμβευτικά για τους θλιβερούς ήρωες του νεοτουρκικού εγκλήματος γενοκτονίας.
Οταν πια όλα τα γυναικόπαιδα κ' οι γέροι μαζεύτηκαν στην πλατεία, οι τσέτες έβαλαν μπρός την δεύτερη φάση της σατανικής τους επιχείρησης. Διάταξαν να περάσουν όλοι στα δίπατα σπίτια, που βρίσκονταν στην πλατεία και τα είχαν διαλέξει για να ολοκληρώσουν τον εγκληματικό τους σκοπό. Η απροθυμία, που έδειξε το τραγικό αυτό κοπάδι των μελλοθανάτων να υπακούσει στην διαταγή, γιατί ήταν πια ολοφάνερο ότι όλους τους περίμενε ο θάνατος, εξαγρίωσε τους συμμορίτες που βιάζονταν να τελειώσουν γρήγορα την μακάβρια επιχείρηση. Και τότε, σαν λυσασμένα θεριά, ρίχτηκαν στις γυναίκες, τα μωρά και τους γέρους, και με γροθιές, με κοντακιές και κλωτσιές έχωσαν και στρίμωξαν στα δύο σπίτια τα αθώα και άκακα αυτά πλάσματα, που ο αριθμός τους πλησίαζε τις τρεις εκατοντάδες.
Κι' όταν, έτσι, ήταν σίγουροι πως δεν έμεινε έξω κανένας, σφάλισαν τις πόρτες, ενώ ο άγριος αλαλαγμός από τα παράθυρα, οι σπαραξικάρδιες κραυγές, το απελπισμένο κλάμα κι' οι βοερές ικεσίες για έλεος και βοήθεια, σχημάτιζαν μια άγριας τραγικότητας μουσική συναυλία, που ξέσκιζε τον ουρανό κι' αντιβούϊζε στα γύρω βουνά και δάση...
Και τώρα δεν έμενε παρά η τρίτη και τελική φάση της πατριωτικής... επιχείρησης των θλιβερών ηρώων-συμμοριτών του Τοπάλ Οσμάν. Δεν χρειάστηκαν παρά μια αγκαλιά ξερά χόρτα και μερικά σπασμένα πέταυρα (χαρτόματα) ν' ανάψει η φωτιά. Και σε λίγο τα δύο σπίτια, έγιναν πυροτέχνημα και ζώστηκαν, από μέσα κι' απ' έξω, από πύρινες γλώσσες και μαυροκόκκινο καπνό. Το τί ακολούθησε την ώρα εκείνη δεν περιγράφεται.
Οι μητέρες ξετρελλαμένες, έσφιγγαν, αλλαλάζοντας και τσιρίζοντας με όλη τη δύναμη της ψυχής τους, στην αγκαλιά τα μωρά τους, που έκλαιγαν και κράυγαζαν "μάνα, μανίτσα!". Οι κοπέλλες και οι άλλες γυναίκες με τους γέρους γονείς, τα παιδιά και τους αρρώστους, κραύγαζαν και αρπάζονταν μεταξύ τους σαν να ήθελαν να πάρουν και να δώσουν κουράγιο και βοήθεια, καθώς έπαιρναν φωτιά τα μαλλιά και τα ρούχα τους κι' άρχισαν να γλύφουν το κορμί οι φλόγες. Κραυγές, που ξέσκιζαν το λαρύγγι και τ' αυτιά, φωνές μανιακές και κλάμματα βροντερά, άγρια ουρλιαχτά ανθρώπων, που έχασαν από τρόμο και πόνο τα μυαλά τους, χτυπήματα στα στήθη, στον πυρακτωμένο αέρα και στους τοίχους - χαλασμός κόσμου, ένα ζωντανό κομμάτι από την κόλαση στη γη! Αυτή την εφιαλτική εικόνα παρίσταναν, τα πρώτα λεπτά, τα δύο σπίτια που τα είχαν αγκαλιάσει οι φλόγες.
Μερικές γυναίκες και κοπέλλες στον πόνο, την φρίκη και την απελπισία τους, δοκίμασαν να ριχτούν από τα παράθυρα, προτιμώντας να σκοτωθούν πέφτοντας κάτω ή με σφαίρες από όπλο, παρά να υποστούν τον φριχτό θάνατο στην φωτιά. Οι τσέτες που απολάμβαναν με κέφι και χαχανητά το μακάβριο θέαμα, έκαναν το χατήρι τους - πυροβόλησαν και τις σκότωσαν.
Δεν κράτησε πολλά λεπτά, αυτή η σπαραξικάρδια οχλοβοή, από τους αλαλαγμούς, τις άγριες κραυγές, τα τσουχτερά ξεφωνητά και το ξέφρενο κλάμα. Στην αρχή ο τόνος της οχλοβοής ανέβηκε ψηλά, ως που μπορούν να φτάνουν κραυγές, ξεφωνητά και ξελαρυγγίσματα από τρεις περίπου εκατοντάδες ανθρώπινα στόματα. Γρήγορα όμως ο τόνος άρχισε να πέφτει, ως που μονομιάς κόπηκαν κι' έσβησαν οι φωνές και το κλάμα. Κι' ακούγονταν μονο τα ξύλα, που έτριζαν από τη φωτιά και οι καμμένοι τοίχοι και τα δοκάρια, που έπεφταν με πάταγο πάνω στα κορμιά, που κείτονταν τώρα σωροί κάρβουνα και στάχτη κάτω στο δάπεδο, στα δύο στοιχειωμένα σπίτια το Μπεϊαλάν".
Μαρτυρίες Σοβιετικών
Οι σοβιετικοί υπήρξαν οι βασικοί σύμμαχοι του κεμαλικού εθνικισμού τα πρώτα χρόνια της εμφάνισής του. Πιθανότατα, οι μπολσεβίκοι να αντάλλαξαν με τον τρόπο αυτό την υποστήριξη του παντουρκιστικού κινήματος που δρούσε στη Ρωσία στην Οκτωβριανή τους Επανάσταση.
Οι σοβιετικοί λοιπόν προμήθευσαν τους κεμαλικούς με όπλα, χρήματα, στρατιωτικούς συμβούλους. Η τουρκική αντεπίθεση στο μικρασιατικό μέτωπο κατά τωνελληνικών στρατευμάτων το 1921, οργανώθηκε από τον Μ. Φρούνζε, στρατιωτικό απεσταλμένο των σοβιετικών. Κατά συνέπεια, οι μαρτυρία των αποσταλμένων αυτών έχει ιδιαίτερη αποδεικτική σημασία.
O Φρούνζε, έδωσε μια από τις ελάχιστες μαρτυρίες για τους ηττημένους αντάρτες: "Συναντήσαμε μια μικρή ομάδα από 60-70 Έλληνες, οι οποίοι μόλις είχαν καταθέσει τα όπλα. Όλοι τους είχαν εξαντληθεί στο έπακρο... Άλλοι έμοιαζαν κυριολεκτικά με σκελετούς. Αντί για ρούχα κρέμονταν από τους ώμους τους κάτι απίθανα κουρέλια. Στο κέντρο της ομάδας βρίσκονταν ένας ψηλός κι' αδύνατος παπάς, φορώντας το καλυμαύχι του... Φυσούσε κρύος αέρας και όλη η ομάδα κάτω από τα σπρωξίματα των συνοδών-στρατιωτών, κατευθυνόταν με πηδηματάκια προς τη Χάβζα. Μερικοί όταν μας αντίκρυσαν, άρχισαν να κλαίνε δυνατά ή μάλλον να ουρλιάζουν, μια και ο ήχος που ξέφευγε από τα στήθη τους, έμοιαζε περισσότερο με ουρλιαχτό κυνηγημένου ζώου". Ο Φρούνζε περιέγραψε και άλλο ένα περιστατικό. Οταν περνούσαν δίπλα από μια ομάδα αιχμάλωτων Ελλήνων στη Μερζιφούντα, ένας από τους αιχμαλώτους φώναξε στη σοβιετική αντιπροσωπεία ότι ήταν και αυτοί ένοχοι γιατί ενίσχυαν τον Κεμάλ και τους Τούρκους.
Το συναίσθημα αυτό των ανταρτών του δυτικού Πόντου ήταν εξαιρετικά έντονο. Ο οπλαρχηγός Κισά Μπατζάκ (Κοντοπόδης) διακύρησσε: "... oι Ρώσοι κομμουνιστές δώσανε όπλα στον Κεμάλ για να χτυπήσει εμάς, του έδωσαν υποστήριξη, απελευθέρωσαν όλους τους Τούρκους στρατιώτες που είχαν συλλάβει αιχμαλώτους όταν μπήκαν στην Τραπεζούντα". Υποστήριζε ότι οι κομμουνιστές κατέδιδαν τις προσπάθειες προμήθειας οπλισμού των ανταρτών από τη Ρωσία και παρέδιδαν Πόντιους στους Τούρκους.
Ο Φρούνζε έγραφε τα εξής για την πολιτική του Τοπάλ Οσμάν: "...όλη αυτή η πλούσια και πυκνοκατοικημένη περιοχή της Τουρκίας, ερημώθηκε σε απίστευτο βαθμό. Απ' όλο τον ελληνικό πληθυσμό των περιοχών της Σαμψούντας, της Σινώπης και της Αμάσειας απόμειναν μόνο μερικές ανταρτοομάδες που περιπλανιόντουσαν στα βουνά. Εκείνος που έγινε περισσότερο γνωστός για τις θηριωδίες του ήταν ο αρχηγός των Λαζών Οσμάν Αγάς, ο οποίος πέρασε δια πυρός και σιδήρου με την άγρια ορδή του όλη την περιοχή."
Ο Αράλοβ, σοβιετικός πρέσβης στην Άγκυρα, ενημερώθηκε στη Σαμψούντα από τον αρχιστράτηγο Φρούνζε. Ο Φρούνζε του είπε ότι είχε δει πλήθος Έλληνες που είχαν σφαγιαστεί, "βάρβαρα σκοτωμένους Έλληνες -γέρους, παιδιά, γυναίκες". Προειδοποίησε επίσης τον Αράλοβ για το τι επρόκειτο να συναντήσει πτώματα σφαγιασμένων Ελλήνων τους οποίους είχαν απαγάγει από τα σπίτια τους και είχαν σκοτώσει πάνω στους δρόμους.
Για το θέμα αυτό ο Αράλοβ είχε ιδιαίτερη συνομιλία με τον Κεμάλ. Αναφέρει ο ίδιος: "Του είπα (του Κεμάλ) για τις φρικτές σφαγές των Ελλήνων που είχε δει ο Φρούντζε και αργότερα εγώ ο ίδιος. Εχοντας υπ' όψη μου τη συμβουλή του Λένιν να μην θίξω την τουρκική εθνική φιλοτιμία, πρόσεχα πολύ τις λέξεις μου..." Ο Κεμάλ απάντησε ως εξής στις "επισημάνσεις" του Φρούνζε: "Ξέρω αυτές τις βαρβαρότητες. Είμαι κατά της βαρβαρότητας. Εχω δώσει διαταγές να μεταχειρίζονται τους Έλληνες αιχμαλώτους με καλό τρόπο... Πρέπει να καταλάβετε τον λαό μας. Είναι εξαγριωμένοι. Ποιοί πρέπει να κατηγορηθούν για αυτό; Εκείνοι που θέλουν να ιδρύσουν ένα "Ποντιακό κράτος" στην Τουρκία..."
Ο Φρούνζε στο βιβλίο του "Αναμνήσεις από την Τουρκία" γράφει: "Από τους 200.000 Έλληνες που ζούσανε στη Σαμψούντα, τη Σινώπη και την Αμάσεια έμειναν λίγοι μόνο αντάρτες που τριγυρίζουν στα βουνά. Το σύνολο σχεδόν των ηλικιωμένων, των γυναικών και των παιδιών εξορίστηκαν σε άλλες περιοχές με πολύ άχημες συνθήκες. Πληροφορήθηκα ότι οι Τσέτες του Οσμάν Αγά (σ.τ.σ. Τοπάλ Οσμάν) έσπειραν τον πανικό στην πόλη Χάβζα. Έκαψαν, βασάνισαν και σκότωσαν όλους τους Έλληνες και Αρμένιους που βρήκαν μπροστά τους. γκρέμισαν όλες τις γέφυρες. Παντού υπήρχαν σημάδια γκρεμίσματος. Η διαδρομή από την πόλη Καβάκ προς το πέρασμα Χατζηλάρ θα μείνει για πάντα στη μνήμη μου όσο θα ζω. Σε απόσταση 30 χιλιομέτρων συναντούσαμε μόνο πτώματα. Μόνο εγώ μέτρησα 58. Σ' ένα σημείο συναντήσαμε το πτώμα μιας ωταίας κοπέλλας. Της είχανε κόψει το κεφάλι και το τοποθέτησαν κοντά στο χέρι της. Σε κάποιο άλλο σημείο υπήρχε το πτώμα ενός άλλου ωραίου κοριτσιού, 7-8 χρονών, με ξανθά μαλιά και γυμνά πόδια. Φορούσε μόνο ένα παλιό πουκάμισο. Απ' ότι καταλάβαμε, το κοριτσάκι καθώς έκλαιγε, έχωσε το πρόσωπό του στο χώμα, δολοφονημένο από το κάρφωμα της λόγχης του φαντάρου."
Οι Τούρκοι αρνούνται σήμερα τη σφαγή του 1922 - τη σφαγή των Ελλήνων. Κι όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με αδιάσειστα ντοκουμέντα, τα αποδίδουν στις αναπόφευκτες ακρότητες του πολέμου. Η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική.
Η γενοκτονία των Χριστιανών ήταν ένα καλά μελετημένο σχέδιο εξόντωσης όλων των μεινοτήτων της άλλοτε κραταιάς Αυτοκρατορίας. Ένα σχέδιο που άρχισε να εφαρμόζεται από το 1914, με τον πρώτο διωγμό. Και ολοκληρώθηκε μετά την καταστροφή του 1922.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)